ΝΙΚΟΣ ΚΟΛΕΣΗΣ
ΑΝΟΙΧΤΗ
ΟΔΥΣΣΕΙΑ
Η ΑΙΩΝΙΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Τον άνδρα τον πολύτροπο
Βοήθησε ω Μούσα να τραγουδήσω
Πολλών ανθρώπων είδε άστεα
Και νόων έγνω.
Πραγματοποιεί τον πλανητικό
Νόστο
Κάνοντας το ταξίδι της Πανχρονικής Επιστροφής
Μέσα στο άνοιγμα
2
Η ΑΝΟΙΧΤΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ
ΟΔΗΓΕΙ ΤΟΝ ΕΛΕΎΘΕΡΟ ΝΟΣΤΟ
ΤΟΥ ΘΕΪΚΟΎ ΟΔΥΣΣΈΑ
Η θεά Αθηνά θύμισε στο συνέδριο των θεών, τα βάσανα του
Οδυσσέα στο νησί της Καλυψώς, κι είπε πως οι μνηστήρες σκόπευαν
να σκοτώσουν τον Τηλέμαχο, όταν γυρίσει στην Ιθάκη.
Τότε ο Δίας είπε στη
θεά να φρονήσει ώστε να επιστρέψει
ζωντανός ο Τηλέμαχος στην πατρίδα του-
το νησί του.Ύστερα κάλεσε τον Ερμή κι του είπε. Ερμή εσύ είσαι ο αγγελιοφόρος
των θεών, αμέσως να μεταφέρεις τις εντολές μας στην ωραιόμαλλη Νύμφη, την
Καλυψώ.
Ο πολύπαθος Οδυσσέας είκοσι μέρες πλέοντας πάνω στη σχεδία,
θα φθάσει στη Σχερία- το νησί των Φαιάκων. Αυτοί θα τον
τιμήσουν σαν θεό, κι με πλοίο θα τον στείλουν πίσω στην ποθητή Ιθάκη,
Αφού του δώσουν χρυσό- ασήμι κι ρούχα πιο πολλά κι από το
μερίδιο της Τροίας. Είναι γραφτό να δει τους συγγενείς , τους φίλους και τα πλούσια παλάτια.
Αμέσως ο Ερμής φόρεσε
τα χρυσά πέδιλα, πήρε το μαγικό ραβδί που μαγεύει τα μάτια των ανδρών, κι
ξυπνάει τους κοιμισμένους κι έφυγε γρήγορα. Πέρασε πάνω από την Πιερία κι
ξεχύθηκε στο ανοιχτό πέλαγος
Πετώντας σαν γλάρος πάνω από τα κύματα. Έτσι ταξίδεψε ο
Ερμής κι έφθασε στο νησί έξω από το μεγάλο σπήλαιο που κατοικούσε η Νύμφη
Καλυψώ.
Ο αέρας μοσχοβολάει κέδρο- κάχιστο και θούγια που καιει στη
φωτιά.
Η καλλίφωνη θεά τραγουδάει στο βάθος της σπηλιάς. ενώ
υφαίνει στον αργαλειό με τη χρυσή σαίτα είπε ο γοργοπόδαρος Ερμής.
Γύρω από τη σπηλιά
ψηλόλιγνα κυπαρίσσια-σκλήθρα κι λεύκες
θροίζουν τον αέρα συλλαβίζοντας το
άπειρο. Τα πουλιά, κουρούνες θαλασσινές, κουκουβάγιες, γεράκια κουρνιάζουν πάνω
στα φουντωτά κλαδιά.
Στην είσοδο μια νέο φυτεμένη κληματαριά υποδεχόταν τον επισκέπτη φορτωμένη
σταφύλια. Τέσσερις κρήνες -η μια δίπλα
στην άλλη έτρεχαν γάργαρο νερό μαρτυρώντας
το πέρασμα του χρόνου.
Άγριες βιολέτες – σέλινα πολύχρωμα λουλούδια χρωμάτιζαν με
φανταστικά χρώματα τα γύρω λιβάδια.
3
Έμεινα άφωνος από την ομορφιά, να καθίσω λίγο να θαυμάσω τη φύση.
Ο αγγελιοφόρος των θεών έπειτα προχώρησε μες τη σπηλιά.
Η Καλυψώ – η σεπτή θεά αναγνώρισε τον Ερμή. Τι οι θεοί
γνωρίζονται μεταξύ τους. Ο μεγαλόκαρδος Οδυσσέας δεν ήταν εκεί
Έκλαιγε μόνος στα
βράχια κοιτώντας την απέραντη θάλασσα.
Γιατί Ερμή ήρθες στο νησί μου ρώτησε η θεά Καλυψώ.
Δεν θα ερχόσουν χωρίς λόγο. Λέγε τι θέλεις – τι επιθυμείς
Είσαι σεβαστός κι αγαπητός ανάμεσα στους θεούς.
Πρώτα όμως πέρασε, κάθισε να σε φιλέψω με αμβροσία κι
νέκταρ.
Οι υπηρέτριες της θεάς ετοίμασαν με περισσή φροντίδα ένα
υπέροχο γεύμα. Όταν έφαγαν είπε ο φτερωτός Ερμής.
Σ’ ευχαριστώ θεά για το πλούσιο γεύμα. Αφού ρώτησες θα σ’
απαντήσω.
Ο Δίας μ’ έστειλε παρά τη θέλησή μου, σε ποιον είναι
ευχάριστο να ταξιδεύει, Άκουσε ποια είναι η απόφασή του.
Ένας άνδρας βασανισμένος μένει στο νησί,
Ο πιο δυστυχισμένος από όσους πολέμησαν στην Τροία.
Μάθε πως ο Δίας προστάζει να τον αφήσεις ελεύθερο.
Η μοίρα του είναι να δει τους δικούς του,
Να επιστρέψει στο σπίτι του- στην πατρική γη.
Αυτά είπε ο φτερωτός Ερμής κι έφυγε. Η σεμνή νύμφη πήγε να συναντήσει τον Οδυσσέα για να του πει τη διαταγή του Δία.
Βρήκε τον καρτερικό Οδυσσέα
να κάθεται στην ακτή
Και να κλαιει απαρηγόρητος για την επιστροφή στην
πατρίδα.
Από ανάγκη κοιμόταν τις νύχτες με τη θεά Στα κοίλα σπήλαια
παρά
τη θέλησή του, η
Καλυψώ τον ήθελε πολύ.
Δύστυχε τι κοιτάς την αεικίνητη θάλασσα, μην κλαις άλλο
φθείροντας την ψυχή σου. Σ’ αφήνω ελεύθερο μ’ όλη μου την ψυχή.
Έλα άρχισε να κόβεις ξύλα να ετοιμάσεις τη Σχεδία.
Μ’ αυτήν θα επιστρέψεις στην Πατρίδα,
Θα σου δώσω ρούχα- κρασί- τρόφιμα να μην πεινάσεις.
Με ούριο άνεμο θα ταξιδεύσεις ώστε να γυρίσεις σώος
Κι αβλαβής στο νησί
σου. -Αυτό αποφάσισαν οι θεοί-.
Ωραιοπλόκαμη Καλυψώ
Κύματα μεγάλης συγκίνησης πλημμύρισαν την ψυχή μου.
Μήπως συμβαίνει κάτι άλλο, πως θα διασχίσω την απέραντη
θάλασσα
Πάνω σε μια σχεδία.
4
Πλοία καλά
φτιαγμένα με ευνοϊκό αέρα δεν περνούν το
πέλαγος.
Θέλω να ορκιστείς πως δεν θα πάθω κανένα κακό.
Πολυμήχανε Οδυσσέα
Στα αλήθεια είσαι έξυπνος – πανούργος, ξέρεις τι ζητάς.
Μάρτυρές μου- η Γη – ο απέραντος ουρανός κι τα νερά της
Στυγός
Δεν θα σου κάνω κανένα κακό. Ο όρκος είναι μεγάλος για τους
αθανάτους θεούς. Τόσα χρόνια δεν κατάλαβες πως έχω ευγενικά αισθήματα –
σπλαχνική καρδιά.
Αυτά είπε η σεβαστή των Θεαινών κι κατευθύνθηκε προς τη
λαξευτή σπηλιά, Ακολούθησε ο πολύπαθος Οδυσσέας. Η Νύμφη παρέθεσε γεύμα από αυτά που τρωνε οι θνητοί,
κάθισε απέναντι του ενώ οι υπηρέτριες
Σέρβηραν αμβροσία
κι νέκταρ.
Διογέννητε γιε του Λαέρτη- πολύτροπε Οδυσσέα
Θα γυρίσεις στο σπίτι σου κι την ωραία πατρίδα. Εάν όμως
γνώριζες –
τι θα πάθεις ποια είναι η μοίρα σου ώσπου να φθάσεις στην
Ιθάκη,
Καλύτερα θα έλεγες να
έμενες μαζί μου γιατί θα γινόσουν ΑΘΑΝΑΤΟΣ.
Εσύ όμως προτίμησες
την Πηνελόπη, αν κι είμαι πολύ καλύτερη-
πιο ψηλή με ωραίο
σώμα, πιο όμορφη με θεϊκή χάρη.
Δεν είναι σωστό οι θνητές να τα βάζουν με τις θεές
στην ομορφιά.
Υπέροχη θεά μη μου θυμώνεις
Η γυναίκα μου είναι πολύ κατώτερη από σένα, το γνωρίζω καλά.
Εσύ είσαι Αθάνατη- αγέραστη ενώ αυτή μια κοινή θνητή.
Συμπάθα με είναι που θέλω να γυρίσω στην πατρίδα,
Τράβηξα πολλά στην πολύπαθη ζωή μου, αντέχω ακόμα τις
κακουχίες
Εάν κάποιος θεός θελήσει το αντίθετο.
Ο ΑΠΟΠΛΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟ ΝΑΥΑΓΙΟ ΟΔΥΣΣΕΑ
Μέσα σε τέσσερις μέρες οι πολύτεχνος Οδυσσέας τελείωσε τις
προετοιμασίες. Η σεβαστή Καλυψώ μόλις είδε πως όλα ήταν έτοιμα,
τον έδωσε να φορέσει ρούχα αρωματισμένα, κι έβαλε στη
σχεδία,
ένα ασκί με μαύρο κρασί,
ένα άλλο με νερό, κι αρκετό φαγητό σε ένα άλλο για το ταξίδι. Έπειτα
έστειλε ούριο άνεμο, ευνοϊκό κι δροσερό.
Ο πολύτλας Οδυσσέας άνοιξε τα πανιά, Πήρε το πηδάλιο στα
χέρια
κι οδήγησε με τέχνη
δεν κοιμήθηκε καθόλου.
Επέστρεφε – επέστρεφε πολύπαθε Οδυσσέα
5
Ο καρτερικός βασιλιάς
έβλεπε την Πούλια κι τον Βοώτη με το ωραίο δειλινό, την Άρκτο που είχε το σχήμα άμαξας,
έκανε γύρους γύρω από τον Εαυτό της κυνηγώντας τον Ωρίωνα,
Μόνο αυτή δεν ακουμπούσε το κύμα του Ωκεανού.
Η Καλυψώ η σεβαστή θεά – τον είχε πει να πλέει έχοντάς την
στο αριστερό χέρι. Δεκαεπτά μέρες έπλεε διασχίζοντας τη θάλασσα.
Την δέκατη όγδοη είδε τα πυκνά δάση της γης των Φαιάκων,
Φθάνοντας πολύ κοντά στην στεριά.
Ο άρχων- ο γαιοσείστης Ποσειδώνας γύριζε από τη χώρα των
Αιθιόπων,
Τον είδε να πλέει στη θάλασσα κι οργίστηκε πολύ κούνησε το
κεφάλι
κι είπε Ο Οδυσσέας είναι στο δρόμο για την πατρίδα.
Οι θεοί αποφάσισαν πως είναι γραφτό να σωθεί, θα τον
ταλαιπωρήσω όμως λίγο ακόμη.
Ο θεός της θάλασσας ταρακούνησε τη θάλάσσα, συγκέντρωσε από πάνω πυκνά
σύννεφα, κι με την τρίαινα απελευθέρωσε τρομερές θύελλες.
Ο δυνατός Ζέφυρος , ο βοριάς με το μεγάλο κύμα, ο νοτιάς , ο
εύρος έκαναν τον καρτερικό Οδυσσέα να φωνάξει.
Τι θα με βρει ακόμα - φοβάμαι μην επαληθευτεί η θεά.
Είπε πως μέχρι να φθάσω στην πατρίδα θα συναντήσω πολλές συμφορές κι δεινά. Οι πιο ευτυχισμένοι Έλληνες ήταν αυτοί που
έπεσαν στην Τροία. Εάν πέθαινα στη μάχη
που έκαναν οι Τρώες γύρω από τον νεκρό Πηλείδη, θα μ΄ έθαβαν με τιμές κι δόξες.
Τώρα δεν ξέρω τι με περιμένει
με ποιο οικτρό τρόπο θα πεθάνω.
Αυτά είπε ο καρτερικός Οδυσσέας κι ένα θεόρατο κύμα ανέτρεψε
τη σχεδία κι τον πέταξε μακριά με το τιμόνι στα χέρια.
Έσπασε το κατάρτι κι μια φοβερή θύελλα έριξε το πανί κι την
αντένα
στο νερό. Τον βούλιαξε βαθιά – τον βάραιναν τα ρούχα της
Καλυψώς-
Αλλά ανέβηκε στην επιφάνεια φτύνοντας την αρμύρα.
Βούτηξε μες τα κύματα κι πιάστηκε γερά από τη Σχεδία,
Γλίτωσε από βέβαιο θάνατο. Μια ο βοριάς – μια ο νοτιάς
Τον παρέσυραν μ’ ορμή πέρα δώθε. Η Ινώ του Κάδμου η κόρη
είδε
το ναυαγό που πάλευε
με τα κύματα κι τον λυπήθηκε.
Δύστυχε ο κοσμοσείστης Ποσειδώνας θύμωσε πολύ μαζί σου –
σε τυραννάει μια ζωή, αλλά δεν θα εξαφανιστείς.
Να πάρε το θεϊκό κεφαλόδεσμο κι δέσε τον στο στέρνο.
Συνέχισε το κολύμπι μέχρι να βγεις στην στεριά,
Όταν πατήσεις γη να τον λύσεις κι να τον πετάξεις πίσω στη
θάλασσα.
6
Έπειτα προχώρησε προς το εσωτερικό μονολογώντας.
Εδώ θα μείνω – όσο αντέχει η σχεδία
Ίσως κάποιος αθάνατος ετοιμάζει καινούργια συμφορά.
Το άκουσε ο Ποσειδώνας κι έστειλε ένα άγριο κύμα διαλύοντας
τη σχεδία. Ο Οδυσσέας ανέβηκε πάνω στο ξύλο, πέταξε τα ρούχα της Καλυψώς –
έδεσε τον κεφαλόδεσμο στο στέρνο, κι έπεσε στη θάλασσα κολυμπώντας γρήγορα.
Πολύτροπε Οδυσσέα
μέχρι να σωθείς οριστικά κι να
φθάσεις σε φιλόξενους ανθρώπους, θα υποφέρεις λίγο ακόμα από τα κύματα.
Ελπίζω πως δεν θα πεις ότι τράβηξες κι λίγα είπε ο
Ποσειδώνας.
Ο βασανισμένος Οδυσσέας πάλευε με τα κύματα δύο μέρες κι δυο
νύχτες. Η τρικυμισμένη θάλασσα γαλήνεψε την τρίτη μέρα,
Κολυμπώντας έφθασε στην ακτή, αλλά ήταν απότομη με μυτερά
βράχια κι σπηλιές. Κινδύνεψε να τσακιστεί σε έναν επικίνδυνο βράχο.
Προχώρησε κολυμπώντας μέχρι που βρήκε τις εκβολές
Ενός υπέροχου ποταμού, η θεά Αθηνά έδωσε την ιδέα.
Ο Οδυσσέας έμεινε άναυδος
όταν πάτησε στην αμμουδιά.
Μόλις συνήλθε έριξε τον κεφαλόδεσμο στη θάλασσα,
Φίλησε το χώμα, κι αφού έκανε ένα στρώμα από ξερά φύλλα
Ξάπλωσε κι κοιμήθηκε βαθιά. Οι φωνές ξύπνησαν το δύστυχο
ναυαγό
Κι πήγε προς τα εκεί να δει τι συμβαίνει.
Οι ωραίες κοπέλες έπλυναν κι άπλωσαν τα ρούχα να τα
στεγνώσουν,-
έπαιζαν με τη μπάλα
κι έτρεχαν να τη φθάσουν.
Ένας άνδρας – ένας άνδρας ένας ναυαγός φώναξαν όλες μαζί
Καθίστε- μη φοβόσαστε φώναξε η βασιλοπούλα.
Γιατί φεύγετε – έμεινε μόνη με τον Οδυσσέα-
Η ομορφιά σου είναι απερίγραπτη μοιάζεις με θεά είπε
ο πολυμήχανος
βασιλιάς.
Λέγομαι Ναυσικά κι είμαι κόρη του βασιλιά των Φαιάκων.
Δύστυχε βλέπω είσαι σε άσχημη κατάσταση.
Πολύπαθος ναυαγός πάλευα με τα κύματα μέχρι να φθάσω εδώ.
Που βρίσκομαι-πως μπορώ να συναντήσω το βασιλιά
Αυτής της χώρας.
Είσαι στη μυθική Σχερία σε συμπονώ γι αυτό άκουσε
Τι πρέπει να κάνεις. Στο δρόμο για το ανάκτορο
Η θεά Αθηνά μεταμορφωμένη σε νέα κοπέλα έδειξε το παλάτι
του άρχοντα όταν τη ρώτησε ο καρτερικός Οδυσσέας.
7
Το πιο φωτεινό ανάκτορο που συνάντησα ποτέ είπε έκπληκτος.
Κήποι θαυμαστοί απλώνονται γύρω- γύρω.
Δύο σκύλοι από χρυσό κι ασήμι φιλάνε την είσοδο.
Οι πόρτες είναι χρυσές κι έχουν χάλκινο κατώφλι.
Το εσωτερικό έχει μεγαλοπρεπή διάκοσμο, πολυτελή έπιπλα-
χρυσά αγάλματα- περίτεχνα σκεύη στολίζουν το παλάτι.
Οι χάλκινοι τοίχοι είναι διακοσμημένοι στο πάνω μέρος, με
γαλάζιο γυαλί πάνω σε γλυπτές πλάκες.
Ο πολύτροπος Οδυσσέας μόλις συνάντησε τη βασίλισσα έπεσε
αμέσως στα γόνατά της. κι είπε λόγια της ψυχής – συγκινητικά
Πως θέλει να επιστρέψει στην πατρίδα του, για να τον λυπηθεί
η Αρήτη.
Μετά πλησίασε τη στάχτη της φωτιάς και κάθισε ως ικέτης.
Σήκω δεν είσαι ικέτης
φώναξε ο βασιλιάς Αλκίνοος των Φαιάκων.
Έλα να καθίσεις σε βασιλικά θρόνο. Αμέσως να τον
περιποιηθείτε
ως –Ξένο-. Οι Άριστοι
αύριο θα συγκεντρωθούν να σε φιλοξενήσουν
μ’ όλες τις τιμές. Ύστερα όλοι μαζί θα αποφασίσουμε πως θα επιστρέψεις στην πατρίδα σου.
Ο φιλόξενος Αλκίνοος κι ο πολύτροπος Οδυσσέας κατέβηκαν στη
αγορά την άλλη μέρα, όπου ήταν συγκεντρωμένοι οι Φαίακες για να γνωρίσουν τον
Ξένο. Αφού μίλησαν μαζί του ο βασιλιάς
διέταξε να ετοιμάσουν
το πλοίο του, κι γύρισαν στο ανάκτορο.
Η Επιστροφή του πολυμήχανου Οδυσσέα είχε αποφασιστεί
αμετάκλητα.
Μετά τη θυσία στο Συμπόσιο, ο Δημόδοκος ο τυφλός αοιδός του
παλατιού άρχισε να τραγουδάει το έπος του Ιλίου,
όταν κατά την πολιορκία της Τροίας ξέσπασε
μεγάλη φιλονικία μεταξύ του Αχιλλέα κι του Οδυσσέα.
-Ξένε -βλέπω συγκινήθηκες πολύ από το τραγούδι
Δημόδοκε μη συνεχίζεις άλλο. Προτείνω να πάμε στην Αγορά
Να παρακολουθήσουμε την επίδειξη των Αγώνων.
Ο θεϊκός Οδυσσέας πήρε μέρος σε πολλά αγωνίσματα,
Κι άφησε έκπληκτους τους Φαίακες με τη δύναμη κι την
ευκινησία
που είχε. Ακολούθησε
επίδειξη χορού προς τιμή του Ξένου
Και μετά το Συμπόσιο. Ο αοιδός Δημόδοκος μετά από παράκληση
του Οδυσσέα τραγούδησε για την άλωση του Ιλίου με το Δούρειο
Ίππο.
Ο πολυμήχανος Οδυσσέας ο βασιλιάς της Ιθάκης πρότεινε στους
Αχαιούς να κατασκευάσουν τον ξύλινο ίππο.
8
Ύστερα να κάνουν πώς λύνουν την πολιορκία, κι να φύγουν από την Τροία, αφού πρώτα κρυφτούν μέσα στο δούρειο ίππο
μερικοί ΄Έλληνες
μαζί με τον Οδυσσέα- τον Μενέλαο- τον Νεοπτόλεμο.
Οι Τρώες έκπληκτοι είδαν ένα τεράστιο ξύλινο άλογο έξω από
τα τείχη. Πήραν μέσα το ξόανο. Το βράδυ οι Αχαιοί βγήκαν έξω κρυφά,
Σκότωσαν τους φρουρούς κι άνοιξαν τις πύλες ενώ
ειδοποίησαν
το στόλο κάνοντας σινιάλο. Οι Έλληνες μπήκαν μέσα κι
κυρίευσαν
την πόλη.
Ευγενικέ Ξένε συγκινήθηκες πολύ είπε ο Άλκίνοος ακούγοντας
την Ιστορία, Είναι
καιρός να μας αποκαλύψεις ποιος είσαι
Ποια είναι η πατρίδα σου.
Φιλόξενε βασιλιά Αλκίνοε
κι εσείς υπέροχοι Φαίακες
Μάθετε πως είμαι ο γιος του Λαέρτη
Ο βασιλιάς της Ιθάκης κι των γειτονικών νησιών.
Ο μυθικός ήρωας , η δόξα του έφθασε μέχρι τα ουράνια
Η τιμή είναι μεγάλη είπαν όλοι μαζί οι Φαίακες.
Θεϊκέ Οδυσσέα
Μας τρωει η περιέργεια – η αγωνία να μας διηγηθείς τον
πολυκήδια Νόστο, τον πολύτροπο Νόστο σου
είπε ο βασιλιάς Αλκίνοος.
Ο Οδυσσέας Οδύσσασθαι –(αυτό ιστορείται)
Ο Οδυσσέας Οδύσσασθαι συμπλήρωσαν οι Φαίακες
Ο πολύτροπος βασιλιάς πήρε τη σωστή στάση κι άρχισε να
τραγουδάει.
Μετά την άλωση της Τροίας
με δώδεκα καράβια κι τους συντρόφους
ξεκινήσαμε το μεγάλο ταξίδι της Επιστροφής στην Ιθάκη.
Ο άνεμος μας έσπρωξε στην χώρα των Κικόνων
Που βρίσκεται μεταξύ των ποταμών Έβρου κι Νέστου.
Όταν κυριεύσαμε τον Ίσμαρο λεηλατήσαμε την πόλη,
Οι Θράκες αντεπιτέθηκαν κι υποχωρήσαμε με βαριές απώλειες.
Χάθηκαν εβδομήντα δύο σύντροφοι.
Νύχτα φύγαμε από τη Θρακική Χώρα, Ήταν σύμμαχοι των Τρώων
κι πολέμησαν κατά των
Ελλήνων με αρχηγό τον Έφημο.
Άρχισε το μεγάλο ταξίδι της Επιστροφής στην Πατρίδα
Απάντησαν οι Φαίακες όλοι μαζί.
Έπειτα ταξιδεύσαμε νότια – ως τον Κάβο Μαλέα.
Ο δυνατός αέρας έσπρωξε τα καράβια στην Αφρική,
Κι φθάσαμε στη χώρα των Λωτοφάγων.
9
Έστειλα τρεις συντρόφους να τους συναντήσουν
Κι να ζητήσουν τρόφιμα για το ταξίδι.
Όταν άργησαν να γυρίσουν –πήγα να δω τι συμβαίνει.
Η Χώρα των Λωτοφάγων- η Χώρα των Λωτοφάγων
Έλεγαν οι Φαίακες μεταξύ τους.
Οι Λωτοφάγοι πρόσφεραν το μελιστάλαχτο καρπό
Το μαγικό φρούτο που μάγεψε τους συντρόφους.
Ξέχασαν ποιοι είναι. Αρνήθηκα να δοκιμάσω το Λωτό
Πήρα τους συντρόφους κι φύγαμε,
Τους έδεσα στους πάγκους κι ανοίξαμε πανιά
Πριν δοκιμάσουν οι άλλοι ναύτες το μαγικό Λωτό.
Όποιος λησμονάει την Αθάνατη ψυχή του
Χάνει το δρόμο της Επιστροφής είπαν οι Φαίακες
Όταν φθάσαμε στη Χώρα των Κυκλώπων
Τύφλωσα τον κύκλωπα Πολύφημο- το γιο του Ποσειδώνα,
Για να σωθώ με τους συντρόφους Όσοι απομείναμε κι δεν μας
έφαγε.
Αυτό προκάλεσε την οργή του Ποσειδώνα κι από τότε με
καταδιώκει.
Πρόσφερα κρασί στο Ανθρωπόμορφο τέρας που είχα σε ένα μικρό βαρελάκι. Ο κύκλωπας
ευχαριστήθηκε κι ζήτησε κι άλλο.
Το ήπιε όλο – έπειτα ρώτησε πως με λένε- Ο ΚΑΝΕΝΑΣ απάντησα,
Υποσχέθηκε πως θα με φαει τελευταίο.
Ο ΚΑΝΕΝΑΣ – Ο ΚΑΝΕΝΑΣ έλεγαν όλοι ο Φαίακες
Είχε μεθύσει κι κοιμήθηκε βαθιά
Τότε έκοψα ένα μυτερό κλαδί- το έκαψα καλά στη φωτιά,
Κι το έμπηξα στο μάτι του.
Ο κύκλωπας πετάχτηκε όρθιος ουρλιάζοντας από τους πόνους
Κι έψαχνε να μας βρει αν κι τυφλός.
Οι φωνές του έκαναν του άλλους κύκλωπες να πάνε να δουν
τι συμβαίνει, Αλλά
βρήκαν την είσοδο της σπηλιάς του
Κλειστή με μια μεγάλη πέτρα.
Ρώτησαν γιατί φωνάζει
κι ο Πολύφημος απάντησε
πως τον τύφλωσε ο Κανένας.
Γέλασαν οι άλλοι κύκλωπες νόμισαν πως τρελάθηκε ο βασιλιάς
τους,
Κι γύρισαν στα σπίτια λέγοντας, πως μόνο ο πατέρας του ο
Ποσειδώνας
Θα τον έσωζε. Το πρωί τράβηξε το βράχο από την είσοδο της
σπηλιάς
Κι άρχισε να ψάχνει με τα χέρια να μας βρει.
10
ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ -ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΤΡΟΙΑΣ 1250 Η 1184- Π Χ
ΠΑΛΑΤΙ ΦΑΙΑΚΩΝ
Τυφλέ αοιδέ Δημόδοκε έχω μια παράκληση είπε ο συνετός
Οδυσσέας.
Να συνεχίσεις το τραγούδι για τον Δούρειο Ίππο, κι πως έπεσε
η Τροία με πιο πολλές διηγήσεις το άφησες στη μέση.
Τότε ο Δημόδοκος ο τυφλός αοιδός του παλατιού άρχισε να
τραγουδάει.
Ο πολυμήχανος Οδυσσέας – ο βασιλιάς της Ιθάκης
Πρότεινε στους Έλληνες να κατασκευάσουν ένα ξύλινο άλογο
Για κρύπτη. Θα έμπαιναν μέσα οι πιο σπουδαίοι πολεμιστές
Ο Οδυσσέας, ο Μενέλαος , ο Νεοπτόλεμος, ο Σηπός ο
κατασκευαστής του ξόανου κι άλλοι.
Ο Οδυσσέας στο αρχηγείο πρότεινε ένα εκπληκτικό σχέδιο.-
είπε-.
Ο στρατός μας αφού
βάλει φωτιά στο στρατόπεδο κι τις
εγκαταστάσεις,
Θα επιβιβαστεί στα πλοία κι θα φύγει με προορισμό τη νήσο
Τένεδο.
ο πολυμήχανος
Οδυσσέας είπε πως εκεί θα κρυφτεί ο στόλος
Γιατί δεν φαίνεται από την Τροία περιμένοντας το – σινιάλο-.
Φεύγοντας οι Αχαιοί άφησαν έξω από τα τείχη της Τροίας
Ένα ξύλινο άλογο – ως δώρο-, δείγμα καλής θέλησης κι
Ειρήνης.
Χάραξαν πάνω την επιγραφή.
<< Αφιερωμένο στην Αθηνά από τους Έλληνες
για την Επιστροφή τους στην Πατρίδα.>>
Μόλις το είδαν οι
Τρώες- άνοιξαν τις πύλες κι βγήκαν έξω
να το περιεργαστούν.
Ένα δώρο αφιερωμένο στη θεά Αθηνά να το πάρουμε μέσα στα
τείχη.
Είπαν οι Τρώες.
Γενναίοι Τρώες σας προειδοποιώ
Το -Ξόανο- μόνο συμφορά θα φέρει στην Πόλη φώναξε η
Κασσάνδρα,
Η κόρη του Πριάμου,
Κανείς δεν έδωσε σημασία στα λόγια της Κασσάνδρας
Δεν έπειθε κανέναν με τις προβλέψεις της.
13
Ο Απόλλωνας είχε καταραστεί τη βασιλοπούλα γιατί αθέτησε το
λόγο
της κι δεν κοιμήθηκε μαζί του.
Αντιτίθεμαι σ’ αυτήν την απόφαση, πρόκειται για τέχνασμα των
Αχαιών.
Το – Ξόανο- δεν πρέπει να μεταφερθεί μέσα στην Τροία,
προοιωνίζει το χαμό του Ιλίου συμπλήρωσε ο Λαοκόων ο μάντης των Τρώων.
Φοβού τους Δαναούς κι
δώρα φέροντας φώναξαν οι Τρώες.
Ο Απόλλωνας έστειλε δύο τεράστια φίδια από τη θάλασσα,
Κι καταβρόχθισαν το μάντη Λαοκόωντα κι τους δυο γιους του.
Σημάδι από τους θεούς να πάρουμε το ξύλινο άλογο μέσα στο
Ίλιο.
Είπαν έντρομοι οι Τρώες.
Οι Τρώες έριξαν μέρος των τειχών κι μετέφεραν τραβώντας με
σχοινιά το Δούρειο Ίππο μέσα στην Πόλη.
Όλοι οι κάτοικοι μαζεύτηκαν γύρω από το ξύλινο άλογο,
Επευφημούσαν κι ζητωκραύγαζαν, γιόρταζαν ευτυχισμένοι το
Τέλος
του Πολέμου. Έστησαν μεγάλο γλέντι- μέθυσαν από το κρασί,
Την απίστευτη κραιπάλη κι κοιμήθηκαν βαθιά.
Στο μεταξύ μες στο Δούρειο Ίππο που ήταν μέσα στην Τροία,
Ο πολυμήχανος Οδυσσέας είδε από μια χαραμάδα- ένα ειδικό
άνοιγμα
Τι γινόταν στην πόλη κι είπε. Δεν ακούγεται τίποτα έπεσαν
για ύπνο. Δεν φιλάει κανείς Ήπιαν πολύ κρασί, διασκέδασαν άγρια. Πίστεψαν πως
έληξε ο πολιορκία ο δεκαετής πόλεμος συμπλήρωσε ο Μενέλαος
Η Ωραία Ελένη μονολογούσε μες τα αψηλά παλάτια της Τροίας
Το ξύλινο άλογο είναι έργο των Αχαιών κάτι κρύβουν- εμένα
δεν με ξεγελάνε. Θα πάω να μιμηθώ τις φωνές των γυναικών τους.
Μόλις έφθασε έξω από το Δούρειο Ίππο άρχισε να μιμείται την
Κλυταιμνήστρα λέγοντας. Αγαμέμνονα γενναίε βασιλιά
Είμαι η γυναίκα σου η Κλυταιμνήστρα, ήρθα να σε δω δεν μ’
αναγνωρίζεις.
Η πανούργα Ελένη μιμείται τις φωνές Ελληνίδων για να μας
ξεγελάσει κι να φανερωθούμε είπε ο πολύτροπος Οδυσσέας μέσα από το Δούρειο
Ίππο.
Πολυμήχανε Οδυσσέα είμαι η γυναίκα σου –η πιστή Πηνελόπη
Δεν ωφελεί –μην κρύβεσαι άλλο συνέχισε να λεει η Ωραία
Ελένη.
14
Η Άπιστη δεν έχει όρια – αρχή κι τέλος πως παντρεύτηκα μια
τέτοια γυναίκα. Με το ζόρι κρατιέμαι να
μη βγω κι τη σκοτώσω είπε οργισμένος ο Μενέλαος που άκουγε.
Αυτό θέλει κι αυτή να αποκαλυφτείς παρατήρησε ο συνετός
Οδυσσέας.
Έφυγε ευτυχώς -έπεσε βαθιά Σιωπή, οι Τρώες κοιμούνται τον
ύπνο του θανάτου συμπλήρωσε με ανακούφιση ο άνδρας της.
Η σελήνη ανατέλλει μέσα από το δούρειο ίππο, βλέπετε το
θαύμα.
Εμπρός γρήγορα να βγούμε, πρώτα να σκοτώσουμε τους φρουρούς,
Κι ύστερα να ανοίξουμε τις πύλες για να μπουν οι Έλληνες
προέτρεψε ο μυθικός Οδυσσέας μέσα από το Δούρειο Ίππο.
Να ειδοποιήσουμε το Στόλο με το συμφωνημένο- Σινιάλο-
συμπλήρωσε ο Μενάλαος
Ο Σίνων ο αχαιός κατάσκοπος πάνω στα τείχη της Τροίας είπε
φωνακτά.
Η Φωτιά είναι αρκετά μεγάλη για να τη δει ο Ελληνικός Στόλος
Που είναι κρυμμένος στην Τένεδο. Ας κουνήσω αυτές τις δάδες.
Ο Ελληνικός Στόλος θα αντιληφθεί τι γίνεται, ο στρατός στην
Τένεδο είδε το Σινιάλο, σιγά- σιγά οι ναύτες άρχισαν να λενε μεταξύ τους.
ΤΟ ΣΙΝΙΑΛΟ-ΤΟ ΣΙΝΙΑΛΟ
Ενώ ναύτες από ένα άλλο καράβια συμπλήρωναν
Η φωτιά – η φωτιά - είδατε τη φωτιά.
Ο Δημόδοκος ο αοιδός του παλατιού τωνΦαιάκων συνέχισε
συνεπαρμένος. Η είδηση – το νέο άρχισε να μεταδίδεται από στόμα σε στόμα στα
άλλα καράβια, κι όλοι έβλεπαν προς την Τροία λέγοντας
Το -Σινιάλο- το
Σινιάλο, η φωτιά – η φωτιά φαίνεται
καθαρά.
Ο Αγαμέμνονας κι οι άλλοι Έλληνες διέταξαν αμέσως να
ξεκινήσει
ο στόλος- διέταξαν
γενική επίθεση.
Άκουω στο θρόισμα του αέρα, τον ήχο που κάνουν τα πέλματα
των στρατιωτών, ενώ τρέχουν σαν τύμπανα θανάτου είπε ο
πολύμορφος Οδυσσέας.
Έρχονται – έρχονται- αμέτρητες Σκιές περικύκλωσαν τα τείχη,
Έτοιμες να μπουν μέσα κι να κυριεύσουν την Τροία.
Άκουω σάλπιγγες –άγριο ποδοβολητό αλόγων
Το θάνατο που έρχεται ανελέητος
Οι Έλληνες στρατιώτες μπήκαν μέσα στην Τροία φωνάζοντας .
15
ΠΥΡΠΟΛΗΣΤΕ ΤΗΝ ΤΡΟΙΑ
ΠΥΡΠΟΛΗΣΤΕ ΤΗΝ ΤΡΟΙΑ
Ο Δημόδοκος ο αοιδός του παλατιού συνέχισε με πάθος.
Οι Τρώες ξύπνησαν έντρομοι, σηκώθηκαν από τα κρεβάτια,
Κι άρχισαν να τρέχουν σαν τρελοί. Δεν ήξεραν τι να κάνουν
Αιφνιδιάστηκαν απόλυτα, μερικοί πήραν τα όπλα κι πολέμησαν
γενναία.
Η σφαγή ήταν άγρια- ανελέητη. Ένας απίστευτος πόλεμος έγινε
στην Τροίαμ οι Έλληνες έκαψαν κι λεηλάτησαν την πόλη.
Άνοιξαν οι πύλες του Άδη -μην αφήσετε τίποτα όρθιο φώναξαν
οι Έλληνες στρατιώτες.
Σκόρπισαν τον όλεθρο συνέχισε ο Δημόδοκος
Η θάνατος-η φωτιά- κι η καταστροφή βασίλευσαν στο
πυρπολημένο Ίλιο. Οι Τρώες έτρεχαν κατά κύματα να σωθούν.
Ο Πρίαμος προχωρούσε μόνος μες την πυρπολημένη Τροία
φωνάζοντας τους Τρώες.
Γενναίοι Τρώες- Τρώες
πολεμήστε –πολεμήστε
Για τις
οικογένειές σας- την πατρίδα.
Μην το βάζετε κάτω, τίποτα δεν τελείωσε.
Ο πόλεμος τώρα άρχισε- γίνεται Σώμα με Σώμα
Κι οι πολίτες απαντούσαν.
ΕΠΕΣΕ Η ΤΡΟΙΑ
ΕΠΕΣΕ Η ΤΡΟΙΑ
Άθλιοι δεν έχετε ιερό κι όσιο καμιά τιμή. Δεν σέβεστε
τίποτα-
ούτε τους θεούς φώναξε αλλόφρων ο Πρίαμος.
Βασιλιά Πρίαμε είναι αργά- πολύ αργά.
Η μάχη είναι άνιση, οι Τρώες - οι στρατιώτες σφάζονται
άγρια.
Απάντησαν οι συμπατριώτες του.
Μόνος θα πολεμήσω τους Αχαιούς μ’ αυτό το γυμνό σπαθί.
Ένας αδύναμος γέροντας θα υπερασπιστώ την τιμή
Κι την υπόληψη της Τροίας απάντησε ο βασιλιάς.
Βασιλιά κοίταξε να σωθείς κατέφυγε ικέτης στο Ναό του Δία.
Τον συμβούλεψαν.
16
Που είναι ο βασιλιάς της Τροίας γιατί κρύβεται.
Α! α! κατέφυγε ικέτης στο ναό του Δία, νομίζει πως θα
γλιτώσει.
Φώναξε οργισμένος ο Νεοπτόλεμος
ΈΛΕΟΣ-ΕΛΕΟΣ
Δεν έχετε καμία πίστη δεν σέβεστε τους θεούς – το Δία.
Έλεγε κι ξανάλεγε ο βασιλιάς Πρίαμος.
Αυτή η σπαθιά είναι για τους νεκρούς ήρωες τον Αχιλλέα- τον Πάτροκλο. Αυτή για τους
νεκρούς πολεμιστές που χάθηκαν στην Τροία,
Φώναξε ο Νέοπτόλεμος.
Καταπάτησες το ιερό του Δία. Η οργή του βασιλιά των θεών
Θα σε κυνηγάει σε όλη σου τη ζωή. -Ξεψυχάει κι πέφτει
νεκρός-
Οι Έλληνες σκότωσαν το βασιλιά Πρίαμο, οι Αχαιοί κυρίευσαν
το Ίλιο.
Φώναζαν έντρομοι οι Τρώες.
Στα ανάκτορα των Τρώων λίγο πριν καταληφθούν, οι Έλληνες
ήταν από έξω, σε λίγο θα έμπαιναν μέσα νικητές κι τροπαιούχοι.
Ο Δηίφοβος ο σύζυγος της Ωραίας Ελένης είχε την τελευταία
συνάντηση μαζί της, γεμάτος έκσταση είπε στη γυναίκα του.
Ωραία Ελένη όταν σε
παντρεύτηκα -μετά το θάνατο του αδερφού
μου -του Πάρι- υποσχέθηκα πως θα σε προστατεύσω, να μην σου συμβεί κανένα κακό.
Καλέ μου Δηίφοβε
Οι Έλληνες είναι έξω από το παλάτι, έτοιμοι να μπουν μέσα –
να μας κατασπαράξουν. Πρώτος-πρώτος ο Μενέλαος, το νιώθω είναι εδώ.
Υπάρχει μια μυστική δίοδος που οδηγεί έξω από το κάστρο της
Τροίας.
Είπε ο Δηίφοβος. Ένας πιστός αξιωματικός με μερικούς
στρατιώτες
Θα σας οδηγήσουν μακριά μαζί με την Ανδρομάχη, τον
Αστυάνακτα-
την Εκάβη κι την Κασσάνδρα.
Είσαι τόσο γενναίος γύρω κυριαρχεί ο θάνατος κι εσύ
σκέφτεσαι εμένα.
Ωραία Ελένη δίνω τη ζωή μου για σένα.
Νιώθω κάθε σου χτύπο το άγγιγμα των χειλιών σου.
-Φιλιούνται παθιασμένα- εσύ τρέμεις ολόκληρη
Είμαι συγκλονισμένη οι Έλληνες μπήκαν στο παλάτι.
Ακούγονται οι φωνές – οι ξιφομαχίες. Ο θάνατος έρχεται
αδυσώπητος
Κι εσύ λες λόγια
αγάπης. Θέλω να φωνάξω- να κλάψω από χαρά.
Θεϊκή Ελένη προκάλεσες τον Τρωικό Πόλεμο
Μετά από την αρπαγή σου από τον Πάρι.
Πεθαίνω για Σένα, Η απαράμιλλη ομορφιά σου μάγεψε
17
Την ψυχή μου. Έζησα ένα ανείπωτο πάθος την απόλυτη ευτυχία.
Πόσες φορές δεν χάθηκα στα φλογερά σου μάτια,
δεν θαμπώθηκα από τα ξανθά μαλλιά, έκρυψες το φως του ήλιου.
Πεθαίνω για Σένα αψηφώντας το θάνατο
Ο Έρωτας μας θα μείνει στους Αιώνες.
Υπέροχε Δηίφοβε αυτή τη στιγμή θέλω να πεθάνω μαζί σου,
Στην αγκαλιά σου. Ζω κι αναπνέω μ’ όλη την ύπαρξη
Το σώμα μου έγινε άυλο. Ζω μια ανείπωτη χαρά ένα
ολοκληρωμένο έρωτα. Δεν υπάρχει τίποτα- τίποτα μόνο η στιγμή
Ίδια με την Αιωνιότητα. Φίλησε με – φίλησέ με
Για τελευταία φορά. Ξαφνικά φωτίστηκε η ψυχή
Λάμπεις ολόκληρος- είσαι ήδη Αλλού – πεθαίνω για Σένα.
Ελένη της Τροίας -Ελένη της Σπάρτης
Ελένη του χαμού κι της καταστροφής
Φώναξαν οι Έλληνες κι οι Τρώες μαζί.
Ο Δημόδοκο ο αοιδός του παλατιού συνέχισε εκστασιασμένος.
Η Ωραία Ελένη στην προσπάθεια της να σωθεί – έπεσε πάνω στον
Μενέλαο το βασιλιά της Σπάρτης που την έψαχνε σε όλο το παλάτι φωνάζοντας.
Ελένη
Άπιστη –δόλια γυναίκα δεν λες τίποτα.
Με παράτησες για αυτόν τον άνανδρο τον Πάρι,
Γελοιοποιήθηκα σ’
όλους τους Έλληνες.
Άθλια προκάλεσες τον Τρωικό Πόλεμο.
Μενέλαε
Κάνε ότι είναι να κάνεις. Είμαι έτοιμη από καιρό
Δεν σε φοβάμαι απάντησε η Ωραίας Ελένη.
Μάγισσα τώρα θα δεις
Δεν σεβάστηκες καθόλου το Νυφικό κρεβάτι
Κι έφυγες μ’ Άλλον. Μαύρη σκύλα κακό τέλος θα έχεις
Μ’ αυτό το ξίφος θα σε τρυπήσω.
Έλα τι κάθεσαι- τι περιμένεις σκότωσέ με να τελειώνουμε.
Τι έγινε – έμεινε το χέρι σου μετέωρο στον αέρα,
Δεν πάει η καρδιά σου, εσύ ο γενναίος πολεμιστής κάνεις
πίσω.
Μενέλαε μ’ αγαπάς!!! Συγχώρεσες την Απιστία μου!!!
18
ΠΗΝΕΛΟΠΕΙΑ
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΙΘΑΚΗ
ΜΝΗΣΤΗΡΟΦΟΝΙΑ
Οι πολύφημοι Φαίακες σπουδαίοι ναυτικοί έβγαλαν τον
κοιμισμένο Οδυσσέα από το καράβι, και τον άφησαν σε μια απόμερη ακτή της
Ιθάκης, κοντά στη ρίζα μιας ελιάς αφήνοντας δίπλα πλούσια δώρα.
Που βρίσκομαι -έφθασα στην Πατρίδα!!!
Αναρωτήθηκε ο πολύπαθος Οδυσσέας όταν ξύπνησε.
Είσαι στην Ιθάκη απάντησε η θεά Αθηνά μεταμορφωμένη σε
βοσκό.
Ξακουστή σε όλο τον κόσμο. Ποιο κάτω είναι μια καλύβα,
Ανήκει στο βασιλικό ανάκτορο. Εκεί μπορείς να φιλοξενηθείς
Και να μάθεις τις γίνεται στο παλάτι.
Ποτέ δεν φαντάστηκα πως θα επέστρεφα μόνος στην Ιθάκη
Χωρίς τους δύστυχους συντρόφους. Χάθηκαν στο δρόμο από δικό
τους φταίξιμο. Υπήρξα Φιλέταιρος και δεν κοίταξα να σώσω μόνο τον Εαυτό μου.
Ύστερα από δέκα
χρόνια περιπλανήσεις έφθασα επιτέλους στην πατρίδα, Πατάω πάνω στην ιερή γη.
Τώρα η μόνη έγνοια μου είναι
Πως θα σκοτώσω τους ξεδιάντροπους Μνηστήρες, που πολιορκούν
την πιστή Πηνελόπη. Για μήπως ενέδωσε σε κάποιον-φλερτάρει
μαζί του,
25
Κι κρυφά την επισκέπτεται στο κρεβάτι μας.
Δεν είναι αλήθεια πως άφησα τη γυναίκα μου ακολουθώντας
τα βήματα της Άπιστης
Ελένης.
Ο θείος χοιροβοσκός ο Εύμαιος συγκλονίστηκε μόλις έμαθε
ποιος είναι
ο -Ξένος-, ότι
επέστρεψε ο αφέντης του στην πατρίδα.
Μίλησαν ώρα πολύ για το τι γίνεται στο παλάτι με τους
Μνηστήρες.
Έπειτα άναψαν φωτιά κι έφτιαξαν το πρωινό τους.
Έξω οι σκύλοι όταν είδαν τον Τηλέμαχο έτρεξαν κοντά του
κουνώντας της ουρά τους, δεν γάβγισαν καθόλου.
Η θεά Αθηνά μ’ ακούμπησε με το χρυσό ραβδί μονολόγησε ο
Οδυσσέας.
Μεταμορφώθηκα έγινα άλλος άνθρωπος. Με φόρεσε καθαρή
πουκαμίσα κι πανωφόρι, Αμέσως ένιωσα πιο
ψηλός- πιο ωραίος με τσιτωμένο δέρμα κι μαυρισμένα γένια.
Όταν ο Τηλέμαχος μπήκε στην καλύβα, έμεινε έκπληκτος-
άφωνος.
Μίλησε και τα λόγια του ακούστηκαν ελαφριά σαν το φύσημα του αέρα.
Ωραίε Ξένε πως έγινες –μοιάζεις με Θεό που κυβερνάει το
Σύμπαν.
Συμπόνα μας θα σου δώσουμε δώρα.
Να αναπνεύσω βαθιά από τα βάθη της καρτερικής ψυχής μου,
Σκέφτηκε ο πολύπαθος Οδυσσέας.
Πως νόμισες ότι είμαι
ένας από τους Αθανάτους του
Ολύμπου.
Παιδί μου είμαι ο πατέρας σου, υπέφερες πολύ για μένα,
Σήκωσες βάρη ασήκωτα που δεν σου ταίριαζαν
Εξ’ αιτίας κακών ανθρώπων.
Ο Οδυσσέας έσκυψε και φίλησε το γιο του ενώ έκλαιγε από τη
χαρά.
Ο Τηλέμαχος όμως δεν τον πίστεψε κι είπε
Κάποιος θεός παίζει μαζί μου, μου κάνει άσχημο Παιχνίδι.
Δεν είσαι ο Οδυσσέας -ο
πατέρας μου
Μόνο ένας θεός θα μεταμορφωνόταν τόσο γρήγορα.
Εσύ πριν λίγο ήσουν γέρος φορώντας κουρέλια κι τώρα μοιάζεις
με Ολύμπιο Θεό.
Τηλέμαχε μη μ’ αμφισβητείς
Είμαι ο πατέρας σου- ο Οδυσσέας.
Έζησα φοβερά πράγματα- απίθανες εμπειρίες
Κι μετά από είκοσι χρόνια επέστρεψα στην πατρίδα.
Η θεά Αθηνά – μ’ έκανε να φαίνομαι ζητιάνος,
Κι με μεταμόρφωσε σε ωραίο άνδρα με όμορφα ρούχα.
26
Τότε ο γιος του όρμησε συγκλονισμένος στην αγκαλιά του,
Κλαίγοντας σαν μικρό παιδί. Έκλαιγε ώρα πολύ, τα δάκρυά του
πότισαν τη γη. Τους συνεπήρε του θρήνου
ο ίμερος συγκλόνισε την πλάση.
Σώπασαν τα πουλιά – τα άγρια θηρία για να ακούσουν το άγριο κλάμα.
Όλη μέρα κράτησε ο
οδυρμός, το κλάμα- μέχρι το βράδυ.
Μετά πατέρας κι γιος κατέστρωσαν το σχέδιο της
Μνηστηροφονίας.
Όταν έφθασαν έξω από το παλάτι ο Άργος – ο πιστός σκύλος του Οδυσσέα, μόλις
είδε τον Κύριο του κατέβασε τα αυτιά,
Κούνησε την ουρά κι πλησίασε το αφεντικό του.
Είκοσι χρόνια περίμενε την επιστροφή του κι ύστερα πέθανε
ευτυχισμένος που είδε ξανά το θεϊκό Οδυσσέα.
Από μέσα ακούστηκε ο Φήμιος ο αοιδός του παλατιού της Ιθάκης
Που τραγουδούσε με τη
θεϊκή φωνή του.
Η πολυμήχανη Πηνελόπη ήλεγχε την Ιθάκη κρατούσε στα χέρια
την Εξουσία. Δεν έκανε ποτέ πίσω αν και οι Μνηστήρες
πολιορκούσαν
τη βασίλισσα πολύ
στενά.
Ανέλαβα τις υποθέσεις του παλατιού είπε η πιστή Πηνελόπη
Γιατί ο Τηλέμαχος είναι ακόμα ανήλικος,
Κι ο πεθερός μου ο Λαέρτης αποσύρθηκε στα κτήματα
Θρηνώντας το χαμό του γιου του.
Σε μένα έπεσε το βάρος της διακυβέρνησης
Ο πολύτλας Οδυσσέας
λείπει είκοσι ολόκληρα χρόνια.
Ας λεει ο γέροντας Αιγύπτιος ότι η χώρα έμεινε ακέφαλη
Αφότου έφυγε ο
βασιλιάς της.
Βασίλισσα έπρεπε να κάνεις ότι κι η Κλυταιμνήστρα
Για να μην υπάρξει κενό Εξουσίας.
Παντρεύτηκε τον εραστή της τον Αίγισθο για να εκδικηθεί
τον Αγαμέμνονα.
Πολύτροπη Πηνελόπη πόσο ακόμα θα αρνείσαι να παντρευτείςμ
Γύρισε στον πατέρα σου να σε ζητήσουμε από αυτόν σε Γάμο,
Φώναξε προκλητικά ο Αντίνοος ένας μνηστήρας.
Η μητέρα μου καθυστερεί μάταια. Οι άστατοι Μνηστήρες τρωνε
το βιός μου, διασκεδάζουν κι αυτή δεν
κάνει τίποτα.
Βασίλισσα συνετή Πηνελόπη
Πρέπει να διαλέξεις έναν από τους Μνηστήρες για άνδρα.
Οι ευθύνες είναι μεγάλες
Πρότεινε ένα αγώνισμα κι όποιος νικήσει
Θα γίνει βασιλιάς της Ιθάκης είπε ο Αντίφημος ένας
Ιθακήσιος.
27
Κανείς δεν μπορεί να μου πει τι να κάνω.
Μόνη μου θα αποφασίσω το έπαθλο. Διαλέγω τη δοκιμασία του
τόξου.
Ενώ μονολογεί θριαμβικά
μέσα της
Οι Μνηστήρες θα παρασυρθούν στην παγίδα του θανάτου.
Η Πηνελόπη διηγήθηκε το όνειρό της στο ζητιάνο συνέχισε ο
Φήμιος.
Ήταν προφητικό. Είδε στον ύπνο της ένα κοπάδι χήνες – οι
Μνηστήρες-
Κι ήρθε ένας άγριος αετός- ο άνδρας της- και σκότωσε τα
πουλιά.
Αχ! πόσο έκλαψε το χαμό των πουλιών.
Η βασίλισσα είχε τον τελευταίο λόγο, αυτή μηχανεύτηκε τον
Αγώνα Τοξοβολίας είπε ο Ανδρόνικος ένας Ιθακήσιος πολίτης.
Ο πολυμήχανος Οδυσσέας έβαλε την ιδέα στη βασίλισσα,
Όταν μίλησε μαζί της ως ζητιάνος χωρίς να καταλάβει ποιος
είναι,
Δεν φανέρωσε την αληθινή του ταυτότητα. Το Κλέος της Πηνελόπης ήταν πάνω από τις άλλες γυναίκες .Επί είκοσι χρόνια
παρέμεινε σταθερή
Στα πιστεύω της. Δεν παντρεύτηκε κανέναν από τους Μνηστήρες
Συνέχισε ο Φήμιος
Με τι λαχτάρα ρώτησε εάν ζει ο άνδρας της.
Ένας βουβός θρήνος βγήκε μέσα από τα σπλάχνα.
Ξέσπασε – είπε πως
ποτέ δεν έφυγε από το μυαλό μου
ποτέ δεν τον ξέχασα.
Θα τον περιμένω μέχρι να γυρίσει στην Ιθάκη.
Συγκινήθηκαν όσοι την άκουσαν με το ζόρι κρατήθηκα να μη
φανερωθώ,
Μονολόγησε ο μεγαλόκαρδος Οδυσσέας, ο θρήνος της Πηνελόπης
ήταν συγκλονιστικός, δεν με πιάνει ύπνος
Ευτυχώς η Ευρυνόμη με σκέπασε με μια κάπα κι έστρωσε από
κάτω βοϊδίσιο δέρμα. Συνέχεια σκέφτομαι – καταστρώνω σχέδια
Πως θα σκοτώσω τους Μνηστήρες. Μόνο που με διακόπτουν οι
δούλες
Καθώς βγαίνουν έξω
για να κοιμηθούν με τους αδιάντροπους Μνηστήρες. Με δυσκολία κρατιέμαι
να μην τις σκοτώσω.
Υπομονή καρτερικέ
Οδυσσέα περίμενες τόσο καιρό.
Βάλε το μυαλό σου να δουλέψει όπως έκανες τόσες κι τόσες
φορές,
Όπως τότε που ξέφυγες
από τον κύκλωπα γλιτώνοντας από
βέβαιο θάνατο. Στριφογυρίζω συνέχεια σαν σβούρα στο κρεβάτι
Σκέφτομαι πως θα σκοτώσω τους Μνηστήρες
28
Στη μεγάλη αίθουσα του παλατιού της Ιθάκης είχε στηθεί η
παγίδα του θανάτου, είχε αρχίσει η ΜΝΗΣΤΗΡΟΦΟΝΙΑ
Η θεϊκή Πηνελόπη έκανε σπουδαία εμφάνιση, φορώντας το πιο
ωραίο φόρεμα. Πανέμορφη φαίνεται αέρινη, τράβηξε την προσοχή μας
Είπε ο Αντίνοος ο περίφημος Μνηστήρας
Μας κυρίευσε ο Παθιακός Πόθος δείχνει ελεύθερη κι ωραία.
Η μυθική Πηνελόπη είναι προκλητική. Μας δελεάζει ερωτικά
Εξάπτοντας τις επιθυμίες μας συμπλήρωσε ο Λεύκριτος ο
σπουδαίος Μνηστήρας.
Επίτηδες προκάλεσε τον πόθο στα αρχοντόπουλα
Ψηλόλιγνη –μεγαλειώδης φορούσε το μύρο της Αφροδίτης
Υπόσχεται πολλά με τον τρόπο της.Δίνει την εντύπωση
πως θα κοιμηθεί μαζί μας
είπε ο Ευρύμαχος ο έτερος
Μνηστήρας.
Θείε Φήμιε
Τραγούδησέ μας για τον Τρωικό Πόλεμο, το νόστο του πολύπαθου
Οδυσσέα ζήτησε ο Μέντορας ο φίλος της Πηνελόπης.
Δεν μας ενδιαφέρει, προτιμούμε τις μοιχικές αγάπες του Άρη
με την Αφροδίτη απάντησε ενοχλημένος ο Αντίνοος.
Ο παραμυθικός γυρισμός του Οδυσσέα –Αυτό- πρόσμενε η πιστή
Πηνελόπη όταν ύφαινε το σάβανο του
Λαέρτη.
Τα δάκρυά μου τελειωμό δεν έχουν. Είκοσι χρόνια περιμένω το
γυρισμό
Του θεϊκού Οδυσσέα πολιορκημένη από τους Μνηστήρες.
Τη μέρα υφαίνω κι την νύχτα ξηλώνω το σάβανο του Λαέρτη
ξεγελώντας
Τους Μνηστήρες είπε η καρτερική Πηνελόπη, η βασίλισσα της
Ιθάκης.
Κάνε υπομονή συνετή Πηνελόπη θα επιστρέψει ο πολύμορφος
Οδυσσέας
Συμβούλεψε ο φίλος της ο Μέντορας.
Ο δίος Οδυσσέας ΖΕΙ κάνε κουράγιο μητέρα συμπλήρωσε ο γιος
της ο Τηλέμαχος μονολογώντας. Εάν δεν είχα να πληρώσω τα –κανίσκια-
Τα δώρα του γάμου της θα την είχα στείλει στον πατέρα της.
Δεν μπορώ να άκουω για τον πολύτροπο Οδυσσέα
Σπαράζει η ψυχή μου. Φήμιε μη συνεχίσεις άλλο το τραγούδι
Είπε η βασίλισσα. Πηνελόπη πρόσεχε τι λες άκουνε οι
Μνηστήρες, έχουν παντού αυτιά συμβούλεψε ο Μέντορας.
Ωραία Πηνελόπη ώρα να διαλέξεις έναν από εμάς για άνδρα.
Αρκετά κράτησε η κοροϊδία φώναξε ο Αντίνοος ο πιο δυνατός
Μνηστήρας
29
Ακόμη υφαίνω το σάβανο του Λαέρτη δεν τελείωσε.
Θα σκοτώσουμε τον Τηλέμαχο εάν δεν το τελειώσεις
Μας κοροϊδεύεις όλους σε πρόδωσε μια δούλα, είπε ότι
υφαίνεις τη μέρα
Το ξηλώνεις τη νύχτα αποκάλυψε ο Μνηστήρας Ευρύμαχος.
Ω!! συμφορά μου φανερώθηκα -φανερώθηκε το μυστικό μου.
Με μαρτύρησε μια
δούλα ,τώρα τι θα κάνω, δεν έχω άλλο χρόνο
Μόνη μου υφαίνω το θάνατό μου.
Η πολιορκία των Μνηστήρων που κατασπαταλούν την περιουσία
του Οδυσσέα, προκαλεί τη συμπάθεια μας για την Πηνελόπη.
Η αλαζονεία – η προκλητική συμπεριφορά. οι ατασθαλίες
πληρώνονται μια μέρα είπε ο Ιθακήσιος Αριστόξενος.
Η πολυμήχανη Πηνελόπη θυμήθηκε πως κάπου είχε αποθηκεύσει το
τόξο του Οδυσσέα. Πήγε το πήρε –μάζεψε τους Μνηστήρες κι δείχνοντάς το είπε.
Υπέροχοι Μνηστήρες όποιος κατορθώσει να τεντώσει τη χορδή του τόξου, και
σημαδεύοντας να περάσει το βέλος μέσα από τα διχαλωτά πελέκια, Αυτός θα
κερδίσει το έπαθλο. Θα γίνω γυναίκα του
Είναι ο νέος βασιλιάς της Ιθάκης.
Τι σκέφτηκε η πολύτροπη γυναίκα, τι παει να κάνει η
πολυμήχανη Πηνελόπη σκέφτηκε ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Τι ωραία έκπληξη!! Αυτό περιμέναμε κι εμείς τόσο καιρό
Να αποφασίσεις ποιον θα πάρεις για άνδρα σου.
Με μεγάλη χαρά δεχόμαστε τη δοκιμασία. Φέρε το τόξο να
δοκιμάσω.
Εγώ θα είμαι ο νέος βασιλιάς της Ιθάκης φώναξε ο Αντίνοος.
Ο περίφημος Μνηστήρας – ο Αντίνοος δοκίμασε την Τύχη του,
Αλλά απέτυχε παταγωδώς. Εκνευρισμένος έκανε στην άκρη.
Έπειτα ζήτησε να διαγωνιστεί ο Ευρύμαχος,
Αντίνοε θα δεις που θα φανώ πιο τυχερός. Θα νικήσω και θα
πάρω για γυναίκα τη θεϊκή Πηνελόπη. -Προσπαθεί να τεντώσει τη χορδή-
ΧΑ-ΧΑ- ΧΑ-
Δεν τέντωσες καν τη χορδή μόνο να παινεύεσαι ξέρεις,
Είναι πολύ σκληρή-θέλει δύναμη φώναξαν οι άλλοι Μνηστήρες.
Φέρε να δοκιμάσω, ξέρω το μυστικό – πώς να τεντώσω τη χορδή
Μου το εκμυστηρεύτηκε ο πολύτεχνος Οδυσσέας είπε ο Λεύκριτος
-δοκιμάζει κι αποτυχαίνει εντελώς.
Μόνο λόγια είσαι δεν
κατάφερες τίποτα, φώναξαν οι άλλοι Μνηστήρες.
Οι Μνηστήρες σπρώχνονταν μεταξύ τους ποιος θα πάρει σειρά
για να δοκιμάσει τις δυνάμεις του.
30
Περιμένετε έχω σειρά, τόσο καιρό έκανα υπομονή φώναξε ο
Αμφίνομος.
Μετά είμαι εγώ -είμαι ο παλαιότερος εδώ πέρα θύμισε ο
Δημοπτόλεμος.
Σήμερα αισθάνομαι πως
θα πέσει ο κλήρος σε μένα παινεύτηκε ο Ευρυάδης.
Κανένας από τους Μνηστήρες δεν κατάφερε να τεντώσει τη χορδή
του τόξου.. Όλοι απέτυχαν οικτρά νευριάζοντας πολύ.
Έλα -Ξένε – πάρε το τόξο να δοκιμάσεις την Τύχη σου
προέτρεψε ο Εύμαιος τον κουρελή Οδυσσέα. -Σιγά προς την Ευρύκλεια-
Ευρύκλεια κλείσε καλά όλες τις πόρτες του παλατιού.
Αυτή είναι η στιγμή που περίμενα τόσα χρόνια, είναι η σειρά
μου.
Μονολόγησε ο πολύμορφος Οδυσσέας.
ΧΑ-ΧΑ- ΧΑ
Πως είναι δυνατόν να δοκιμάσει ένας ζητιάνος
Δεν μπορεί –δεν είναι ίδιος με μας. Έτσι φτωχός κι αδύνατος
που είναι
Πως θα τεντώσει τη χορδή χαχάνισε ο Αντίνοος.
Το δώρο του θα είναι πλούσια δώρα. Τι φοβάσαι!!
Μήπως τα καταφέρει εκεί που δεν μπορέσατε εσείς.
Μητέρα πρέπει να φύγεις μη μένεις άλλο στην αίθουσα.
Ε!! εσείς Μνηστήρες τι πειράζει εάν δοκιμάσει ο φτωχός
γέροντας.
ΧΑ-ΧΑ- ΧΑ
Ο Γέρο ζητιάνος θα πετύχει εκεί που αποτύχαμε Εμείς!!!
Χαχάνισαν οι Μνηστήρες
Φέρε το τόξο να δοκιμάσω φώναξε δυνατά ο πολυμήχανος
Οδυσσέας
Μονολογώντας. Πρώτα πρέπει να πάρω βαθιά αναπνοή
Κι να τεντώσω τη νευρή-χορδή- ως το άλλο άκρο.
Μετά με προσοχή θα βάλω το βέλος, -Το βέλος- έφυγε με
ταχύτητα
Διαπέρασε τα πελέκια -χωρίς να ρίξει κανένα.
Ο ΔΟΞΑΡΑΣ ΟΔΥΣΣΕΑΣ -Ο ΔΟΞΑΡΑΣ ΟΔΥΣΣΕΑΣ
Φώναξαν όλοι μαζί οι Ιθακήσιοι.
Οι Μνηστήρες έγιναν κατάχλομοι από το φόβο. Δεν πίστευαν -τι έβλεπαν-.
Αμέσως ο Δίας έστειλε δυνατή βροντή θεϊκό σημάδι.
Ποιος είναι Αυτός – ποιος είναι πως κατάφερε το Ακατόρθωτο
Αναρωτήθηκαν οι Μνηστήρες ενώ κοιτάζονταν μεταξύ τους.
Να απομακρύνω τα όπλα μη τα βρουν οι Μνηστήρες
31
Είπε ο γιος του ο Τηλέμαχος.
Το τόξο είναι το όπλο που θα σκοτώσει τους προκλητικούς
Μνηστήρες.
Θα φανερωθώ πετώντας τα κουρέλια. Πρώτα θα χτυπήσω τον Αντίνοο
Ήθελε τη γυναίκα μου – τη συνετή Πηνελόπη, να γίνει βασιλιάς
της Ιθάκης μονολόγησε ο Οδυσσέας.
Παίρνει ένα βέλος –σημαδεύει κι σκοτώνει τον Αντίνοο
Αυτός πέφτει κάτω νεκρός. Πετάει τα κουρέλια από πάνω του
Κι βγαίνει μπροστά φωνάζοντας
Αχαίρευτοι –μαύρο σκυλολόι
Εσείς λετε τόσο καιρό
πως δεν θα γυρίσω από την Τροία.
Τρωτε το βιός μου –
μες το παλάτι μου
Και κάνετε έρωτα με τις δούλες.
Δεν σας αρκούσε αυτό
Ζητήσατε σε γάμο τη γυναίκα μου-την Πηνελόπη.
Δεν λογαριάζετε κανέναν – ούτε τους θεούς.
Μη χολοσκάς Οδυσσέα θα σε αποζημιώσουμε για ότι έξοδα κάναμε.
Είπε ο Ευρύμαχος.
Αυτό νομίζετε –πως θα γλιτώσετε δεν φθάνει – αρνούμαι
Απάντησε ο μυθικός Οδυσσέας.
Θα μας σκοτώσει όλους, να αντισταθούμε. τα όπλα – που είναι
τα όπλα.
Έχουμε μόνο κοντά μαχαίρια είπαν οι Μνηστήρες.
Ευρύμαχε ήρθε η σειρά σου, εσύ κατηύθυνες τους άμυαλους
Μνηστήρες,
-Σημαδεύει σκοτώνοντας τον Ευρύμαχο- με μιας.
Αμφίνομε δεν θα γλιτώσεις
με πρόσβαλες πολλές φορές.
Τώρα θα μάθεις ποιος
έχει την Εξουσία στην Ιθάκη.
-Ο Τηλέμαχος σημαδεύει κι σκοτώνει τον Μνηστήρα-
Πάει κι ο Δημοπτόλεμος
έκανε το παλικάρι, ήθελε κι μονομαχία.
Απάντησε ο ατρόμητος Οδυσσέας στο γιο του τον Τηλέμαχο.
Ακολουθεί ο Ευρυάδης φώναξε το βασιλόπουλο.
Άμυαλε έτρωγες –έπινες
κι κοιμόσουν με τις δούλες.
Ο Έλατος τρέχει σαν τρελός δεν θα ξεφύγει.
Ξεδιάντροπε κατασπατάλησε το βιός του βασιλιά μας φώναξε ο
Ευρύμαχος.
Ο Πείσανδρος ποτέ δεν τον χώνεψα, ήταν τόσο υπερόπτης-
αυταρχικός
32
Απάντησε ο Φιλοίτιος ο βοσκός να -πέφτει κάτω νεκρός-
Η ΜΝΗΣΤΗΡΟΦΟΝΙΑ -Η ΜΝΗΣΤΗΡΟΦΟΝΙΑ
ΦΩΝΑΞΑΝ ΌΛΟΙ ΜΑΖΙ ΟΙ ΙΘΑΚΗΣΙΟΙ
Πιαστήκαμε στην παγίδα που μας έστησε η πολυμήχανη Πηνελόπη
Είπαν έντρομοι οι Μνηστήρες.
Τηλέμαχε τελείωσαν τα βέλη, σκοτώσαμε πολλούς.
Φόρεσε την πανοπλία κι έλα εδώ δίπλα.
Εύμαιε – Φιλοίτιε το ίδιο να κάνετε κι εσείς φώναξε δυνατό ο
Οδυσσέας.
Τα όπλα – τα όπλα να οπλιστούμε κι εμείς είπαν οι Μνηστήρες
πήραν τα όπλα χαρούμενοι λέγοντας, ευτυχώς τους πρόδωσε ο βοσκός.
Ένα άγριο φονικό έγινε στα αψηλά παλάτια της Ιθάκης,
Τέτοιο μακελειό δεν συνέβηκε ποτέ.
Οι Μνηστήρες αντιστάθηκαν- πολέμησαν αλλά ήταν άνιση η μάχη,
Κανείς δεν νίκησε το θεϊκό Οδυσσέα.
Τα ακέφαλα κορμιά των Μνηστήρων προχωρούσαν σαν μεθυσμένα κι
σωριάζονταν κάτω, Γέμισε ο τόπος χέρια κι πόδια κομμένα.
Ξεκοιλιάζονταν κι τα έντερα πετάγονταν έξω ενώ το αίμα
έτρεχε ποτάμι.
Τα ουρλιαχτά ακούγονταν σε όλη την Ιθάκη, τους έσφαξαν σαν
τα πρόβατα. ΕΚΑΤΟΝ ΟΚΤΩ ΜΝΗΣΤΗΡΕΣ ΕΠΕΣΑΝ ΝΕΚΡΟΙ
Δεν γλίτωσε ούτε Ένας.
Ψάξτε παντού μήπως είναι κάποιος κρυμμένος
Κι ξεφύγει από το Χάρο φώναξε ο ανίκητος πολεμιστής ο
Οδυσσέας.
Η ΜΝΗΣΤΗΡΟΦΟΝΙΑ
Η ΜΝΗΣΤΗΡΟΦΟΝΙΑ
Φώναξαν πάλι οι Ιθακήσιοι όλοι μαζί.
Οι νεκροί Μνηστήρες μοιάζουν με τα ψάρια όταν τα βγάζουν οι
ψαράδες στο γιαλό με τα δίχτυα. Σπαρταρούν – τινάζονται πάνω στην άμμο
Επιθυμώντας απεγνωσμένα να γυρίσουν στη θάλασσα, κι χάνουν
την ανάσα τους – το φως του ήλιου-.
Οι νεκροί Μνηστήρες είναι
ένας σωρός άψυχα κουφάρια
Τηλέμαχε οι δούλες να μεταφέρουν έξω τους νεκρούς.
Μετά να καθαρίσουν τα τραπέζια με τα σφουγγάρια.
33
Όσες κοιμήθηκαν με τους Μνηστήρες, να τις βγάλετε έξω από το
παλάτι
Κι να τις σκοτώσετε
με τα σπαθιά, όπως κι το βοσκό που μας πρόδωσε.
Φίλοι μου
Έγινε φοβερό φονικό. Φέρτε να κάνουμε Κάθαρση με θειάφι
Να φύγουν οι θλιβερές μνήμες. Αυτή την τρομερή μέρα
αισθάνομαι έτοιμος να συναντήσω την πιστή Πηνελόπη.
Πρώτα θα δοκιμάσω το θεϊκό Οδυσσέα, δεν θα κοιμηθώ εύκολα
μαζί του
Στο Νυφικό Κρεβάτι, ύστερα από είκοσι χρόνια. Θα πω πως
κάποιος
το μετακίνησε, ίσως ένας κρυφός εραστής.
Τι έγινε – ποιος άλλαξε τη θέση του κρεβατιού φώναξε
ενοχλημένη.
Πολυμήχανη Πηνελόπη
Τα λόγια σου σπαράζουν το μέσα μου. Ποιος μπορεί να
μετακίνησε
το κρεβάτι, είναι πολύ δύσκολο απάντησε ο Οδυσσέας
οργισμένος.
Ο άνδρας μου- ο
πολύτροπος Οδυσσέας έβαλε ένα σημάδι στο κρεβάτι
Ποιο είναι. Τελειώνοντας την τάβλα του κρεβατιού, την
στόλισα με ασήμι-μάλαμα κι φίλντισι κι έβαλα γύρω κόκκινα λουριά από βόδι.
Πως κατασκεύασες το κρεβάτι που το στήριξες ρώτησε περίεργη
η Πηνελόπη..
Πάνω σε μια πολύφυλλη ελιά, φύτρωσε στην αυλή του σπιτιού
μας.
Είχε ένα τεράστιο κορμό, γύρω του έστησα μια κάμαρη,
Την ύψωσα με πέτρες κι έπειτα έβαλα πόρτες.
Πως έκανες τη θεόρατη ελιά Νυφικό Κρεβάτι- πως τα κατάφερες.
Πρώτα κλάδεψα τα κλαδιά και μετά πελέκησα τον κορμό
ξεκινώντας
από τη ρίζα. Μ’ ένα σκεπάρνι λάξευσα το πόδια του κρεβατιού
Κι από πάνω άνοιξα τρύπες με ένα τρυπάνι.
Ω!! Ω!! Οδυσσέα
Εσύ είσαι – ο άνδρας μου
Πώς να αντισταθώ -με συνεπήρες μ’ όσα είπες.
Χρόνια ατελείωτης μοναξιάς κι αθεράπευτης νοσταλγίας
Μ’ έκαναν δύσπιστη .-σ’ αγκαλιάζω ευτυχισμένη.
Η αναγνώριση του Οδυσσέα από την Πηνελόπη είπαν οι
Ιθακήσιοι..
Πολύμορφε Οδυσσέα
Άκουσε το αιώνιο παράπονο της ψυχής μου.
34
Ο πολυμήχανος βασιλιάς εκμυστηρεύτηκε την ίδια μέρα στη
γυναίκα του. Υπέροχη Πηνελόπη
Ξέρεις τι προφήτεψε ο Μάντης Τειρεσίας
Όταν τον συνάντησα στον Κάτω Κόσμο.
Πως είναι γραφτό να φύγω πάλι από την Ιθάκη.
Πολύτροπε Οδυσσέα
Ακόμα δεν ήρθες κι θέλεις να φύγεις.
Μόλις πριν λίγο κάναμε έρωτα μετά είκοσι χρόνια.
Είναι εξωφρενικό!!! Δεν πιστεύω τι άκουω
Μόλις πριν σκότωσες τους ξεδιάντροπους Μνηστήρες
Σου δόθηκα ολοκληρωτικά.
Συνετή Πηνελόπη παρεξήγησες τα λόγια μου.
Δεν είπα πως θα φύγω
αλλά ότι ο Μάντης Τειρεσίας προέβλεψε
Τη Δεύτερη Αποδημία.
Να το βγάλεις από το μυαλό σου, θα μείνεις εδώ για πάντα.
Τώρα που σε βρήκα δεν
σ’ αφήνω να φύγεις.
Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν
Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΠΟΔΗΜΙΑ.
Το πιο σκοτεινό – το πιο αινιγματικό σημείο της Ιστορίας
Τι παρακίνησε το μυθικό Οδυσσέα να φύγει ξανά από την Ιθάκη.
Καιρός να παω να βρω το γέροντα πατέρα μου.
Ζει αποτραβηγμένος κι απελπισμένος στο περιβόλι του.
Μετά το θάνατο των Μνηστήρων πρέπει να μάθει την αλήθεια.
Έφθασα κιόλας στο αμπέλι μας, φαίνεται τόσο γνώριμο,
Εδώ έπαιζα τα παιδικά μου χρόνια. Ήταν το βασίλειό μου.
Τι βλέπω- οι αχλαδιές υπάρχουν ακόμα
1-2-3…13 δεκατρείς- 1-2-3-4- σαράντα συκιές
Πενήντα σειρές αμπέλι έμειναν ολόιδια όπως τα άφησα.
Διακρίνω έναν ρακένδυτο – αξιολύπητο γέρο
Να σκαλίζει το περιβόλι- ένα αδύνατο δενδράκι.
Ο Πατέρας μου – ο Πατέρας μου
Φοράει κουρελιασμένα- μπαλωμένα ρούχα, έχει πέτσινα γάντια
στα χέρια, κι καπέλο
στο κεφάλι από δέρμα κατσίκας.
Τι να κάνω- δεν αντέχω να τον βλέπω έτσι
Έμεινε μισός από ότι τον άφησα.
Να πάω να τον αγκαλιάσω για να περιμένω να τον δοκιμάσω.
Θα μείνω λίγο στη σκιά αυτής της συκιάς
36
Να συνέλθω- κλαιω ασταμάτητα.
Αμέσως κατάλαβε πως κάποιος πλησίασε, θέλει να μου μιλήσει.
Ποιος είσαι -Ξένε- από πού έρχεσαι- ποια είναι η γενιά σου
Ρώτησε ο Λαέρτης ο πατέρας του Οδυσσέα.
Γέροντα άκουσα πως ο Οδυσσέας είναι στο δρόμο,
Έρχεται στην Ιθάκη φορτωμένος δώρα.
-Ξένε- μην παίζεις μαζί μου με τον πόνο μου.
Ποια είναι η Ταυτότητά σου.
Θα πω ψέματα- θα δώσω μερικά αληθοφανή –πλαστά στοιχεία
Μονολόγησε ο Οδυσσέας.
Συμφορά που με βρήκε. Φέρτε τη στάχτη να ρίξω στο κεφάλι.
-ρίχνει στάχτη στο κεφάλι Είμαι απαρηγόρητος, το κλάμα
τρέχει ποτάμι.
Δεν αντέχω να τον βλέπω-να βασανίζεται- θα αποκαλυφτώ
Σκέφτηκε ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Να κοίταξε το πόδι μου με την ουλή. Εσύ μ’ άφησες κληρονομιά
δέκα μηλιές, δεκατρείς αχλαδιές – σαράντα συκιές και πενήντα σειρές αμπέλι.
Παιδί μου Οδυσσέα στα αλήθεια είσαι εσύ.
Τρέμω ολόκληρος, είμαι έτοιμος να λιποθυμήσω. -παει να
πέσει-
Σ’ έπιασα – σε κρατάω γερά μη φοβάσαι – τελείωσαν όλα –
γύρισα
Γιε μου αποτραβήχτηκα σ’ αυτή την ερημιά για να ξεχάσω το
χαμό σου.
Η καημένη η μάνα σου – η Αντίκλεια έφυγε –πέθανε από τον
καημό
Που δεν γύρισες στην Ιθάκη.
Πατέρα – Πατέρα
Έλα μην κλαις – γύρισα
αυτό έχει σημασία
Πρέπει να αρχίσεις κι πάλι να ΖΕΙΣ.
Επέστρεφε – επέστρεφε πολύτροπε Οδυσσέα.
Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΠΟΔΗΜΙΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
Μόνος απόμεινα με λίγους συντρόφους καταμεσής του ανοιχτού
πελάγους, Με αστείρευτη την ελπίδα να φωλιάζει στην καρδιά μου.
Δυτικά του τοξότη και ανατολικά της μικρής άρκτου.
Έψαχνα απεγνωσμένα το σωστό δρόμο της επιστροφής στην
Πατρίδα.
Μακριά από τους αγαπημένους βλέποντας κατάματα το θάνατο.
Μια νέα Αρχή-μια νέα Ζωή άρχισε μέσα από τους κύκλους της
Αιώνιας Επιστροφής, κάνοντας τα περάσματα στην σκουληκότρυπα
Του μεγάλου χρόνου- το άνοιγμα-.
37
Μια ακατανίκητη περιέργεια έκαιγε τα σωθικά μου,
Μια ανείπωτη έλξη μ’ έσπρωξε στη ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΠΟΔΗΜΙΑ.
ΑΡΧΙΣΕ Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΠΟΔΗΜΙΑ -ΜΙΑ ΑΝΟΙΧΤΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ
Οι Ιθακήσιοι επαναστάτησαν – στράφηκαν εναντίον μου μετά τη
Μνηστηροφονία. Οι συγγενείς – οι φίλοι τους αντέδρασαν
Η Ιθάκη απειλήθηκε από εμφύλιο πόλεμο.
Αφήστε τον να φύγει- δεν βλέπετε – γύρισαν τα μυαλά του.
Ο –Ίδιος- καταδικάζει τον Εαυτό του στην Αιώνια μοναξιά του
Ταξιδιού – της Περιπλάνησης. Μια φορά λύγισα κι αυτό όταν άκουσα
Πως έφτιαξε το Νυφικό Κρεβάτι.
Το έκανα μόνος μου πάνω σε μια πλούσια ελιά που είχε
τεράστιο κορμό.
Πρώτα κλάδεψα τα φύλλα κι ύστερα πελέκησα τον κορμό μέχρι τη
ρίζα.
Κλαίγοντας από χαρά-ευτυχία έπεσα στην αγκαλιά του κι τον
έπνιξα στα φιλιά. Κάναμε παθιασμένο
έρωτα μέχρι το άλλο πρωί.
Η πιστή Πηνελόπη περίμενε καρτερικά υπομένοντας τα πάνδεινα
από τους θρασύτατους Μνηστήρες. Μάταια θρηνούσε το χαμό σου
Ελπίζοντας κρυφά πως θα γυρίσεις πίσω στην Ιθάκη, για να
σκοτώσεις τους Μνηστήρες που σπαταλούσαν άδικα το βιός σου είπε ο Ευρύπυλος.
Ήσουν ένας αιώνιος ναυαγός ανάμεσα σε Θρινακία κι Ωγυγία
Μεταξύ Ωγυγίας κι Σχερίας. Βασίλισσες- μάγισσες –θεές –
–νύμφες –κόρες ομολόγησαν το θάμβος του έρωτά σου-της γοητείας σου,
Και πλούτισαν τις άγριες νύχτες της μεγάλης μοναξιάς σου,
Συμπλήρωσε ο Ιθακήσιος Δημάρατος.
Η Ωραία Ελένη σημάδεψε τη ζωή μου άλλαξε τη Μοίρα μου.
Η –Ίδια – γυναίκα με διαφορετικά πρόσωπα καθόρισε το Είναι
μου.
Οι Γυναίκες κρύβουν μια πιστή Πηνελόπη, μια Άστατη Ελένη-
μια ανδροφόνισσα Κλυταιμνήστρα απάντησε ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Έπρεπε να μείνεις στο νησί, επέστρεφε- επέστρεφε
Πολύτεχνε Οδυσσέα απάντησαν οι Ιθακήσιοι.
Η Οδύσσεια του ανοίγματος- η ανοιχτή Οδύσσεια κάνει τα
περάσματα μεταθανάτου γνωρίζοντας πως η δικαίωση είναι εδώ κι όχι Αλλού,
Πολύμορφε Οδυσσέα είσαι ένας ανικανοποίητος,
Ένας αδηφάγος Άνθρωπος που θέλει να ταξιδεύσει
Πέρα από τα όρια- μέχρι το τέλος του κόσμου.
38
//////////////////////////////////////////
Ο πολύπλακτος Οδυσσέας – ο πολύτροπος Ευρύλοχος, o
πολύμορφος Περιήδης- ο συνετός Πολίτης, o πολύτεχνος Θεόμορφος- ο γαργαλητής
Ελπήνορας κι οι Άλλοι σύντροφοι, μόλις πάτησαν το πόδι τους την Αττική Γη,
μέθυσαν από τις ευωδιές κι τα αρώματα…………………
Μόλις έφθασαν στο ναύσταθμο του Πειραιά, ;eβαλαν σε υπόστεγο
την Τριήρη να την προφυλάξουν aπό τη θάλασσα και τους
αέρηδες και προχώρησαν sτο εσωτερικό ανεβαίνοντας προς την Αθήνα.
Οδηγημένοι απ’ τη μυρωδιά της αλμύρας και τη γλυκύτητα των
αμπελιών.Μύριζαν ένα άρωμα που ήταν φτιαγμένο από άνθη λεμονιάς και δαμασκηνιάς.
Περνώντας απ’ τους αιώνες των ελαιώνων,
Αισθάνθηκαν γιατί έγινε το Αθηναϊκό θαύμα
Οι ευωδιές οδηγούσαν στην πόλη, που δεν έχει Αρχή και Τέλος
Εκεί όπου αποκαλύπτεται το άνοιγμα. Τα σπίτια ανοιχτά
διάφανα στο φως, είχαν έντονα χρώματα στους τοίχους, μπλε, κόκκινα και της
ώχρας, με ωχρά χρωματισμένα μάρμαρα, και αετώματα πάνω απ’ το προστώο της
εισόδου, πλημμύριζαν από τις μυρωδιές που έφερνε ο αέρας…
Τα χρώματα των λουλουδιών είναι φανταστικά. Οι υπέροχοι
αμπελώνες κι οι αιωνόβιοι ελαιώνες αποκαλύπτουν το Χρόνο της Αθήνας.
Ποια είναι η Ωραία Αθηναία να την ρωτήσουμε -μας χαμογελάει-
Είπε ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Γεια σας – πως θα πάμε στην Αγορά
Είστε στο σωστό δρόμο, βλέπετε ευθεία – κοντά στην Ακρόπολη,
Απάντησε η θεά Αθηνά μεταμορφωμένη σε Αθηναία.
Ο Ιερός Βράχος φαίνεται εκτυφλωτικός, αντανακλάει το Αττικό
Φως
Λες κι πετάει στον αέρα καταργώντας το βάρος.
Η τέλεια αρμονία- το Μέτρο φανερώνουν το Θαύμα, την
ακατάλυτη μουσική των αιώνων αναφώνησε ο πολύμορφος Ευρύλοχος.
Ο Παρθενώνας ακτινοβολεί το μεγαλείο της Αθήνας.
Η αρμονία των κιόνων παίζει με το μαγικό κυματισμό του
μεγάλου
40
χρόνου. Μέσα το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς
Ολοκληρώνει τη θεϊκή Ομορφιά απάντησε η Αθηναία- η θεά
Αθηνά.
Ο πανχρονικός Οδυσσέας και οι α-κοσμικοί εταίροι…………………….
προχώρησαν λίγο-ακολουθώντας
το δρόμο που οδηγούσε
στην Ακρόπολη και ανέβηκαν πάνω.
Ήταν στο σημείο Μηδέν, στο κέντρο του Ωμέγα,
κάτω από τον υπέροχο Αττικό ουρανό με άνοιγμα
τη θάλασσα του Αρχιπελάγους και με κορυφές του πεδίου
την Πεντέλη και την Πάρνηθα. Ήταν μέσα στο Αθηναϊκό α ν ο ι γ μ α ,
Φαίνονταν καθαρά ο Υμηττός , η Πεντέλη, η Πάρνηθα, το
Αιγάλεω και ο Λυκαβηττός. Η χερσόνησος νότια είχε πολύπλοκες ακτές που
βρέχονταν απ’ το Σαρωνικό. Ο ουρανός και η θάλασσα τι Ίδιο βαθυγάλανοι
Έδειχναν τα πεδία του Ορίζοντα μες τη διαφάνεια και τη
στιλπνότητα.
Η γη χρυσαφένια, πράσινη και κόκκινη ευωδίαζε τον αέρα του
κόσμου
Καθώς ερχόταν μυρωμένος από εκεί που γεννιούνται τα άστρα.
Ο Κηφισός κι ο Ιλισός χώριζαν την Αττική στα δύο, Τα νερά
τους έφερναν τις εναλλαγές του χρόνου. Τους πήγαν πίσω, στις απαρχές ,
Στη μυθική Ιστορία, Αυτή που άρχιζε με τον Κέρκοπα
Και κατέληγε στον Κόδρο, τον τελευταίο βασιλιά των Αθηνών
Αφού βασίλευσαν ο Αμφικτύωνας , ο Ερεχθέας, ο Ίωνας , ο
Αιγέας
και ο Θησέας.
Ο Θείος Οδυσσέας και οι πολύπλαγκτοι σύντροφοι εξόριστοι του
Παντός έψαχναν την τελειότητα επιστρέφοντας στο μέλλον του παρελθόντος.
Έκαναν το ταξίδι της Οδύσσειας του χρόνου, για να
συναντήσουν τη Μοίρα τους που ήταν να
αλλάξουν τον κόσμο. Φτιαγμένοι από τη μεγάλη Μνημοσύνη επέστρεφαν στην Αθήνα. Εδώ μπορούσαν να απελευθερωθούν απ’ τις
συμπληγάδες του χρόνου ακολουθώντας το μίτο της Αριάδνης, μέσα στο Λαβύρινθο, κι
ας ήξεραν πως στο τέλος θα συναντούσαν το
Μινώταυρο. Ο προορισμός τους ήταν να αμφισβητούν,
Κουβαλούσαν την μοίρα του ερωτήματος. Συνυπήρχαν μέσα τους, το
Χάος και ο Κόσμος. Έφεραν τη δύναμη της τεχνογνωσίας Αυτή που θα άλλαζε τον
κόσμο και που ήταν η νέμεση μαζί.
Έψαχναν τη σταθερότητα της τάξης ενώ ακροβατούσαν στην
Αταξία.
Επέστρεφαν στο παρελθόν, αφού ήθελαν να ταξιδέψουν στο
μέλλον,
Ήθελαν να είναι και στα δυο ταυτόχρονα. Ήθελαν να ζήσουν
όλες τις διαστάσεις του χρόνου. Εξόριστοι μες το πυρφόρο φως
41
Ανέπνεαν το χρυσό αέρα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, τους
πήγαινε
εν ειρήνη πίσω στους
λειμώνες του έσχατου θανάτου, για να μπορέσουν
Να αποκαλύψουν το Λόγο της Αθήνας. Έγιναν τρομερά ευάλωτοι
Μπορούσαν να διακρίνουν από μακριά το παραμικρό.
Έβλεπαν ή άκουγαν την κίνηση του φωτός και του αέρα, τον
ανασασμό της ψυχής μες στην απεραντοσύνη του διαστήματος και την τρομακτική
δουλειά των μυρμηγκιών, των τερμιτών και των σκόρων,
Μετέτρεπαν τα πάντα σε σκουπίδια. Η επιφάνεια του βράχου της
Ακρόπολης ήταν ωοειδής με απόκρημνα τείχη και επέτρεπαν την άνοδο μόνο απ’ τη
δυτική πλευρά. Ανέβηκαν απ’ τη μεγάλη σκάλα των Ρωμαϊκών χρόνων, στο δρόμο προς
τα προπύλαια συνάντησαν
Το βάθρο του Αγρίππα με το τέθριππο άρμα..
Ακολουθούσαν τα ίχνη του δρόμου του πέμπτου αιώνα και του
Πελασγικού τείχους και είδαν τα αφιερώματα που ήταν μπροστά στο προπερίκλειο πρόπυλο. Ο
δρόμος οδηγούσε στον Παρθενώνα,
Κι Αυτό δημιούργησε μεγάλη έξαρση στους πλανητικούς ταξιδιώτες.
Έφθασαν ήδη στα
Προπύλαια, είχαν κλίμακες που οδηγούσαν σ’ ένα πεντάθυρο τοίχο που ήταν η κύρια
είσοδος της Ακρόπολης
Και το μεσαίο απ’ τα τρία μέρη. Η ανατολική πρόσταση ήταν
δωρικού ρυθμού ενώ η δυτική είχε έξη ιωνικούς κίονες, απ’ εκεί περνούσε η πομπή
των Παναθηναίων. Στη βόρεια πλευρά ήταν η γνωστή πινακοθήκη
Και φιλοξενούνταν έργα μεγάλων ζωγράφων. Περνώντας τα
Προπύλαια, κατευθύνθηκαν στο εξωτερικό της Ακρόπολης ,
Βόρεια ήταν το χάλκινο άγαλμα της Αθηνάς
Και πιο πίσω το Εκατόμπεδο και το Ερεχθείο.
Διάβασαν την επιγραφή που ήταν
χαραγμένη στο βράχο,
<< της Γης καρποφόρου >> ενώ έβλεπαν
στο βάθος τα ίχνη των Μυκηναϊκών ανακτόρων.
Στη νότια πλευρά ήταν ναός της απτέρου Νίκης,
Λίγο πιο πέρα ήταν η βάση του Δούρειου Ίππου
Και τα θεμέλια του Βραυρώνειου, η Χαλκοθήκη
με τη στοά της και τη κλιμακωτή θέση των αφιερωμάτων μπροστά
στον
Παρθενώνα. Θαύμασαν τα έργα των ανθρώπων,τα έργα των
αρχιτεκτόνων Ικτίνου και Καλλικράτη,του Μνησικλή και του
γλύπτη Φειδία, και τόσων άλλων ανώνυμων τεχνιτών και σκλάβων.
42
Ο Όλβιος Οδυσσέας και οι α-κοσμικοί σύντροφοι έκαναν ένα
χωροχρονικό άλμα κι μεταφέρθηκαν στην πολιορκία της Ακρόπολης από
τους Τούρκους, όταν ο Οδυσσέας Ανδρούτσος και τα παλικάρια του
Υπεράσπιζαν τον Ιερό βράχο. Λίγοι Αυτοί πολέμησαν ενάντια σε
πολυάριθμους εχθρούς αλλά είχαν τη
λαχτάρα της λευτεριάς στα στήθη.
Περνώντας αύλοι, απ’ τα περάσματα του Πανχρόνου
Σε ένα άλλο χρόνο, άκουσαν τον ύμνο των Γερμανών κατακτητών
Και την έπαρση της Σβάστικας, που βύθισε τις ψυχές των
Ελλήνων
Στα μαύρα σκοτάδια της κατοχής, ενώ από την σκλαβωμένοι
Αθήνα ακουγόταν μετά το κροτάλισμα των πυροβόλων όπλων καθώς εκτελούσαν τα
παλικάρια της Αντίστασης. Μπετόβεν, Μότσαρτ, Βέρντι, Βιβάλντι.αικούγοταν σ’ ένα
άλλο χρόνο – Μεταχρονικά, Αυτοί οι ταξιδιώτες του ανοίγματος άκουσαν τις αποτρόπαιες φωνές που έβγαλε ο Ελγίνος, όταν
έκλεβε τα μάρμαρα της Ακρόπολης. Σαν πύρινος ποταμός πέρασε το φως γύρω από τον
πλανητικό Οδυσσέα και τους Χαοσμικούς
εταίρους καθως τους περιέβαλε εκθαμβωτικό. Διαπερνούσε τα πάντα δημιουργώντας ένα
Χωροχρονικό πέρασμα, διέτρεχε χιλιάδες
έτη φωτός μέσα στους Γαλαξίες. Όλοι μαζί πέρασαν σ’ ένα ευρύ
άνοιγμα
Που ήταν η Ραψωδία Παρόντος. Το άγγιγμα του φωτός , τους έκανε όλους διάφανους, πεπερασμένους και
άπειρους.
Επανήλθαν εκεί όπου ήταν χρησμοδοτώντας πάνω στην Ακρόπολη.
Θαύμαζαν ήδη το μεγαλοπρεπές άγαλμα της << Προμάχου
Αθήνας >> στημένο στο ύπαιθρο, ανάμεσα στα προπύλαια και στο Ερεχθείο.
Ήταν η προσωποποίηση
της δύναμης με το κεφάλι να βλέπει βόρεια, φαινόταν απ’ τα πλοία που περνούσαν
απ’ το Σούνιο.
Προχωρώντας λίγο, έφθασαν στον Παρθενώνα, το κέντρο της
Ακρόπολης , είδαν το Θείο να αποκαλύπτεται μπροστά τους, ο Παρθενώνας
ολομάρμαρος , φωταυγής, με εκθαμβωτική ομορφιά
Αντανακλούσε τη Σοφία του Κόσμου. Ήταν κτισμένος απαράμιλλα
με τέλειες αναλογίες και καλλιτεχνική ευφυία, μεγαλοπρεπής και δυνατός.
Έδινε την αίσθηση της ελαφρότητας που κυμάτιζε στον αέρα.
Το φως έπαιζε με την αρμονία των κιόνων, των ορατών και
αοράτων μερών. Μια μουσική που πατούσε στη σταθερότητα και στη διάρκεια των
κιονοστοιχιών, που νίκησαν το χρόνο δείχνοντας τον Πανχρόνο.
Περίπτερος ναός, δωρικού ρυθμού είχε θριγκό αρκετά ψηλό ενώ
ο σηκός του είχε δυο μέρη, τον κυρίως ναό και τον οπισθόδομο.
43
Το ανατολικό αέτωμα είχε την παράσταση της γέννησης της
Αθηνάς απ’ το κεφάλι του Δία, ενώ το δυτικό είχε τη φιλονικία του Ποσειδώνα
Και της Αθηνάς για το ποιος θα είναι
Ο νικητής στο << δαιμόνιον πτολίεθρον >>.
Οι μετώπες ήταν ανάγλυφες με διάφορες παραστάσεις που
έδειχναν Γιγαντομαχίες, Κενταυρομαχίες και Αμαζονομαχίες.
Προχώρησαν εκστασιασμένοι προς το εσωτερικό, ήταν διαιρεμένο
σε τρία μέρη και χωριζόταν από κάθετες
εσωτερικές κιονοστοιχίες.
Κύματα ανυπέρβλητης εφορίας άρχισαν να κατακλύζουν τις ψυχές.
Η αγαλλίαση των
αιώνων διαπερνούσε το σώματα αποκαλύπτοντας τη χαρά του ανοίγματος. Δέχονταν την ψυχρότητα της Σκιάς
Που ήταν η υπέρτατη ζεστασιά της Σιωπής του Κόσμου.
Το βλέμμα τους χάιδεψε σ’ όλο του το μεγαλείο το
χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς που ήταν στημένο στο μεσαίο βάθρο.
Σαν να έβγαινε μέσα από το ναό γεννημένο απ’ το Χάος φτιαγμένο
από χρυσάφι και ελεφαντόδοντο. Είχε ένα λιτό χιτώνα μέχρι τα πόδια
Γεμάτο με κοσμήματα, με περικεφαλαία στο κεφάλι.
Η ασπίδα στο αριστερό χέρι ήταν γεμάτη ανάγλυφες παραστάσεις
,
είχε το δόρυ ακουμπισμένο στον ώμο, ενώ κρατούσε τη Νίκη στο
δεξί, έτοιμη να πετάξει.
Ο πολύμητις Οδυσσέας και οι πολύτοροποι σύντροφοι βγήκαν
μαγεμένοι απ’ τον Παρθενώνα, Ο Αττικός ουρανός είχε τη δόξα της λευκής
διαφάνειας.
Προχώρησαν φθάνοντας στο Ερεχθείο. Ναός Ιωνικού ρυθμού, αρμονικά
ασύμμετρος στηριζόταν σε μια πρόσταση με έξη κίονες στη βόρεια πλευρά , είχε
θαυμαστή είσοδο με εξαιρετικές διακοσμήσεις.
Νότια ήταν η περίφημη πρόσταση των Καρυάτιδων, θαύμασαν τη
μεγάλη τέχνη, Μια μελανωπή ζωοφόρος με
λευκές ανάγλυφες παραστάσεις απεικόνιζε Αττικούς Μύθους κι έφθανε μέχρι πάνω
απ’ τις κόρες. Στεφανοφορεμένες κρατούσαν τον ουράνιο θόλο.
Θεϊκές παρθένες γεμάτες ζωή, έδειχναν την παντοτινή ομορφιά,
Ωραίες ανάμεσα στις ωραίες της Ιστορίας με διάφανες φορεσιές.
Ο διογενής Λαερτιάδης και οι πτολύπορθοι εταίροι, ο
Θεόμορφος,
ο Περίδης, ο Πολίτης και οι Άλλοι περπάτησαν λίγο ακόμα στον
Ιερό βράχο. Περιεργάζονταν τα μνημεία όταν αισθάνθηκαν στα πόδια την μαρμάρινη
ψυχρότητα που σαν κοσμικό τύμπανο αντηχούσε τους αιώνες.
Το περίφημο Αττικός φως έλουζε τα πάντα κάνοντας να
φαίνονται όπως
44
είναι. Γύρω τα βουνά ήσαν πνιγμένα στην αχλύ του μπλε βαθύ
Που έδειχνε το βάθος του Ορίζοντα. Επέστρεφαν από εκεί που
ήρθαν
Πηγαίνοντας νότια, διέσχισαν τον περίβολο της Χαλκοθήκης.
Πέρασαν το Βραυρώνειο, τη βάση του Δούρειου Ίππου κι έφθασαν
στη νότια πλευρά. κάνοντας ένα χρονικό άμα τεσσάρων αιώνων,
Είδαν πάνω απ’ την Ακρόπολη, το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού
με την εκπληκτική ακουστική.
Ολόφωτο αντανακλούσε στα μάρμαρα του κοίλου, το αβάσταχτο
λευκό των κύκλων του χρόνου, μέσα στην άκρα Σιωπή του αιώνιου μεσημεριού, αφήνοντας
τη μνήμη μετέωρη στον αιμάτινο χρόνο
Του Πανχρόνου.
Επανήλθαν πάλι εκεί που ήταν και βρέθηκαν κάτω απ’ το
Κιμώνειο τείχος, μπρος απ’ το θέατρο του Διονύσου που ήταν γεμάτο Κόσμο.
Η συγκίνηση πλημμύρισε την ψυχή τους όταν άκουσαν φωνές και
χειροκροτήματα……………………………………………..
Ακούγονται φωνές στο βάθος
-τι συμβαίνει ρώτησε ο Περιήδης
Έχουμε τραγικούς αγώνες στο θέατρο του Διονύσου.
Διαγωνίζονται ο Αισχύλος- ο Σοφοκλής – ο Ευριπίδης
Κι άλλοι τραγικοί κι κωμικοί ποιητές. Παίζουν τον Οιδίποδα
Τύραννο
Ακολουθούν η Ηλέκτρα-η Αντιγόνη- οι Τρωάδες απάντησε η
Αθηναία..
Γιορτάζει η πόλη, βλέπω
προετοιμασίες συνέχισε ο τρελός Ελπήνορας.
Για τα Παναθήναια Α!! να μην το ξεχάσω, να περάσετε από
το Ωδείο
Γίνεται η καταγραφή του Ομήρου.
Υπέροχοι ραψωδοί
τραγουδούν για τον Τρωικό Πόλεμο,
Τις περιπλανήσεις του Οδυσσέα μετά την Άλωση του Ιλίου,
Και αντιγραφείς τα αντιγράφουν συνέχισε η θεά Αθηνά- ως
Αθηναία.
Αρχίζω να μεταμορφώνομαι γίνομαι Αθηναίος πολίτης.
Ωραία!!! θα έχω μεγάλες κατακτήσεις είπε ο γαργαλητής
Ελπήνορας.
Η Αθηναία εξαφανίστηκε!!!
Το –Ίδιο- συμβαίνει κι σε Μένα
Άλλαξα -δείχνω νεότερος -φορώντας ρούχα ευγενούς.
Η θεά Αθηνά μας
άγγιξε με το μαγικό ραβδί
Μας έκανε Αθηναίους αριστοκράτες είπε ο Ευρύλοχος..
Η παλλάδα Αθηνά μας υποδέχτηκε στην πόλη της
Όλοι μαζί θα ανακαλύψουμε τη χρυσή Αθηναϊκή Δημοκρατία.
Συμπλήρωσε ο πολύτεχνος Οδυσσέας.
45
Τα αηδόνια τραγουδούν μελωδικά στους ανθισμένους κήπους .
Τι ευτυχία!! Λες κι είμαι στο κέντρο του κόσμου..
Γύρω ο Υμηττός- το Αιγάλεω-η Πάρνηθα σχηματίζουν ένα
ασημογάλαζο στεφάνι.Τα σπίτια λευκά πολύχρωμα – το –Ίδιο- ωραία με τον
Παρθενώνα, αντανακλούν το φως του Ήλιου σαν να κτίστηκαν από το Μηδέν -το
Τίποτα
Η ιερή γη χρυσαφένια –πράσινη-κόκκινη ευωδιάζει τα αρώματα
του κόσμου. Το Αθηναϊκό άνοιγμα φώναξε ο Θεόμορφος.
Πάμε να παρακολουθήσουμε τον Οιδίποδα Τύραννο
Ότι προλάβουμε είπε ο συνετός Πολίτης.
Πάμε – πάμε να καθίσουμε όπου βρούμε απάντησαν οι
σύντροφοι………
………………………………………
Ο πολύμορφος Οδυσσέας – οι πολύτροποι Εταίροι κι η Αθηναϊκή
παρέα έφυγαν από το Ωδείο, εκστασιασμένοι από αυτά που άκουσαν.
Με οδηγό τη θεά Αθηνά- μεταμορφωμένη σε Αθηναία
Κρατούσε το χρυσό λυχνάρι- βγήκαν έξω στο δρόμο
Κι χάθηκαν στο σκοτάδι.
Η Νύχτα των Παναθηναίων ήταν μεγάλη με τις γιορτές κι τα
γλέντια.
Οι Ωραίοι Έλληνες φιλοξενήθηκαν από τον Πλάτωνα.
Ακόμα δεν ξύπνησαν οι –Ξένοι- θα πάμε στην Αγορά
Για τις αγορές του Συμποσίου φώναξε ο Σωκράτης για να τον
ακούσουν.
Είμαστε ξύπνιοι από τα χαράματα- περιμένουμε με
ανυπομονησία.
-Πάμε φύγαμε- απάντησε ο τρελός Ελπήνορας……………………….
Όλοι μαζί και με το Σωκράτη που είχε έρθει πριν την ανατολή,
Βγήκαν έξω, Για να κάνουν τις αγορές του Συμποσίου.
Πέρασαν από δενδροστοιχίες με λεύκες και πλατάνια ώσπου να
φθάσουν στην αγορά, εκεί όπου εκτός από τους εμπόρους και τους αγοραστές
Βρίσκονταν οι Ναοί, η Βουλή και τα Δικαστήρια.
Ζούσαν την εποχή της
Ολικής Διακύβευσης καθώς όλα Παίζονται,
Η Ιστορία επιστρέφει
προϊστορικά -μεταιστορικά, προσωκρατικά και μετακοσμικά. κάνοντας την
αλογαριθμική γεωμετρία του Χρόνου,
Παίζει το μεγάλο Παιχνίδι του κόσμου. Το Είναι του Παντός
είναι το άνοιγμα, ταξίδι στο φως, που κάνει το είναι να φαίνεται μικρή – μεγάλη
Αμοιβάδα μετέωρη στο κενό.
Η υπέροχη συντροφιά πέρασε μπροστά από τα αρωματοπωλεία
Και τα κουρεία, όπου οι Αθηναίοι συζητούσαν τα νέα της πόλης,
Εκεί γύρω μαζεύονταν οι αργυραμοιβοί και οι ελεύθεροι
επαγγελματίες.
Τέλος έφθασαν στη πολύβουη αγορά του Κεραμικού,
Ο αέρας είχε το άρωμα των φρούτων, των ζεστών ψωμιών
Και των κουλουριών, μύριζε τουρσί, θυμίαμα και σκοτωμένο αίμα.
Η Αγορά ήταν τακτοποιημένη με τέτοιο τρόπο
Ώστε είχε άλλοτε κυκλικά και άλλοτε παράλληλα στο δρόμο,
Ιχθυοπωλεία, τυροπωλεία και μανάβικα που πουλούσαν ψάρια
Λαχανικά, φρούτα και σύκα.
Εδώ βρίσκονταν χορεύτριες, ταχυδακτυλουργοί και μάγειροι για τα Συμπόσια. Γυναίκες πουλούσαν πίτες και
λουλούδια, τριαντάφυλλα, μυρτιές, σουσάμι, όσπρια και σκόρδα. Παντού υπήρχαν
αγαθά, πάπιες, χήνες και περιστέρια για τους καλοφαγάδες.
Οι κτηνοτρόφοι νωρίς το πρωί σαλαγούσαν τα πρόβατα και τα
κατσίκια,
56
είχαν ξύλα στους ώμους, γεμάτα με κυνήγι, λαγούς, πέρδικες
και κατσίκια. Ο δρόμος ήταν μακρύς γεμάτος κόσμο και σκόνη, εδώ είδαν
ξυρισμένους δούλους που μετέφεραν τα εμπορεύματα στα μαγαζιά,
Καλάθια με σταφύλια και λαχανικά.
Ωραίοι νέοι διασκέδαζαν με αστεία και στρατιώτες με λαμπερές
πανοπλίες ψώνιζαν για το σπίτι.
Τα παιδιά έτρεχαν ασταμάτητα κοροϊδεύοντας τους ανήμπορους,
Και τα γουρουνάκια φώναζαν μες τα σακιά.
Θηριοδαμαστές αγρίων ζώων και φιδιών έκαναν επίδειξη
αποσπώντας την προσοχή. Οι Αθηναίοι είρωνες και κομψευόμενοι, δεικτικοί και
πνευματώδεις συζητούσαν διαλεκτικά για
τη Φιλοσοφία και την Πολιτική. Οι καμπάνες των ψαράδικων χτυπούσαν δυνατά
Δείχνοντας ότι υπάρχουν φρέσκα ψάρια που μόλις τα έφεραν από
τον Πειραιά. Υπήρχαν γενάτα στρείδια και
όστρακα
Μέσα στα φύκια όπως και μύδια, γαρίδες, καλαμάρια.
Όλα μαζί τα φρούτα της θάλασσας, όμορφες Αθηναίες
Έκαναν τα ψώνια διαλέγοντας προσεχτικά.
Οι ωραίοι σύντροφοι και οι θαυμαστοί Άλλοι αγόρασαν τις
προμήθειες του Συμποσίου και κάποιοι από την παρέα τα μετέφεραν
στο σπίτι του Πλάτωνα.
Έπειτα μαζί με τον πολύτροπο Οδυσσέα και το θείο Σωκράτη
Κατευθύνθηκαν προς την Ποικίλη Στοά που βρίσκονταν
Ανατολικά του Αγοραίου Κολωνού. Λευκοί δωρικοί κίονες
Έδιναν τη συμμετρική αρμονία της πρόσοψης, όπου
εναλλάσσονταν συγκλονιστικά το λευκό και το μαύρο της Σιωπής.
Περίφημοι πίνακες του Πολύγνωτου, του Μίνωα και του Παναίου
κρέμονταν στους τοίχους.
Εδώ ο πολυμήχανος Οδυσσέας με το Σωκράτη και τους
ανόστιμους συντρόφους συνάντησαν πολλούς ρήτορες, σοφιστές
και πολιτικούς όπως ο Γοργίας, ο Πρωταγόρας, ο Περικλής.
Όλοι μαζί συζητούσαν το πρόβλημα της Πόλης,
μόλις είδαν το μεγάλο
Φιλόσοφο με τη συντροφιά του,
αφού χαιρέτησαν εγκάρδια του ταξιδευτές του Πανχρόνου
ρώτησαν το Σωκράτη.
Βλέπω Σωκράτη πάντα έχεις ωραία παρέα είπε ο περίφημος
πολιτικός
ο Περικλής. Πες μας - Ποια είναι η αλήθεια της Πόλης
Το κοινωνικό Είναι κι Γίγνεσθαι, το Είναι εν τω γίγνεσθαι
57
του μεγάλου χρόνου, όπου εκδηλώνεται η ιστορική Δημιουργία
Η Δημοκρατία των Αθηνών.
<< Τίποτε βούλεσθαι σημαίνειν οπόταν ον φθέγγησθε
>>
Η Ετερότητα του Είναι εκδηλώνεται στην Πόλη.
Οι Άνθρωποι είναι το πέρασμα το δοχείο όπου δέχονται το –Αυτό-,
Κι κάνουν- δημιουργούν το –διαφορετικό- απάντησε ο
φιλόσοφος.
<< Χρημάτων πάντων άνθρωπος μέτρον
των μεν όντων ως έστι , των δ’ ουκ όντων ως ουκ
έστι>>.
Μέτρο όλων των πραγμάτων είναι ο Άνθρωπος
Κάθε τι που αυτός θεωρεί ότι υπάρχει
Υπάρχει πραγματικά, εκείνο όμως που θεωρείται
Από αυτόν σαν ανυπότακτο δεν υπάρχει είπε ο σοφιστής
Πρωταγόρας.
Με βλέπετε σιωπηλό γιατί περιμένω να με επισκεφθεί – το
δαιμόνιο-
-γέλια- η θεϊκή φωνή
της κοσμικής συνείδησης
-Αυτό – που είναι η φιλοσοφία για τον Άνθρωπο είναι
τα- <<ΓΝΩΘΙ Σ’ ΑΥΤΟΝ>>.
Αποκαλύπτεται μέσα από την ερωτηματική –Ειρωνία-.
Είναι δυνατή η γνώση της πραγματικότητας
Μες από τις αισθήσεις ή είναι αδύνατη η αντίληψη του κόσμου.
Ρώτησε ο σοφιστής Γοργίας
Ο Σωκράτης κοίταξε έξω λέγοντας……………………………….
Ο ουρανός της Αθήνας είναι γεμάτος ποίηση κι ελευθερία.
Η αστρική αλήθεια φανερώνει τη ρυθμική γαλήνη
Του δράματος του κόσμου, διαχέεται κι εξαφανίζεται στη
Σιωπή.
Η αυλή είναι γεμάτη λουλούδια κι δένδρα
τριανταφυλλιές-μυρτιές – ίες,
Αχλαδιές – μηλιές – μουσμουλιές σκορπούν ευωδιαστά αρώματα
Παρατήρησε ο πολύμορφος Ελπήνορας.
Τα αηδόνια τραγουδούν υπέροχα αγαλλιάζοντας τις ψυχές.
Τα μονοπάτια του χρόνου αρχίζουν κι τελειώνουν με το –Φως-
Φανερώνουν το –άνοιγμα- απάντησε ο Σωκράτης………………………
Η δρόμοι είχαν αυλές που ήταν γεμάτες λουλούδια και δένδρα. τριανταφυλλιές
, μυρτιές και ίες -αχλαδιές , μηλιές και μουσμουλιές που σκορπούσαν δυνατές μυρωδιές στον αέρα. Μια γιορτή των
χρωμάτων
Ενώ τα αιδόνια τραγουδούσαν το τραγούδι του κόσμου,
Πλημμυρίζοντας τις ψυχές
με ανείπωτη χαρά.
Ο Πολύτλας Οδυσσέας και οι πολύφρονες εταίροι με το Σωκράτη
και
58
τους Άλλους περπατούσαν στα Ιερά χώματα της Αθήνας.
Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι φύλλα, μύριζαν το άρωμα των κομμένων
μίσχων.
Η υφή του χρόνου αλλάζει έτσι όπως αλλάζει το φως.
Ο Αττικός ήλιος χάιδευε τα μέτωπα, το ρευστό του χρόνου
γεννιέται από μόνο του πέρα από κάθε διεύθυνση – Αδιεύθυντο
Επιστρέφει όπως ήταν –είναι και θα είναι .
Οι πολεμιστές της φωτιάς έφυγαν εντυπωσιασμένοι από την την Ποικίλη Στοά, προβληματισμένοι από τη
Διαλεκτική του Σωκράτη.
Στην Αγορά βρίσκονταν επίσης, η Στοά του Διός , το
Στρατηγείο ,
το Αργυροποιείο, η βιβλιοθήκη του Πανταίου, το Υδραγωγείο,
το Νυμφαίο, ο βωμός του Διός , ο Ναός του Πατρώου Απόλλωνα, το
Ιερό της Αφροδίτης. Πέρασαν από τη θολό και το Μητρώο κι έφθασαν στο περίφημο Βουλευτήριο των πεντακοσίων, κοντά στο Δίπολο.
Εδώ συγκεντρώνονταν η εκκλησία του Δήμου
Κι έπαιρνε τις μεγάλες αποφάσεις που αφορούσαν την Πόλη.
.Οι ταξιδιώτες του Φωτός περιπλανιόταν σε μια Πόλη όπου η
διαφορά
της Ποίησης, της
Φιλοσοφίας , και της πολιτικής είχαν κοινό τόπο
το ά ν ο ι γ μ α του Είναι και του Χρόνου.
ΟΙ ΑΘΗΝΑΙΟΙ έθεσαν ριζικά ερωτήματα για τον κόσμο και την
αλήθεια , το είναι και το φαίνεσθαι. Αμφισβήτησαν την Πολιτεία κι έκαναν βίωμα
ζωής τη θνητότητα του ανθρώπου. Μίλησαν για το Χάος και το Άπειρο.
Πως η ελευθερία υπάρχει μέσα στο -ΑΥΤΌ-
Οι πολίτες με άμεση Αυτό – Δημοκρατία που είναι οικειοθελής ,
Και την οργανώνουν από μόνοι ή σε σχέση με τους άλλους,
Περνούν το πέρασμα της Ηλιανής Δημιουργίας.
Ζώντας το γίγνεσθαι της Πόλης και του Κόσμου,
Εν τω γίγνεσθαι του μεγάλου Χρόνου,
Ολοκληρώνονται ως άνθρωποι καθώς Αυτό – θεσμίζονται
Ο κόσμος αδιάφορος υπάρχει σ’ ότι η Μοίρα υφαίνει για τους
ανθρώπους
Ανατρέποντας όλες τις εξουσίες. Οι Άνθρωποι ενοικούν τον
κόσμο,
Μπαίνοντας στο ρεύμα του χρόνου, υπερβαίνουν τα όρια χωρίς
να φοβούνται το θάνατο. Η ζωή είναι εδώ, η Νέκυια είναι Αλλού.
Πέρασαν προς την
Ακαδημία, το Λύκειο και το Κυνοσάργες.
Τα τρία μεγάλα γυμνάσια με την μοναδική Αρχιτεκτονική
Είχαν μεγάλες στοές και διαδρόμους με αίθουσες για τον
αθλητισμό,
και την επιστήμη. Λουτρά και ιδιαίτερα δωμάτια για την ανάπαυση,
59
Ξυστές που ήταν διάδρομοι σκεπασμένοι, Ψηλοί στις πλευρές
και χαμηλότεροι στο κέντρο, Προορίζονταν για περιπάτους και ασκήσεις
το χειμώνα.. Στο εφηβείο ωραίοι νέοι έκαναν γυμναστική κι
Εκπαιδεύονταν στη μουσική, τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά.
Η μεγάλη Ελληνική Σκέψη και το φρόνιμα δημιουργήθηκαν
Μέσα σε αυτά τα γυμνάσια, εδώ σμιλεύτηκαν Ολυμπιονίκες.
Στην Ακαδημία, ο Πλάτωνας σε μια αίθουσα ημικυκλική
με καθίσματα και εξέδρες δίδασκε με ύφος περίτεχνο, Φιλοσοφία
σε ακροατές κάθε ηλικίας χωρίς διακρίσεις.
Μιλούσε για τη Διαλεκτική που ερευνούσε τις ιδέες ή τα είδη.
Θεωρούσε ότι ήταν αύλες κι ανεξάρτητες απ’ τον κόσμο
Τον αισθητό, κι ότι γινόταν αντιληπτές μόνο με το Νου..
Ονειρεύτηκε την Ιδανική Πολιτεία που δεν πραγματοποιήθηκε
ποτέ.
Μίλησε για το Θεό και τον Έρωτα της Σοφίας, την Πολιτική ,
την Ηθική και τον ΚΌΣΜΟ.
Το Λύκειο βρισκόταν στο δάσος , στη περιοχή του Λυκείου
Απόλλωνα
Ανάμεσα σε πολλά δένδρα και πυκνή βλάστηση.
Ο Αριστοτέλης με εξαιρετικά μεγάλο κεφάλι, κομψός δίδασκε
περπατώντας με τους Άλλους , σε μια γλώσσα ακριβή και διαυγή
τις Αρχές της Φιλοσοφίας, της Ποίησης, της Πολιτικής και της
Ρητορικής. Πρώτος Αυτός εφάρμοσε το Φιλοσοφικό Ειδέναι
με τη μεθοδική φιλοσοφία, μίλησε για πολιτική και ηθική.
Στοχάστηκε την ψυχή του ανθρώπου μέσα στο φιλοσοφικό
γίγνεσθαι, μιλώντας για τη Μεσότητα και
ότι ο ένυλος κόσμος
Είναι το γίγνεσθαι της Ύλης και της Μορφής…………………………….
Ερεύνησε όλους τους τομείς του επιστητού ιστάμενος μέσα κι
έξω απ’ τα πράγματα . Ζώντας φιλοσοφικά, βίωσε την -Αιδιότητα του Ίδιου-. ……...
Φθάσαμε στο ΒΟΥΛΕΥΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΠΕΝΤΑΚΟΣΙΩΝ
Εδώ συγκεντρώνεται η Εκκλησία του Δήμου και παίρνει τις
μεγάλες αποφάσεις για την Πόλη είπε ο Κλέων ο Αθηναίος.
Ο Λαός Επιδοκιμάζει- ή Αποδοκιμάζει τις προτάσεις
Των ρητόρων – των πολιτικών, όπως του Περικλή- του Κλέωνα.
Είναι μια συγκέντρωση -Ελευθέρων Ανθρώπων-που αποφάσισαν την
ανέγερση του Παρθενώνα, τη δημιουργία του χρυσελεφάντινου αγάλματος της Αθηνάς,
60
Μα και τη Σικελική Εκστρατεία συμπλήρωσε ο Αναξαγόρας.
Οι Ηλιαστές είναι ελεύθεροι πολίτες πάνω από τα τριάντα
Εκλέγονται με κλήρο κι απονέμουν Δικαιοσύνη.
Ο ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ έχει ισόβια μέλη κι εκδικάζει υποθέσεις
φόνων- πυρκαγιών- τραυματισμών συμπλήρωσε ο Ανδροκλής.
Ποιοι Εξουσιάζουν – οι Πολλοί ή οι Λίγοι
Ποιος- Άρχει- Δίκαια ή Άδικα.
Η Ελευθερία υπάρχει με το –Αυτό- τη διαφορά
ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ φώναξαν πολλοί Αθηναίοι που άκουγαν.
<<Αυτόνομη- Αυτόδικο- Αυτοτελής>>
<< έδοξε τη Βουλή και το Δήμω>>
όπου αποκαλύπτεται η Αρμονία- το Μέτρο απάντησε ο περίφημος
ιστορικός ο Θουκυδίδης. Ποτέ δεν έχανε το μέτρο των πραγμάτων.
Οι -Ωραίοι ξένοι- φιλοξενήθηκαν
απ’ τον Πλάτωνα.
Το σπίτι είχε περιστύλιο προς την πλευρά του δρόμου
Και φωτιζόταν από πυρσούς που ήταν πάνω σε ωραία βάθρα.
Στην πόρτα υπήρχε μεταλλικό ρόπτρο με τη μορφή δακτυλίου,
στο στόμα του
λιονταριού.
Ο πολύπαθος Οδυσσέας και ανόστιμοι σύντροφοι κατάκοποι
απ’ την κούραση μόλις
μπήκαν μέσα στο Χολ, υπηρέτες τους έβγαλαν τα σαντάλια και τους έπλυναν τα
πόδια.
Πέρασαν στην αυλή, γύρω είχε περιστύλιο και στο κέντρο
Υπήρχε βωμός με κίονες, το δάπεδο είχε ένα περίτεχνο
ψηφιδωτό
με το κεφάλι της Μέδουσας, ενώ στους τοίχους είχε ανάγλυφα
όστρακα για βρύσες. Παντού μέσα στο σπίτι υπήρχαν λυχνίες που κρέμονταν
απ’ το ταβάνι ή ήταν
πάνω σε τριγωνικές βάσεις.
Για να πάνε από το ένα δωμάτιο στο άλλο περνούσαν απ’ το
περιστύλιο , υπήρχαν αίθουσες με κίονες με τοίχους από μάρμαρο ή με
τοιχογραφίες.
Που είχαν σκαλιστές παραστάσεις στην οροφή.
Όπως οι περισσότεροι Αθηναίοι ξύπνησαν νωρίς και οι υπηρέτες
τους προσέφεραν φρέσκα ψωμιά για να βουτήξουν στο κρασί,
και τα περίφημα Αθηναϊκά γλυκά που ήταν αναμειγμένα με
μέλι που αγόρασαν από πλανόδιους πωλητές.
Τα τραπέζια είναι στρωμένα με πλούσια γεύματα, Ήδη μερικοί
ξάπλωσαν στα ανάκλιντρα. Οι θεραπαινίδες περιποιούνται προσεκτικά τους
καλεσμένους φώναξε χαρούμενος ο γαργαλητής Ελπήνορας.
Αστειεύονται μεταξύ τους. Α!! θαυματοποιοί κάνουν απίθανα
61
τεχνάσματα, ορχηστρίδες χορεύουν χορούς της Ανατολής,
Ενώ αυλήτριδες τραγουδούν παίζοντας μουσική.
Είναι εδώ ο Αγάθωνας – ο Φαίδρος- ο Παρμενίδης
Ο Πλάτωνας – ο Αριστοτέλης – ο Σωκράτης – ο Περικλής
Ο Φειδίας- ο Ικτίνος – ο Καλλικράτης – ο Μνησικλής-.
Είπε περίεργος
Κριτίας.
Πάνω από εβδομήντα μεγαλοφυίες που έζησαν στην Αθήνα
–την Ίδια περίοδο -
δημιούργησαν το θαύμα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, μαζί με τον υπέροχο Λαό της
Αθήνας.
Εκλέξαμε Συμποσιάρχη τον Πλάτωνα, Αυτός θα αποφασίσει
ποιο θέμα θα
συζητήσουμε είπαν μερικοί καλεσμένοι.
Προτείνω στον πολύμορφο Οδυσσέα είπε ο Σωκράτης
να μας διηγηθεί κάτι
από τα πάθη του Ιδίου κι των Εταίρων.
Ας έρθουν ραψωδοί να ακούσουν για να τα κάνουν τραγούδι.
-Οι Άλλοι συμφωνούν- με χαρά, ενθουσιασμένοι.
Φίλοι μου ευχαριστώ για την Τιμή μα δεν είναι η κατάλληλη
στιγμή,
Να μιλήσω για τα ταξίδια – τις περιπλανήσεις στις πόλεις κι
τις θάλασσες του κόσμου.- ίσως μια άλλη
φορά-.
Ζητώ από όλους να μιλήσετε Ελεύθερα χωρίς Όρια-
ο διάλογος είναι το άνθος της Ζωής.
Πως κατορθώνεις Σωκράτη και κατευθύνεις τη συζήτηση
Πάντα εκεί που θέλεις. Η Τέχνη του να ρωτάς – έγινε βίωμα
για Σένα,
Λαξεύεις ερωτηματικά τα πράγματα κι αναδεικνύεις -Αυτό- που Είναι.
.Ωραίε Αλκιβιάδη μόλις έδωσες την απάντηση.
Γιατί μέσα σε κάθε ερώτησε κρύβεται η απάντηση.
Ας εξετάσουμε το Είναι των Πραγμάτων –Αυτά- μας οδηγούν.
-Αυτό – νομίζω απάντησε ο Αλκιβιάδης.
Με ποιο τρόπο αν όχι της Διαλεκτικής ρωτάμε
για να μάθουμε
την αλήθεια του κόσμου. Είναι φανερό πως για να σκεφτούμε
Πρέπει να υπάρξουμε ως δυνατότητα με το –Είναι κι το Χρόνο-
Απάντησε ο Αγάθωνας φίλος του Σωκράτη.
Η << Άρρητος Αρχή>> πύρινος ποταμός διαπερνάει
το Μηδέν κι το Τίποτα, κι σαν φλεγόμενο βέλος κατευθύνεται στο –ΠΑΝ-
Συμπλήρωσε ο φίλος του ο Φαίδρος.
Τα Σύμπαντα του κόσμου
υπάρχουν από μόνα Αδημιούργητα
στον διασυμπαντικό χώρο. Είναι σε μια κατάσταση –Αυτό- δημιουργίας
62
Μες το Ατελεύτητο Άπειρο. Το Σύμπαν επιστρέφει στην αρχική
κατάσταση στο Μηδέν κι την Ανυπαρξία. Έχει ηλικία – είναι πεπερασμένο παρενέβη
λέγοντας ο φιλόσοφος Αριστοτέλης.
Η Αόριστος Δυάς έχει δύο αρχές την Ύλη κι την Αντιύλη,
Από όπου προκύπτει η γένεση της Δημιουργίας.
Η έκρηξη του μεγάλου χρόνου φέρνει ένα – Ενιαίο Τρίτο-
το Ένα κι τα Πολλά- άλλες μεριστές Ουσίες – τα Είδη
Είπε ο θείος Πλάτωνας που άκουγε με ενδιαφέρον..
Οι Α-Ίδιες Ουσίες του ανοίγματος είναι ο τόπος της
Δημιουργίας,
Μήτρες του χάους – δημιουργούν την αστρική ακτινοβολία
Απάντησε ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Ζαλίστηκα μ’ αυτά που άκουσα- προτείνω να επιστρέψουμε στη
Γη
Και να συζητήσουμε για τα γήινα. το Ήθος του Ανθρώπου κι όχι
τις Ιδέες είπε ο Σωκράτης.
Η Ύλη κι οι Ιδέες είναι μέσα στο πεδίο του Χρόνου,
Καμπυλώνουν το Είναι κι κάνουν τους διαφορετικούς χρόνους.
Απάντησε ο Πλάτωνας.
Ήθος Ανθρώπου δαίμων- ( Ηράκλειτος- 119 απόσπασμα)
Το –δαιμόνιο- είναι –Αυτό- που κινεί το –Είναι-
Κάνει τον Άνθρωπο –άνθρωπο. Διαφοροποιημένο –ΙΔΙΟ- ανοίγεται
Στην Πανχρονική Επιστροφή του -Αυτού-
ΤΟ ΙΔΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ είπε ο σοφός Σωκράτης.
Πολλοί Αθηναίοι μαζεύτηκαν μέσα κι έξω από το σπίτι του Πλάτωνα,
Για να δουν το θεϊκό Οδυσσέα κι τους μυθικούς Εταίρους.
Κάποιοι είπαν πως είναι πράγματι ο βασιλιάς της Ιθάκης,
Ότι ενσαρκώνει μια
από τις Αναγεννήσεις του, μεταμορφωμένος
σε Αθηναίο Πολίτη.
Θέλουμε να τους δούμε από κοντά να τους αγγίξουμε να πιστούμε πως είναι
αλήθεια φώναζαν ανυπόμονα. Οι ραψωδοί πήραν θέσεις έτοιμοι
να δουν τα γεγονότα
κι να τα κάνουν τραγούδι.
Αθηναίοι –Αθηναίες
Έρχονταν από τις συνοικίες γεμάτοι περιέργεια.
Λαέ των Αθηνών
Ο θεϊκός Οδυσσέας και οι πολύφημοι σύντροφοι
Είναι ανάμεσά μας στην Αθήνα.
63
Ταξιδιώτες του μεγάλου χρόνου ήρθαν μέσα από τις
διαφορετικές Αναγεννήσεις, ώσπου να βρουν τη μυθική Ιθάκη
Την ΤΡΙΤΗ ΗΠΕΙΡΟ
Ποια είναι η Τρίτη Ήπειρος- μήπως η χαμένη Ατλαντίδα.
Ρώτησαν όλοι μαζί οι Αθηναίοι.
Τα κατορθώματα τους έγιναν τραγούδι
Ένας θίασος των πολεμιστών του φωτός που ακολουθούν τους
δρόμους της Ιστορίας. Αποκαλύπτουν τη –Ραψωδία Παρόντος-
Όπου το παρελθόν-το παρόν κι το μέλλον είναι Ένα κι το
-Αυτό-
ΑΘΗΝΑ – ΑΘΗΝΑ
Τα επιτεύγματά σου τελειωμό δεν έχουν.στολισμένη με απίθανα
μνημεία.
Η Ακρόπολη-ο Παρθενώνας- το Ερεχθείο το Άγαλμα της Αθηνάς –
ο ναός το Ποσειδώνα
στο Σούνιο.
Ιδρύσαμε-δημιουργήσαμε τη Άμεση Δημοκρατία -τη Φιλοσοφία –
την Τραγωδία- την Επιστήμη φτιάξαμε την Ακρόπολη
είπαν όλοι μαζί οι Αθηναίοι πολίτες.
Είστε πάντα σε ετοιμότητα να δεχτείτε το διαφορετικό – το
Άλλο-.
Εσείς μεγαλομνήμονες Έλληνες
μη λυπάστε για ότι χάνετε
Αλλά να χαίρεστε γι -Αυτό- που έρχεται το Αύριο- του
Άγνωστο-
το Όνειρο.
Το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ
Αυτή είναι η Δημοκρατία του μεγάλου χρόνου
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ
………………………………………………….
ΕΠΩΔΟΣ
Ο πλανητικός Οδυσσέας
και οι πανχρονικοί σύντροφοι
με οδηγό την παλλάδα Αθηνά που τους έδειχνε το δρόμο
Του ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΟΥ οδηγήθηκαν στη φυλακή που
Κρατούσαν το Σωκράτη.
Οι συμπατριώτες του οι Αθηναίοι, τον καταδίκασαν σε θάνατο
Επειδή διέφθειρε τους νέους, δεν σεβόταν τους Θεούς και τα
ήθη
64
Της Πολιτείας. Βρήκαν στο πρόσωπό του το εξιλαστήριο θύμα
Της ταπεινωτικής ήττας που υπέστησαν από τους Σπαρτιάτες.
Η περίφημη Αθηναϊκή ηγεμονία καταποντίσθηκε άδοξα μετά τη
Σικελική εκστρατεία, και την πολιορκία των Αθηνών από το Σπαρτιατικό στόλο που
κατασκευάστηκε με το χρυσό των Περσών.
Οι όροι των νικητών
ήταν ανελέητοι, μόνο δέκα πλοία έμειναν από
τον περίφημο Αθηναϊκό στόλο, τα υπόλοιπα κάηκαν όπως επίσης
ήταν υποχρεωμένοι να γκρεμίσουν τα μακρά Τείχη.
Ο Φαίδρος έβαλε τα κλάματα και οι υπόλοιποι φίλοι του
γύρισαν αλλού
Το πρόσωπο για να μην φαίνονται τα δάκρυα. Μόνο ο Σωκράτης
έμεινε
Ατάραχος, γεμάτος γαλήνη,
είπε πως -Αυτό – θα το θυμούνται μια ζωή και πως θα τους μεταμόρφωνε
διαρκώς.
Δεν πρέπει να λυπούνται τώρα που πεθαίνει,
Κανείς δεν ξέρει τι είναι καλύτερο γι Αυτόν που φεύγει,
Επειδή δεν ξέρει που πηγαίνει, ενώ Αυτοί που θα ζήσουν
Δεν ξέρουν τι τους περιμένει.
Είπε πως είναι ώρα να λουστεί για να μην επιβαρύνει τις
γυναίκες.
Ο Σωκράτης γεμάτος γαλήνη κι ηρεμία ήπιε το κώνειομ
Σαν να επρόκειτο για ένα απλό γεγονός σαν να έπινε ένα
ποτήρι γλυκό κρασί. Το φάρμακο πρώτα παρέλυσε το νευρικό σύστημα προκαλώντας
φρικτούς πόνους στο Σώμα κι έπειτα στον εγκέφαλο.
Ο θάνατος του Σωκράτη οδήγησε τους Αθηναίους στην Αυτογνωσία,
Και τη δύναμη του Λόγου. Έκτοτε δεν θα προσπαθούσαν να
ηγεμονεύσουν πολιτικά ή πολεμικά αλλά με τη δύναμη της
Αυτοκρατορίας του πνεύματος.
65
ΠΑΝΧΡΟΝΙΚΗ
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ
ΡΑΨΩΔΙΑ
Ο πλανητικός Οδυσσέας και οι χαοσμικοί σύντροφοι
Ήταν πάλι στη θάλασσα μέσα στην Τριήρη της Ιθάκης.
Ακολουθούσαν τους δρόμους του Αιγαίου,
Και της Μεσογείου όπου ταξίδευαν πλοία από την Κρήτη,
Και τη Ρόδο, τις Συρακούσες και την Τροιζίνα,
Τη Σάμο και την Έφεσο, την Κόρινθο και την Καρχηδόνα.
Ατρόμητοι θαλασσοπόροι είχαν οδηγό τον καιρό
Και τα άστρα, χωρίς χάρτες και πυξίδες, αστρολάβους
Και αζιμούθεια, θεοδόλιχους και πετροκαλαμήθρες,
Έβρισκαν πάντα τους δρόμους του κόσμου.
Ακολουθούσαν την Αρχαίο- Ελληνική εξάπλωση σε Δύση
Και Ανατολή, αφού έμειναν γοητευμένοι απ’ τη Σοφία
της Αθήνας που μόλις άφησαν πίσω.
Ταξίδευαν στους ορίζοντες του Κόσμου, πέρασαν αστραπιαία
σαν σε εικονική απεικόνιση την Μινωική Κρήτη, και περπάτησαν
στα περίφημα παλάτια της Κνωσού και της Φαιστού.
Περιδιάβηκαν τον Αυτοκρατορικό πολιτισμό των Μυκηναίων
Θαυμάζοντας την ακμή του.
Έζησαν για λίγο τον ονομαστό Ελληνικό Μεσαίωνα
με τη γεωμετρική τέχνη κι είδαν τη φωτιά και τη στάχτη
Που σκόρπισαν οι Δωριείς καταστρέφοντας τις Μυκήνες.
Ερεύνησαν τις σχέσεις των Ελλήνων με τους Πέρσες και τους
Αιγυπτίους, Φοίνικες και Ασσύριους.
66
Ανίχνευσαν από την αρχή, την εποχή του χαλκού και του
σιδήρου,
Τότε που οι άνθρωποι ζούσαν σε σπήλαια, η μετάβαση απ’ τη
μια περίοδο στην Άλλη, απαιτούσε το άλμα μιας μεγάλης ανακάλυψης.
Ταξιδεύοντας ανοιχτά της Φοινίκης έβλεπαν από μακριά το όρος
Τρόοδος και τον πενταδάκτυλο, τα γλαυκά βουνά της πολύπαθης Κύπρου
Που λικνιζόταν αέρινη
στο φύσημα του αέρα, διάφανη μέσα στη κυανή θάλασσα Ήταν βαθιά ριζωμένη στις απαρχές του χρόνου.
Ο Θεός της Κύπρου φυλούσε το νησί και υποδέχθηκε τον
πανχρονικό Οδυσσέα και τους ανόστιμους
συντρόφους στη μακαρία γη.
<< Νήσος τις έστι>>
Πρώτα πήγαν στη Σαλαμίνα, εκεί όπου κατά μια εκδοχή
γεννήθηκε
ο Όμηρος, ο ποιητικός
τους γεννήτορας. Θαύμασαν τα μνημεία
Που ορθώνονταν με απίστευτη ωραιότητα δίπλα στη θάλασσα, ναοί
με αγάλματα και κολόνες, πιθάρια κι αμφορείς έδειχναν τη Βασιλική μνήμη της
Κύπρου. Ξαφνικά, μαγεμένοι άκουσαν ένα τραγούδι
που ερχόταν από μακριά.
Ποια ήταν η αναδυόμενη
Λουσμένη μέσα στο φως
Που θαλασσοφίλητη γεννήθηκε
Απ’ τα βάθη της θάλασσας.
Γαλήνια και Θεία
Έφερε τη γλαυκή απεραντοσύνη
του κόσμου.
Γεμάτοι θαυμασμό πέρασαν από τη Λευκωσία και την
Αρχαία Λήδρα, διέσχισαν ενθουσιασμένοι την Αμμόχωστο και πήγαν στην
Ηλιόλουστη Κυρήνεια και τη δασωμένη Πάφο.
Τέλος, μετέωροι χάραξαν τις συντεταγμένες του ταξιδιού πάνω
στο χάρτη της Ιστορίας του κόσμου, Η
γραμμή της πορείας έδειχνε Αλεξάνδρεια. Έπλεαν στις ακτές της Αιγύπτου κοντά
στο δέλτα του Νείλου, όταν φανερώθηκαν απότομα μπροστά τους, συντάγματα όλες
οι μεγάλες ψυχές που
άφησαν τον κόσμο αυτόν.
Οι σκιές των ειδώλων μαζεύτηκαν κατά σμήνη γύρω από τον
πανχρονικό Οδυσσέα και τους συντρόφους
και ζητούσαν να πάν μαζί τους.
Πρώτα φανερώθηκε μεγαλοπρεπής ο μεγάλος βασιλιάς, ο Μέγας
Αλέξανδρος με τη Μακεδονική Αριστοκρατία και ρώτησε το θεϊκό Οδυσσέα. Ποιοι άνεμοι
έφεραν Αυτόν και τους πολύπαθους
67
συντρόφους έξω από τη μυθική Αλεξάνδρεια.
Ευθύς με ανείπωτη χαρά στα στήθη απάντησε ο πολυμήχανος
Οδυσσέας, οι άνεμοι της πλάνης και της περιπλάνησης μεγάλε βασιλιά, αιώνες τώρα
περιπλανιόμαστε στους χρόνους του Πανχρόνου ψάχνοντας το
δρόμο της Επιστροφής στην Ιθάκη.
Η ανακάλυψη του παρελθόντος είναι το Είναι του μέλλοντος,
Δημιουργεί το ά ν ο ι γ μ α.. –Αυτό- που είναι η μνήμη
Του πανχρόνου φανερώνει το παρελθόν του μέλλοντος,
Μέσα στη Ραψωδία Παρόντος.
Ρίγησε ο μεγαλόψυχος Βασιλιάς και είπε τον πολυμήχανο
Οδυσσέα
και τους πολύφρονες συντρόφους να ακολουθήσουν όλοι μαζί στην Αλεξάνδρεια. Πίσω
του ερχόταν το είδωλο της Ωραίας Ελένης ,
Αέρινη κι ωραία τα μαλλιά ανέμιζαν την Αιωνιότητα.
Ξεγέλασε τον Πάρη
Που κοιμόταν με τη Σκιά της
Ενώ Αυτή διέφυγε στην Αίγυπτο.
Τον καιρό του πολέμου
Κέρδισε το τίποτα
με μια θάλασσα στα χείλη
έζησε Ακοίμητη ζωή.
Κουστωδίες ειδώλων ακολουθούσαν ο Πρίαμος κι ο Έκτορας, ο
Αίαντας κι ο Αχιλλέας, ο Φίλιππος και η Ολυμπιάδα, ο Δημόκριτος , ο Ζήνωνας
και οι Άλλοι, όλοι ήθελαν να επανέλθουν στη ζωή και να κάνουν το ταξίδι του γυρισμού. Τότε ο
Αλέξανδρος είπε στον Φιλέταιρο Οδυσσέα και τους πολύπλακτους συντρόφους.
Αναζητήστε με πάθος την αλήθεια
Έστω κι αν δεν τη συναντήσετε ποτέ.
Μέσα στη Σιωπή και το Σκοτάδι,
Στα βάθη της γης και τους ανοιχτούς ορίζοντες,
Αναζητήστε το Λόγο που δεν ακούστηκε ποτέ
Μέσα στη γαλήνη του Κόσμου,
Τους πολέμους και τις μεγάλες κατακτήσεις.
<< Σας εύχομαι τώρα που τελειώνουν οι πόλεμοι
να ευτυχήσετε με την ειρήνη.
Όλοι οι θνητοί από εδώ και πέρα να ζήσουν σαν ένας λαός,
68
Μονιασμένοι. Θεωρήστε την οικουμενική πατρίδα σας
με κοινούς νόμους >>. Όρκος Αλεξάνδρου, στην Όπις
της Ασσυρίας, το 324 π.χ.
Τα λόγια του μεγάλου βασιλιά ηχούσαν μέσα απ’ την ψυχή του
Γαλήνια, πρόφεραν τους πρώτους και ύστερους φθόγγους του
κόσμου,
Σαν άστρα που έδειχναν το δρόμο. Ήταν ωραίος , ακτινοβολούσε
με μια αναβλύζουσα ενέργεια που τον έκανε διάφανο δείχνοντας
Τη μεγαλοσύνη του.Έζησε τριάντα δυο χρόνια και βασίλεψε
δώδεκα,
Γενναίος και φιλότιμος, ευσεβής και εγκρατής στις ηδονές,
Φοβερός και τρομερός στα πεδία των μαχών κυρίευσε τον Κόσμο.
Μαγεμένοι ταξίδευαν όλοι μαζί μέσα στο Ίδιο καράβι, την
Ιθάκη,
Όταν άρχισε να φαίνεται από μακριά ο περίφημος φάρος της
Αλεξάνδρειας που έκτισε ο Κνίδιος Σώστρατης.
Πολυώροφος ήταν κτισμένος πάνω σε μεγάλο βράχο,
Θαλασσόβρεκτος φωτοβολούσε δείχνοντας το δρόμο
Σ’ αυτούς που ταξίδευαν κι έψαχναν λιμάνι.
Ο πρώτος όροφος ήταν τετράγωνος, ο δεύτερος οκτάγωνος κι ο
τρίτος κυκλικός, Φτιαγμένοι από λαξεμένες πέτρες που ήταν συνδεμένες με λιωμένο
μολύβι. Ένα άγαλμα στην κορυφή του φάρου έδειχνε με το χέρι τη φορά του ήλιου. Χάλκινοι
Τρίτωνες προειδοποιούσαν τους πλοιζομένους ότι έμπαιναν σε λιμάνι όταν
ταξίδευαν στα σκοτεινά.
Οι ανταύγειες του ηλιοβασιλέματος φανέρωναν την αρμονία του
ανοίγματος που είχε ο ουρανός της Αλεξάνδρειας.
Μπήκαν σε λιμάνι αμφίστομο,
Εδώ ο Μέγας Αλέξανδρος χάραξε με κριθάλευρο τα όρια της
πόλης που ονειρεύτηκε, αλλά κτίστηκε μετά το θάνατό του, τα σχέδια έκανε ο
Ρόδιος Δεινοκράτης.
Ο Μέγας Λιμήν ο ανατολικός οχυρωμένος έκλεινε προς τη μεριά
του φάρου ενώ ο άλλος, ο δυτικός του Ευνόστου έμεινε ανοιχτός και στένευε με ένα
κυματοθραύστη. Υπήρχε όμως ένα άλλο λιμάνι μέσα στο λιμάνι, η Κιβωτός , οχυρωμένη
με δυο διόδους ενωνόταν με το μεγάλο λιμάνι.
Τα ανάκτορα βρίσκονταν ανατολικά και δυτικά του μεγάλου λιμανιού, μεγαλοπρεπή,
πλούσια και ωραία με εκπληκτικούς Αρχιτεκτονικούς ρυθμούς και σχέδια που
έπιαναν το ένα πέμπτο της πόλης, μια Πόλη μέσα στην πόλη.
69
Η Αλεξάνδρεια, πολυδιάστατο, πολύ- πολιτισμικό κέντρο του
κόσμου
Ήταν κτισμένη πάνω σε πέντε λόφους, που τη χώριζαν σε πέντε
διαφορετικά μέρη και αναφέρονταν με τα πρώτα πέντε
Γράμματα του Ελληνικού αλφαβήτου. Με διώρυγες συνδεόταν με
το Νείλο δια μέσου της Μαραιώτιδος λίμνης απ’ όπου έπαιρνε νερό.
Τα ανάκτορα της Αλεξάνδρειας ήταν οχυρωμένα με τείχη.
Μπήκαν μέσα από τη βόρεια πύλη- πύργο και κατευθύνθηκαν προς
την αίθουσα ακροάσεων όπου τους περίμεναν ο Πτολεμαίος ο Α΄,
ο επονομαζόμενος και Σωτήρ, γιος του Λάγου, η Αρσινόη και οι
Άλλοι.
Πρώτα πέρασαν από μια μεγάλη εσωτερική αυλή, το αρχείο με τα
βιβλία, την αίθουσα διδασκαλίας, κάτι αποθήκες , τα λουτρά. Πριν φθάσουν στην
αίθουσα του θρόνου, ζήτησαν από τον Πτολεμαίο τον Β΄ και τη συνοδεία που τους
υποδέχθηκε να τους οδηγήσουν στο ναό των ανακτόρων, για να προσφέρουν σπονδές
στους θεούς για την καλή τους τύχη. Όταν έφθασαν στη μεγάλη αίθουσα έμειναν
έκπληκτοι,
Είδαν όλους τους Πτολεμαίους μαζί, ήταν μέσα στο μεταχρόνου
του μεγάλου χρόνου, Περίμεναν τον πανχρονικό Οδυσσέα και τους
πτολύπορθους συντρόφους να τους φιλοξενήσουν και να
ανακαλύψουν μαζί τη μυθική Αλεξάνδρεια.
Πρώτος μίλησε ο
μεγάλος Πτολεμαίος ο Α΄ και είπε.
Θεϊκέ Οδυσσέα και σεις πολύπαθοι σύντροφοι
Καλώς ήρθατε στη μαγική Αλεξάνδρεια.
Αστροπότες του Σύμπαντος έρχεστε απ’ το Αστρονευρωνικό
μέλλον
Κουβαλώντας εμπειρίες και γνώσεις που ενέχουν το άνοιγμα του
κόσμου.
Συγκινήθηκε ο πολυμήχανος Οδυσσέας επειδή τον αναγνώρισε
Ο ξακουστός βασιλιάς και απάντησε με σταθερή και βαθιά φωνή.
Ευγενικέ και φιλόξενε Πτολεμαίε
Χαιρετώ εσένα και όλους τους Άλλους υπέροχους Έλληνες ,
Είμαστε ταξιδιώτες του ουρανού και της γης,
Ερχόμαστε από πολύ μακριά, απ’ τη διπλή σπείρα του Χρόνου,
Μέσα από τα βάθη του Χάοσμου ερευνώντας τους Χρόνους
του Πανχρόνου.
Τότε με μεγάλη περιέργεια
ο Ερατοσθένης ρώτησε τον α-κοσμικό Οδυσσέα να τους πει για τη θεωρεία του
Χάους και της Τάξης,
τα περάσματα των
διόδων που κινούνται διατρέχοντας τον τρισδιάστατο χώρο.
70
Ο χρόνος είναι ΑΥΤΌ που κινείται στη διπλή σπείρα του
Πανχρόνου,
Χρώματος μπλε και πορφυρού κόκκινου, Φως που δείχνει την
πορεία
του Σύμπαντος.
Ο Πτολεμαίος ο Α΄ διέκοψε διακριτικά την συνομιλία, λέγοντας
πως έπρεπε να την αφήσουν για αργότερα, Μια που οι επισκέπτες έρχονταν από
μεγάλο ταξίδι, ήταν κουρασμένοι κι έπρεπε να ξεκουραστούν.
Ο πολύτροπος Οδυσσέας και οι όλβιοι σύντροφοι χαιρέτησαν
ευγενικά το Μέγα Αλέξανδρο -τους Πτολεμαίους και τους Άλλους ,
Κι αποσύρθηκαν συνοδευόμενοι από πολλούς δούλους.
Χλιδή και πολυτέλεια κυριαρχούσαν παντού, ένας διάχυτος ερωτισμός υπήρχε στην
ατμόσφαιρα. Τοιχογραφίες κοσμούσαν τους τοίχους με τα κατορθώματα του
Αλέξανδρου, όπως και υπέροχες αναπαραστάσεις
με τους άθλους του Ηρακλή, το κυνήγι της Άρτεμης ,το πέταγμα
του Δαιδάλου και του Ικάρου. Όλα ήταν σαν σκηνικό θεάτρου,
Τυχαία ανακάλυψαν ένα κρυφό πέρασμα που οδηγούσε κάτω απ’ το
ανάκτορο, βαθιά μέσα στη γη όπου υπήρχαν
κρύπτες
Που φυλάγονταν οι αμύθητοι θησαυροί της Αλεξάνδρειας.
Λίγο πιο κάτω στάθηκαν σε μια αίθουσα και θαύμασαν τα
αγάλματα των Αιγυπτιακών θεοτήτων, όπως του Άμμωνος Διός, της Ίσιδος, του
Αρπακράτου. Περισσότερο όμως στάθηκαν στην απομίμηση του μεγάλου αγάλματος του
Σεράπιδος που ήταν μέσα στο
προστατευτικό του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως.Το έκανε ο γλύπτης Βρύαξης ο
νεώτερος κατ΄εντολή του Πτολεμαίου του Α΄.Φτιαγμένο με μικτή τεχνική ήταν
δουλεμένο με χαλκό, άργυρο και σίδηρο, μόλυβδο και κασσίτερο. Ο Θεός καθόταν
πάνω σε θρόνο σχήματος ημικυκλικής εξέδρας, είχε κεφάλι από χρυσό και μάτια από
πολύτιμα πετράδια,
Ήταν διακοσμημένο με ζαφείρια , τοπάζια και αιματίτες.
Στους διαδρόμους και σε διάφορες αίθουσες, μεγαλοπρεπή
γλυπτά ήταν σε περίοπτες θέσεις. Είχαν μαρμάρινες κολόνες και πατώματα με ωραία
ψηφιδωτά, ήταν ζωγραφισμένα με ζωηρά χρώματα
Το κέντρο του σχεδίου έκλεινε προς το χρυσό αναπαριστώντας παλαιούς μύθους και παραδόσεις.
Τα παράθυρα των δωματίων που κατέλυσαν οι πλανητικοί ταξιδιώτες
έβλεπαν προς τη θάλασσα. Μεθυστικά αρώματα έρχονταν απ’ τους ονομαστούς κήπους
της Αλεξάνδρειας πλημμυρίζοντας τον αέρα.
71
Περπατούσαν ήδη στη μεγάλη Κανωπική οδό, ο αέρας έφερνε τους
φθόγγους της ερήμου, κατεβαίνοντας από το Νείλο, θερμός κυμάτιζε τη θάλασσα του
χρόνου. Φέρνει το άρωμα μιας άλλης Αιγύπτου
Είπε ο Πτολεμαίος ο Α΄, αυτή που δημιουργήθηκε από την
εσωστρέφεια των Αιγυπτίων, μέσα από την ανέκφραστη θάλασσα της Σιωπής του
Χρόνου, του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος,
Αφού ο πολιτισμός των Αιγυπτίων αναπτύχθηκε στις όχθες του.
Πιο κάτω συνάντησαν μια κολοσσιαίων διαστάσεων γιορτή,
Που είχε τεράστιες κατασκευές με πομπώδες ύφος για να
εντυπωσιάσει.
Γύρω από την κεντρική σκηνή υπήρχαν πολλά αγάλματα που ήταν
τοποθετημένα σε περίτεχνους συνδυασμούς. Ηθοποιοί μιμούνταν
Διάφορες καταστάσεις και πείραζαν περιπαιχτικά τους πολίτες.
Μόλις είδαν το Μέγα Αλέξανδρο, τους Πτολεμαίους και τη
συνοδεία τους σταμάτησαν να παίζουν και υποκλίθηκαν ευγενικά.
Αμέσως προς τιμή του θεϊκού Οδυσσέα και των πολύτροπων
εταίρων,
Εμφανίστηκαν ραψωδοί και άρχισαν να τραγουδούν τα
κατορθώματα των Ελλήνων έξω από τα τείχη της Τροίας.
Τραγούδησαν για το θάνατο του μεγάθυμου Έκτορα όταν μονομάχησε με το θεϊκό Αχιλλέα, πως έπεσε
η Τροία όταν ο πολυμήχανος Οδυσσέας
Σκέφτηκε το τέχνασμα του Δούρειου Ίππου. Οι φωνές των νεκρών
αδερφών ακόμα ηχούσαν στα αυτιά του Διογενή Λαερτιάδη,
Ακόμα άκουγε τις φωνές των νεκρών συντρόφων που χάθηκαν δεν
υπάρχουν πια.
Οι Αλεξανδρινοί ραψωδοί συνέχισαν με τις περιπλανήσεις του
πολύτλα Οδυσσέα όταν έκανε το ταξίδι του γυρισμού στην πολυπόθητη Ιθάκη. Τραγούδησαν
το πέρασμα απ’ το νησί του Αιόλου και την επιστροφή ξανά σ’ Αυτό, γιατί οι
μικρόψυχοι εταίροι έλυσαν το ασκί των ανέμων,
και τους παρέσυραν
μακριά απ’ την πατρίδα, ενώ έβλεπαν ήδη τα βουνά της. Εκστασιασμένοι τραγούδησαν για τον αποκλεισμό στην
μυθική Ωγυγία, και πως ο θεϊκός Οδυσσέας αρνήθηκε την
Αθανασία
που η νύφη Καλυψώ υποσχέθηκε για να μείνει μαζί της.
Αυτός όμως προτίμησε να κάνει για ύστερη φορά το ταξίδι του
γυρισμού στη μυθική Ιθάκη και στην αγαπημένη του Πηνελόπη.
88
Μαγεμένοι λες και βρίσκονταν σε μια άλλη διάσταση, έψαλλαν
Πως πολύ αργότερα ο πολυμήχανος Οδυσσέας συνάντησε τους
Πολύπαθους εταίρους, μέσα στους χρόνους του ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΟΥ.
Όλη αυτή την ώρα που άκουγαν ο πολύτροπος Οδυσσέας και οι
πολύμορφοι σύντροφοι δάκρυα χαράς έτρεχαν απ τα μάτια τους,
Συγκλονισμένοι άκουγαν τους ραψωδούς που τραγουδούσαν
τα κατορθώματά τους . Οι Αλεξανδρινοί άκουγαν συνεπαρμένοι
Ο ήλιος άρχισε να παίρνει τους τόνους τις νοσταλγίας,
Χαοτικός, βαθυκόκκινος. Τελειώνοντας οι ραψωδοί,
Συνέχισαν βαθιά συγκινημένοι το δρόμο τους, ενώ
ευχαριστούσαν
Τον κόσμο που τους επευφημούσε.
Αριστερά και δεξιά του δρόμου υπήρχαν υπόστυλες στοές
Για να προφυλάσσουν από τη ζέστη.
Οι δρόμοι ήταν παράλληλοι που τέμνονταν από καθέτους
Σχηματίζοντας τετράγωνα οικόπεδα σε σχήμα του ζατρικίου.
Συνυπήρχαν η Ελληνική και η Αλεξανδρινή τέχνη,
Τα κτίρια δημόσια και ιδιωτικά ήταν κτισμένα σε Ιωνικό και
Κορινθιακό ρυθμό. Πολυώροφα με στοές και θολωτές στέγες είχαν μεγάλες
επιφάνειες που ήταν διακοσμημένες περίτεχνα.
Ξεχώριζαν τα σπίτια των εμπόρων και των αξιωματούχων
Που εντυπωσίαζαν με τον πλούτο και την πολυτέλεια.
Υπήρχαν τεράστιες πλατείες με τοξοειδή μνημεία και ροπή
προς το μεγαλειώδες.
Η μεγαλοπρέπεια της Ανατολής και η πολυτέλεια αντικατέστησαν
το απλό και το ωραίο της κλασσικής Ελλάδας. Θαύμασαν το ξακουστό μνημείο του
Σέραπι. Ιερό πολύ μεγάλο είχε σχήμα τετράγωνο
Και ήταν διακοσμημένο με πολλά αγάλματα, όμοιό του δεν είχε
άλλο,
Περίφημο για τον πλούτο και το μεγαλείο,
Μια ψηλή μονόλιθη κολώνα δέσποζε στην μπροστινή όψη.
Περιεργάστηκαν από κοντά το Καισάρειο, το ωραιότερο ιερό του
κόσμου, είχε προπύλαια και στοές, πλούσιες βιβλιοθήκες και σπίτια
Και οι κήποι του μοσχοβολούσαν τις ευωδιές του κόσμου.
Το χρονικό του χρόνου έδειχνε τα παλάτια των Πτολεμαίων
Όπου υπήρχε το Μαυσωλείο του μεγάλου Αλεξάνδρου και αυτό των
Πτολεμαίων. Ρίγη συγκίνησης κυρίευσαν την ψυχή τους,
Βρίσκονταν ήδη στη βασιλική νεκρόπολη
Μπροστά στον τάφο του Αλέξανδρου και των συγγενών του.
89
Το Μαυσωλείο είχε αυλή, είσοδο με σκάλα, προθάλαμο
Και την αίθουσα που βρισκόταν η χρυσή σαρκοφάγος με τη σωρό
Του Αλέξανδρου, πάνω απ’ το τάφο υπήρχε ναός με προπύλαια.
Ο άνθρωπος που κατέκτησε τον κόσμο αλλά δεν τον κυρίευσε
κυριολεκτικά εδώ ήταν νεκρός. Οικουμενικός ανέτρεψε τα πάντα
Και δημιούργησε έναν άλλο κόσμο, Προσπαθώντας να συνθέσει
πολυδιάστατα τους διαφορετικούς πολιτισμούς. Ο Αλέξανδρος παρκολουθούσε
ικανοποιημένος μέσα από το άνοιγμα.
Στη συνέχεια μεταφέρθηκαν χορικά στις νεκροπόλεις της
Αλεξάνδρειας,
Εδώ ο θάνατος δεν είχε τέλος. Μετέωροι προχωρούσαν μέσα
Στην αρνητική ομολογία του τίποτα. Οι Ελληνικοί τάφοι ήταν τετράγωνοι με
εκπληκτική Αρχιτεκτονική και Γλυπτική.
Ο Ένας δίπλα στον Άλλον είχαν ναίσκους, στήλες, πολλά είδωλα
Ανάγλυφα αγάλματα, επιγραφές και άλλα.
Μέσα στους τάφους τοποθετούσαν μικρά αγαλματάκια που
απεικόνιζαν το Βάκχο και το Θεό Ύπιο. Οι γυναίκες και τα παιδιά ήταν
ζωγραφισμένα με έντονο χρώματα , θαύμασαν επίσης τις τερακότας του Φαγιούμ, Ήταν
φτιαγμένες με μικτή Αιγυπτιακή κι Ελληνική τεχνική, φανερώνοντας μέσα από την
απέραντη θλίψη των ματιών τους
Την αιώνια νεότητα της Ελληνικής ψυχής.
Οι Αιγυπτιακοί τάφοι είχαν πολλά αγάλματα από πέτρα και πηλό
<< τους αντικαταστάτες >> Αυτοί ξεκούραζαν τους νεκρούς από την
αγγαρεία.
Τα σπλάχνα των νεκρών φυλλλάσσονταν σε πολλά δοχεία τα
κανώπια που είχαν για πώματα Ανάγλυφες
μορφές από πέτρα ή μάρμαρο,
απεικόνιζαν κεφάλια
ανθρώπων τσακαλιών, πιθήκων και γερακιών.
Το χορικό πέταγμα τους έδειξε το Ατελεύτητο τέλος του τέλους
Για τη μυθική Αλεξάνδρεια που ήρθε μαζί με τον Έρωτα και το
Θάνατο
του Αντωνίου και της Κλεοπάτρας. Χάθηκε βαθιά μέσα στη
θάλασσα
Και κάτω απ’ την πυρωμένη άμμο.
Ο Φιλέταιρος Οδυσσέας οι πολύπαθοι σύντροφοι και οι Άλλοι
μπροστά στο Μαυσωλείο της Κλεοπάτρας έζησαν
αόρατοι τις τελευταίες στιγμές του δράματος, το θάνατο της περίφημης βασίλισσας
της Αιγύπτου,
σαν Αυτόπτες, παράλληλοι και Ίδιοι με το χρόνο και την Ιστορία.
Οι θεραπαινίδες έριξαν τα σχοινιά κι ανέβασαν πάνω τον τραυματισμένο Αντώνιο που
πέθανε στην Αγκαλιά της. Ο θρίαμβος του πάθους,
Ο τελευταίος των μελλοθανάτων του Έρωτα. Έπειτα η Κλεοπάτρα
ετοιμάστηκε από τις δούλες που έμειναν πιστές ως το τέλος και πάθανε απ’ το
δάγκωμα ενός φιδιού.
90
Ζώντας –χορικά- το ΜΕΤΑΘΆΝΑΤΟ, μεταφέρθηκαν αλλού,
Βαθιά μέσα στο χρονικό του χρόνου βιώνοντας το άνοιγμα του
Πανχρόνου..
Μαγεμένοι έφθασαν έξω απ’ το Μουσείο της Αλεξάνδρειας.
Διέσχισαν τους μεγάλους κήπους που μοσχοβολούσαν ευωδιές.
Από δω μπορούσαν να θαυμάσουν την Αλεξάνδρεια,
Εκτεινόταν μεταξύ της Μεσογείου και της Μαρεώτιδας λίμνης
Όπου χυνόταν μέρος του Νείλου, πλωτός δρόμος που οδηγούσε
Στο εσωτερικό της Αιγύπτου. Εδώ ο Αλέξανδρος , Αυτός
ο υπέροχος ονειροπόλος , ο μαθητής του Αριστοτέλη, μόλις
είκοσι τριών ετών, μαζί με το Ρόδιο Δεινοκράτη χάραξε τα
όρια της ιδανικής πολιτείας.
Μπήκαν μέσα στο Μουσείο, το κτίριο ήταν μεγάλο με στοές,
Είχε Αστεροσκοπείο απ’ όπου παρατηρούσαν τις κινήσεις των
άστρων.
Υπήρχε τεράστια βιβλιοθήκη και χώροι που συζητούσαν οι
φιλόσοφοι.
Πέρασαν στις αίθουσες των καλών τεχνών. Όλοι οι χρόνοι ήταν
εν τω γίγνεσθαι αποκαλύπτοντας την εποχή
των εποχών.
Το Φαντασιακό Μουσείο του χρόνου είναι το μέσα μέρος
Της Σιωπής του κόσμου δείχνοντας την αρχή και το τέλος του
θανάτου.
Το πρώτο πράγμα που είδαν ζωγραφισμένο στον τοίχο μιας
τεράστιας αίθουσας, ήταν η μάχη Μεγαλέξανδρου στην Ισσό με τους Πέρσες,
Έργο του Φιλόξενου. Πέρσες και Μακεδόνες μάχονταν στις όχθες
του ποταμού Πινάρου.
Ο Αλέξανδρος ακράτητος ορμούσε εναντίον του Δαρείου
Που από φόβο έστρεψε το άρμα του προς τα πίσω, να σωθεί ενώ
τον ακολουθούσε η φρουρά του. Άφησε ανυπεράσπιστους στο
πεδίο της μάχης, τη μάνα του, τη γυναίκα του και τα παιδιά του.
Ο πανχρονικός Οδυσσέας και οι α- κοσμικοί σύντροφοι
Συγκλονισμένοι βίωναν το φαντασιακό του χρόνου,
Μέσα στην άχρονη Σιωπή που έκανε το άνοιγμα. Εκατοντάδες
πίνακες και αγάλματα κοσμούσαν τις αίθουσες , άλλα μικρά κι άλλα μεγάλα
Ήταν φτιαγμένα με μικτή τεχνική και με έντονο το παιχνίδι των φωτοσκιάσεων, όπως Αυτό των
παιδιών που φυσούσαν τη φωτιά να ανάψει
και τα πρόσωπα τους πλημμύριζαν με φως.
Για λίγο στάθηκαν μπροστά σ’ ένα μικρό μπρούτζινο Νουβιανό
που είχε σώμα αδύνατο, θλιμμένος περπατούσε αργά τραγουδώντας. Πιο εκεί ένας
γεροβοσκός με μεγάλη καμπούρα έβοσκε τα πρόβατα κι έπαιζε
91
Το ντέφι να χορέψει η αρκούδα...
Γεμάτοι περιέργεια μπήκαν στις αίθουσες που βρίσκονταν τα
έργα των Ελλήνων πλαστών. Η επίδραση των Αθηναίων ήταν μεγάλη,
Κυρίως του Φειδία, του Πραξιτέλη με την αέρινη γραμμή
Και το πέρασμα απ’ το Ένα στο Άλλο ανεπαίσθητα.
Υπήρχαν έργα του Απελλή, του Ζεύξη, του Παράσσιου και άλλα.Βρίσκονταν
στο κέντρο της αίθουσας του φωτός και θαύμασαν την κενταύρισσα του Ζεύξη. Ένα
μίγμα ανθρώπου και ζώου, το γυναικείο μέρος Ήταν απερίγραπτα ωραίο ενώ το μέρος
του έφερνε στο
νου άγρια άλογα. Οι
εκπληκτικές διαβαθμίσεις των χρωμάτων
φανέρωναν τη μετάβαση απ’ τη μια κατάσταση στην άλλη, το
Ίδιο και το διαφορετικό. Ακριβώς απέναντι βρίσκονταν το πορτρέτο του Δήμου,
Έργο του Παράσσιου. Η ακρίβεια και η λεπτότητα του σχεδίου
Φανέρωνε τους αργούς ρυθμούς της Ιωνίας. έδειχνε τις ψυχές
που μεταβάλλονταν ανάλογα με Αυτό που αισθάνονταν όπως οίκτο, ζήλια, ταπείνωση και περηφάνια. Σε διπλανή πελώρια αίθουσα
στεκόταν
Ολομόναχος ο χρυσελεφάντινος Δίας της Ολυμπίας.
Έργο του Φειδία φαινόταν σαν να ήταν το κέντρο του Σύμπαντος,
Λες και γεννήθηκε από την αταξία του χάους. Θαύμασαν την
ολική πληρότητα του Θείου .Ο Θεός καθισμένος σε θρόνο ήταν Αυτός που
Έσωσε τον κόσμο και προστάτευε τους ανθρώπους.
Το πρόσωπο είχε αρμονικές αναλογίες και ακτινοβολούσε
Μια φοβερή γλυκύτητα. Η γαλήνια χλομάδα του ελεφαντοστού
Συνταιριάζονταν τέλεια με το φως του χρυσού.
Στολισμένο με πολύτιμα πετράδια έδειχνε απίθανα ωραίο.
Όλο περιέργεια πέρασαν στις αίθουσες της Αλεξάνδρειας
Και θαύμασαν τα αγγεία της Χάντρας. Νεκρικές υδρίες που η
επιφάνεια τους ήταν καλυμμένη με λευκό σμάλτο και ζωγραφισμένη με καστανόχρωμα
μοτίβα. Δίπλα τους περίφημοι όνυχες και σαρδόνυχες
Είχαν πολλαπλά στρώματα με διαφορετικά χρώματα,
Σε κάθε ένα απ’ αυτά ήταν ζωγραφισμένες διάφορες εικόνες
Και προσωπογραφίες όπως του Πτολεμαίου και της Αρσινόης.
Η α-ασύνορη Ελληνική τέχνη επηρέασε τον κόσμο.
Όλοι Αυτοί, ο θείος
Οδυσσέας και οι πολύστονοι σύντροφοι, ο Άλέξανδρος, ο Πτολεμαίος και οι
Άλλοι εισχωρούσαν ολοένα και περισσότερο Στην ατέρμονη Πανχρονικότητα, βίωσαν
τον πλανητικό χρόνο αποκαλύπτοντας το Είναι της Αυτό-δημιουργίας. ταξιδιώτες
του Παντός
92
προχωρούσαν μέσα στις ρωγμές του Χρόνου αναζητώντας ΑΥΤΌ που
υπάρχει μετά το Θάνατο, το Άρρητο όνομα του κόσμου.
Ο Πτολεμαίος ο Α΄ με υπερηφάνεια τους οδήγησε στις αίθουσες
των Ελλήνων Μακεδόνων, Εκεί όπου πάνω σε περίτεχνες τοιχογραφίες και ψηφιδωτά υπήρχε σε συνεχείς α- συνέχειες το Έπος των
Μακεδόνων.
Μυθιστορία ζωγραφισμένη, οι φοβεροί πολεμιστές της φωτιάς
Άρχισαν το εκπληκτικό ξεκίνημα απ’ τη Μακεδονία και έφθασαν
μέχρι τα βάθη της Ινδίας, Μεταφέρθηκαν χορικά μέσα απ’ τις ζωγραφιές
Στις δίνες των μαχών κι έζησαν μαζί με τους Έλληνες
Όλες τις μεγάλες στιγμές. Γρανικός ποταμός, Γόρδιος Δεσμός,
Ισσό, Μαντείο Άμμωνος, η μάχη στα Γαυγάμηλα, ο Θάνατος
του Δαρείου, ο φόνος του Κλείτου, προς Ινδική, η διάβαση του
Υδάσπη.
Η μάχη με τον Πώρο, η Επιστροφή, ο Αλέξανδρος που πληγώνεται,
η Γεδρωσία, ο στόλος
και ο Νέαρχος, Οι μεγάλες γιορτές στα Σούσα,
η στάση στη Βαβυλώνα,
ο θάνατος του Αλέξανδρου.
Η πρώτη μεγάλη τοιχογραφία που είδαν , έδειχνε τον Αλέξανδρο
Καθώς πρώτος περνούσε το Γρανικό ποταμό και φώναζε τους
Μακεδόνες να τον ακολουθήσουν. Τα βέλη και τα ακόντια έπεφταν βροχή, αλλά αυτός
ορμούσε ατρόμητος προς το κέντρο του Περσικού στρατού, ενώ οι Πέρσες κινούνταν
εναντίον του.
Οι Αυτόπτες είπαν πως ο Μιθριδάτης με τους άνδρες του, τον
πλήγωσαν στον ώμο, αλλά ο Αλέξανδρος αντέδρασε αστραπιαία και έριξε νεκρό τον Πέρση φρουρό. Τότε
ένας άλλος στρατιώτης με μια σπαθιά
Έσχιζε στα δυό το κράνος του βασιλιά, κι ενώ ο Μιθριδάτης
ήταν έτοιμος για την ύστατη μαχαιριά, ο Κλείτος με το σπαθί έκοψε το χέρι του, έτσι
σώθηκε ο μεγάλος Βασιλιάς.
Έπειτα πέρασαν σ’ ένα τεράστιο ψηφιδωτό, φτιαγμένο με
αρμονική γεωμετρία, χρώματος χρυσαφί και κόκκινο όπου ο Αλέξανδρος με το σπαθί
έκοψε το Γόρδιο Δεσμό, δείχνοντας μ’ αυτό τον τρόπο πως θα κυριεύσει την Ασία.
Ο πολύφρων Οδυσσέας και οι πανχρονικοί εταίροι, οι
Πτολεμαίοι
και οι Άλλοι παρακολούθησαν έκθαμβοι σε αναπαράσταση τη
μεγάλη πορεία των Μακεδόνων, μέσα από το όχημα του Πανχρόνου,
χωρίς να ξέρουν εάν
θα βρουν Αυτό που είναι κρυμμένο
στις μυστικές διαδρομές της Ιστορίας.
Στην άλλη πλευρά του τοίχου, μέσα απ’ τη μαγική διάταξη των
ψηφίδων,
Μικρές και μικροσκοπικές λες και κυμάτιζαν στο διάστημα,
93
απεικονίζονταν ένα εκατομμύριο στρατός και αμέτρητα
δρεπανηφόρα άρματα που ήταν στρατοπεδευμένα στα Γαυγάμηλα.
Απέναντι οι Έλληνες μόλις έφθαναν τα μισά της Περσικής
παράταξης,
Η ατέρμονη Σιωπή της αναμονής υπήρχε διάχυτη, τέλεια δοσμένη
λίγο πριν την τελική αναμέτρηση, λίγο πριν την έκσταση του θανάτου.
Οι ιππείς με το ζόρι κρατούσαν τα άλογα απ΄’ τα χαλινάρια,
Οι παλαίμαχοι Μακεδόνες που πολέμησαν με το μεγάλο
στρατηλάτη διηγούνταν πως έγινε η μάχη. Μόλις οι Έλληνες πλησίασαν τους Πέρσες,
Άφησαν να περάσουν μέσα απ’ τις γραμμές τους και τοξεύοντας
τους σκότωναν. Μετά απ’ αυτό έκαναν έφοδο στο κέντρο του Περσικού στρατού, και
το διέλυσαν με τα μακριά δόρατα.
Οι Πέρσες μάχονταν μάταια, κόπηκαν στα δυο, κι έτσι
ολόκληρος στρατός τράπηκε σε φυγή. σαν υπνωτισμένος ο Πτολεμαίος ο Α΄ λες
και κάποιος τον κατεύθυνε αόρατα, τους οδήγησε σε μια
ξεχωριστή
Αίθουσα, όπου υπήρχε το ψηφιδωτό με το θάνατο του Δαρείου.
Όλοι μαζί βάδιζαν σαν να βίωναν το κενό του διαστήματος.
Όταν μπήκαν μέσα είδαν τον Αλέξανδρο που γεμάτος συγκίνηση
σκέπαζε με την κόκκινη χλαμύδα του το
μεγάλο βασιλιά ενώ ήταν ήδη νεκρός. Συγκλονίστηκαν όταν είδαν το διπλανό
ψηφιδωτό.
Έβλεπαν ότι πιο πένθιμο μπορούσαν να φαντασθούν.
Ο Αλέξανδρος συντριμμένος , βαθιά λυπημένος έκλαιγα
απαρηγόρητος επειδή σκότωσε τον Κλείτο, το στρατηγό του και σωτήρα του.
Έφυγαν με την ψυχή άδεια , Α- χωρικά περνούσαν απ’ τη μια
αίθουσα στην άλλη, δεν υπήρχε απόσταση,
είχε καταλυθεί απ’ το άνοιγμα του χωροχρόνου. Οι ταξιδιώτες της φωτιάς
ζούσαν τον πολυδιάστατο Πανχρόνο, Όταν
μπήκαν σε μια μεγάλη αίθουσα όπου και στις τέσσερις
Πλευρές υπήρχαν ζωγραφισμένες η διάβαση του Υδάσπη και η
μάχη με
Μάχη με τον Πώρο. Στην πρώτη τοιχογραφία, ο αδιάβατος
ποταμός
Ποταμός με τα ορμητικά νερά ήταν στη μέση, οι Μακεδόνες
Και οι Ινδοί του Πώρου βρίσκονταν αριστερά και δεξιά του
ποταμό΄
Ποταμού. Περνώντας στην άλλη τοιχογραφία, οι Μακεδόνες
Βάδιζαν εναντίον του Πώρου αφού πέρασαν νύχτα το ποτάμι.
Οι τοιχογραφίες διαδέχονταν η μία την άλλη αβίαστα ως
συνεχής
α-συνέχεια του χρόνου. Στην τρίτη τοιχογραφία, οι στρατοί
ήταν παραταγμένοι σε θέση μάχης. Ο Πώρος
είχε τοποθετήσει διακόσιους ελέφαντες μπροστά
κι από πίσω το πεζικό και τα άρματα,
ενώ το Μακεδονικό ιππικό ορμούσε εναντίον των Περσών.
94
ΡΑΨΩΔΙΑ
ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
Ο ΧΡΥΣΟΣ ΗΡΩΑΣ
ΕΛΛΑΔΑ
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ-
ΠΕΛΛΑ
ΒΑΣΙΛΙΚΑ
ΑΝΑΚΤΟΡΑ
386-323
π .χ
102
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ
ΤΟΥ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
Ο Αριστοτέλης – ο περίφημος Έλληνας φιλόσοφος
Και οι μαθητές του, ο Αλέξανδρος διάδοχος του θρόνου,
Ο Πτολεμαίος, ο Σέλευκος, ο Ηφαιστίωνας, ο Κλείτος,
Ο Λυσίμαχος κι άλλοι έκαναν μάθημα στην αίθουσα διδασκαλίας,
Στα ανάκτορα της Πέλλας.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ – ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ
Αγαπημένοι μου μαθητές
Ο κύκλος των μαθημάτων αρχίζει με την Τραγωδία.
Η ποίηση της τραγωδίας φέρνει το Φως
Γι αυτό είμαστε πυρφόροι
Αποκαλύπτοντας το Είναι εν τω Γίγνεσθαι
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ – ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΤΟΥ ΘΡΟΝΟΥ-
ΜΑΘΗΤΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
Μεγάλε Δάσκαλε –
Οι τραγικοί ήρωες ο Οιδίποδας, η Ηλέκτρα, η Αντιγόνη
Ακολουθούν τη μοίρα τους,
Χωρίς να μπορούν να την αλλάξουν,
Αν και γνωρίζουν
Ότι οδηγούνται στο θάνατο.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ – ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ
Φίλοι μου η ποίηση της τραγωδίας αποκαλύπτει την αλήθεια
Έστιν ουν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας
Και τελείας, μέγεθος εχούσης, ηδυσμένο λόγω,
Χωρίς έκαστον των
ειδών εν τοις μορίοις,
Δρώντων κι ου δι απαγγελίας δι΄ ελέου
Και φόβου περαίνουσα των των
Τοιούτων παθημάτων ΚΑΘΑΡΣΙΝ
( Ποιητική Αριστοτέλους )
103
Η τραγωδία λοιπόν είναι μίμηση μιας πράξεως φοβερής
Και ολοκληρωμένης με
ανάλογο μέγεθος
Μίμησης που γίνεται με εξωραϊσμένο Λόγο.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ – ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕ ΕΞΑΨΗ
Αλλά στα διάφορα μέρη της τραγωδίας συναντούμε
Διαφορετικά είδη αυτού του λόγου, μίμησης που γίνεται
με τη δράση προσώπων και όχι αφηγηματική.
Ο ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΣ πήρε το
λόγο για να δείξει
Ότι είναι εξίσου καλός μαθητής.
Πετυχαίνει την ΚΑΘΑΡΣΗ όσων αναπαρίστανται
φοβερών κι οικτρών συμβάντων με το Φόβο και τον Έλεο
Που προκαλεί.
(Ποιητική Αριστοτέλους)
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Πάθος δε έστι πράξις φθαρτική ή οδυνηρά
Οίον τε εν τω φανερό θάνατοι κι περιωδονίαι
Και τρώσεις και όσα τοιούτα
(Ποιητική Αριστοτέλους 525, 11 )
ΣΕΛΕΥΚΟΣ –ΜΑΘΗΤΗΣ
Δηλαδή Δάσκαλε
Ο κόσμος είναι τραγικός.
Το Πάθος προκαλεί το Άγνωστο.
-Αυτό – που δεν ξέρουμε.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Τα –Είδη – είναι ορατά με τις Αισθήσεις
Φανερώνουν τον κόσμο τον –Ίδιο- το Θεό.
Ο θείος Πλάτωνας είπε πως οι Άυλες Ουσίες
Είναι η Αρχή και το Τέλος της κίνησης των πάντων.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ – ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΤΟΥ ΘΡΟΝΟΥ – ΜΑΘΗΤΗΣ
104
Η διαλεκτική του χρόνου αποκαλύπτει την Ύψιστη Αρμονία
Το φως του Είναι εν τω Γίγνεσθαι
-κοίταξε γύρω και ανέπνευσε βαθιά-
Η Μακεδονική Γη ευωδιάζει μεθυστικά
Ανθισμένη μες τα πράσινα- τα κόκκινα- τα λευκά
Αποκαλύπτει τη – Βασιλική Οδό-.,
Τον τρόπο των Μακεδόνων.
ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΣ – ΜΑΘΗΤΗΣ
Είναι φως
Σ’ αυτήν κατοικούν οι Θεοί.
Οι Άλλοι είμαστε Εμείς.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
-Ίδιοι – με το χρόνο – την Ιστορία
αποκαλύπτουμε το Α- ΊΔΙΟ –
Την Αϊδιότητα του Ίδιου.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
ΤΟ ΙΔΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ
Κινούν την Ιστορία- τον Ανθρωπότητα.
Δημιουργούν μια γενεαλογία του κόσμου
Όπου όλα είναι αλήθεια κι ελευθερία
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Η Ετερότητα εκδηλώνεται μες την Πόλη- το Κράτος
οι πολίτες δημιουργούν τα αριστουργήματά τους,
Κάνουν τις μεγάλες δημιουργίες.
ΣΕΛΕΥΚΟΣ
< Πάντων χρημάτων άνθρωπος μέτρον
των μεν όντων ως έστι, των δ’ ουκ όντων ως ουκ έστι.>
είπε ο Πρωταγόρας >
105
Ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄- της Μακεδονίας μπήκε στο μεγάλο
θέατρο
των Αιγών – μόνος- χωρίς τη φρουρά του. Είχε μεγάλη
εμπιστοσύνη στον Εαυτό του κι τους Μακεδόνες.
Όμως ο Παυσανίας- ένας ευγενής της Αυλής- ο πιο έμπιστος σωματοφύλακάς
του είχε άλλη γνώμη. Καθώς ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄ χαιρετούσε τον κόσμο που τον
επευφημούσε, Αυτός προχώρησε μπροστά στη
σκηνή του θεάτρου κι φώναξε.
Φίλιππε εμείς οι δύο έχουμε μια εκκρεμότητα δεν ικανοποίησες
την βαριά ύβρι εκ μέρους του Αττάλου.
Παυσανία δεν είναι η ώρα – το κατάλληλο μέρος, μπροστά σε
όλο τον κόσμο-δείχνει τον κόσμο στις κερκίδες του θεάτρου- μια Άλλη φορά –
Ο θρασύς Άτταλος με
προκάλεσε βάναυσα κι δεν έκανες τίποτα
Αθέτησες το λόγο σου, πως επέτρεψες κάτι τέτοιο.
Ευγενικέ – υπέροχε Παυσανία
Τι πας να κάνεις, αμφισβητείς το βασιλιά σου μπρος στους
Μακεδόνες.
Δείξε λίγο σεβασμό, είναι ο καλύτερός σου Φίλος. Πόσες φορές
δεν στάθηκε δίπλά σου κι σε γλίτωσε από περιπέτειες.
Εμπρός λοιπόν μίλα τι έχεις να πεις απάντησε οργισμένος ο
μακεδόνας βασιλιάς. Δεν περίμενε μια τέτοια αντίδραση από τον πιο πιστό φίλο
του.
Με προκαλείς μπρος στους Επισήμους, τους Στρατηγούς
Το στράτευμα- το λαό, ξέρεις πολύ καλά πως δεν θα κάνω πίσω.
Τέτοια προσβολή – τέτοια ντροπή δεν τη δέχομαι από κανέναν –
ούτε από βασιλιά-
ούτε από εσένα.
Αυτά είπε κι όρμησε εναντίον του Φιλίππου Β΄ καρφώνοντας το
σπαθί
στην κοιλιά του βασιλιά. Όλοι έμειναν άφωνοι- ξαφνιάστηκαν.
Αυτό για να μάθεις να μην είσαι αχάριστος- αλαζόνας
–υποκριτής,
Να μην εγκαταλείπεις τους δικούς σου Ανθρώπους.
Παυσανία εσύ!!!- εσύ!!!
Ο πιο έμπιστος άνθρωπός μου- με πρόδωσες – συνωμότησες
εναντίον μου. Διάλεξες να με δολοφονήσεις μέσα στο θέατρο, μπρος σε όλο τον
κόσμο. Τι άδοξο τέλος έχω- περίμενα να πεθάνω όρθιος στη μάχη.
Είπε συγκλονισμένος – σκόνταψε κι έπεσε στην αγκαλιά της
Ολυμπιάδας
Ο Παυσανίας τράβηξε το σπαθί από την κοιλιά του βασιλιά, κι
έφυγε τρέχοντας από το θέατρο με τους συνωμότες. Ανέβηκαν στα άλογα που τους
περίμεναν από έξω κι έφυγαν καλπάζοντας.
112
Φίλιππε – Φίλιππε αγαπημένε
Ένα γιατρό- ένα γιατρό ο βασιλιάς πεθαίνει- είναι ανήμπορος.
Μη μας εγκαταλείπεις – τι θα απογίνουμε ο γιος σου ο
Αλέξανδρος !!!
Φώναξε σπαρακτικά η γυναίκα του η Ολυμπιάδα.
Αλέξανδρε Εσύ είσαι ο
διάδοχος του θρόνου
Αντίπατρε ΝΑ ΑΝΑΚΗΡΥΧΤΕΙ ΒΑΣΙΛΙΑΣ
Να μην υπάρξει κενό εξουσίας κι το εκμεταλευτεί κάποιος
άλλος.
Φίλιππε μείνε ήσυχος ο στρατός θα τον αναγνωρίσει ως το νέο
βασιλιά
Της Μακεδονίας- κανείς δεν θα προβάλλει αντίσταση.
Ο βασιλιάς Φίλιππος ενώ ξεψυχάει φώναξε με όλη τη δύναμη της
ψυχής του, συγκλονίστηκε όλο το θέατρο, οι μακεδόνες κοιτάζονταν περίλυποι.
Ο Παυσανίας ο προδότης- ο δολοφόνος
Να καταδιώξετε και να σκοτώσετε τους συνωμότες.
Αλέξανδρε – Αλέξανδρε
Γιε μου που είσαι.
Έλα να σ’ αγγίξω- να σε χαϊδέψω λιγάκι.
Φεύγω –φεύγω Εσύ είσαι ο νέος βασιλιάς
Αναλαμβάνεις να πραγματοποιήσεις το μεγάλο μας Όνειρο,
Την εκστρατεία κατά της Περσίας.
Να προσέχεις του εχθρούς , θα σε στηρίξει ο Αντίπατρος.
Πατέρα – πατέρα
Μη μιλάς –χάνεις δυνάμεις .
Θα γίνεις καλά – θα ζήσεις σε χρειάζομαι, είμαι πολύ νέος
ακόμα.
Είναι αργά- πολύ αργά
Μη με ξεχάσεις σ’ αγάπησα αληθινά. Όλα για σένα τα έκανα,
Ήθελα να σου παραδώσω ένα μεγάλο βασίλειο,
Είπε ο Φίλιππος Β΄ ο βασιλιάς της Μακεδονίας κι ξεψύχησε.
Ανάστατος ο κόσμος στις κερκίδες ρωτούσε-
Πέθανε ο βασιλιάς- ποιος θα τον διαδεχτεί- τι θα κάνουν οι
συνωμότες.
Πολύς κόσμος μαζεύτηκε από γύρω να δει εάν είναι αλήθεια
Ο βασιλιάς σώθηκε!! Ρωτούσαν ανήσυχοι οι θεατές από την
κερκίδα
Τι απέγινε ο Φίλιππος σκοτώθηκε!!!. Τι θα κάνουν οι
συνωμότες,
Πως σκότωσαν ένα τόσο λαμπρό βασιλιά.
Ο Αντίπατρος ο πιο σπουδαίος φίλος του, ο Φίλιππος πολλές
φορές τον άφηνε ως αντικαταστάτη του, προχώρησε συγκλονισμένος αργά – αργά στο
κέντρο της σκηνής κι ως άλλος τραγικός ήρωας ανακοίνωσε το τρομερό νέο.
113
Μακεδόνες κουράγιο - ο βασιλιάς Φίλιππος ο Β΄ είναι νεκρός
Οι δολοφόνοι πέτυχαν το σκοπό τους. όμως κανείς και τίποτα
δεν θα αλλάξει την πορεία της Μακεδονίας προς τη δόξα.
Τι κρίμα είπαν οι
θεατές μεταξύ τους, έφυγε νωρίς – είχε χρόνια ακόμα. Δολοφονήθηκε από τους
εχθρούς του μπρος στα μάτια μας,
Η πιο αποτρόπαια πράξη που έγινε ποτέ.
Ένας γενναίος πολεμιστής, εξαίρετος πολιτικός κι έξυπνος
διπλωμάτης, θα αφήσει μεγάλο κενό, μπαίνουμε σε περιπέτειες.
Ο Αντίπατρος ο αντικαταστάτης του βασιλιά Φιλίππου προχώρησε
συγκλονισμένος στη σκηνή λέγοντας σπαρακτικά.
Γενναίοι – περήφανοι Μακεδόνες.
Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΠΕΘΑΝΕ
Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΖΕΙ
Τράβηξε τον Αλέξανδρο από το χέρι κι τον παρουσίασε στον κόσμο-
με περηφάνεια λες κι ήταν γιος του.
Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
Ο ΝΕΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Όλοι μαζί οι μακεδόνες στο θέατρο απάντησαν δυνατά με όση
φωνή είχαν.
Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
Ο ΝΕΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
Ο Αλέξανδρος ο νεαρός βασιλιάς της Μακεδονίας συνάντησε
συγκινημένος την αγαπημένη του Αφροδίτη, στους φημισμένους κήπους του παλατιού
στην Πέλλα. Ήθελε να αποχαιρετήσει – να δει για τελευταία φορά τη νεαρή
αριστοκράτισσα της Αυλής.
Σε λίγο έφευγε – άρχιζε η μεγάλη εκστρατεία κατά της
Περσίας.
Πραγματοποιούσε με αυτό τον τρόπο την επιθυμία του πατέρα
του, κι το δικό του όνειρο, να
κατακτήσει την Περσική Αυτοκρατορία κι να πάρει κεδίκηση για τα δεινά που υπέστησαν οι Έλληνες από
τις εκστρατείες των Περσών κατά της
Ελλάδας.
Η Ωραία Αφροδίτη, μια νεαρή αριστοκράτισσα της μακεδονικής
αυλής
114
Ήταν γα αγαπημένη του νεαρού βασιλιά.
Αλέξανδρε αληθεύει πως αύριο είναι η μεγάλη μέρα, Πως
ξεκινάει
η ιστορική εκστρατεία κατά των Περσών, της Ανατολής.
Πραγματοποιείται το όνειρο του πατέρα μου – του Φιλίππου
Κρίμα που δεν ζει – να έρθει μαζί μας. Το ήθελε τόσο πολύ.
Ξεκινάς τη μεγαλύτερη περιπέτεια της ζωής σου. Έχεις δίπλα
σου όλους τους Έλληνες. Πρόσεχε μη σκοτωθείς - σε θέλω πίσω ζωντανό.
Τι θα κάνω χωρίς εσίνα.
Θα με περιμένεις!! Αφροδίτη μόνο εσένα αγάπησα - είσαι ο
έρωτας μου ο παιδικός. Μόνο εσένα θα σκέφτομαι όταν θα πολεμάω, τις ώρες
τις μεγάλη Μοναξιάς .
Αλέξανδρε είσαι ο πιο γενναίος πολεμιστής. Θα γίνεις ο
μεγαλύτερος κατακτητής του κόσμου. Είσαι ένας υπέροχος άνθρωπος ευγενικός –
ευφυής με σπουδαία παιδεία , με κατέκτησες με την πρώτη ματιά.
Ωραία Αφροδίτη είσαι μια θαυμάσια κοπέλα. Θα γινόσουν μια σπουδαία βασίλισσα, η
καλύτερη μητέρα της Μακεδονίας.
Αλέξανδρε Αυτό ονειρευόμουν από μικρό παιδί. Μ’ αυτό
μεγάλωσα.
Με κολακεύει γιατί με
προτιμάς από τις άλλες ερωμένες την Άρτεμη
Την Ηρώ – τη Νιόβη. Νιώθω πολύ κολεκευμένη.
Μόνο Εσύ μ’ έκανες να νιώσω πραγματικά ευτυχισμένος
Με σένα σταματάει ο χρόνος. Μύρισε ο κήπος ευωδιάζει μεθυστικά αρώματα. Είναι στην
καλύτερη εποχή του.
Σαν τον έρωτα μας να θυμάσαι όσα ζήσαμε εκεί πέρα στην
Ανατολή.
Είσαι πιο ωραία κι από τη θεά Αφροδίτη, Δαφνοστεφανωμένη με
τέλειες αναλογίες Η προσωποποίηση της Ελληνικής Ομορφιάς, όμοιά σου δεν έχει
άλλη..
Κι εσύ Αλέξανδρε είσαι θεϊκός , ο πρώτος μεταξύ των Ελλήνων.
Τι βλέπω συγκινήθηκες, η θλίψη – η νοσταλγία πλημμύρισαν την
καρδιά σου. Ο Αλέξανδρος συνήλθε γρήγορα
από την συγκίνηση και είπε τρυφερά. Άκουσε – άκουσε το θρόισμα των φύλλων, το κελάδημα των
πουλιών μιλούν για την Αγάπη
Η δροσερή σκιά είναι βάλσαμο για το χωρισμό. Μακριά σου θα
είναι σαν να μη ζω αληθινά, δεν ξέρω που θα βρω παρηγοριά.
Ευγενική Αφροδίτη
ζήσε τις στιγμές – είναι μοναδικές.
Σ’ αγαπάω μ’ ακούς, ο Έρωτας όλα τα νικάει, κανείς δεν τα
έβαλε μαζί του.
Άκουσε – άκουσε τη μουσική των νερών πως τρέχουν αέναα –
αιώνια
115
ΒΑΒΥΛΩΝΑ
ΠΑΛΑΤΙ ΤΟΥ ΝΑΒΟΥΧΟΔΟΝΟΣΟΡΑ
Β΄
19 ΤΟΥ ΜΗΝΟΣ ΔΑΙΣΙΟΥ-
(ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΣ ΤΟΥ ΜΑΙΟΥ) 323 π. χ
129
Ο Αλέξανδρος έδινε τη
μάχη με το θάνατο, στο παλάτι του Ναβουχοδονόσορα Β΄ στη Βαβυλώνα.
Η ιδέα πως θα πεθάνει νέος -κατέτρεχε το μεγάλο βασιλιά.
Πρώτα ο μάντης Πυθαγόρας μάντεψε πως τα σφάγια των ζώων έδειχναν
Ότι δεν θα ζήσει πολύ. Οι Χαλδαίοι ιερείς στη Βαβυλώνα είπαν
στο θρυλικό Αλέξανδρο, πως εάν έμενε στην πόλη
θα πάθαινε κάτι πολύ κακό. Αυτό το δείπνο ήταν Μοιραίο κάτι έφαγα και με
πείραξε.
Όσο περνάει η ώρα γίνομαι κι χειρότερα. Πρέπει να ασκήσω και
τα καθήκοντά μου, είναι πολλά.
Ποιος πείραξε το φαγητό -ποιος δηλητηρίασε το βασιλιά μας.
Αναρωτήθηκαν οι ηρωικοί
Μακεδόνες
Τι έγινε τελικά ήρθε ο Νέαρχος με το στόλο. Ανυπομονώ να
μάθω νέα του, έλεγε κι ξανάλεγε ο βασιλιάς του μακεδονικού κράτους.
Εδώ είμαι βασιλιά μου μόλις έφθασα γιατί ανυπομονείς
Ρώτησε ο Νέαρχος ο αρχηγός του στόλου όταν παρουσιάστηκε
μπροστά του. Έλα λέγε μη με κρατάς άλλο σε αγωνία, περίμενα τόσο καιρό να μάθω
νέα σου.
Άκουσε Αλέξανδρε οι περιπέτειες στον Ινδικό δεν είχαν τέλος
Έγιναν φοβερά κι τρομερά πράγματα.
Ο Νέαρχος άρχισε να εξιστορεί τις περιπέτειες , τις
κατακτήσεις
κι ο Αλέξανδρος άκουγε συνεπαρμένος.
Ο Αχιλλέας – ο Οδυσσέας στάθηκαν τυχεροί
Σκέφτηκε – είχαν τον Όμηρο να τραγουδήσει τα κατορθώματά
τους.
Για μένα ποιος μεγάλος ποιητής θα τραγουδήσει τις
κατακτήσεις μου.
Νέαρχε είπες συγκλονιστικές ιστορίες όμως κουράστηκα,
Νιώθω πολύ καταβλημένος
22 ΤΟΥ ΜΗΝΟΣ ΔΑΙΣΙΟΥ (ΜΑΙΟΣ )
Όσο παει κι χειροτερεύω γρήγορα να φωνάξτε τους στρατηγούς
μου
Διέταξε ο μεγάλος βασιλιάς. Με δυσκολία μίλησε με μερικούς
στρατηγούς. Από ένα σημείο κι μετά δεν μπορούσε ούτε καν να αρθρώσει λέξη.
Κουνούσε λίγο το κεφάλι, τα μάτια , τα χέρια κι αυτοί υπέβαλαν τα σέβη τους.
Έλεγαν συγκλονισμένοι λόγια παρηγοριάς , αγάπης κι αφοσίωσης. Οι αξιωματικοί –
οι στρατιώτες πέρασαν όλοι από μπροστά χαιρετώντας για τελευταία φορά το μεγάλο
βασιλιά-
130
ΤΟ ΜΕΓΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ.
Αλέξανδρε με τις κατακτήσεις σου διέδωσες τον Ελληνικό
Πολιτισμό
Την Ελληνική Γλώσσα. Έγιναν παντού μεγάλες αλλαγές.
Πάντα ονειρευόμουν να ενώσω τους Έλληνες σε ένα μεγάλο
Κράτος- Ελληνικό, κι ας αντιδρούσαν οι Αθηναίοι με τους Θηβαίους.
Με τριάντα χιλιάδες στρατό κι την περίφημη μακεδονική
φάλαγγα
Κατέκτησες την Περσική Αυτοκρατορία, την Οικουμένη όλη.
Άνοιξη του 334 ξεκινήσαμε από την Πέλλα.
Ωχ!!ωχ!! γύρισε το μυαλό μου !! Δεν νιώθω καλά- μια δυσφορία
Νέαρχε τελειώνω- τελειώνω, έχω ένα κακό προαίσθημα.
Βασιλιά μου μη μιλάς έτσι – με τρομάζεις- Οι γιατροί – που
είναι
οι γιατροί γιατί
αργούν.
Σβήνω αργά – αργά – τρέμω ολόκληρος καταποντίζεται η ψυχή
μου στην άβυσσο. Κανείς δεν βρήκε -τι έχω - από τι πάσχω- για να γιατρευτώ.
Θα βρούμε εμείς φθάσαμε ως εδώ – δώσαμε τόσες μάχες,
Θα μας σταματήσει μια αρρώστια ένα- κρύωμα-.
Είμαι ήδη ένας Άλλος. Πόσο άδικα φεύγω τόσο νέος
Πάνω στην καλύτερη ηλικία τη μεγάλη μου δόξα. Δεν πρόλαβα να
χαρώ
ΕΊΜΑΙ ΤΡΙΑΝΤΑ ΔΥΟ ΧΡΟΝΩΝ ΚΙ ΈΝΤΕΚΑ ΜΗΝΩΝ-
ΤΡΙΑΝΤΑΤΡΙΑ
Ο Αλέξανδρος τριάντα δύο
χρονών μέσα σε δέκα χρόνια κατέκτησε τον κόσμο.
Πόσο λυπήθηκα για τον Κλείτο- μου έσωσε τη ζωή στο Γρανικό
ποταμό.
Πάνω στην οργή – τα νεύρα τον σκότωσα με τα χέρια μου
Στη Μαρακάνδα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΕ ΚΛΑΙΣ
Ποτέ δεν ξεπέρασες το
θάνατο του Σωτήρα σου, ποτέ δεν θρήνησες
τόσο άλλον άνθρωπο ΤΟ ΔΑΚΡΥ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ.
Θέλησα να βάλω ένα τέλος στη ζωή μου, ευτυχώς με κρατήσατε.
Οι Ερινύες άλλαξαν τα μυαλά μου με ήθελαν κοντά τους.
Βλέπεις Νέαρχε να δεν είναι τίποτα – παει πέρασε
Μια αρρώστια είναι θα
την νικήσω κι αυτή. Δεν μ’ αφήνει κι η δουλειά να πάρω ανάσα. Πρέπει να
διοικήσω το Μακεδονικό Κράτος.
Αλέξανδρε κάνε κουράγιο να αντλήσεις δύναμη από εμάς
Τους γενναίους Μακεδόνες, είμαστε δίπλα σου.
Ζαλίζομαι – χάνω το φως μου, την αίσθηση του χρόνου,
Ξεχνάω που βρίσκομαι- παθαίνω διαλείψεις.
131
Ο στρατηγός Περδίκας μπήκε μέσα ανήσυχος, ήταν πολύ
αναστατωμένος από αυτά που άκουγε κι ήθελε να δει εάν είναι αλήθεια.
Αλέξανδρε – μεγάλε βσσιλιά
Σε χαιρετώ- ήρθα όσο πιο γρήγορα μπορούσα.
Συνετέ Περδίκα δεν θα
ξεχάσω ποτέ -πως μαζί με τον Λεοννάτο
Σκοτώσατε τον δολοφόνο του πατέρα μου – του Φιλίππου.
Για αυτό σου δίνω ΤΟ ΔΑΚΤΥΛΙΔΙ –ως ένδειξη τιμής κι
εμπιστοσύνης.
Πλησιάζει το τέλος μου, π αδερφός μου ο Αρριδαίος θέλει έναν
Επίτροπο, δεν είναι έτοιμος να αναλάβει την εξουσία.
Θα το ξεπεράσεις κι αυτό. Τίποτα δεν σε λύγισε- ποτέ δεν
κάνεις πίσω
Όπως ο Δαρείος ο τρίτος στην μάχη της Ισσού, που το έσκασε
με το άρμα του να μη σκοτωθεί.
Δεν θα ξεχάσω πως αντέδρασε η μητέρα του Δαρείου
Όταν με μπέρδεψε με τον Ηφαιστίωνα.
Φορούσε πάντα πιο λαμπρά ρούχα έμοιαζε με βασιλιά. Ήταν πιο
εντυπωσιακός κι από σένα
Απάντησα πως << Δεν κάνετε λάθος κι αυτός Αλέξανδρος
είναι>>
Παντρεύτηκε την κόρη του Δαρείου – τη Δρυπέτιδα.
Θυμάμαι πως τον έθαψες με βασιλικές τιμές μετά το θάνατό του
στα Εκβάτανα. Δεν θρήνησα πιο πολύ κανέναν. Ήταν παιδικός
μου φίλος
Μου θύμιζε τη Μακεδονία, τον άνεμο που στο πέρασμά του
σαρώνει
τα πάντα όταν κατεβαίνει από τον Αξιό ποταμό. -Μη φύγετε-
Να βλέπετε πως πετάει η ψυχή μου- έγινε άυλο φως
πάει να συναντήσει τον αγαπημένο μου φίλο. Αλέξανδρε είσαι εδώ μαζί μας
– ζωντανός-
Μη λες τέτοια πράγματα – μαυρίζεις την ψυχή μου.
Να προσέχετε την Αγαπημένη μου Ρωξάνη, μόνο αυτή κι την
Ωραία Αφροδίτη αγάπησα αληθινά. Το γιο μου, θα αργήσει να αναλάβει καθήκοντα.
Οι Ερινύες φωνάζουν τρομακτικές με
καλούν κοντά τους.
Αλέξανδρε δεν θα σ’
αφήσουμε μόνο- πάντα σε στηρίζαμε.
Σφυρίζουν τα αυτιά μου πάω να τρελαθώ.Οι άθλιες τρυπούν τα
μυαλά- τα μεδούλια Είμαι καταδικασμένος -δεν υπάρχει ελπίδα.
Βασιλιά μου όλα τώρα αρχίζουν, Οι κύκλοι του θανάτου
φανερώνουν το άνοιγμα, το πέρασμα στον πολυδιάστατο μεγάλο χρόνο.
Ο πραγματικός διάδοχος
του Αλεξάνδρου διατήρησε την ενότητα του Μακεδονικού Κράτους. Όταν ο σατράπης
της Φρυγίας Αντίγονος
Κι ο σατράπης της Αιγύπτου Πτολεμαίος ξεσηκώθηκαν κατά του
132
Περδίκα, Αυτός βάδισε εναντίον τους. Κατά τη διάβαση του
Νείλου
Πολλοί στρατιώτες κατασπαράχτηκαν από τους κροκοδείλους.
Το στράτευμα αντέδρασε κι δυο αξιωματικοί ο Αντιγένης κι ο
Σέλευκος
Δολοφόνησαν τον Περδίκα. Τόσο άδοξα πέθανε ο μεγαλύτερος
μακεδόνας στρατηγός , μετά οι διάδοχοι
σκότωσαν τη Ρωξάνη
Κι το γιο της τον Αλέξανδρο Δ΄ - το γιο του Αλέξανδρου.
Η Ρωξάνη- η γυναίκα του Αλέξανδρου μπήκε μόλις έμαθε πως η
υγεία του βασιλιά επιδεινώθηκε ραγδαία.
Αλέξανδρε αγαπημένε πως το έπαθες αυτό. Εσύ ήσουν πιο γερός
κι από λιοντάρι. Δεν αρρώστησες ποτέ.
Ησύχασε Ρωξάνη δεν είναι τίποτα – θα περάσει.
Έσκυψε – τον αγκάλιασε -έπιασε το μέτωπό του τον φίλησε κι
είπε συγκινημένη. Εσύ καις ολόκληρος , τι πυρετός είναι αυτός. Οι γιατροί – οι
γιατροί τι κάνουν οι γιατροί,, που εξαφανίστηκαν.
Κρύωσα λίγο – έκανα μπάνιο. Ίσως φταιει το γεύμα- το μεγάλο
μεθύσι.
Είπε ο Αλέξανδρος.
Ποιο μπάνιο γιατί δεν προσέχεις. ποιο φαγητό. Μήπως έβαλαν
κάτι στο φαγητό. Οι Γιατροί έδωσαν το Αντιφάρμακο;
Τι έπαθε ο βασιλιάς. Κρύωσε πράγματι; Ίσως κάποιος τον
δηλητηρίασε.
Μήπως κόλλησε ασθένεια από Γυναίκα, ή πεθαίνει από το
μεθύσι,
Κουράστηκε από πολέμους.
Αλέξανδρε μη μας αφήνεις -τι θα απογίνουμε- κινδυνεύει ο γιος μας.
Έρχεται –έρχεται –στην ώρα του. –χαϊδεύει την κοιλιά της-.
Ησύχασε είστε υπό την προστασία του Περδίκα. Όπως έμεινε
πιστός σε μένα το –Ίδιο- θα κάνει για το γιο μου κι τη μητέρα του.
Ο στρατηγός Περδίκας συμφώνησε καθησυχάζοντας την αναστατωμένη Ρωξάνη που ήταν πολύ
στεναχωρημένη αλλά δεν το έδειχνε.
Οι νεκροί χιλιάδες στα πεδία των μαχών, κατέκτησα τον κόσμο,
Κι όμως φεύγω τόσο νέος- τριάντα δύο χρονών. Πίστεψα ότι
μπορούσα να αλλάξω τον κόσμο, να κάνω το Ελληνικό θαύμα.
Τα κατάφερες Αλέξανδρε κοίταξε την Περσία- την Αίγυπτο- την
Ινδία.
Άλλαξαν όλα –- οι Πόλεις- οι Άνθρωποι- οι Ιδέες
ΕΓΙΝΑΝ ΟΛΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ -ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ φώναξαν όλοι μαζί.
Όλοι είμαστε – Ίδιοι- αν κι διαφορετικοί. Κανείς δεν είναι
ανώτερος
ή κατώτερος από τον Άλλον.
Βλέπω να καλπάζω ελεύθερος πάνω στον Βουκεφάλα, στις εύφορες
133
πεδιάδες της Μακεδονίας. Μύρισε άνοιξη – ευωδιάζει ο αέρας.
Η Ρωξάνη- ο Περδίκας κι οι άλλοι κοιτάχτηκαν περίεργοι.
Αλέξανδρε σ’ αγάπησα με πάθος ο έρωτας πήρε τα μυαλά μου.
Πόσο σ’ αγάπησα -είσαι η μάνα του γιου μου –του Αλέξανδρου.
Ο έρωτας ο θάνατος ο μεταθάνατος κυριαρχούσαν στη ζωή του
Αλέξανδρου.
Ρωξάνη σ’ αγαπάω μ’ ακούς.
Άκουσε το αιώνιο παράπονο ενός βασιλιά που πέθανε πολύ νέος.
Πρωί σε πρωτοείδα – θυμάσαι- έταν κατέκτησα το φρούριο του
πατέρα σου του Υαξέρτη. Σ’ ερωτεύτηκα με την πρώτη ματιά
Μ’ ένα σου βλέμμα κατέκτησες το μεγαλύτερο κατακτητή του
κόσμου.
Η ευτυχία μου έφθασε ως το άπειρο, Κανείς δεν νίκησε τον
Έρωτα.
Αλέξανδρε σ’ αγαπάω μ’ ακούς.
Μαγεύτηκα μόλις σε είδα εκείνο το πρωινό.
Ένας Έλληνας θεός είπα μέσα μου. Ο Έρωτας είναι ΑΝΙΚΗΤΟΣ.
Είσαι ο πατέρας του γιου μου- του Αλέξανδρου Πώς να το
ξεχάσω.
Μη φεύγεις -τι θα κάνουμε μόνοι. Να η καρδιά μου- κοίταξε
πως κτυπάει
Πεθαίνω για σένα. Οι Έλληνες θα σε μνημονεύουν στους αιώνες
των αιώνων.
Το μόνο που θέλω- είναι να ολοκληρώσω το έργο μου.Ο
δρόμος του κατακτητή είναι μοναχικός. Α!
α!! οι Ερινύες πάνε να μ’ αποτελειώσουν
Καίγομαι ολόκληρος. Βλέπω το -Άγνωστο-πορεύομαι πέρα από το
άνοιγμα.
Η Ρωξάνη προσπάθησε να κρύψει τα δάκρυα, Έβλεπε τον
Αλέξανδρο
σε άσχημη κατάσταση, Κατάλαβε πως έφθασε το τέλος.
Οι χθόνιες δυνάμεις έκαναν τη δουλειά τους, Αλέξανδρε
έρχεται ΚΑΘΑΡΣΗ Κάνε υπομονή.
Περδίκα σήμανε επίθεση του ιππικού, Να ηχήσουν οι σάλπιγγες-
τα τύμπανα του πολέμου.Βήχω- βήχω συνέχεια – βήχει-
Κι αναπνέω με δυσκολία.
Τρέμω ολόκληρος- πονάει το στομάχι μου.
Ο πυρετός με κάνει και παραλογίζομαι- χάνω την αίσθηση του
χώρου
Έχω σπασμούς.
Μέσα σε δέκα χρόνια κυρίευσες τον κόσμο. Κατάφερες το
–Αδύνατο-
Να αλλάξεις τον κόσμο. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο επίτευγμα.
134
Ρωξάνη – Περδίκα
Μια περίεργη γαλήνη κυρίευσε το Νου, είδα το θάνατο
κατάματα.
Τώρα τον βλέπω να έρχεται απειλητικός. Ποτέ δεν φοβήθηκα
Τον νίκησα πολλές φορές – αν κι ΑΝΙΚΗΤΟΣ-. Νιώθω κουρασμένος – εξαντλημένος –έχασα πολλές
δυνάμεις.
Αλέξανδρε κρατήσου- μείνε – μείνε, κοίταξε όλοι οι Έλληνες
ξαγρυπνούν στο προσκεφάλι σου. Ζήσαμε έναν αθάνατο έρωτα.
Ρωξάνη όλα είναι –Ερχόμενα-- σ’ αγάπησα όσο τίποτα άλλο
Φλέγονται τα σωθικά μου.
Ο Πτολεμαίος ο Α΄ - ο Λάγου ή Σωτήρ-( 337-283 Π. Χ) γιος του Λάγου
Πολλοί πίστευαν πως ήταν νόθος αδερφός του Αλέξανδρου.
Είχαν τον ίδιο δάσκαλο το σοφό Αριστοτέλη. Ο σωματοφύλακας του
βασιλιά, τον έσωσε στην άλωση των Οξυδράκων γι αυτό ονομάστηκε Σωτήρ.
Αλέξανδρε παιδικέ μου φίλε -τι γίνεται με την υγεία σου.
Ανησυχώ!!
Οι γιατροί δεν βρήκαν ακόμα την αιτία. Ψάχνουν – φταιει
λένε το κρυολόγημα, μ’ έριξε κάτω ο
πυρετός.
Δεν είναι τίποτα θα περάσει!!!. – κοιτάζει γύρω ανήσυχα-
Ξέρεις οι διδαχές – τα λόγια του δασκάλου μας του Αριστοτέλη
Πάντα με συντροφεύουν.
Τα μαθήματα – οι ατελείωτες συζητήσεις στους μακρινούς
περιπάτους.
Έδωσα οκτακόσια τάλαντα στον Αριστοτέλη να μελετήσει νέα έργα.
Είχε πει πως είναι καλύτερα να αλλάξεις μια πολιτεία
Παρά να την κτίσεις από την αρχή, είχε πολύ δίκιο.
Αυτό δεν κάνουμε με τις διαφορετικές πόλεις του Μακεδονικού
Κράτους. Φέρνουμε τους λαούς πιο κοντά στον Ελληνικό Πολιτισμό
Για να τον αφομοιώσουν, κι εμείς προσπαθούμε να κατανοήσουμε
Τους δικούς τους.
Η Ένωση- η Σύνθεση διαφορετικών Πολιτισμών δημιούργησε ένα
-ΝΕΟ- Αυτόν του Αλέξανδρου. Η Περσία προσέφερε τον πλούτο κι οι Έλληνες έδωσαν
τον Πολιτισμό- την Παιδεία- τη Γνώση.
Ρωξάνη φέρε ένα μαξιλάρι να ακουμπήσω καλύτερα, δεν μπορώ να
στηρίξω το κεφάλι μου, πονάει ο αυχένας – ο λαιμός.
Η Ρωξάνη έδωσε αμέσως ένα μεγάλο μαξιλάρι να ακουμπήσει ο
βασιλιάς.
Η οικονομική ανάπτυξη είναι αναγκαία, μόνο έτσι θα
ευτυχήσουν οι
λαοί. Γι αυτό έκοψα ένα κοινό νόμισμα- Ελληνικό-, κι
καθιερώθηκε η
135
Ελληνική Γλώσσα ως επίσημη γλώσσα του Νέου Κράτους.
Είχα πει παλαιότερα πως εάν στους γονείς μου τον Φίλιππο κι
την Ολυμπιάδα, χρωστάω το ΖΕΙΝ, στο δάσκαλό μου τον Αριστοτέλη οφείλω το ΕΥ
ΖΕΙΝ
Αλέξανδρε τα κατορθώματά – τα επιτεύγματα σου τελειωμό δεν
έχουν.
Τώρα προέχει η υγεία σου. Οι γιατροί πασχίζουν μέρα νύχτα μη
χαθεί άδικα ο βασιλιάς.
Θα τρελαθώ εάν σε χάσω -sκέψου το γιο σου- πως θα μεγαλώσει.
Ο θάνατός μου θα φέρει μεγάλη αναταραχή. Πρέπει να υπάρξει ηρεμία.
Περδίκα είσαι υπεύθυνος
θα σε βοηθήσει ο Πτολεμαίος.
Βασιλιά μου ότι διατάξεις-ότι επιθυμείς αυτό θα γίνει.
Γνωρίζετε τα όνειρα- τις απόψεις μου- για τον κόσμο,
Το μέλλον του Μακεδονικού Κράτους.
Με το σπαθί μου κατέκτησα την Οικουμένη ΄πολεμώντας μαζί
σας.
Ο Περδίκας ήταν γενναίος στρατηγός – Συνετός- τον άκουγαν οι
άλλοι Μακεδόνες στρατηγοί. Όταν άρχισαν οι Έριδες για τη διανομή της
αυτοκρατορίας, επέβαλλε την Τάξη – την Ηρεμία μεταξύ των διαδόχων του
Αλεξάνδρου.
Μόλις κατέφθασε ο Σέλευκος ο Α΄- ο Νικάτωρ – (358-281 π. χ )
Γιος του στρατηγού Φιλίππου Β΄ - Αντίοχου και της Λαοδίκης.
Αλέξανδρε -τι βλέπω!!! είμαστε φίλοι από παιδιά, πρέπει να
μου πεις την αλήθεια-Τι έχεις;- Γιατί βρίσκω σε αυτή την κατάσταση το βασιλιά.
Ένα κρύωμα είναι – θα περάσει, έχω την περιποίηση των
γιατρών.
Μην κρύβεσαι – σε ξέρω από τη Σχολή, ποτέ δεν φανέρωνες τα
μυστικά σου. Μόνο ο δάσκαλός μας ο Αριστοτέλης
καταλάβαινε τις Σκέψεις – τα συναισθήματά σου.
Πτολεμαίε γιατί δεν κάνατε κάτι δεν περιποιηθήκατε τον
Αλέξανδρο.
Περδίκα εσύ είσαι
συνέχεια δίπλα του. Πως αφήσατε να επιδεινωθεί
η κατάσταση. Δεν άκουει
κανέναν κάνει πάντα το δικό του.
Βήχω συνέχεια, δεν λεει να σταματήσει. Διψάω – φέρτε λίγο
νερό να πιω. Στάθηκα πολύ άτυχος με την αρρώστια.το κτύπημα της Μοίρας ήταν
ανελέητο.
ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ – ΜΕΣΑ – ΕΞΩ
ΖΕΙ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
Φώναξαν όλοι μαζί οι Μακεδόνες
136
Οι –Ίδιοι- απάντησαν
ΖΕΙ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΎΕΙ
ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΚΥΡΙΕΥΕΙ
Σας αφήνω μια μεγάλη κληρονομιά, να διατηρήσετε το
Μακεδονικό Κράτος επιβάλλοντας την – ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΕΙΡΗΝΗ-.
Αλέξανδρε υπόσχομαι πως δεν θα υπάρξει Εμφύλιος Πόλεμος.
Δεν θα διαμελιστεί το Κράτος.
Όλοι μαζί πολεμήσαμε για τη Μακεδονία- για την Ελλάδα.
Κοιτάξτε από πού ξεκινήσαμε κι που φθάσαμε μεταδίδοντας
Τον αθάνατο Ελληνικό Πολιτισμό στα πέρατα της Οικουμένης.
Αλέξανδρε είσαι ΑΝΙΚΗΤΟΣ λανείς δεν σε ΝΙΚΗΣΕ
Φώναξαν οι Μακεδόνες.
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΑΛΙΝΤΡΟΠΟΣ ΑΡΜΟΝΊΑ
ΜΕ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ
ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ
ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΕΛΕΙΩΣΕ
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΟΣ ΧΡΟΝΟΣ
ΤΟ ΦΩΣ ΕΣΒΗΣΕ ΤΟ ΦΩΣ
Αυτά είπε ο Αλέξανδρος κι έπεσε σε κώμα παραλείποντας να
αφήσει διάδοχο.
ΑΣ ΜΕ ΔΙΑΔΕΧΤΕΙ
<< Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ>>
Είπε όταν τον ρώτησαν.
ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΞΕΡΕΙ
ΑΠΟ ΤΙ ΠΕΘΑΝΕ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ.
ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ – ΜΕΣΑ – ΕΞΩ ΦΩΝΑΞΑΝ
137
ΡΑΨΩΔΙΑ
ΟΙ ΑΙΩΝΕΣ ΤΟΥ ΔΡΑΚΟΥ
Ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος 1391-1425
Κι η αυτοκράτειρα Ελένη, ο αρχιδούκας Αντώνιος Χαλεπάς,
Ο μεγάλος δούκας Κύριλλος Δαμασκηνός,,
Ο μέγας σφραγιδοφύλακας Δημήτριος Σεβήρος,
Μάγιστροι, Αυλικοί, Παλατιανοί, πολιτικοί, στρατηγοί,
ποιητές
Νομικοί, γιατροί, Βασιλικοί Βιβλιοθηκάριοι, γεωγράφοι,
ιστορικοί,
Περίμεναν με αγωνία τον πρίγκιπα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο-
γιο του βασιλιά - διάδοχο του θρόνου και τον ξάδερφο του,
πρίγκιπα Οδυσσέα Κατακουζηνό. Ήταν μια από τις μεταμορφώσεις
του πολυμήχανου Οδυσσέα- μια από τις διαφορετικές Αναγεννήσεις του μέσα από την
Αιώνια Επιστροφή αποκαλύπτοντας το άνοιγμα.
Το μεγάλο παλάτι υπήρξε επί αιώνες το κέντρο εξουσίας της
μεγάλης Ελληνικής Αυτοκρατορίας. Εκεί πάρθηκαν οι πιο σπουδαίες αποφάσεις,
Στους διαδρόμους, και στις υπέροχα ζωγραφισμένες αίθουσες.
Τα λαβυρινθώδη κτίρια προκαλούσαν δέος.
Έπρεπε να υπάρχει ένας παλατιανός οδηγός για όσους
Δεν ήξεραν το δρόμο γιατί χάνονταν.
140
Μεταξύ των επίσημων καλεσμένων ήταν ο Γεμιστός Γεώργιος Πλήθων 1360-1450
ένας φιλόσοφος εφάμιλλος του Σωκράτη , του
Πλάτωνα,
του Αριστοτέλη. Ήταν υπέρ της Ένωσης των δύο Εκκλησιών.
έγραψε πως < Εσμέν γαρ Έλληνες το γένος
ως ήτε φωνή και η
Πάτριος παιδεία μαρτυρεί >
Υπήρξε ένας από τους δημιουργούς της Αναγέννησης .
Ίδρυσε την < Ακαδημία του Πλάτωνα> στη Φλωρεντία, στην
Αυλή
των Μεδίκων.
Το 1438 ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος,
Κι ο Πατριάρχης Ιωσήφ Β΄ ως αρχηγοί της Εκκλησιαστικής
αντιπροσωπίας πήγαν στην Ιταλία- Φεράρα – Φλωρεντία,
Για να συζητήσουν την Ένωση των δύο Εκκλησιών.
Ήταν μαζί ο Γεμιστός Γεώργιος Πλήθων,
Ο Βησσαρίωνας, ο Σχολάριος , ο Μάρκος Ευγενικός , ο Αμιρουτζής.
Βησσαρίωνας- Αρχιεπίσκοπος Νικαίας- 1403- 1472
Σπουδαία πνευματική φυσιογνωμία του 15ου αιώνα,
Πολυμαθής – πολύγλωσσος με μεγάλο συγγραφικό έργο
Ήταν ένας από τους δημιουργούς της Αναγέννησης.
Χάρισε την τεράστια βιβλιοθήκη του στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη
Της Βενετίας.
Υπέρμαχος της Ένωσης των δύο Εκκλησιών πρωτοστάτησε γι αυτό.
Υπήρξε φίλος του αυτοκράτορα Ιωάννη Η Παλαιολόγου.
Αργότερα ο Πάπας έκανε Καρδινάλιο τον Βησσαρίωνα
Όταν αναγκάστηκε να φύγει από την Κωνσταντινούπολη.
Μάρκος Ευγενικός – Επίσκοπος Εφέσου
Πολέμιος της Ένωσης των δύο εκκλησιών
Δεν υπέγραψε την Ένωση.
Όταν γύρισαν στην Κωνσταντινούπολη εκφώνησε βίαιους λόγους
Και ξεσήκωσε τον κόσμο κατά των Ενωτικών.
141
Σχολάριος – το κοινό όνομα-
του μετέπειτα Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης Γεννάδιου 1398-1472
Επικεφαλής των Ανθενωτικών ήταν ο αντίπαλος του Βησσαρίωνα,
Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Χαίρε Κωνσταντινούπολη
Των πόλεων η Βασιλίς.
Ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος - 1391-1425 κι η
αυτοκράτειρα Ελένη περίμεναν τον πρίγκιπα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο,
Διάδοχο του θρόνου, και τον πρίγκιπα Οδυσσέα Κατακουζηνό
Στο Μεγάλο Παλάτι.
Ο Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος -1425-1448- γιος του Μανουήλ Β΄
Παλαιολόγου είπε στον Οδυσσέα Κατακουζηνό- πρίγκιπα κι ξάδερφο του. Ο αυτοκράτορας
κι η αυτοκράτειρα περιμένουν στη μεγάλη αίθουσα
του – Τρικόγχου-, Ιωάννη
ποτέ δεν αργείς όταν είναι να δεις ένα βασιλιά. Οι δυο πρίγκιπες μπήκαν
στη μεγάλη αίθουσα κι η φρουρά
παρουσίασε όπλα.
Η Ελένη Παλαιολόγου η αυτοκράτειρα κι μητέρα του είπε με
έμφαση.
Ωραίοι πρίγκιπες αργήσατε!!! Ένας αυτοκράτορας ποτέ δεν
περιμένει.
Είναι κανόνας απαράβατος ακόμη κι για το γιο του.
Ο διάδοχος του θρόνου ο πρίγκιπας Ιωάννης είπε ευγενικά.
Βασίλισσα μου- Βασιλιά μου
Ζητώ ταπεινά συγγνώμη, επιθεωρούσα τα στρατεύματα
Ετοιμάζουμε τη μεγάλη εκστρατεία στο Βορρά, στη Ρωσία.
Έχουμε για σας μιαν Άλλη αποστολή πολύ σπουδαία απάντησε
ο Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος ο αυτοκράτορας.
Βασιλιά μου
Είμαστε έτοιμοι να φύγουμε όποτε χρειαστεί είπε ο πρίγκιπας
Ιωάννης.
Ο Χρόνος είναι ένα Παιχνίδι-η βασιλεία που έχουμε σ΄ -Αυτόν-
Είναι ενός μικρού Παιδιού.- Ο Χρόνος είναι ένα παιδί που
παίζει
142
Απάντησε η Ελένη Παλαιολόγου η αυτοκράτειρα.
Η παλίντροπος Αρμονία του χρόνου είναι Πόλεμος,
Ένα παιχνίδι χωρίς τέλος χάνεται στο Ατελεύτητο συμπλήρωσε
ο αυτοκράτορας
Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος
Μιλάμε για το -άνοιγμα- ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ-
Ρώτησε ο διάδοχος Ιωάννης Παλαιολόγος.
Όμως τι σημασία – τι σχέση έχουν αυτά με την Εκστρατεία
ρώτησε απορημένος ο πρίγκιπας Οδυσσέας Κατακουζηνός. Σκέφτηκε πως πολλές φορές
έκανε εκστρατείες πολεμώντας τους εχθρούς των Ελλήνων, το άνοιγμα – το
Παιχνίδι- ήταν τα πιο σημαντικά όπλα του χρόνου.
Έχουν σχέση με την Αποστολή που θα σας αναθέσουμε απάντησε
ο αυτοκράτορας
Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος.
Παράλληλοι και – Ίδιοι- προχωράμε μέσα στο χρόνο.
Η Μοίρα μας είναι η Μοίρα των Ελλήνων,.
Δίπλα και λίγο πίσω από το αυτοκρατορικό ζευγάρι κάθονταν
ο αρχιδούκας Αντώνιος
Χαλεπάς, ο μεγάλος δούκας Κύριλλος Δαμασκηνός, ο μέγας σφραγιδοφύλακας
Δημήτριος Σεβήρος,
Πολιτικοί, στρατηγοί, μάγιστροι, αυλικοί κι άλλοι.
Η χρυσή περίοδος της αυτοκρατορίας έφερε το άνοιγμα
Το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ. Η αυτοκρατορία δεν δύει ποτέ.
Μύρισε άνοιξη, οι ευωδιές , τα χρώματα της Πόλης είναι
μεθυστικά.
Οι κρεμαστοί κήποι της Κωνσταντινούπολης είναι ένα από τα θαύματα του κόσμου, κανείς
δεν μπορεί να αντισταθεί στην ομορφιά τους.
Μοιάζετε με Αρχαίους Έλληνες πολεμιστές. Σε σας έλαχε η
Τύχη- η Μοίρα να κάνετε αυτό το μεγάλο ταξίδι είπε ο αυτοκράτορας Μανουήλ.
Η Πόλη των Πόλεων έχει πλούτη αμύθητα, φανταστικά παλάτια,
περίτεχνους ναούς κι
απόρθητα τείχη. Οι κάτοικοι έχουν- κουβαλούν τη Γνώση τη Σοφία του Βυζαντίου
είπε περήφανος ο αρχιδούκας Αντώνιος Χαλεπάς
Ω Πόλις – Πόλις
Πόλεων οφθαλμέ.
Άκουσμα παγκόσμιον
Θέαμα υπερκόσμιον
Εκκλησιών γαλουχέ.
143
Τα βυζαντινά πλοία με αέρα στα πανιά περιμένουν στον κεράτιο
κόλπο.
Ο αέρας του Βοσπόρου κυρίευσε την Κωνσταντινούπολη.
Έμεινα πολλές νύχτες ξάγρυπνος στο πορφυρό δωμάτιο.
Σκεφτόμουν εάν έπρεπε να γίνει Αυτό το ταξίδι. Ένας μεγάλος πολιτισμός – ο
Ελληνικός να συναντηθεί με έναν άλλο πολύ σπουδαίο είπε ο αυτοκράτορας Μανουήλ
Β΄ Παλαιολόγος.
Αυτό επιβάλλει το μεγαλείο της αυτοκρατορίας κι η περίφημη
Βυζαντινή διπλωματία συμπλήρωσε η γυναίκα του, η αυτοκράτειρα Ελένη
Παλαιολόγου.
Βασιλιά αποκάλυψε ποιο είναι αυτό το ταξίδι είπαν όλοι μαζί
οι Έλληνες.
Ο πυρπολημένος Βόσπορος ξύπνησε μια αθεράπευτη νοσταλγία,
Άραγε πότε θα τον ξαναδώ. Ρόδο της μνήμης και της λησμονιάς.
Είμαστε Αναχωρητές και Ερχόμενοι κάνοντας το ταξίδι της
Αιώνιας Επιστροφής.
Αντίο – Αντίο Κωνσταντινούπολη
Ωραία Ερωμένη. Ο Μαρμαράς φώτισε το παλάτι με το αιώνιο φως
της Πόλης
Είπε νοσταλγικά ο διάδοχος Ιωάννης Παλαιολόγος.
Θέλω να μεταφέρετε στη μακρινή χώρα που θα πάτε τα
επιτεύγματα της . Βασιλεύουσας Ότι υπέροχο δημιούργησε η βυζαντινή
αυτοκρατορία.
Το – Ίδιο- θα φέρετε από τη μακρινή χώρα τις ανακαλύψεις, τη
Σοφία της Ανατολής. Η Κωνσταντινούπολη εκφράζει το πνεύμα του Βυζαντίου την
πανάρχαια Ελληνική Σκέψη απάντησε ο διάδοχος Ιωάννης.
Ο αρχιτέκτονας Θεόφιλος είχε κτίσει τον – Τρίκογχο- θάμπωνε
με το κάλλος. Με αψίδες και ουράνιους θόλους, υπέροχα ζωγραφισμένα
Έδειχνε το αυτοκρατορικό μεγαλείο. Η αίθουσα ήταν γεμάτη
κόσμο που άκουγε με κομμένη την ανάσα.
Το παρελθόν- το παρόν και το μέλλον αναδεικνύουν διαφορετικά
την Ιστορία. Η αλήθεια είναι πλανώμενη. Δεν είναι – Αυτό- ή το –Άλλο-.
Υπάρχει μόνο το άνοιγμα. Το παρελθόν του μέλλοντος
αποκαλύπτεται στο παρόν Μέσα από το παρελθόν.
Βασιλιά μου ποια είναι η Χώρα ρώτησαν όλοι μαζί οι
παρευρισκόμενοι.
Η μυθική Κίνα θα ζητήσουμε
τη Φιλία ,τη Συνεργασία, τη Συμμαχία.
με την Ουράνια αυτοκρατορία.
Θα ακολουθήσετε -ΤΟ
ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΜΕΤΑΞΙΟΥ-Αυτόν- ακολούθησε ο Μέγας Αλέξανδρος όταν κατέκτησε τον
κόσμο.
144
Φθάνοντας ως την Ινδία και την Κίνα.
Ιστορικοί, φιλόσοφοι, γραμματικοί, θα σας πουν οτι
γνωρίζουν.
Οι γεωγράφοι θα σας
παραδώσουν του χάρτες με τα κρυφά περάσματα.
Τώρα ο Βασιλικός
Γραμματικός - ο Ρωμανός Ψελλός
Κι ο μέγας Σφραγιδοφύλακας Δημήτριος Σεβήρος
Θα σας δώσουν ένα αντίγραφο του Ιουστινιάνειου Κώδικα- 528 μ.
χ-
Το Νομικό Έργο του Ιουστινιανού είναι το πιο σημαντικό έργο
μετά τη Βίβλο παρατήρησε ο μεγάλος δούκας ο Κύριλλος Δαμαστκηνός.
Το κορυφαίο επίτευγμα του Ανθρώπου και της κοινωνίας, των
Μέσων και Νεότερων χρόνων συμπλήρωσε ο νομικός Θεόδωρος Κλόντζας.
Υπάρχει και κάτι Άλλο- ένα μεγάλο μυστικό – ο Κώδικας της
Κωνσταντινούπολης- είπε ο αυτοκράτορας Μανουήλ Παλαιολόγος.
Ο Κώδικας της Κωνσταντινούπολης τι γράφει – ποιο είναι το
μεγάλο μυστικό ρώτησαν όλοι με περιέργεια, Βασιλιά πρέπει να μάθουμε.
Η Γνώση και η Σοφία του
Βυζαντίου που έρχεται από την αρχαία Ελλάδα μέχρι τις μέρες μας είπε ο
αυτοκράτορας Μανουήλ Β΄.
Μιλάει για την κίνηση των άστρων πως η Γη κινείται γύρω από
τον ήλιο,
ότι ο ήλιος είναι το κέντρο του σύμπαντος κι όχι η γη
συμπλήρωσε ο Γεώργιος Τυπάλδος, αστρονόμος κι μαθηματικός.
Πρώτος ο αστρονόμος
Αρίσταρχος ο Σάμιος –3ος
αιώνας π. χ-
μίλησε γι αυτό - Οι
Αλεξανδρινοί παρέδωσαν σε κώδικες
την ανακάλυψη σε μας.
Κύριε Δημήτριε Σεβήρο θέλω να φέρεις το κλειδί
Και τη σφραγίδα του βασιλιά.
Βασιλιά μου όπως επιθυμείτε απάντησε ο Σεβήρος.
Ο Μέγας Σφραγιδοφύλακας έφερε μια χρυσή θήκη
Όπου φυλάγονταν η σφραγίδα του βασιλιά κι το χρυσό κλειδί.
Ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος άνοιξε το κουτί,
Πήρε με προσοχή το κλειδί και κατευθύνθηκε σε μια μυστική
κρύπτη,
Εκεί φυλαγόταν ο
Κώδικας της Κωνσταντινούπολης.
Όταν έφθασαν στην κρύπτη έβαλε το κλειδί στην κλειδαριά,
Το γύρισε αρκετές φορές
τοποθετώντας τη σφραγίδα του βασιλιά
Σε μια ειδική εσοχή της κλειδαριάς.
Ω !! του θαύματος άνοιξε η πόρτα κι έκπληκτοι κοίταξαν μέσα.
Στη μυστική κρύπτη, έκρυβε αμύθητους θησαυρούς, τεράστια
μπαούλα
Γεμάτα με χρυσάφι..
145
JIAYUGUAN
- KIΝΑ -TO ΣΙΝΙΚΟ ΤΕΙΧΟΣ- Γ- ΣΤΑΘΜΟΣ
Το Ελληνικό καραβάνι διέσχισε την Τάκλα Μακάν, την Έρημο
χωρίς
156
Επιστροφή- τη Γη του Θανάτου, κι έφθασε στη βόρεια πλευρά
των κινέζικων συνόρων, από όπου άρχιζε το περίφημο ΣΙΝΙΚΟ ΤΕΙΧΟΣ.
Τα Ιμαλάια κι η έρημος Τάκλα Μακάν ήταν το φυσικό ανάχωμα
της Κίνας έναντι των εισβολέων Μογγόλων , Τούρκων κι άλλων
νομαδικών φυλών.
Δεν το πιστεύω ότι διασχίσαμε την Τάκλα Μακάν την Έρημο
χωρίς Επιστροφή, τη Γη του Θανάτου είπε ανακουφισμένος ο Ιωάννης
Η Γη του Θανάτου -η Έρημος χωρίς Επιστροφή είναι ήδη πίσω
μας
Είπαν οι Έλληνες ενθουσιασμένοι, κατορθώσαμε το ακατόρθωτο.
Η αμμοθύελλα σκέπασε τα πάντα, μην χαθούμε λίγο πριν
διαβούμε την πύλη της Κίνας. Το Σινικό Τείχος φαίνεται αχνό- το Σινικό Τείχος
φώναξαν οι Έλληνες .
Ο Πύργος της Jiayuguan,
η πόλη είναι πνιγμένη από την αμμοθύελλα.
Δεν φαίνεται τίποτα, λίγο αχνά διακρίνονται τα σπίτια,
Μπήκαμε στην Κίνα
κάνοντας το πέρασμα στους Αιώνες του Δράκου.
Είπε ο Ιωάννης Παλαιολόγος.
Οι Αιώνες του Δράκου φώναξαν όλοι μαζί οι Έλληνες
ενθουσιασμένοι.
Έχω παραισθήσεις -ονειρεύομαι Οάσεις - πως κολυμπάω σε
γάργαρα νερά. Να κι ένα τεράστιο Τείχος, υψώνεται σαν γιγάντιος Δράκος.
Για μια στιγμή πίστεψα πως η χρυσή άμμος θα μας ρουφήξει
όλους
Είπε παραμιλώντας ο Ρωμανός Ψελλός ο γραμματικός κι
ιστρορικός..
Δεν ονειρεύεσαι -επιτέλους φθάσαμε στην Κίνα απάντησε ο
Νικηφόρος Θεοτοκάς, ο στρατηγός των μισθοφόρων.
Έσκασαν τα χείλη μου, κι έχω πληγές σε όλο το σώμα. Πόσες
φορές δεν νοστάλγησα το σπίτι μου, το κρεβάτι με τα μεταξένια σεντόνια.
Για να δω – να σε περιποιηθώ λίγο- ποιος άλλος αρρώστησε-
ρώτησε
Ο ιατροφιλόσοφος Αντώνιος Κομνηνός.
Ο πύργος του τείχους φαινόταν παραμυθένιος, πνιγμένος από τη χρυσή σκόνη.
Είναι η Σωτηρία μας. Ποτέ δεν φανταζόμουν, πως θα χαιρόμουνα τόσο βλέποντας ένα
τείχος είπε ο πρίγκιπας Οδυσσέας Κατακουζηνός.
Το -Ίδιο ένιωσε όταν
επέστρεψε στην Ιθάκη μετά είκοσι χρόνια.
Μας περιμένει ο διοικητής του Σινικού Τείχους κι ένας
στρατηγός του αυτοκράτορα. Αυτός θα μας οδηγήσει στην ΧΙΑΝ κι από εκεί στο
μυθικό Πεκίνο. Ένας αξιωματικός της φρουράς του Σινικού Τείχους με μερικούς
στρατιώτες περίμεναν τους Έλληνες του Βυζαντίου, για να τους
οδηγήσουν στο διοικητή του Τείχους και το στρατηγό του αυτοκράτορα.
157
Γενναίοι Έλληνες καλώς ήρθατε στην Ουράνια Αυτοκρατορία,
Μόλις περάσατε την πύλη της Κίνας είπε ο Ζηέν ο κινέζος
αξιωματικός της φροράς. Υπέροχε πολεμιστή -ευχαριστούμε για τα καλά σου λόγια
Παρακαλώ ακολουθήστε
- σας περιμένουν οι στρατηγοί.
Η πόλη Jiayuguan-Γιαυγκουάν
– φώλιαζε στο πιο νευραλγικό σημείο
Στο Δρόμο του Μεταξιού. Τόπος συνάντησης ανθρώπων,
εμπορευμάτων κυρίως μεταξιού, από εκεί άρχιζε το Σινικό Τείχος.
Το πέρασμα του βορρά έχει μεγάλη φρουρά. Υπερασπίζεται τα
σύνορα από τους εχθρούς. Η φρουρά ελέγχει για τη μετανάστευση , παίρνει διόδια,
βάζει δασμούς, κι βοηθάει στις πυρκαγιές είπε ο Ζηέν.
Το πέρασμα προς τη δύση έχει στρατηγική σημασία.
Γιατί περνάμε έξω από
την πόλη ρώτησε ο διάδοχος Ιωάννης.
Γλιτώνουμε δρόμο- πάμε πιο γρήγορα απάντησε ο Ζηέν ο κινέζος
αξιωματικός.
Οι κινέζοι φρουροί οδήγησαν τους πολεμιστές του φωτός στο
εσωτερικό του πύργου, όπου περίμεναν ο διοικητής και ο απεσταλμένος του
αυτοκράτορα.
Ο πύργος μοιάζει με δελφίνι εδώ οχυρώνονται οι υπερασπιστές
Όταν δέχονται επίθεση. Οι είσοδοι κι οι πολλές σκάλες
μοιάζουν με λαβύρινθο. Εάν χαθούμε
δύσκολα θα βρούμε άκρη-το μίτο της Αριάδνης παρατήρησε ο πρίγκιπας Οδυσσέας
Κατακουζηνός. Άλλωστε αυτός πολλές φορές
αναγκάστηκε να βρει λύσεις- να ψάξει το μίτο της Αριάδνης για να σωθεί
με τους συντρόφους.
Χρειάζεται κάποιος να γνωρίζει το πολυδαίδαλο τείχος αλλιώς
Υπάρχει κίνδυνος να χαθεί συμπλήρωσε ο κινέζος Ζεήν.
Το διοικητήριο με τους στρατώνες ήταν πάνω στο τείχος.
Οι κινέζοι φρουροί οδήγησαν τους Έλληνες πολεμιστές στους
στρατώνες να ξεκουραστούν λίγο, ύστερα από ένα τόσο μεγάλο ταξίδι.
Ο Ιωάννης Παλαιολόγος , ο Οδυσσέας Κατακουζηνός ο Μάρκος
Χρυσολωράς , ο Νικηφόρος Θεοτοκάς αφού φτιάχτηκαν λίγο, πήγαν να συναντήσουν
τους στρατηγούς. Μετά βίας κατόρθωσαν να κοιτάξουν τη θέα από ψηλά, πάνω από το
Σινικό Τείχος.
Η θέα από ψηλά ήταν μαγευτική- έκοβε την αναπνοή. Το Σινικό
Τείχος
απλωνόταν φιδίσιο πάνω από τις κορυφογραμμές., και χανόταν
στο βάθος της ουράνιας Αυτοκρατορίας. Περνούσε μέσα από δάση, άγριες έρημους,
εύφορες πεδιάδες.
Περπατώντας πάνω στο Τείχος,
έχω την αίσθηση, πως
158
διασχίζω τους Αιώνες του Δράκου συμπλήρωσε ο πρίγκιπας
Οδυσσέας.
Φίλοι Έλληνες
Καλώς ήρθατε στην Κίνα, στο Σινικό Τείχος.
Είσαστε φιλοξενούμενοι του αυτοκράτορα Υοngle -Γιόνγκλ
Είπε ο Βάο ο στρατηγός φρουράς του Σινικού Τείχους.
Ο αυτοκράτορας Yongle- Γιόνγκλ- μ’ ανάθεσε το ηψηλό καθήκον
Να σας συνοδέψω ως το Πεκίνο, στην Απαγορευμένη Πόλη,
Συνέχισε λέγοντας ο Γκουάνγκ Βο – ο στρατηγός του
αυτοκράτορα.
Γενναίοι στρατηγοί ευχαριστούμε μέσα από την ψυχή μας.
Η συγκίνηση είναι μεγάλη, επιτέλους φθάσαμε στη μυθική Κίνα
Απάντησε σιγκινημένος ο Ιωάννης Παλαιολόγος.
Μόλις χθες ήταν εδώ ο αρχιστράτηγος Ζheng – He-
Ζένγκ- Χι.
Ο μελλοντικός αυτοκράτορας της Κίνας πολεμάει βόρεια τους
Μογγόλους και τους Τούρκους. Εισβάλλουν διαρκώς στη χώρα,
Είπε ο στρατηγός Βάο.
Ο πόλεμος είναι νικηφόρος μόλις κατατρόπωσε τους εχθρούς.
Ο στρατηγός Zeng- He- Ζένγκ – Χί, θα παντρευτεί την
πριγκίπισσα- Xianing -Χιαννίνγκ την κόρη του βασιλιά συμπλήρωσε ο Γγουάνγκ Βο
Ο στρατηγός του αυτοκράτορα.
Κι εμείς έχουμε πόλεμο με τους Οθωμανούς Τούρκους, θέλουν να
καταλάβουν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Γι αυτό ήρθαμε να προτείνουμε Συμμαχία με
την Κίνα, τη συνεργασία με το μεγάλο
Βασιλιά απάντησε ο Ιωάννης Παλαιολόγος.
Ο στράτηγος Sheng-
He- Ζένγκ- Χι διέταξε
να σας φιλοξενίσουμε θερμά,
Είναι το δώρο του για το γάμο είπε ο διοικητής Βάο.
Ευχαριστούμε – είναι τιμή μας
Ευχόμαστε τα καλύτερα απάντησε ευγενικά ο διάδοχος Ιωάνννης.
Η Ώρα η καλή -ευχόμαστε τα καλύτερα είπαν οι άλλοι Έλληνες.
ΧΙΑΝ
Η ΠΑΛΙΑ ΠΡΩΤΕΎΟΥΣΑ ΤΗΣ ΚΙΝΑΣ- Δ- ΣΤΑΘΜΟΣ
Οι βυζαντινοί Έλληνες και οι αυτοκρατορικοί Κινέζοι
ξεκίνησαν
Για την Χιάν, την παλιά πρωτεύουσα της Κίνας, αφήνοντας πίσω
Το Σινικό Τείχος. Τέσσερις χιλιάδες χιλιόμετρα είχε ο Δρόμος
του
159
Μεταξιού μέσα στην
εξωτική χώρα.
Τα λασπωμένα ποτάμια έδιναν νερό στα χωράφια, τους καρπούς
των ορυζώνων. Το ρύζι έτρεφε αιώνες τους κατοίκους. Οι Κινέζου ζούσαν
σε πλήρη αρμονία με τη φύση δουλεύοντας σκληρά τη γη.
Οι ταξιδιώτες του φωτός πέρασαν από τις πόλεις σταθμούς,
Jiayuguan, Dunhun, Hami, Thupan, Karia, Axsu,
Kashgar.
Έκπληκτοι διέσχισαν την ιστορική χώρα., τα βραχώδη όρη με
την άγρια ομορφιά διαδέχονται σκιερά φαράγγια, κι σαγηνευτικές θίνες με
κιτρινόμαυρη άμμο. Τα λασπωμένα ποτάμια έδιναν νερό στους ορυζώνες. Το ρύζι
έτρεψε τους κινέζους που ζούσαν σε αρμονία με τη φύση. Ο Έλληνας
ιστορικός – ο Στράβων έγραψε πως οι Έλληνες της Βακτριανής επέκτειναν την
αυτοκρατορία, μέχρι το Κασχάρ- Kashgar
στο κινέζικο Τουρκεστάν.
Το ΜΕΤΑΞΙ – το εξαγωγικό αγαθό της Κίνας συγκεντρώνετε στην Ξιάν.
Από εκεί τα Καραβάνια
μεταφέρουν τα εμπορεύματα, τις ιδέες, τις κουλτούρες μέσα από το Δρόμο του
Μεταξιού, σε όλο τον κόσμο είπε
Ο Γκουάν Μπο ο κινέζος στρατηγός. Ο Βουδισμός πέρασε- ήρθε
στην Κίνα ακολουθώντας το Δρόμο του Μεταξιού.
Φθάσαμε έξω από την
Χιάν- Ξιάν. Ο αυτοκράτορας Yongle - Γιόνγκλ διέταξε να σας αποκαλύψουμε το
μεγάλο μυστικό της πόλης.
Να η μυστική είσοδος
από όπου θα περάσουμε στον τάφο του αυτοκράτορα Qin Shi Huang -246-209 –π. χ είπε ο Χόνγκ ένας κινέζος αξιωματικός.
Ο Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος , ο κινέζος στρατηγός Guang Bo-
Γκουάνγκ Μπο κι οι άλλοι πέρασαν μετά την είσοδο του τάφου,
Σε ένα σκοτεινό τούνελ.
Μοιάζει με κατάβαση στον Άδη, λες κι από κάπου θα πεταχτούν
οι ψυχές των πεθαμένων παρατήρησε ο Ιωάννης Παλαιολόγος.
Υπάρχουν έντεκα διάδρομοι που οδηγούν στον πρώτο λάκκο-
θάλαμο,
Έχουν βάθος διακόσια πενήντα μέτρα. Η τελευταία κατοικία του
αυτοκράτορα Qin Shi Huang με τον περίφημο στρατό του απάντησε
ο στρατηγός Γκουάνγκ Μπο.
Τι βλέπω – ένα θαύμα, ένας ολόκληρος στρατός σε φυσικό
μέγεθος
Με αληθινά όπλα κι πήλινα άλογα.
Ο πήλινος στρατός του αυτοκράτορα Qin Shi Huang, ο πήλινος στρατός της
Ξιάν είπαν όλοι μαζί οι κινέζοι που ήταν μαζί τους.
Το μεγαλείο της Αρχαίας Κίνας αποτυπώνεται σ’ αυτό τον
τάφο..
160
Ένα ανυπέρβλητο έργο δείχνει πως οι Κινέζοι αντιλαμβάνονταν
την
Μεταθάνατον ζωή.
Προχωρήστε από εδώ να πάμε στο δεύτερο λάκκο – θάλαμο.
Είπε ο στρατηγός Γκουάνγκ Μπο.
Κινέζοι κι Έλληνες προχώρησαν περίεργοι περπατώντας σε πολύ
στενούς διαδρόμους ώσπου αποκαλύφθηκε το νέο – θαύμα.
Εκπληκτικό !!είμαστε περικυκλωμένοι από τοξότες, αλλοι
όρθιοι κι άλλοι γονατιστοί είναι έτοιμοι να μας ρίξουν.
Ακολουθούν ιππείς με άλογα κι αρματηλάτες, Πρώτη φορά είδα
τέτοια φυσική ομοιότητα είπε ο Ιωάννης Παλαιολόγος.
Ο αυτοκράτορας πήρε
το στρατό μαζί για να τον προστατεύσει από τα δαιμόνια του Κακού, το μαύρο
Δράκο του Σκότους. Φοβόταν το Άγνωστο, τι θα συναντήσει στον Άλλο Κόσμο είπε ο
Γκουάνγκ Μπο.
Ένας φύλακας των συνόρων μεταξύ του σκοταδιού και του φωτός,
του θηλυκού και του αρσενικού του ΓΙΝ και του ΓΙΑΝΓΚ.
Η μουσική τ’ ουρανού – ο Θεός αποκαλύπτει, ενέχει το τέλος
του θανάτου, τελειώνει – χάνεται στο Ατελεύτητο.
Ο τρόπος που δεν είναι Τρόπος -φανερώνει τη Μεταθάνατον Ζωή.
Ο Κίτρινος Αυτοκράτορας !!! – Ο Τέλειος Άνθρωπος
-ολοκληρώνει το Θάνατο πληροφόρησε ο Ζαι ο κινέζος αξιωματικός
Περάσαμε ήδη στον τρίτο λάκκο- θάλαμο.
Το αργηγείο του αυτοκράτορα QIN SHI HUANG- 246-209 π. χ
Οι φιγούρες των πολεμιστών είναι παραταγμένες κατά την Τάξη-
του Πολεμικού
Συμβουλίου, έχει εξήντα οκτώ αξιωματικούς.
Πληροφόρησε ο στρατηγός Γκουάνγκ Μπο.
Το Μαυσωλείο του
αυτοκράτορα Qin Shi Huang-
θα παραμείνει στους αιώνες. Οι μυθικοί Έλληνες βγήκαν ενθουσιασμένοι από τον
τάφο
Του αυτοκράτορα Qin Shi Huang. Έπειτα οι κινέζοι οδήγησαν του υψηλούς καλεσμένους στην
Ξιάν- Xian την παλιά πρωτεύουσα της Κίνας. Από εδώ ξεκινούσαν τα καραβάνια για
την Κωνσταντινούπολη,
τη Ρώμη, μεταφέροντας
εμπορεύματα, φιλοσοφίες, θρησκείες,
Πολιτισμούς. ΤΟ
ΜΕΤΑΞΙ ήταν το μεγαλύτερο αγαθό της Κίνας,
Σύμβολο ανωτερότητας , κοινωνικής καταξίωσης.
Η Πόλη γιορτάζει- παντού υπάρχουν πυρετώδης προετοιμασίες.
Οι δρόμοι, τα δημόσια κτίρια, τα σπίτια είναι σημαιοστολισμένα.
Τι συμβαίνει ρώτησε ο
Αντώνιος Κομνηνό ο ιατροφιλόσοφος.
161
Έχουμε τους γάμους
της πριγκίπισσας Xianning-Ξιανίνγκ
με το στρατηγό Zheng –He – Ζένγκ – Χι, γιορτάζει όλη η χώρα.
Η Ένωση των δυναστειών θα φέρει την Ειρήνη.Τέρμα οι Εμφύλιοι
Πόλεμοι απάντησε ο Γκουάνγκ Μπο- ο στρατηγό ς του αυτοκράτρορα.
Ο στρατηγός Zheng
– He –
Ζένγκ - Χι κατατρόπωσε τους εχθρούς
Στο βορρά, κι κατευθύνεται με το στρατό του στο Πεκίνο για
τους Γάμους συμπλήρωσε ο αξιωματικός Χόνγκ.
Είμαστε τυχεροί - θα παραστούμε σε κινέζικο γάμο.
Ιωάννη πρέπει να πάρουμε δώρα για τη νύφη και το γαμπρό
Είπε χαμογελώντας ο πρίγκιπας Οδυσσέας Κατακουζηνός.
Θυμήθηκε πως ο Δούρειος Ίππος υπήρξε η αιτία της Άλωσης της
Τροίας.
Ήταν ένα δώρο για τους Τρώες είχε πει. Φοβού τους Δαναούς
και δώρα φέροντας.
ΠΕΚΙΝΟ 1391- 1430
ΕΝΑΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΟΣ ΕΡΩΤΑΣ
ΣΤΗΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ ΠΟΛΗ
Οι Έλληνες του Βυζαντίου και οι αυτοκρατορικοί Κινέζοι
έφθασαν στο μυθικό Πεκίνο έπειτα από ένα μεγάλο και κουραστικό ταξίδι.
Φίλοι μου Έλληνες φθάσαμε στο μυθικό Πεκίνο την πιο
ιδιαίτερη πόλη του κόσμου είπε χαρούμενος ο στρατηγός Γκουάνγκ Μπο.
Η Αυτοκρατορική Πόλη περιβαλλόταν από άλλες δύο. Πρώτα
ορθωνόταν τα τείχη της Εσωτερική Πόλης,
όπου ζούσαν οι διάσημοι μανδαρίνοι, οι μεγιστάνες κι οι αξιωματούχοι.
Τα τείχη της Εξωτερικής Πόλης περιείχαν τις άλλες δύο, σ’
αυτή κατοικούσε ο Λαός.
Είχαν ήδη περάσει από τις πολυώροφες εξωτερικές πύλες
με τους τεράστιους πύργους και προχωρούσαν θαυμάζοντας την
πόλη.
Η Πόλη μου- η Κωνσταντινούπολη έχει γύρω τείχη απόρθητα
Κανείς δεν τα πάτησε είπε περήφανος ο Ιωάννης Παλαιολόγος.
Οι κάτοικοι κάνουν μεγάλες ετοιμασίες,- σημαιοστόλισαν τους
δρόμους , τα σπίτια. Υπάρχει μεγάλη αναστάτωση.
Όλη η αυτοκρατορία γιορτάζει τους Γάμους τις
πριγκίπισσας Xianning-
162
Ξιανίνγκ και του στρατηγού Zheng -He - Ζέγνγκ – Χι απάντησε ο
αξιωματικός Χονγκ. Ο πόλεμος με τους Μογγόλους κι τους Τούρκους έληξε. Ο
στρατηγός επιστρέφει νικητής και
τροπαιούχος για να παντρευτεί την Ωραιότερη γυναίκα της Κίνας.
Οι Γάμοι της πριγκίπισσας Xianning και του στρατηγού Zheng – He- φώναξαν οι Κινέζοι ενθουσιασμένοι.
Τα τείχη και οι πύργοι είναι πιο ψηλά στην Εσωτερική Πόλη-
Μαντζού.
Μοιάζουν απόρθητα και η φρουρά είναι μεγαλύτερη. Εδώ ο
εορτασμός είναι λαμπρότερος φαίνεται η διαφορά παρατήρησε ο πρίγκιπας Ιωάννης.
Η αποθέωση του κινέζικου ρυθμού στα κτίρια, τα σπίτια
δημιουργεί μια –Άλλη- ατμόσφαιρα, βγαλμένη από τα παραμύθια της Ανατολής.
Φθάσαμε στην Απαγορευμένη Πόλη, νότια στην κεντρική πύλη Meridien- Μεριντιέν φώναξε ο
στρατηγός Γκουάνγκ Μπο.
Ένα θαύμα αποκαλύπτεται εμπρός μας, μια περίλαμπρη Πόλη
είπαν όλοι
Οι Έλληνες μαζί εντυπωσιασμένοι από το θέαμα.
Φρουρείτε από πολλούς
στρατιώτες καλά οπλισμένους. Έχει τείχη πανύψηλα, δυο πτέρυγες
προεξέχουν ενώ σε κάθε γωνία υπάρχει πύργος.
Μόνο ο αυτοκράτορας περνάει από την κεντρική πύλη, πάνω από
το πέτρινο μονοπάτι, κι η αυτοκράτειρα όταν παντρεύεται.
Φρουρά – φρουρά ζητάμε την άδεια του Αυτοκράτορα να μπούμε στην Απαγορευμένη Πόλη φώναξε
δυνατά ο στρατηγός Γκουάνγκ Μπο.
Εμφανίστηκε ο διοικητής της φρουράς με αξιωματικούς
Κι στρατιώτες πολύ καλά οπλισμένους.
Στρατηγέ Guang-
Bo- Γγουάνγκ- Μπο
Ο αυτοκράτορας Yongle- Γιόνγκλ έδωσε διαταγή να περάσετε μέσα με τους υψηλούς
επισκέπτες, σας περιμένουν με ανυπομονησία.
Μόλις οι βυζαντινοί Έλληνες πέρασαν μέσα στην Απαγορευμένη
Πόλη,
Αντίκρισαν μια τεράστια Πλατεία έχοντας γύρω εκπληκτικά
κτίρια.
Η Αυτοκρατορική Πόλη είχε σχήμα ορθογωνίου παραλληλογράμμου,
Περιελάμβανε 980 κτίρια και 9.999 δωμάτια.
Ένα εκπληκτικό θέαμα απλώθηκε μπρος τα μάτια τους,
Γύρω από την τεράστια πλατεία υπάρχουν πανέμορφα κτίρια
163
Με εκπληκτική αρχιτεκτονική.
Η πύλη της Ανώτατης
Αρμονίας βρίσκεται απέναντι μετά την Πλατεία,
Εκεί στην περίφημη αίθουσα θα συναντήσουμε τον αυτοκράτορα
είπε ο στρατηγός Γκουάνγκ Μπο.
Ο Αυλικός για την υποδοχή- το εθιμοτυπικό, τις τιμές,
προετοίμζε τους Ξένους κι τους κοινούς
θνητούς, Πως θα μιλήσουν τον αυτοκράτορα Yongle-Γιόνγκλ τι θα κάνουν – χαμογελώντας χαιρέτησε ευγενικά.
Υπέροχοι Έλληνες καλώς ήρθατε στην Απαγορευμένη Πόλη.
Ακούστε το τελετουργικό πως θα συναντήσετε τον αυτοκράτορα
Είπε ευγενικά ο Γιάν ο αυλικός επί της υποδοχής.
Γνωρίζουμε από αυτά είμαστε από βασιλική γενιά απάντησε ο
Οδυσσέας Κατακουζηνός λες κι ήξερε τι θα συμβεί- τι θα επακολουθήσει.
Όλοι μαζί θα συρθείτε στα τέσσερα μέχρι να φθάσετε μπρος
στον αυτοκράτορα Yongle-Γιόνγκλ κοιτάζοντας στο πάτωμα.
Δεν θα σηκώσετε το κεφάλι να δείτε το βασιλιά, παρά μόνο
όταν σας δώσει το λόγο. Ο πρίγκιπας Οδυσσέας
Κατακουζηνός αντέδρασε λέγοντας. Ο Ιωάννης Παλαιολόγος είναι ο διάδοχος
της πιο λαμπρής αυτοκρατορίας, δεν μπορεί να συρθεί στα τέσσερα. Εκπροσωπεί ένα
λαού- ένα πολιτισμό το –Ίδιο – παλιό με
τον δικό σας. Σκέφτηκε πως σαν βασιλιάς της Ιθάκης ποτέ δεν προσκύνησε κανέναν-
αν και πολυμήχανος- πολύτροπος, θεωρούσε τους άλλους ίσους κι ισάξιους
αν κι διαφορετικούς.
Τότε επενέβη ο στρατηγός Guang Bo- Γκουάνγκ Μπο συνόδευε τους γενναίους Έλληνες από το Σινικό
Τείχος και τους γνώρισε καλά.
Ο αυτοκράτορας Yongle-
Γιόνγκλ or Chengru-Τσέν-
Τσού
or Zhu Di
–Ζου – Ντί επιτρέπει στο διάδοχο του θρόνου, τον Ιωάννη Παλαιολόγο, να
παρουσιαστεί κανονικά σαν ίσως προς ίσον.
Θα έρθουν μαζί ο πρίγκιπας Οδυσσέας Κατακουζηνός κι η
συνοδεία μου,
Όπως αρμόζει σε αυτοκρατορικούς βυζαντινούς είπε με έντονο
ύφος ο διάδοχος Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος.
Ο Αυλικός συναίνεσε κι προχώρησαν με τάξη. Διέσχισαν την Πλατεία
κι έφθασαν σε μια
βεράντα από όπου φαινόταν πανοραμικά η Πόλη.
Εκεί περίμενε ο διοικητής των ανακτόρων για να τους οδηγήσει
στην κεντρική αίθουσα. Το Ανακτορικό συγκρότημα περιελάμβανε τρεις αίθουσες.
Ήταν το κέντρο της Πόλης, από εκεί ο βασιλιάς ασκούσε την εξουσία. Α- Η αίθουσα
της Ανώτατης Αρμονίας Β – Η αίθουσα της
κεντρικής Αρμονίας Γ- Η αίθουσα διατήρησης Αρμονίας.
164
Το κίτρινο κυριαρχούσε παντού ήταν το χρώμα της αυτοκρατορίας.
Ένα υδάτινο κιβώτιο δέσποζε στο ταβάνι πάνω από το θρόνο.
Ένας δράκος τυλιγμένος από γύρω είχε στο στόμα μεταλλικά
σφαιρίδια.
Ο περίφημος καθρέφτης
Huahyuan-
Χουανγiάν ξακουστός στην Κίνα.
Ξεχώριζε με την πρώτη ματιά. Κυριαρχούσαν τα μοτίβα των
Δράκων, Υπήρχαν έξη πυλώνες κοντά στο θρόνο, καλυμμένοι από χρυσό. Γύρω από το
θρόνο φαίνονταν κουλουριασμένοι πέντε
Δράκοι, περίτεχνα φτιαγμένοι.
Η αυτοκρατορική οικογένεια ήταν στην Αίθουσα την Υπέρτατης Αρμονίας. Ο αυτοκράτορας
Yongle- έγινε γνωστός ως Chengru-Tσεν-τσου καθόταν μεγαλειώδης στο θρόνο του.
Δίπλα η αυτοκράτειρα Xu or Ren Xiao Wen- Χου ή Ρεν Ξιάο- Γουέν
Φορούσε τα πιο επίσημα ρούχα κι κοσμήματα.
Δεξιά από το βασιλιά ήταν η πριγκίπισσα Xianning- Ξιανίνγκ
Διάδοχος του θρόνου με την αδερφή της πριγκίπισσα Yong’ an- Γιανγκαν
Ο Zhu Gaoxu πρίγκιπας του Χαν- Ο Zhu Gaosui πρίγκιπας του
Ζαο .
Αριστερά στέκονταν οι τριάντα γυναίκες του βασιλιά,
Η παλλακίδα Zhao Wen- η Zhoo Yi
Οι αξιωματούχοι, οι αυλικοί , οι στρατιωτικοί, οι μανδαρίνοι
περίμεναν στο βάθος της αίθουσας έτοιμοι να παρέμβουν εάν χρειαστεί.
Οι Έλληνες του Βυζαντίου προχώρησαν περήφανοι προς τον
αυτοκρατορικό θρόνο. Φορούσαν τα πιο λαμπρά ρούχα ακτινοβολώντας
Το μεγαλείο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Μπροστά πήγαινε ο θεϊκός Ιωάννης Παλαιολόγος, ο διάδοχος του
θρόνου
Κι ακολουθούσαν οι άλλοι Έλληνες. Όταν έφθασαν μπρος το
βασιλιά έκαναν μια βαθιά υπόκλιση, Πρώτος μίλησε ο πρίγκιπας Ιωάννης.
Μεγάλε βασιλιά
Δρακοπρόσωπε
αυτοκράτορα
Εσύ που μεταμορφώνεσαι σε Δράκο.
Υποβάλλω τα σέβη μου, όπως και του πατέρα μου
Του αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου.
Ο αυτοκράτορας Yongle- Γιόνγκλ or Chengru-Τσέν- Τσού
or Zhu Di
–Ζου – Ντί- 1360- 1424- της δυναστείας
των Μίνγκ έκτισε
165
είναι. Με μεγάλη χαρά δίνω τη ζωή μου για την Πατρίδα.
Ηρωικοί Κινέζοι αξίζει να πεθάνετε για την Απαγορευμένη
Πόλη, το μυθικό Πεκίνο, τις Οικογένειες , τους Φίλους.
Βασιλιά μου κανείς δεν κάνει πίσω, θα πολεμήσουμε ως το
τέλος
μέχρι την τελική νίκη. Υπερασπιζόμαστε τη θρησκεία, τις
παραδόσεις Χιλιάδες χρόνια Ιστορίας, ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ ΤΟΥ ΔΡΑΚΟΥαπάντησαν
οι αξιωματικοί του βασιλιά.
Αξιωματικοί – ευγενείς – στρατιώτες ,απλοί άνθρωποι
πολεμούσαν γενναία, πάνω στα τείχη της Απαγορευμένης Πόλης.
Χτυπούσαν ανελέητα τους αντιπάλους χωρίς να λογαριάζουν την
Ανθρώπινη Ζωή. Οι φωνές, τα ουρλιαχτά των τραυματισμένων
Ακούγονταν σε όλο το Πεκίνο.
Χιλιάδες οι νεκροί όμως δεν κάνω πίσω. Θα περάσω πάνω από τα
πτώματά τους για να κατακτήσω την Απαγορευμένη Πόλη
Και το Θρόνο, Η ΤΩΡΑ Η ΠΟΤΈ φώναξε ο στρατηγός Ζένγκ Χι.
Κανείς δεν εγκατέλειπε τη μάχη την πιο κρίσιμη ώρα,
Βρισκόταν στην κορύφωση. Ένα απλό γεγονός – κάτι απρόβλεπτο
Μπορούσε να αλλάξει την έκβαση του πολέμου, την Ιστορία , το
μέλλον της Κίνας.
Το μάθατε – το μάθατε τρελαθήκαμε μόλις το ακούσαμε
Έλεγαν οι στρατιώτες του αυτοκράτορα μεταξύ τους.
Τι είναι – τι έγινε
Δεν πιστεύαμε πως αληθεύει σταμάτησε η αναπνοή μας
μείναμε άφωνοι μόλις το ακούσαμε απάντησαν κάποιοι άλλοι.
Σκοτώθηκε ο στρατηγός Zheng- He-
Ζένγκ - Χι
Σκοτώθηκε ο στρατηγός Zheng- He
–Ζένγκ-Χι
Έλεγαν πιο δυνατά μερικοί πολεμιστές.
Ακούσατε – πέθανε ο στρατηγός Zheng- He- Ζένγκ- Χι
Είναι νεκρός σύμπλήρωναν κάποιοι άλλοι
Το μάθατε – το ακούσατε
Ο στρατηγός Zheng-
He – Ζένγκ- Χι πέθανε
Άρχισαν να λένε οι στρατιώτες του βασιλιά πάνω στα τείχη,
Κραύγαζαν σαν τρελαμένοι.
…………………………………….
179
………………………………….
ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ZHENG - HE
ΑΚΟΥΣΑΝ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΜΈΝΟΙ ΤΟ ΝΕΟ.
ΚΟΠΗΚΑΝ ΤΑ ΠΟΔΙΑ , Η
ΑΝΑΠΝΟΗ ΤΟΥΣ
Λένε αλήθεια!!!! έλεγαν ψιθυριστά μεταξύ τους
Χτυπήθηκε ο στρατηγός Zheng –He-
Ζένγκ- Χι.
Τι θα κάνουμε!!!!! ρωτούσε ο ένας τον άλλον.
Συμφορά μας έπεσε άδοξα ο στρατηγός Zheng- He- Ζένγκ- Χι
Πολεμώντας για το Θρόνο, κι την πριγκίπισσα Xianning- Ξιάννινγκ
Έλεγαν οι στρατιώτες του στρατηγού Ζένγκ Χι δυνατά.
Ο στρατηγός Zheng-
He- Ζένγκ- Χι είναι
νεκρός
Δεν ζει πια κράυγαζαν οι στρατιώτες του στρατηγού Ζένγκ Χι.
Οι στρατιώτες του στρατηγού Zheng- He- Ζένγκ- Χι.
Άρχισαν φοβισμένοι να εγκαταλείπουν τη μάχη.
Γενναίοι μου που πάτε
γιατί φεύγετε!!!
Είμαι εδώ ζωντανός – δεν με βλέπετε!!!
Μείνετε στις θέσεις σας
μαζί θα νικήσουμε.
Φώναζε ο στρατηγός Ζένγκ στους επαναστάτες.
Οι στρατιώτες απαντούσαν στο στρατηγό Ζένγκ- Χι
ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ
ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ
Μην εγκατελείπετε την μάχη -ακόμα μπορούμε να νικήσουμε!!!
Το Φάντασμα του στρατηγού παραμιλάει απαντούσαν οι
στρατιώτες
-
προς το στρατηγό
Ζένγκ- ΧΙ –
Ο στρατηγός Zheng-
He –Ζένγκ – Χι πέθανε
Ποιος είσαι- μήπως κάποιος άλλος – το φάντασμά του.
Μόνο η φρουρά μου έμεινε πιστή κι αυτοί έπεσαν ένας – ένας.
Ο Αγώνας είναι Άνισος- η Μάχη έγινε Άνιση μονολόγησε
θλιμένα.
Ο στρατηγός Zheng-
He είναι ζωντανός τελικά
Πολεμάει ακόμα είπαν οι αξιωματικοί του βασιλιά Γιόνγκλ.
180
Το φάντασμά του πολεμάει γενναία -το φάντασμα του Δράκου.
Φώναζαν οι σττρατιώτες του Γιόνγκλ.
Χάθηκαν οι γενναίοι μου ιππότες- έπεσαν ηρωικά δίνοντας τη
ζωή τους.
Μόνος πολεμάω το στρατό του βασιλιά Yongle- Γιόνγκλ
Ο Θάνατος – Θάνατος έρχεται κατά πάνω μου.
Το Φάντασμα του Δράκου τρελάθηκε- έχασε τα λογικά του
Έλεγαν οι στρατιώτες
του βασιλιά Γιόνγκλ.
Τον κτύπησα στο στήθος κι αυτός ανταπέδωσε είπε ο Γιάνγκ
Ένας αξιωματικός του βασιλιά.
Αυτή η σπαθιά είναι γερή -Τον βρήκε στην κοιλιά
αιμορραγεί!!!
Συμπλήρωσε ο αξιωματικόςτου βασιλιά Βάο.
Δεν πέθανε – δεν πέθανε- δώστε την χαριστική βολή
Φώναξαν οι άλλοι αξιωματικοί του αυτοκράτορα.
Να πάρε – πάρε κι αυτή- κι αυτή να μάθεις φώναζαν όλοι μαζί.
Ο CHANG-ΕΝΑΣ
ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑ
ΕΜΠΗΞΕ ΜΕ ΔΥΝΑΜΗ ΤΟ ΣΠΑΘΙ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΙΆ
Αυτή η σπαθιά σκότωσε το στρατηγό Zheng- He- Ζένγκ- Χι
Είναι πραγματικά νεκρός φώναξε με όλη τη δύναμη.
Ο στρατηγός Zheng-
He – Ζένγκ- Χι πέθανε
πολεμώντας πάνω στα τείχη
Της Απαγορευμένης Πόλης είπαν όλοι μαζί – .
Μέσα κι Έξω από την Απαγορευμένη Πόλη κείτονταν χιλιάδες
νεκροί στρατιώτες. Το αίμα έτρεχε σαν ποτάμι, απλώθηκε σε όλο το πολύπαθο
Πεκίνο. Η θρυλική πόλη έμοιαζε με ένα εφιαλτικό όνειρο.
Οι μάνες , οι αδερφές των πεθαμένων έκλαιγαν τα νεκρά
παλικάρια,
Ένας ουρανομήκης θρήνος ακουγόταν σε όλο το Πεκίνο
Μια ουρανομήκης κραυγή διαπερνούσε τον ουρανό.
Η Απαγορευμένη Πόλη
μοιάζει με πόλη φάντασμα.
Τέτοιο μακελειό δεν γνώρισε η Ανθρωπότητα. Τα νεκρά κουφάρια
ήταν χιλιάδες, Ποδοπατημένα, πεταμένα σε στοίβες προκαλούσαν το δέος.
Το αίμα απλώθηκε σε όλο το Πεκίνο.
Ο νικημένος στρατός του στρατηγού Zheng- He κατέφυγε στο εξωτερικό τείχος, για να
ανασυνταχτεί. Οι αξιωματικοί , οι στρατιώτες θρηνούσαν το θάνατο του στρατηγού
κι των νεκρών αδερφών.
Τι κάνει η πριγκίπισσα Xianning- Ξιάννινγκ- Πολέμησε ατρόμητη
181
στην πρώτη γραμμή.
Όλοι θαύμασαν τη γενναιότητα , τις ικανότητες .
Πόσο θέλω να τη δω. Χαμογελάει κι με μιας – εξαφανίζονται
όλα
Είπε ο Ιωάννης Παλαιολόγος.
Ο αυτοκράτορας Yongle- Γιόνγκλ προχωρούσε
νικητής πάνω σε κατακόκκινο άλογο. Περνούσε
πάνω από τα νεκρά πτώματα.
Πάνω σε λευκή φοράδα
ακολουθούσε η πριγκίπισσα Xianning
Έμοιαζε θεϊκή με την
πολεμική φορεσιά, κατευθύνονται προς την Πλατεία. Η ανακτορική φρουρά
ακολουθούσε από πίσω,
Μπροστά κι δίπλα πήγαινε η προσωπική φρουρά.
Οι στρατηγοί, οι αξιωματικοί, οι αξιωματούχοι όλοι
υποκλίνονταν
κι έκαναν τόπο να περάσει ο αυτοκράτορας Yongle- Γιόνγκλ
Κι η πριγκίπισσα Xianning - Ξιάννινγκ
ΝΙΚΗΣΕ Ο ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ YONGLE
ΝΊΚΗΣΕ Ο ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ YONGLE
Φώναζαν όλιο μαζί.
Ο Θάνατος βασίλευε στην Απαγορευμένη Πόλη και το δυο
στρατόπεδα μετρούσαν τους νεκρούς, θρηνούσαν το θάνατό τους.
Μεγάλη συμφορά βρήκε το βασίλειο της Κίνας, Η άγρια σφαγή
των αντιπάλων ήταν χωρίς Έλεος.
Μεγαλοπρεπής αποθεώθηκε από το στρατό. Η ύψιστη δικαίωση για
έναν αυτοκράτορα
Γενναίοι στρατιώτες η Κίνα αιώνια θα σας ευγνωμονεί
Σώσατε την πατρίδα από τους προδότες, τους Επαναστάτες.
Είπε ο αυτοκράτορας Γιόνγκλ.
Ο ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ YONGLE - ΓΙΟΝΓΚΛ
Φώναξαν οι κινέζοι
στρατιώτες.
Οι στασιαστές στράφηκαν εναντίων μας για να πάρουν το θρόνο,
Και να καταλάβουν τη χώρα. Αφορμή ήταν ένας Αθώος Έρωτας
Της πριγκίπισσας Ξιανίνγκ συνέχισε ο βασιλιάς Γιόνγκλ.
Η γενναία πριγκίπισσα Xianning-Ξιάννινγκ είναι διάδοχος του Θρόνου.
Απάντσησε ο στρατός.
Ο στρατηγός Zheng-
He – Ζένγκ- Χι έκανε
πως ζήλευε
Ότι ένιωσε προδομένος, γι αυτό οδήγησε το στρατό εναντίον
μας.
Ήθελε να γίνει Αυτοκράτορας.
182
Προκάλεσε Εμφύλιο Πόλεμο απάντσησε ο στρατός.
Ο στρατηγός Λιού – Γιόνγκ- Liu Yong- ετοιμάζει ένα απόσπασμα
Να κυνηγήσει τους επαναστάτες.
Ο Yongle
– Γιόνγκλ είναι ο αυτοκράτορας της Κίνας
Κανείς δεν αμφισβητεί την Εξουσία του, το Θρόνο.
Ποιος ξέρει τι απέγινε ο στρατηγός Zheng- He- Ζένγκ- Χι
Διέφυγε ή πέθανε στο πεδίο της μάχης.
Πέθανε πάνω στα τείχη. Οι στρατιώτες του πήραν την τελευταία
στιγμή
Το νεκρό κουφάρι απάντησαν οι αξιωματικοί του αυτοκράτορα.
Πρίγκιπα Ιωάννη Παλαιολόγο πως είδες την μάχη ρώτησε ο
Γιόνγκλ
τον Ιωάννη
Παλαιολόγο.
Βασιλιά μου
κατατρόπωσες του Αντιπάλους., είσαι ο μεγάλος Νικητής.
Απάντησε ο Ιωάννης Παλαιολόγος.
Κι εσείς γενναίοι φίλοι πολεμήσατε ηρωικά -σταθήκατε στο
πλευρό μας
Είπε απευθυνόμενος στους Έλληνες ιππότες.
Κάναμε ότι επέβαλλε το Καθήκον η Φιλία – η Συμμαχία – των
δυο Λαών απάντησε περήφανος ο πρίγκιπας Ιωάννης.
Όταν μπήκατε στον πόλεμο αλλάξατε την έκβαση της μάχης.
Ήταν στο πιο κρίσιμο σημείο είπε ο βασιλιάς Γιόνγκλ.
Ο στρατηγός Zheng-
He ήθελε με κάθε κόστος
τη Βασιλεία.
Δεν επεδίωξε το Συμβιβασμό, δεν ρώτησε να μάθει τι συνέβη.
Απάτνησε ο Ιωάννης Παλαιολόγος.
Το εκστρατευτικό σώμα θα εξοντώσει τα υπολείμματα
Του στρατού του. Η πολύπαθη Ειρήνη θα κυριαρχήσει στην
Αυτοκρατορία είπε περήφανος ο βασιλιάς Γιόνγκλ.
Οι αξιωματικοί κι οι στρατιώτες έθαψαν το στρατηγό Zheng- He …
με όλες τις τιμές. Κράτησαν όμως κρυφό το μέρος να μη βρει ο
αυτοκράτορας τον Τάφο.
Πρίγκιπα Ιωάννη που είναι οι γενναίοι Έλληνες ιππότες.
Ένας αξιωματικός της φρουράς
φώναξε τους Έλληνες κι αυτοί τρέχοντας παρατάχτηκαν μπρος το
βασιλιά δίπλα στον Ιωάννη Παλαιολόγο.
Ατρόμητοι Έλληνες
πολεμήσατε ηρωικά
Για αυτό σας αξίζουν πολλές τιμές.
Βασιλιά μου πως μπορούσαμε να μείνουμε αμέτοχοι.
Κινδύνευε η Κίνα. Η τιμή κι η υπόληψη της πριγκίπισσας
Ξιάννινγκ.
183
Έπρεπε να αποκαταστήσουμε τη φήμη, το όνομα, την Τάξη.
Υπέροχοι Έλληνες η Απαγορευμένη Πόλη είναι στη διάθεσή σας
Οι αυλικοί θα σας παρέχουν κάθε φιλοξενία.
Αυτοκράτορα Yongle-Γιόνγκλ
είμαστε ευγνώμονες για την Τιμή,
τη Φιλοξενία, μα πρέπει να επιστρέψουμε στην Πατρίδα.
Τώρα που η Ουράνια Αυτοκρατορία δεν κινδυνεύει, αποκτήσαμε
νέους Φίλους κι γερές Συμμαχίες έφθασε η ώρα του Γυρισμού.
Πολύτροπε – συνετέ Ιωάννη ότι θέλετε θα γίνει.
Μη βιαστείτε όμως - κοιτάζει την πριγκίπισσα- μείνετε λίγο
ακόμα
Προέτρεψε ο αυτοκράτορας Γιόνγκλ.
Ο Ιωάννης Παλαιολόγος ΕΙΔΕ ΤΡΥΦΕΡΑ ΤΗΝ XIANNING ΚΙ ΕΊΠΕ
Αυτό θα κάνουμε βασιλιά μου.
Αμέσως οι ηρωικοί Έλληνες απεχώρησαν και πήγαν στις θέσεις
τους .
Οι αιχμάλωτοι- φέρτε αμέσως τους αιχμάλωτους αξιωματικούς
Φώναξε ο αυτοκράτορας
Γιόνγκλ.
Οι αξιωματικοί της φρουράς οδήγησαν τους αιχμάλωτους
στρατηγούς
Κι ανώτερους αξιωματικούς μπροστά στον αυτοκράτορα.
Αυτοί αμέσως έπεσαν στα γόνατα προσκυνώντας το μεγάλο
Νικητή.
Με το βλέμμα στη γη, άλλοι έκλαιγαν γοερά, κι άλλοι
παρακαλούσαν
να τους χαρίσει τη ζωή. Ποιος από εσάς θα μιλήσει, Στρατηγέ
Τάο
Γιατί στραφήκατε κατά της Απαγορευμένης Πόλης κατά του
αυτοκράτορα ρώτησε ο Γιόνγκλ.
Πιστέψαμε στο στρατηγό Zheng- He
Ζένγκ- Χι είπε πως προδόθηκε
Ότι σπιλώθηκε η τιμή κι η υπόληψή του,
Μόλις έμαθε για τον έρωτα της πριγκίπισσα Ξιάννινγκ.
Έπρεπε να αποκαταστήσει την αδικία , το όνομα συνέχισε
ο στρατηγός Τάο.
Γι αυτό επαναστατήσατε- θελήσατε να πάρετε το θρόνο.
Γιατί δεν ήρθε να μιλήσει με μένα, να ρωτήσει τι έγινε,
Αμέσως θα διαλύονταν οι παρεξηγήσεις προσέθεσε ο Γιόνγκλ.
Όταν στρατοπεδεύσαμε έξω από το Πεκίνο άλλαξε γνώμη.
Πήρε με το μέρος του το στρατό, τους αξιωματικούς κι
στράφηκε κατά του Θρόνου είπε ο στρατηγός των αιχμαλώτων Ζηέν.
Κι εσείς τι κάνατε γιατί δεν αντιδράσατε.είπε αυστηρά ο
βασιλιάς.
Είμαστε στρατιώτες
έπρεπε να υπακούσουμε στις διαταγές
Απάντησα οι αιχμάλωτοι αξιωματικοί.
Τι απέγινε ο στρατηγός Ζheng- He-
Ζένγκ- Χι διέφυγε – πέθανε
.184
Έπεσε νεκρός στη μάχη. Οι φρουροί του φυγάδευσαν τον
πεθαμένο
Δεν ξέρουμε που είναι θαμμένος απάντησε ο αιχμάλωτος
αξιωματικός Γιάν . Εσείς γιατί δεν πολεμήσατε μέχρι θανάτοι κι είσαστε ακόμα
ζωντανοί συνέχισε απτόητος ο βασιλιάς
Γιόνγκλ.
Θα μας σκότωνε εάν φέρναμε αντίσταση απάντησε ο Λιού.
Γιατί τώρα πιστεύετε πως θα ζήσετε.
Μεγάλε Βασιλιά δείξε γενναιοδωρία – Έλεος κι χάρισέ τους τη
ζωή.
Φαίνεται πως μετάνιωσαν- το ζητάω ως ΧΑΡΗ.
Εάν ζήσετε θα είναι
επειδή το ζήτησε η Ξιανίνγκ
Η διάδοχος του θρόνου – η γενναία πριγκίπισσα.
Γενναιόψυχε Βασιλιά δείξε Έλεος – Έλεος φώναξαν όλοι μαζί.
Ο αυτοκράτορας Yongle -Γιόνγκλ.έκανε νόημα στη φρουρά
Κι περικύκλωσαν τους αιχμαλώτους.
Από εδώ και πέρα θα ζήσετε στην Εξορία, Σ’ ένα στρατόπεδο
στην Έρημο Τάκλα Μακάν. Μόνο εάν μετανοήσετε πραγματικά
Μόνο και μόνο τότε θα
αποφασίσω τι θα γίνει με σας.
Βασιλιά μου ευχαριστούμε μας χάρισε τη ζωή
Τι γενναιοδωρία- τι μεγαλείο!!!
Ο αυτοκράτορας Yongle έκανε νόημα τους
φρουρούς να πάρουν τους αιχμαλώτους.
Αυτοί με το κεφάλι σκυμμένο σύρθηκαν χωρίς να βλέπουν το βασιλιά. Έφυγαν
σαστισμένοι – δεν πίστευαν πως σώθηκαν.
Ήρθε η ώρα να φύγουμε από το μυθικό Πεκίνο, την Απαγορευμένη
Πόλη
Είπε ο πρίγκιπας Ιωάννης Παλαιολόγος.
Πραγματικά λυπάμαι!!! Έζησα τις μέρες που συγκλόνισαν την
Κίνα,
Άλλαξαν τη ροή της Ιστορίας- το Χρόνο.
Μια πόλη γεννιέται μέσα από τον πόλεμο. Πρέπει να είμαστε
έτοιμοι
Να δεχτούμε –Αυτό- που έρχεται. Μια μέρα θα Επιστρέψουμε
Τίποτα δεν τελείωσε- όλα τώρα αρχίζουν.
Με πνίγει η λυγρή νοσταλγία της Επιστροφής στην πατρίδα.
Πώς να αποχαιρετήσω την Ωραία Xianning-Ξιάννινγκ
Ερωτεύτηκα παράφορα την πριγκίπισσα. Πως θα πω το τελευταίο
– ΑΝΤΙΟ- στην αγαπημένη μου.
Ο Έρωτας ελευθερώνει τον Άνθρωπο- ξεπερνάει τα Όρια, τη Σκιά
,
185
το Θάνατο απάντησε ο Οδυσσέας Κατακουζηνός.
Τέτοια ομορφιά δεν συνάντησα πουθενά στον κόσμο.
Η θεϊκή Xianning-
Ξιάννινγκ είναι το πιο ωραίο λουλούδι
Της Κίνας. Ο -Ίδιος- ο Άνεμος- το –Φως-, ο- Ουρανός-
Έχει ευλύγιστο σώμα
κι απίθανο στήθος.. Όταν μιλάει τα
μαγικά της χείλη αποκαλύπτουν το Άπειρο.
Υπέροχε Ιωάννη το καραβάνι της Επιστροφής ετοιμάστηκε
Περιμένουμε οδηγίες είπε ο πρίγκιπας Οδυσσέας Κατακουζηνός.
Όλα αυτά θύμισαν τις προετοιμασίες της επιστροφής από την
Τροία.
Μια εποχή τελείωσε κι άρχισε μια νέα.
ΟΙ ΑΙΩΝΕΣ ΤΟΥ ΔΡΑΚΟΥ
αποκαλύπτουν το άνοιγμα
Τη Νέα Τάξη. Μοιράζομαι μαζί σας το όνειρο μιας μεγάλης
Κίνας
Μεγαλειώδη Yongle
–Γιόνκγλ- άρχοντα της Γης κι του Ουρανού
Που εξουσιάζεις την Κίνα. Ζήσαμε το Τέλος κι την Αρχή
Μιας Άλλης συγκλονιστικής περιόδου. Ο άνεμος της αλλαγής θα
σκορπιστεί σε όλη τη Χώρα είπε ο Ιωάννης Παλαιολόγος.
Το θρυλικό Πεκίνο είναι η Πόλη μου
Κι η Απαγορευμένη Πόλη το στρατηγείο – το σπίτι μου-.
Τώρα βλέπω διαφορετικά τον κόσμο μετά την Εμφύλια σύγκρουση.
Το παρελθόν δεν έχει μόνο ακονισμένα μαχαίρια.
Οι Αιώνες του Δράκου αποκαλύπτουν χιλιάδες χρόνια ιστορίας,
με σπαραγμό ψυχής αφήνω το φημισμένο Πεκίνο όπου έζησα ένα
μεγάλο Έρωτα εκμυστηρεύτηκε φωναχτά ο πρίγκιπας Ιωάννης.
Οι κύκλοι της φωτιάς -οι κύκλοι του νερού – του αέρα
Φέρνουν το Τέλος απάντησαν οι κινέζοι.
Η διάδοχος του θρόνου θέλει να σε δει για τελευταία φορά.
Έμαθε τα νέα πως επιστρέφεις στην Ελλάδα.
Συνετέ Βασιλιά είμαι έτοιμος να δω τη θεϊκή Xianning-Ξιάννινγκ
Ο Ιωάννης Παλαιολόγος χαιρέτησε συγκινημένος τον αυτοκράτορα
Γιόνγκλ ευχαριστώντας για τη φιλοξενία,τη φιλία κι τη Συμμαχία.
Η πριγκίπισσα Xianning-περίμενε στην κατοικία των διαδόχων.
Ήταν η τελευταία φορά που θα έβλεπε τον αγαπημένο της
Ιωάννη Παλαιολόγο.
Χορεύτριες από το Σπίτι των Γυναικών χόρευαν το χορό
Του Αποχαιρετισμού -
το χορό του Έρωτα, τη χαρά της Ζωής.
186
ΛΕΥΚΑΔΙΟΥ ΧΕΡΝ
Η
ΓΙΑΚΟΥΜΟ ΚΟΪΖΟΥΜΙ
ΙΡΛΑΝΔΙΑ – ΔΟΥΒΛΙΝΟ 1852……..
ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΛΕΥΚΑΔΙΟΥ ΧΕΡΝ
ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΣΑΡΑΣ ΜΠΡΕΝΑΝ
191
Λευκάδιε – Λευκάδιε
που είσαι παλιόπαιδο Αχ!! χάθηκε
πάλι.
Ίσως κλείστηκε στο δωμάτιο του ή μήπως είναι στη βιβλιοθήκη
Θεία Σάρα – θεία Σάρα
Τρέξε γρήγορα - έχω να
σου ανακοινώσω κάτι πολύ σοβαρό
Κάθισε – άκουσε με προσοχή.
Όπως ξέρεις δεν έχω κάποιον άλλο σε αυτή τη ζωή. Είσαι
συγγενής μου
Για αυτό αποφάσισα να σε υιοθετήσω, και να σε κάνω το
μοναδικό κληρονόμο της μεγάλης περιουσίας μου.
Θεία Σάρα!!
Ο Λευκάδιος Χέρν έτρεξε κι έπεσε στην αγκαλιά της θείας
Σάρας λέγοντας γεμάτος χαρά κι ικανοποίηση.
Ευχαριστώ – ευχαριστώ δεν θα σε απογοητεύσω,θα είμαι πάντα
δίπλα σου
Θέλω να γίνεις καλός χριστιανός, ένας σεβάσμιος καθολικός
Σε προορίζω για ιερέα
Ιερέας !!! τι σχέση έχω μ’ αυτά , θέλω να σπουδάσω, να
ταξιδεύσω.
Μα έχεις την καλύτερη παιδεία, έχω προσλάβει δάσκαλο και κάνεις ιδιαίτερα μαθήματα στο
σπίτι .Δεν είσαι αναγκασμένος να πηγαίνεις στο σχολείο.
Η Θεία Μπρενάν έγινε
η προστάτιδα του Λευκάδιου Χέρν, φρόντιζε για όλα αλλά όπως ήθελε αυτή
κι όχι όπως ονειρευόταν ο Λευκάδιος.
Θέλω να προσέξεις τα αγγλικά σου, χρησιμοποιείς συνέχεια
Ελληνικές λέξεις, και διαβάζεις βιβλία από την Ελληνική μυθολογία.
Να σταματήσει αυτό. Α!! μην το ξεχάσω, βγάλε αυτά τα σκουλαρίκια
από τα αυτιά σου. Ποιος είσαι ο κάπτεν
Κούκ!!!
Μα Θεία οι θεοί , οι ήρωες , οι αθλητές , οι νύμφες ομορφαίνουν τη ζωή μου. Η φανταστική Ελληνική
μυθολογία ανοίγει τη σκέψη,
Ο μυθικός Οδυσσέας – ο αγαπημένος μου ήρωας είναι πάντα μαζι
μου,
μ’ επηρέασε θετικά με τις περιπέτειες- τις περιπλανήσεις, τα
κατορθώματά του, θέλω να του μοιάσω.
Έφερε φως στη ζωή
μου. Βοήθησε να φύγουν οι σκιές , τα φαντάσματα που μ’ ακολουθούν παντού Δεν μ’ αφήνουν σε ησυχία.
Οι μυστικές φωνές , οι σκιές , τα φαντάσματα
Κυνηγούσαν το παιδί.
Οι Ερινύες ζητούσαν εκδίκηση, δεν τον άφηναν σε ησυχία. Δημιουργούσαν δισάρεστε
καταστάσεις.
Είμαι καταδικασμένος
σε μια απέραντη μοναξιά,
Κοιμάμαι μόνος με το τζάκι κλειστό και παγώνω από το κρύο.
192
Κάθε βράδυ μόλις η υπηρέτρια με βάζει για ύπνο, παίρνει την
λάμπα
και κλειδώνει την
πόρτα, το στενόμακρο δωμάτιο με το ψηλό ταβάνι
Γεμίζει από σκιές. αδιόρατες φωνές με καλούν και με
φωνάζουν.
Μυστηριώδη τέρατα με μεγάλα πλοκάμια περικυκλώνουν το
κρεβάτι μου. Άγριες μέδουσες που έχουν φίδια για μαλλιά έρχονται κατά πάνω μου.
Ανείπωτος φόβος κυριεύει την ψυχή μου, δεν ξέρω τι να κάνω,
Μάταια φωνάζω σε βοήθεια δεν άκουει κανείς.
Όταν με τα πολλά έρχεται η υπηρέτρια με το φως φωτίζεται το
δωμάτιο από αγαλλίαση. Εξαφανίζονται αμέσως τα τέρατα , οι σκιές , οι φόβοι,
με αγκαλιάζει τρυφερά και με παρηγορεί. Λεει πως δεν υπάρχει
τίποτα
Έφυγαν τα φαντάσματα
Μυθομανή – φαντασιόπληκτε θέλεις να με τρομάξεις για να σε
αφήσω ήσυχο. Μόνο στο μυαλό σου συμβαίνουν αυτά τα περίεργα πράγματα.
Εμείς γιατί δεν τα βλέπουμε, το σπίτι δεν έχει τίποτα.
Μ’ ακολουθούν παντού όπου κι αν παω, έγιναν η σκιά μου,
Συνομιλούν μαζί μου λέγοντας τρελά πράγματα.
Κακώς μιλάς γι αυτά θα σε περάσουν για τρελό. Αν σε ακούσουν
οι Δουβλινέζοι θα πουν πως τα σπίτι μας κατοικείται από φαντάσματα.
Θεία Σάρα δεν θέλω να μένω μόνος τα βράδια.
Οι σκιές μεταμορφώνονται - παίρνουν διάφορες μορφές,
διαπερνούν
τους τοίχους, τη σκεπή.
Αύριο πρωί – πρωί θα πάμε στην εκκλησία, να μιλήσουμε με τον
εφημέριο. Να εξομολογηθείς κι να διαβάσει καμιά προσευχή, ώστε να εξαφανιστούν
τα φαντάσματα, οι φοβίες.
Κυρία το παιδί έχει ανάγκη από φροντίδα, τρυφερότητα, αγάπη.
Μην το αφήνετε μόνο, ας έρθει να κοιμηθεί μαζί μας με το
προσωπικό.
Πρότεινε η Τζένη Χάρπερ η υπηρέτριά.
Αποκλείεται είναι ένας Χέρν, ο μοναδικός κληρονόμος μου,
Πρέπει να μεγαλώσει και να διαπαιδαγωγηθεί σύμφωνα με
την παράδοση της οικογένειας.
Μα δεν βλέπετε πως υποφέρει, ας κάνουμε κάτι πριν είναι αργά
Επέμενε η Τζένη Χάρπερ η υπηρέτρια.
Τίποτα δεν άκουω τίποτα, θα πάει εσωτερικός στο καθολικό κολέγιο
του Wshaw,
Η ψυχή του είναι διαφορετική έρχεται από την Ελλάδα,
Συμπλήρωσε η καλόψυχη
υπηρέτρια. Είναι αλλιώς μαθημένος
Θέλει ελευθερία- φως – χαρά- παιχνίδι.
193
Ο Λευκάδιος Χέρν έφυγε τρέχοντας , πήγε στο δωμάτιο του,
Και κλείδωσε την πόρτα
να μείνει μόνος.
Έμεινα μόνος – αβοήθητος -πως θα τα βγάλω πέρα με τα τέρατα
Βρίσκομαι στο χείλος της αβύσσου. Αχ!! μητέρα – μητέρα πόσο
μου λείπεις που είσαι- γιατί μ’ άφησες
μόνο.
Φως εκτυφλωτικό πλημμύρισε το δωμάτιο και εμφανίστηκε η οπτασία της Ρόζας Κασιμάτη. Η Ελληνίδα
μητέρα του Λευκάδιου Χέρν
- ο από μηχανής Θεός- ρώτησε το γιο της.
Λευκάδιε αγόρι μου με ζήτησες είπε η οπτασία της μητέρα του -
Μητέρα – μητέρα εσύ είσαι αλήθεια. Ονειρεύομαι ή βλέπω πάλι
φαντάσματα από αυτά που έρχινται τη νύχτα κι με φοβερίζουν.
Μη φοβάσαι ήρθα για καλό- να σε βοηθήσω -είμαι ο
φύλακας ο άγγελός σου, θα είμαι πάντα
κοντά σου όποτε το ζητήσεις..
Ο φύλακας ο Άγγελός μου -ο από μηχανής Θεός φώναξε ο
Λευκάδιος.
Δεν θα σε εγκαταλείψω ποτέ , θα είμαι δίπλα σου όποτε το
ζητήσεις,
Όταν έχεις πραγματική Ανάγκη.
Σ΄ αναζητούσα σε όλη μου τη ζωή, από τότε που βίαια σε πήραν
από κοντά μου
Στο Δουβλίνο έζησα εφιαλτικές καταστάσεις, με έπνιγαν οι
Συμπληγάδες
στο σπίτι του Καρόλου του πατέρα σου.
Αλλιώς μεγάλωσα στα Κύθηρα το ηλιόλουστο νησί μου.
Η Ελλάδα έγινε ένα μακρινό όνειρο που μαγεύει την ψυχή
απάντησε ο Λευκάδιος. Ο πολυμήχανο Οδυσσέας με συντροφεύει στα ταξίδια του
μυαλού κι της ψυχής, είναι μέσα μου.
Η γιαγιά σου με τον άκρατο συντηρητισμό, την υπόγεια και
φανερή σύγκρουση μ’ έσπρωξε σε μονοπάτια απάτητα χωρίς Επιστροφή.
Ο πατέρας σου δεν με
στήριξε ποτέ. Μόλις γύρισε από την Ινδία
Με έδιωξε- με έστειλε πίσω στην Ελλάδα, ενώ ήμουν έγκυος
στον αδελφός σου , τον Ντανιέλ Τζαίημς.
Έβγαλε το διαζύγιο σε βάρος μου
Και σας πήρε δικαστικά μέσα από την αγκαλιά μου.
Αυτό είχε τραγικές συνέπειες για όλους σημάδεψε
ανεπανόρθωτα την ψυχική μου υγεία
Μητέρα – μητέρα πως μπόρεσε – ήταν εγκληματικό αυτό που
έκανε ο πατέρας, είναι ασυγχώρητος.
Όταν ανακάλυψα τον Ελληνικό κόσμο με μιας έφυγαν τα
φαντάσματα,
Εξαφανίστηκαν οι σκιές έγινα Άλλος Άνθρωπος.Ταξίδευσα στο όνειρο
194
Σε απέραντες πεδιάδες
, το άνοιγμα του γλαυκού ουρανού, το φως του ήλιου έγινε οδηγός μου. Τρόμαξα
όταν ανακάλυψα πως υπάρχει ένας κόσμος
που διαρκώς Αναγεννιέσαι. Όλα γίνονται μες σε ένα θαύμα
Που δεν τελειώνει ποτέ.
Η Θάλασσα –η Θάλασσα ποιος μπορεί να την ταξιδεύσει.
Ξέρεις κάτι μικρέ μου συνεχώς με απογοητεύεις. Είχα όνειρα
για σένα
Να γίνεις ένας σεβάσμιος καθολικός Ιερέας, Έγινες ο
κληρονόμος μου
Μα δεν στάθηκες ικανός για τίποτα. Γι αυτό αποφάσισα να
αναθέσω
Τη διαχείριση της περιουσίας μου στον Χένρι- Χέρν- Μολινέ,
έναν συγγενή του άνδρα μου. Τελείωσε το κολέγιο, μιλάει πολλές γλώσσες
Κι είναι ο κατάλληλος.
Έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν με ενθουσίασε η ιδέα να γίνω παπάς,
Ή να διαχειρίζομαι χρήματα. Όμως η < η μικρή ιερατική
σχολή>-
το κολέγιο <
Υβειδό> με μύησε στη γαλλική λογοτεχνία και τέχνη.
Ήταν μια αποκάλυψη. Το μεγάλο κακό με βρήκε στο κολέγιο <Κούθμπερτ> Εκεί έχασα το αριστερό
μάτι, κινδύνεψα να χάσω και
το άλλο.
Στάθηκες άτυχος η Μοίρα σου γύρισε την πλάτη,
Ευτυχώς είσαι ζωντανός. Οι γιατροί ένα χρόνο προσπαθούσαν
Να σε σώσουν. τι κρίμα!! Ο Χένρι- Χέρν- Μολινέ πρότεινε
Να πας τρόφιμος
Ένας συμμαθητής μου έκανε τη ζημιά. Παίζαμε με ένα τεντωμένο
σχοινί
Αυτό έσπασε και με τραυμάτισε στο μάτι.
Ο Πάντυ – ο Πάντυ έχασε το αριστερό μάτι φώναζαν οι
συμμαθητές μου
Συγκλονισμένοι, οι φωνές τους ακούστηκαν σε όλο το σχολείο.
Λευκάδιε μην αφήσεις να σε επηρεάσει-άλλαξε το χαρακτήρα σου
έγινες απότομος , δύστροπος κλείνεσαι στον εαυτό σου.
Η ομορφιά της ψυχής μου έμεινε ανέγγιχτη Η Ποίηση έχει το άρωμα της Αγάπης, αυτό με
τίποτα δεν αλλάζει.
Ο Λευκάδιος Χέρν και η Τζένη
Χάρπερ συζητούσαν στο λιμάνι του Λονδίνου. Η ατμόσφειρα ήταν περίεργη, ο
νεαρός φίλος της ήταν σε άσχημη θέση, όλα πήγαιναν στραβά.
Λευκάδιε δέχεσαι το ένα κτύπημα μετά το άλλο. Ο Μολυνέ
αποδείχτηκε κακός διαχειριστή χρεοκόπησε, η Θεία σου έχασε όλη την περιουσία.
Καλή μου Τζένη
ευχαριστώ που με φιλοξενείς. Στάθηκες μια δεύτερη μητέρα για Μένα. Εσύ
με μεγάλωσες με έχεις βοηθήσει με κάθε τρόπο
Αγόρι μου σε συμπάθησα από την πρώτη στιγμή. Ήσουν τόσο
μόνος
195
κι αβοήθητος κανείς δεν σε ήθελε, όλοι σε πολεμούσαν.
Η Θεία Σάρα δεν πληρώνει τα δίδακτρα, σταμάτησα το κολέγιο.
Κάθε μέρα κατεβαίνω στο λιμάνι του Λονδίνου, και βλέπω τα
πλοία
Που έρχονται και φεύγουν. Τα έμαθα από έξω- ποιο έρχεται από
τη Ν Υ, το Λος Άντζελες, ποια φεύγουν
για την Ινδία, την Αυστραλία. Ποια φέρνουν μπαχαρικά από την Ανατολή.
Λευκάδιε είσαι δυστυχισμένος κι όμως μπορείς και ονειρεύεσαι
Αυτό μην το χάσεις, μην το εγκαταλήψεις ποτέ.
Αγαπημένη Τζένη βλέπεις αυτό το εισιτήριο, είναι για τη Νέα
Υόρκη,
Το έδωσε ο Μολυνέ. Μια μέρα με φώναξε στο γραφείο και μου
είπε αυταρχικά. Να ένα εισιτήριο για τη Νέα Υόρκη. Πάρε λίγα λεφτά από τη Θεία
σου, είναι τα τελευταία. Από εδώ και πέρα είσαι μόνος, μην ελπίζεις τίποτα και
από κανέναν.
Αγόρι μου Λευκάδιε ήταν τόσο σκληρός –άκαρδος, σε πέταξε στο
δρόμο σαν το σκυλί, λες και ήσουν ένα τίποτα- ένα σκουπίδι.
Δεν ρώτησαν καν τι θέλω εάν επιθυμώ να πάω στην Αμερική.
Άλλα ονειρευόμουν με έριξαν στα βαθιά, κι έπρεπε να
κολυμπήσω
Χωρίς να ξέρω
κολύμπι. Η ζωή μου αρχίζει από την αρχή στο Νέο Κόσμο. Αμερική – Αμερική είσαι
μια χώρα μαγική.
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ 1869
Ο Λευκάδιος Χέρν σε ηλικία 19 χρονών έφθασε στο λιμάνι της Ν
Υ.
Μόνος περιπλανιόταν στις αποβάθρες , στις αποθήκες και τα
τελωνεία
Προσπαθώντας να επιβιώσει. Τα βράδια κοιμόταν μέσα σε
κιβώτια που είχαν εμπορεύματα.
Η πείνα , η εξαθλίωση πνίγουν τη ζωή μου., γλίτωσα από τη
Θεία Μπρενάν, τις θρησκευτικές ιδεοληψίες της κι ήρθα εδώ στη Νέα Υόρκη
Κάνοντας τον αχθοφόρο, τον εργάτη. Τα βράδια κοιμάμαι στις
αποθήκες
Μέσα σε κιβώτια.
Ο περιπλανώμενος Οδυσσέας του μεγάλου χρόνου πλάνης και
πλάνητας,
Ζούσε διαφορετικά τη ζωή του ήρωά του σαν σε παραμύθι.
Αστυνομία – αστυνομία τρέξτε να σωθείτε
Λευκάδιε – Λευκάδιε που είσαι -μας ανακάλυψαν -φύγε να
σωθείς
Φώναξε ο Τζον Τζάκ ένας άνθρωπος του λιμανιού.
Τι έγινε ρε παιδιά - γιατί τρέχετ τι συνέβει ρώτησε ο
Λευκάδιος.
Αστυνομία μας κυνηγάει η αστυνομία απάντησαν οι άνθρωποι
196
Του λιμανιού, τρέξε να σωθείς.
Μα δεν κάναμε τίποτα- γιατί κάνατε σαν τρελοί.
Ξέχασες τις αγυρτίες -ξεγελάσαμε τόσο κόσμο-μας πρόδωσαν,
Υπάρχει κάποιος καταδότης ανάμεσά μας είπε ο Μαικ Ρόμπονσον.
Κάποιος μίλησε στους αστυνομικούς και μας έκαναν τσακωτούς
Συμπλήρωσαν οι
υπόλοιποι με ένταση.
Η Αστυνομία της Νέας Υόρκης περικύκλωσε το λιμάνι. Οι
αστυνομικοί με παρατεταμένα τα όπλα ακινητοποίησαν τους ανθρώπους του λιμανιού
Και τους συνέλαβαν.
Το λιμάνι της Αγωνίας -το λιμάνι της Αμαρτίας φώναζαν όλοι
μαζί.
Ελάτε- ελάτε -πολλά λετε έλεγαν οι αστυνομικοί.
Δεν φθάνει που κοροϊδέψατε τόσους αφελείς, ρημάξατε την γύρω
περιοχή διαμαρτύρεστε κιόλας είπι ο αστυνομικός Άλεξ Ρόμπινσον.
Ότι κάναμε – το κάναμε από ανάγκη- είμαστε Αθώοι.
Πως θα επιβιώσουμε δεν είχαμε άλλη επιλογή απάντησε ο
Λευκάδιος.
Α!! κάνεις τον έξυπνο, έταν απελαθείς από τη Ν Υ τότε θα
καταλάβεις
τι έκανες, ίσως βάλεις μυαλό είπε ο αστυνόμος Μάρτυ Χαιμς..
Είμαστε θύματα των καταστάσεων, οι συνθήκες μας έσπρωξαν
στην παρανομία, δεν έχουμε δουλειά συνέχισε λέγοντας ο Λευκάδιος.
Το λιμάνι της Αγωνίας -το λιμάνι της Αμαρτίας φώναζαν όλοι
μαζί.
Ο Λευκάδιος Χέρν
βρέθηκε σε δύσκολη θέση μέσα στο κελί της φυλακής σκέφτηκε τη μάνα του, τη Ρόζα
Κασιμάτη.
Τι να κάνει άραγε- που είναι -πόσο θα ήθελε να ήταν κοντά
του.
Τότε ως δια μαγείας εμφανίστηκε φως εκθαμβωτικό από όπου προέβαλλε η οπτασία της
μητέρας του-
Καλέ μου Λευκάδιε
Οι συγγενείς σου, η θεία σου, η γιαγιά σου , ο Μολυνέ
Ποτέ δεν κατάλαβαν- τι τραγικές συνέπειες είχε αυτό που
έκαναν.
Σε έστειλαν μόνο στα Ξένα, χωρίς να γνωρίζεις κανέναν.
Ο Ατλαντικός ωκεανός σε έβγαλε ναυαγό στο λιμάνι της
πολύβουης πολιτείας. Αγόρι μου-μη φοβάσαι- είμαι εδώ μαζί σου,
Ο φύλακας ο Άγγελός σου
Μητέρα – καλή μου μητέρα
Ήξερα πως δεν θα με εγκατέλειπες ποτέ. Στάσου λίγο να σ’
αγγίξω
Φεύγεις - απομακρύνεσαι συνέχεια. Είσαι μια οπτασία – ένα
αερικό
197
MARDI GRASS
ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΟΡΛΕΑΝΗΣ
201
Η τρέλα του καρναβαλιού – το τρελό Mardi Grass κυρίευσε
την πόλη
της Νέας Ορλεάνης. Χιλιάδες άνθρωποι κατέκλυσαν την Κανάλ
Στρίτ,
το δρόμο του Αγίου Καρόλου όπου έκαναν παρέλαση τα άρματα.
Η φρενίτιδα του Καρναβαλιού συνεχιζόταν στη Γαλλική
συνοικία-
τη Βιέ Καρριέ. Το
θέαμα στους δρόμους ήταν φανταστικό.
Οι άνθρωποι είχαν βαμμένα τα πρόσωπα και τα σώματα στα
χρώματα του καρναβαλιού, κυριαρχούσαν τα κόκκινα τα -χρυσά- τα πράσινα-
και τα άσπρα. Οι δρόμοι γεμάτοι κομφετί , μπιχλιμπίδια,
σημαίες , σχοινιά έμοιαζαν παραμυθένιοι.
Το Mardi Grass
ήταν η ψυχή της Νέας Ορλεάνης.
Τρέλα – τρέλα κυριαρχούσε η τρέλα, η ευθυμία. Οι Μασκαράδες
πείραζαν τον κόσμο, χόρευαν –
λικνίζονταν ερωτικά στους ήχους της υπέροχης μουσικής δεν δίσταζαν να εκτεθούν.
Γεμίσαμε κομφετί Λευκάδιε πρόσεχε, μας ρίχνουν πλαστικές
πολύχρωμες μπάλες.
Η κωμική μασκαράτα δεν έχει τελειωμό. Πόσο αστείοι είναι-
διαβολικοί-
Φρικιά φορούν παράξενες μάσκες
Έρχονται κατά πάνω μας, κάνουν αστεία.
Μας έζωσαν ανθρώπινα σώματα που έχουν κεφάλια πουλιών,
Θηρίων, ψαριών,
τεράτων. Φωνάζουν χορεύοντας αγριεμένοι.
Άνθρωποι Σάτυροι, ζητιάνοι, κλέφτες, μοναχοί, γοργόνες,
Νεράιδες χορεύουν εκστασιασμένοι στους ήχους των τύμπανων,
των τρομπετών.
Μαγεύτηκα από τη Νέα Ορλεάνη, το Mardi Grass γύρισε το μυαλό μου.
Ποτέ στην ζωή μου δεν έκανα τόσες τρέλες,
Ελίζαμπεθ – Ελίζαμπέθ
είμαι ερωτευμένος παράφορα
Η εκστατική ατμόσφαιρα, το ποτό έλυσαν τη γλώσσα μου.
Μας κύκλωσαν φαντάσματα, κανείς δεν θα μας πειράξει.
Ο Έρωτας είναι Αιώνιος- ο Έρωτας είναι Ανίκητος.
Λευκάδιε – Λευκάδιε με συγκίνησες
Οι άνθρωποι κρύβονται πίσω από τις μάσκες παρουσιάζοντας
διαφορετικά πρόσωπα. Οι Νύχτες και οι Μέρες στη Νέα Ορλεάνη
Είναι μαγικές από άλλο κόσμο. Βλέπεις γύρω, μεταμορφωμένοι
ξεπηδούν από παντού. Άνθρωποι νυχτερίδες, άλλοι ζωσμένοι με φίδια
Άνθρωποι τέρατα, πουλιά, άννθρωποι του Έρωτα αποκαλύπτουν
Την άλλη πλευρά του φεγγαριού, δείχνοντας πως υπάρχουν
πολλές όψεις.
202
Η Νέα Ορλεάνη είναι η
πόλη της μαγείας , η πόλη του έρωτα .
Ο Έρωτας πετάει στα σύννεφα, έρχεται με το φως, μ΄ ακολουθεί
παντού
Μεθυστικός τρελαίνει τις ψυχές, άλλάζει τα μυαλά των
ανθρώπων.
Τι εξαίσιες μουσικές!! Ένας αόρατος θίασος παίζει θεϊκή
μουσική
Πάνω από τη Νέα Ορλεάνη.
Ελίζαμπεθ πεθαίνω από ευτυχία, πεθαίνω για Σένα, ποτέ δεν
ένιωσα τέτοια εκστατική χαρά.
Έλα πάμε στη Γαλλική συνοικία – στη Βιέ Καρριέ εκεί γίνεται
το μεγάλο γλέντι
Πάμε να χαθούμε στα στενά δρομάκια, να γνωρίσουμε τη μαγική
ψυχή του Μαρντί Γκρά, Κόμισσα μετά από εσάς
Κόμη
Πιάνει τον Λευκάδιο από το μπράτσο- αγκαζέ κι προχωρούν.
Η Γαλλική συνοικία περιμένει να την κατακτήσουμε
Ο Λευκάδιος Χερν και η Ελίζαμπεθ Μπίσλαντ βρίσκονταν ήδη
στη Βιέ Καρριέ.
Η Βιέ Καρριέ διατήρησε τον Ισπανό -Γαλλικό χαρακτήρα.
Μύρισε στις αυλές ευωδιάζουν τα πολύχρωμα τροπικά
λουλούδια,
Κυριαρχούν τα χρώματα του Μαρντί Γκρά, το Μοβ εκφράζει τη
Δικαιοσύνη.
Το χρυσό του ήλιου συμβολίζει τη δύναμη, ενώ το πράσινο την
αιώνια πίστη και αφοσίωση.
Πλησιάζει γέρνει στην αγκαλιά του Λευκάδιου Χέρν και τον φιλάει
τρυφερά Χορεύουν – λικνίζονται ερωτικά
παίζοντας το Παιχνίδι
του Έρωτα
Η Δωδέκατη Νύχτα των γλεντζέδων περνάει εύθυμη ,
ξετρελαμένη,
Παρασέρνει τον κόσμο στο κέφι. Ακολουθούν οι ραψωδοί της
Ελλάδος,
Ο Άτλαντας, ο Ερμής, ο βασιλιάς της Αιγύπτου.
Ο Έρωτας και ο Θάνατος πολεμούν αιώνια μέσα στην κόλαση
των Παθών. Ποιος είναι ο Νικητής, κανείς δεν νίκησε τον
Έρωτα.
Η τελευταία Νύχτα του Μαρντί Γκρά, μας περιμένει ο Νίκ
Χέμινγκς
Στο Γκόλντεν Στάρ, να μην αργίσουμε.
Ο κόμης και η κόμισσα της Νέας Ορλεάνης χάθηκαν στα στενά
σοκάκια της Βιέ Καρριέ. Γνώρισαν την αληθινή ψυχή του Μαρτί Γκρά.
Ευτυχισμένοι έφθασαν τα μεσάνυχτα στο ξενοδοχείο Γκόλντεν
Σταρ,
203
όταν το γλέντι ήταν στην κορύφωση. Με δυσκολία πέρασαν
ανάμεσα από τους μεταμφιεσμένους, ώσπου να φθάσουν στην κεντρική αίθουσα.
Ο Νίκ Χέμινγκς ο Ξενοδόχος του Γκόλντεν Στάρ, ήταν ντυμένος
Άγγλος αξιωματικός, μόλις είδε τον Λευκάδιο Χερν και την Ελίζαμπεθ Μπίσλαντ
φώναξε χαρούμενος.
Λευκάδιε – Λευκάδιε
Ο Λευκάδιος Χέρν αναγνώρισε τον Νίκ, και με την Ελίζαμπεθ
πήγαν προς σ’ αυτόν όπου γινόταν το κυρίως γλέντι.
Κυρίες – Κύριοι
Σας παρουσιάζω τον κόμη και την κόμισσα του Μαρτί Γκρά.
Οι Μεταμφιεσμένοι σήκωσαν τα ποτήρια λέγοντας δυνατά
Πίνουμε στην υγεία του κόμη και της κόμισσας της Νέας
Ορλεάνης.
Ο μονόφθαλμος κόρακας και η Ωραία του Μισισιπή
Δικαίως τους ανήκει αυτός
ο χορός.
Ο Λευκάδιος και η
Ελίζαμπεθ άρχισαν να χορεύουν στους ήχους
Της υπέροχης μπάντας του Ξενοδοχείου.
Ελίζαμπεθ πόσες φορές δεν ονειρεύτηκα αυτή τη στιγμή,
Να χορέψω μαζί σου στο Μαρντί Γκρά.
Λευκάδιε αφέσου στο
ρυθμό της μουσικής .
Άκουσε το τραγούδι της ευτυχίας
Το τραγούδι της Νέας Ορλεάνης ακούγεται σε όλη την πόλη
φώναξαν
Οι ματαμφιεσμένοι.
Λίζα είσαι η πιο Ωραία του Νότου για Σένα κάνω τα πάντα
Πολέμησα τις μάγισσες της Νέας Ορλεάνης.
Πρέπει να προσπαθήσεις κι άλλο, πιο σκληρά για να με
κατακτήσεις.
Χαμογελάει ευτυχισμένη κι λικνίζεται προκαλώντας τον
Λευκάδιο,
Αυτός ανταποκρίνεται χορεύοντας ερωτικά
Είμαι τρελός για σένα, πεθαίνω όταν με κοιτάς όταν σε κρατάω
στην αγκαλιά μου.
Θα γίνω δική σου όταν μ’ αγαπήσεις αληθινά κι όχι λέγοντας
μεγάλα λόγια.
Ο κόμης και η κόμισσα του Μισισιπή συνέχισαν το χορό,
λικνίζονταν
με τη μουσική του καρναβαλιού.
Πετάω στα σύννεφα με τα φτερά του έρωτα
Ο Θεός του Μαρντί Γκρά έκανε το θαύμα του. Άλλαξε τα μυαλά
μας.
Μ’ έρχεται να φωνάξω – να τραγουδήσω -είμαστε στο έλεος του
204
Καρναβαλιού. Κανείς δεν νίκησε τον Έρωτα –τοο Μάγο του Μαρτί
Γκρά
Πετάω – πετάω ελεύθερη-Ζω ένα ατελείωτο όνειρο. Ένα
συγκλονιστικό παραμύθι. Ο έρωτας τρέλανε το μυαλό, δεν ξέρω πια τι κάνω.
Πέρα από τη Νέα Ορλεάνη υπάρχει το χάος.Νιώθω τόσα ωραία
Μόλις πέρασα την πύλη του Παραδείσου. Το ξενοδοχείο της
τρελής χαράς γέμισε εκστασιασμένους εραστές που ψάχνουν το χαμένο θησαυρό της Νέας Ορλεάνης.
Ωραία Ελίζαμπεθ είσαι η πιο περιζήτητη του Μαρντί Γκρά,
Όλη Νέα Ορλεάνη τρέχει από πίσω σου. Οι άνδρες σκοτώνονται
για σένα
Κι όμως είσαι εδώ μαζί μου. Επηρεασμένοι από τη μαγεία του
Καρναβαλιού παίζουμε το παιχνίδι του Έρωτα και του Θανάτου.
Οι Σειρήνες γύρισαν τα μυαλά μας σταμάτησε ο χρόνος
Είναι Ίδιος με την Αιωνιότητα, Είσαι μια μάγισσα , μια θεά
του Νότου.
Το Μαρντί Γκρά δεν τελειώνει ποτέ μόλις άρχισε φώναξαν όλοι
μαζί
Οι μεταμφιεσμένοι.
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ 1890
Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΥΌΡΚΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΑ ΟΜΙΧΛΗ
Ο ΜΕΣΑ ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΝEAΣ ΥΟΡΚΗΣ
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ
Ο Λευκάδος Χέρν και η
Ελίζαμπεθ Μπίσλαντ μόλις βγήκαν από το
κτίριο που στεγαζόταν το περιοδικό Harper, βρέθηκαν έκπληκτοι
μπρος σε ένα φοβερό θέαμα.
Η θεά Ομίχλη- η θεά της Νέας Υόρκης είχε κυρίευσε την Πόλη.
Δεν έβλέπαν καθόλου, βρίσκονταν στο βασίλειο των ίσκιων
Των φωτοσκιάσεων. Ένα πέπλο μυστηρίου σκέπασε τη μυθική
πόλη.
Οι μορφές των ανθρώπων στους δρόμους έπαιρναν άλλες
διαστάσεις,
Γίνονταν τεράστιες- εξωπραγματικές, κι πολλαπλασιάζονταν με
γεωμετρική πρόοδο. Το λευκό πέπλο εξαπλωνόταν γρήγορα ,φαίνεται πως χιλιάδες
άνθρωποι ξεχύθηκαν στους δρόμους. Μόλις κυρίευσαν τις κρεμαστές γέφυρες του Μπρούκλιν και του
Μανχάταν αν και το νησί αντιστεκόταν.Το Μπρονξ δεν προέβαλε καμιά αντίσταση. Η
καρδιά της
205
Νέας Υόρκης έπαψε να κτυπά. Οι Σκιές της ομίχλης προχωρούαν
ακάθεκτες, πετούσαν πάνω από την οδό Μπρότγουεϊ
την Τάιμς Σκουέρ.Τα γραφεία του περιοδικού ήταν υπό κατάληψη.Το άγαλμα
της Ελευθερίας είχε εξαφανιστεί, το σύμβολο της πολύφημης πόλης δεν υπήρχε πια.
Η Νέα Υόρκη ήταν μια πολιορκημένη πόλη.
Ο κόσμος βγήκε στους
δρόμους , τι κάνουν όλοι αυτοί, ποιους
πάνε να προϋπαντήσουν ρώτησε ανήσυχος ο Λευκάδιος Χέρν.
Έρχεται η μεγάλη φυγή - το τέλος – το τέλος απάντησε έντρομη
η Ελίζαμπεθ Μπίσλαντ.
Άκουσε τις αόρατες φωνές , όλοι μαζί φωνάζουν -Ελευθερία –
Ελευθερία
Αντισταθείτε – αντισταθείτε
Ατσάλινα πουλιά πετούν στον ουρανό, θέλουν να κατακτήσουν
την πόλη
Της Ελευθερία. Είμαστε οι τελευταίοι πολεμιστές , οι
τελευταίοι ελεύθεροι Οι Σκιές
εξαπλώνονται γρήγορα,ξύπνησαν οι νεκροί, ζητούν εκδίκηση, το αίμα πίσω, πέθαναν
για την πολύπαθη πόλη
Ε!! εσείς Νεοϋορκέζοι
πρεσβεύουμε την Πλανητική Ειρήνη.
Λευκάδιε βλέπεις αυτές τις
θεόρατες ανθρωπόμορφες Σκιές.
Ξεριζώνουν τα σπλάχνα των ανθρώπων και πίνουν το αίμα.
Οι κάτοικοι της θρυλικής πόλης πολεμούν μέχρι θανάτου την
Τυραννία,
Γίνεται μάχη σώμα με σώμα., αντιστέκονται σε κάθε μορφής
Εξουσία
Κάθε Αταξία φέρνει ΝΕΑ ΤΑΞΗ.
Η καρδιά μου παει να σπάσει, ζούμε έναν ανελέητο Μεταθάνατο,
Μια κάθοδο στα σκοτάδια του Άδη, τα Ερέβη της φοβερής Νέας
Υόρκης
Είπε η Ελίζαμπεθ Μπίσλαντ.
Έρχεται μεγάλη Νύχτα -θέλουν να κυριεύσουν την ανυπόταχτη
Πόλη.
Αμέτρητα πτώματα έπλεαν στον Χάτσον, ο μυθικός ποταμός
κυριεύτηκε από στρατιές μισθοφόρων, άγριοι λεγεωνάριοι περπατούσαν πάνω από
τα αιματοβαμμένα νερά. Ξάφνου ακούστηκε το φοβερό ποδοβολητό
των αλόγων, το ιππικό της Αμερικής
ερχόταν να σώσει την πολύπαθη πόλη. Φωνές χαράς – αλαλαγμού πλημμύρισαν την
πόλη Κανείς δεν υπόταξε τη θρυλική πόλη.
Στη Νέα Υόρκη υπάρχουν πολλές πόλεις
μαζί.
Ελίζαμπεθ τρέξε – τρέξε πάμε στο ξέφωτο, με μιας διαλύθηκε η ομίχλη
Αποκαλύφθηκε το Φανταστικό Μουσείο του μεγάλου Χρόνου.
Λευκάδιε η ομίχλη απλώνεται πάλι απειλητική. Ένας τεράστιος δράκος ρουφάει συνοικίες
ολόκληρες, κατάπιε το Μπρονξ, το Κουήνς
το Χάρλεμ, κατέλυσε
κάθε ελευθερία, ένας απρόσμενος κατακτητής παρέλυσε την πολύμορφη πόλη.
206
Στρατιές ολόκληρες οι
τρομεροί πολεμιστές έτρεχαν φανατισμένοι,
Φορώντας άτρωτες
πανοπλίες κι πρότασαν υπερόπλα.
Υπεράνθρωποι περπατούαν
πάνω από τη θάλασσα, πετούααν πάνω από τα σπίτια, κι καταλάμβαναν τα
κτίρια, τις πλατείες τις εκκλησίες,
Η κατάκτηση της Νέας Υόρκης ήταν ολοκληρωτική.
Ελίζαμπεθ μην παρασύρεσαι , ο κόσμος των Σκιών είναι
ανύπαρκτος.
Μόνο ο έρωτας μπορεί να μας σώσει, μόνο η Αγάπη.
Πετάω- πετάω με τα φτερά του έρωτα. Η μαγεία της Σιωπής
διακόπτεται από ένα περίεργο ήχο. Άκουσε – άκουσε τα πλοία εξακολουθούν να
πλέουν στο μυθικό ποταμό Χάτσον.
Λευκάδιε – Λευκάδιε έγινες Άλλος άνθρωπος. Η Νέα Υόρκη είναι μια πόλη μαγική
μεταμορφώνει τους ανθρώπους
Πέρασα στη χώρα της Λήθης. Είχα τρομερά παιδικά χρόνια.
Όταν έφθασα στο λιμάνι, ήμουν ένας απελπισμένος ναυαγός.
Έκανα απίθανα πράγματα να ζήσω. Η Αμερική μου έδωσε το
όνειρο
Τη δυνατότητα να κάνω το ταξίδι.
Τώρα είσαι σπουδαίος συγγραφέας , δημοσιογράφος.
Η ομίχλη διαλύθηκε με
μιας αποκαλύφτηκε ΤΟ ΑΙΩΝΙΟ ΦΩΣ
Της Νέας Υόρκης.
Οι κάτοικοι βγήκαν στους δρόμους τρέχουν να γλιτώσουν, η
μεγάλη απόδραση από τη Νέα Υόρκη άρχισε.
Ο ΜΕΣΑ ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΥΟΡΚΗΣ
Η Θεά Ομίχλη
επιτίθεται ακάθεκτη στα σπίτια,
τα κτίρια. Το Δημαρχείο μοιάζει με πύργο του παραμυθιού. Το καπηλειό Φρώνσες
καταλήφθηκε από μεθυσμένους, Πίνουν και γλεντούν αδιαφορώντας για την Ομίχλη
είπε η Ελίζαμπεθ Μπίσλαντ. Δεν μας ακολουθεί κανείς -ξεγελάσαμε τους εισβολείς
Ο ΜΕΣΑ ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΥΟΡΚΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ
ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΧΡΟΝΟ
Φώναξαν όλοι μαζί οι Νευορκέζοι.
Σμιλεύει το μέλλον όλα είναι Ίδια και διαφορετικά -γίνονται
Ένα μες τη ροή του χρόνου. Ας ακολουθήσουμε τα σημάδια του λαβύρινθου να βγάλουμε άκρη, αλλιώς θα χαθούμε στους
δαιδάλους της πολύτροπης
207
πόλης. Ελίζαμπεθ κράτα με γερά από το χέρι.
Οι άνθρωποι περνούν από δίπλα φαίνονται εξωπραγματικοί μες
την ομίχλη. Χάθηκαν στο λευκό πέπλο του
μυστηρίου.Ψάχνουν να βρουν το δρόμο για τα σπίτια τους, κάνουν κύκλους γύρω –
γύρω.
Κάποιοι έχουν γιορτή κάνουν πάρτι, ακούγεται υπέροχη μουσική
Από τα ανοιχτά
παράθυρα.
ΒΑΔΙΖΟΥΜΕ ΤΟ ΔΡΟΜΟΥ ΤΟΥ – ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟΥ-
ΟΠΟΥ ΕΞΑΓΝΊΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΨΥΧΕΣ ΕΙΠΑΝ ΚΙ ΟΙ ΔΥΟ ΜΑΖΙ
Κολυμπάμε στο λευκό πέπλο, Μας προστατεύει από τους Άλλους.
Η πολύφημη Νέα Υόρκη μοιάζει με υπερωκεάνιο που ταξιδεύει στο χρόνο.
Υπέροχη Λίζα φεύγω – φεύγω οριστικά για τη χώρα των
χρυσανθέμων.
Δεν υπάρχει Επιστροφή.
Θα σε περιμένω δεν θα ξεχάσω ποτέ όσα ζήσαμε
Ίσως να μη γυρίσω πίσω
δεν ξέρω τι με περιμένει.
Τότε μη φύγεις - μείνε μαζί μου- Λευκάδιε γιατί το κάνεις
αυτό.
Ο Ομίχλη απλώνεται αθόρυβα, κανείς δεν μπορεί να τη
σταματήσει.
Έτσι είναι η ζωή - με καλεί η Μοίρα – το Πεπρωμένο-
Λευκάδιε ο έρωτας
κυρίευσε τις ψυχές μας , όπως η πυκνή ομίχλη.
Νιώθω τόσο ευτυχισμένη. Μείνε – μη μ’ αφήνεις μόνη.
Αγαπημένη πιαστήκαμε στα δίχτυα του έρωτα,
Μαζί θα βγούμε από αυτό τον κυκεώνα, θα ξεδιαλύνουμε το
Μυστήριο
Είσαι πολύ ωραία όταν μιλάς μες το λευκό πέπλο, μια
φανταστική Νεοϋορκέζα που μαγεύει όποιον τη δει.
Το Κυβερνείο – το Χρηματιστήριο χάθηκαν , έγιναν σκιές με κακοτράχαλες πλαγιές ενώ σχίζουν την πυκνή ομίχλη.
Τώρα που σμίξαμε μοιάζουμε σαν ένα τεράστιο δένδρο.
Λευκάδιε φιλάς ωραία, τρελαίνομαι όταν με σφίγγεις στην
αγκαλιά σου,
Μην προχωράς -δεν είμαι έτοιμη.
Δεν μας βλέπει κανείς -είμαστε αόρατοι -μας σκέπασε η ΘΕΑ
ΟΜΙΧΛ
Πεθαίνω για σένα-μείνε – μείνε μαζί μου-μην πηγαίνεις στην
Ιαπωνία.
Πεθαίνω για σένα, θα σε σκέφτομαι και θα σε νοσταλγώ κάθε
μέρα
Κανείς δεν ξέρει το μέλλον, Λευκάδιε φίλα με για τελευταία
φορά
Σώπασε μη μιλάς έτσι ο έρωτάς μας είναι ο πιο ωραίος στη
ΝέαΥόρκη.
Ο χωρισμός είναι η Αρχή ώστε να ξαναβρεθούμε
208
Θα σε θυμάμαι και θα σε νοσταλγώ κάθε μέρα. Θα σε περιμένω
όπως τώρα μες την ομίχλη
Ο Λευκάδιος έπιασε
το χέρι της Ελίζαμπεθ Μπίσλαντ και είπε.
Πάμε στο μέγαρο Φλαταϊρόν
να δούμε τη Νέα Υόρκη από ψηλά.
Βρίσκεται στο τρίγωνο που σχηματίζουν η Μπρότγουέι, η 6η
λεωφόρος και η 22α οδός.
Πάμε τι περιμένουμε, θέλει κι ερώτημα απάντησε η Ελίζαμπεθ.
Οι δυο ερωτευμένοι έφθασαν λαχανιασμένοι στην ταράτσα,
Πήραν βαθιές ανάσες να συνέλθουν.
Η Νεα Υόρκη από ψηλά κυριευμένη από τη Θεά ομίχλη, μοιάζει
με πόλη του παραμυθιού. Το λιμάνι στο βάθος καταλήφθηκε, τα πλοία είναι
ακινητοποιημένα. Οι στρατιές της ομίχλης κατέλαβαν το Δικαστικό Μέγαρο, η Νέα
Υόρκη είναι μια ανοχύρωτη πόλη.
Λευκάδιε το αεράκι σπρώχνει τη Θεά Ομίχλη προς τη θάλασσα.
Όλα έγιναν όπως πριν, βγήκε ο ήλιος που διαλύει τα σκοτάδια.
Η Ομίχλη εξαφανίστηκε απότομα, έφυγαν οι Σκιές των
φαντασμάτων.
Είμαστε ελεύθεροι-Λευκάδιε μη φύγεις.
Έδωσα το λόγο μου στο διευθυντή του περιοδικού Χάρπερ,
Τον Χένρυ Άλλεν. Η Ιαπωνία περιμένει. Λίζα έχω κάτι για σένα
Ο Λευκάδιος Χέρν έβγαλε από την τσάντα του, ένα φάκελο με
ανέκδοτα χειρόγραφα για τη ζωή του. Ο φάκελος περιέχει άγνωστα μυστικά για τη
ζωή μου. Θέλω να τα κρατήσεις -είσαι η επίσημη βιογράφος μου.
Λευκάδιε με συγκινείς, νιώθω συγκλονισμένη. Θα γυρίσεις –
Μια μέρα θα
γυρίσεις Πήρε τον φάκελο και τον κράτησε
σφιχτά στην αγκαλιά της
Λίζα άκουσε τη
μουσική της Νέας Υόρκης.
Νέα Υόρκη-Νέα Υόρκη
Μια πόλη μαγική - ποτέ δεν ησυχάζει
Αντίο – Αντίο
Το τελευταίο Αντίο
Αντίο – Αντίο
Αγαπημένη Ελίζαμπεθ
Αγαπημένη Νέα Υόρκη
Ότι ζήσαμε μας ένωσε για πάντα ως το θάνατο.
209
ΤΟ ΧΑΡΑΚΙΡΙ ΤΗΣ ΣΕΤΖΟΎΚΟ
ΚΑΙ Η ΠΑΡΈΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΓΙΑΚΟΥΜΟ ΚΟΪΖΟΥΜΙ
Η Σετζούκο Κοϊζούμι προσευχόταν ζητώντας συγχώρεση από το
Βούδα.
Βρισκόταν μόνη στο εξοχικό σπίτι του άρχοντα Οτάκα Νόντα.
Όταν δείτε τις κερασιές αιώνια ανθισμένες, τότε θα είναι η
ψυχή μου
Πραγματικά ευτυχισμένη.Έδιωξαν τον Γιακούμο από το χώρα.
Η δύστυχη έμεινα μόνη
με τέσσερα παιδιά στην αγκαλιά.
Τι να κάνω θα αυτοκτονήσω - θα κάνω ΧΑΡΑΚΙΡΙ.
Ακούστε το Αιώνιο Παράπονο μιας απελπισμένης γυναίκας.
Το Αιώνιο Παράπονο μιας δυστυχισμένης γυναίκας.
Το πανεπιστήμιο του Τόκιο δεν έκανε δεκτές τις αντιρρήσεις
του άνδρα μου. Για αυτό έδιωξαν το σοφό καθηγητή. Ακούστηκε πως απελάσουν από
τη χώρα ως επικίνδυνο τον Γιακούμο Κοϊζούμι.
Η Σετζούκι έχασε τα λογικά της -τρελάθηκε μόλις έμαθε το
νέο.
Οι συμπατριώτες μου φέρθηκαν σκληρά στον άνθρωπο που αγάπησε
την Ιαπωνία όσο κανείς άλλος ΞΈΝΟΣ. Θέλω να μείνω μόνη.
Η Νύχτα είναι αμείλικτη, φαίνεται αξημέρωτη. Άκουω φωνές –
φωνές
Έρχονται από τη φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Γύρισε το μυαλό της ετοιμάζεται για το Μοιραίο
Αντίο –Αντίο αγαπημένο σπίτι
Όπου έζησα μέρες αβάσταχτης ευτυχίας.Τώρα πρέπει να φύγω
226
Να κάνω το ταξίδι που δεν έχει Επιστροφή.
Η Σετζούκο φόρεσε ένα υπέροχο φόρεμα, κι ετοιμάστηκε σιγά –
σιγά μπρος στον καθρέφτη. Όταν τελείωσε βγήκε από το σπίτι
Και πήγε προς την βεράντα να αγναντέψει το πέλαγος.
Μετά κατέβηκε προσεκτικά τη σκάλα του γκρεμού
Που είναι μπροστά από το σπίτι και έφθασε κάτω στην παραλία.
Γονάτισε στην άμμο κοιτάζοντας ψηλά τον ουρανό
Κι έπειτα προς τη θάλασσα.
Μυστήριες φωνές με
καλούν από την ανοικτή θάλασσα.
Στο ένα χέρι κρατούσε ένα σπαθί, ήταν του θείου της
Σαμουράι,
Το έδωσε για ενθύμιο στη Σετζούκο.
Αφήνω μόνα τα τέσσερα
παιδιά μου πως θα ζήσουν χωρίς τη μάνα τους.
Αποχαιρετάω τον άδικο αυτό κόσμο ζητώντας συγγνώμη.
Βάζω ένα τέλος στη ζωή μου, δεν είμαι δειλή ούτε φοβάμαι το
θάνατο.
Η Σετζούκο με το μαχαίρι στο χέρι περπατούσε στην παραλία.
Ο αέρας φυσούσε δυνατά. Οι φωνές του Γιακούμο Κοϊζούμι
ακούστηκαν από μακριά. Έψαχνε τη γυναίκα του στο σπίτι, στον κήπο.
Σετζούκο – Σετζούκο
Που είσαι. Αχ!! τι έγινε γιατί δεν απαντάει.
Ο Γιακούμο έφθασε στην βεράντα και είδε τη Σετζούκο στην
παραλία.
Περπατούσε με ένα μαχαίρι στο χέρι. Έντρομος κατέβηκε τις
σκάλες
του γκρεμού.
Σετζούκο- Σετζούκο περίμενε μην κάνεις καμιά τρέλα φώναξε
απελπισμένα κι έτρεξε σαν τρελός.
Ο αέρας φυσούσε αντίθετα κι έπαιρνε τις φωνές του,
Δεν ακουγόταν καλά
Έρχομαι –έρχομαι να σου εξηγήσω.
Η Σετζούκο γονάτισε δίπλα στη θάλασσα, Σήκωσε τα χέρια ψηλά
στον ουρανό κι άρχισε να χτυπιέται ως Άλλη Τραγωδός.
Η Νύχτα έπεσε βαθιά,
η μεγαλύτερη της ζωής μου, δεν έκλεισα μάτι.
Ξημερώνει- ξημερώνει κι είμαι μόνη- μόνη, Δεν υπάρχει τίποτα
–
καμιά ελπίδα.
Ωραία Σετζούκο μην
κάνεις Αυτό που σκέφτεσαι.
227
Κανείς δεν μπορεί να με σταματήσει. Η θλίψη, ο πόνος
κυρίευσαν
την ψυχή μου.
Ο Γιακούμο Κοϊζούμι θα δικαιωθεί στο τέλος κάνε υπομονή.
Είδατε πως φέρθηκαν στον άνδρα μου. Αγάπησε παράφορα την
Ιαπωνία,
Καιρός να μάθουν την σκληρή αλήθεια. Τι κρύβεται πίσω από
την ευγένεια,το χαμόγελο, τον καθωσπρεπισμό. -Αυτό – ξεπέρασε τον Εαυτό μου,
τόσα χρόνια έκανα υπομονή.
ΤΟ ΑΙΩΝΙΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΗΣ ΣΕΤΖΟΥΚΟ
Προσφέρω τη ζωή μου για να δικαιωθεί ο άνδρας μου.
Μόνο τότε θα καταλάβουν τι έκαναν,
Παραιτήθηκε ο Γιακούμο γιατί διαφώνησε ανοιχτά με τη δυτική στροφή της Ιαπωνίας,- Αυτό είναι
όλο.
Αντίο – Αντίο Ιαπωνία
Αντίο Γιακούμο
Λευκάδιε είσαι ο μεγάλος έρωτας της Ζωής μου.
Η απέλασή σου από την Ιαπωνία στοιχίζει τη ζωή μου.
Τι έκανες – είπες στους συμπατριώτες μου,
Πως δεν πρέπει να χάσουν την Ταυτότητα, την Ιστορία τους.
ΔΕΝ ΧΑΘΗΚΕ ΤΙΠΟΤΑ- ΌΛΑ ΤΩΡΑ ΑΡΧΙΖΟΥΝ
Ότι έγραψε- ότι είπε ο Κοϊζούμι θα επαληθευτούν.
Τότε να δω τι θα λένε. Αφήνω πίσω τα παιδιά μου
Ο Γιακούμο υπήρξε καλός πατέρας.
Σετζούκο – Σετζούκο
Σε έψαξα παντού στο άδειο σπίτι, στον κήπο με τις αυταπάτες
Μα δεν ήσουν πουθενά. Τώρα που σε βρήκα δεν σε αφήνω.
Πρόσεξε μην κάνεις καμιά τρέλα- τρομάζω που το σκέφτομαι.
Ο Γιακούμο Κοϊζούμι κατέβηκε τις σκάλες του γκρεμού αλλόφρων.
Μόλις έφθασε στην παραλία πήγε προς την Σετζούκο.
Αυτή με ένα σπαθί στο χέρι έκανε σαν τρελή
Σετζούκο αγαπημένη
άκουσέ με – άκουσέ με
Τρέξε- Τρέξε μόλις προλαβαίνεις
228
Δεν υπάρχει τίποτα- τίποτα μόνο ο θάνατος. Νιώθω άδεια- κενή
Η βαριά κατάρα των Σαμουράι μ’ ακολουθεί.
Σετζούκο άφησε κάτω το μαχαίρι -τι πας να κάνες.
Παραιτήθηκα- μια απόλυση ήταν δεν φεύγω από τη χώρα,
Σκέψου τα παιδιά μας – θα μείνουν μόνα.
Έχουμε μια ζωή μπροστά κι εσύ στάθηκες πάντα δίπλα μου.
Η Σετζούκι Κοιζούμι κλαιει –κλαει ασταμάτητα
Πως –πως γιατί το έκαναν αυτό, να σε απελάσουν από την
Ιαπωνία
Κάνει μια απότομη κίνηση – σφαδάζει από τον πόνο.
Αγάπη μου- αγάπη μου
Τι κάνεις με σκοτώνεις.
Αγαπημένη αυτό δεν είναι το τελευταίο Αντίο
δεν θα αφήσω ποτέ να συμβεί το Μοιραίο.
Η Σετζούκο αναπνέει βαθιά, σηκώνει το σπαθί ψηλά κοιτάζει
τον ουρανό έτοιμη να μπήξει το ξίφος στην κοιλιά της.
Η απέραντη θάλασσα παίρνει την ψυχή μου πάει – πέταξε στον
ουρανό.
Ο Γιακούμο Κοϊζούμι πετάγεται σαν αίλουρος και την τελευταία
στιγμή πιάνει το χέρι της Σετζούκο, που κρατούσε το μαχαίρι σώζοντας τη ζωή της
γυναίκας του. Δεν θα σ’ αφήσω να βάλεις τέλος στη ζωή σου.
Άσε με- άσε με δεν θέλω τη ζωή χωρίς Εσένα αφού σε διώχνουν
από τη χώρα. Άλλαξες
το όνομα, ασπάστηκες το Βουδισμό.
Αγαπημένη έγινε παρεξήγηση.ποιος είπε πως φεύγω από την
Ιαπωνία,
Εδώ θα μείνω ως το τέλος της ζωής μου, μαζί θα γεράσουμε.
Παραιτήθηκα από το πανεπιστήμιο του Τόκιο, θα βρω αλλού
δουλειά.
Δεν το πιστεύω με σκότωσαν με αυτή την απόφαση. Με αφήνουν
μόνη με τέσσερα παιδιά. Πως θα ζήσω εάν φύγεις και δεν μπορείς
να γυρίσεις πίσω στην Ιαπωνία.
Σετζούκο είμαι εδώ μαζί σου, δεν παω πουθενά – εδώ θα μείνω.
Δεν με διώχνουν ποιος διέδωσε τέτοια φήμη.
Μην πιστεύεις όσα λένε- θέλουν να μας βλάψουν.
Τα πνεύματα του Σκότους γύρισαν τα μυαλά μου- με τρέλαναν
Η Ιαπωνία βρίσκεται
στο σταυροδρόμι μεγάλων αποφάσεων.
Ποιο δρόμο να ακολουθήσει, η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη
Εσύ τι είπες – τι πρότεινες
229
Πρότεινα η Ιαπωνία να μείνει πιστή στις παραδόσεις, την
Ιστορία.
Μην δυτικοποιηθεί, μόνο να πάρει τα καλά της Επιστήμης
Και της Τεχνολογίας.
Οι περισσότεροι υποστηρίζουν τη στροφή στη Δύση,
Είναι οι πιο ισχυροί.
Σετζούκο αυτό δεν πρέπει
να επηρεάσει την Αγάπη μας
Μαζί θα ξεπεράσουμε τα εμπόδια.
Γιακούμο είσαι ο ωραιότερος άνθρωπος του κόσμου,
Η ανθρωπιά σου είναι ανεπανάληπτη. Φοβήθηκα πάρα πολύ
Σκιάχτηκε η ψυχή μου, θόλωσε ο Νους.
Δεν μου έμενε τίποτα άλλο παρά μόνο ο Θάνατος
Ο Έρωτας -Ο Θάνατος -ο Μεταθάνατος
Αρκεί που ζεις – αναπνέεις είσαι εδώ μαζί μου.
Τι κρίμα – από μια παρεξήγηση θα έβαζα τέλος στη ζωή μου
Αφήνοντας ορφανά τα παιδιά και εσένα καλέ μου.
ΓΙΑΚΟΥΜΟ ΚΟΪΖΟΥΜΙ –ΑΡΙΑ
Ο Έρωτάς μας είναι Αιώνιος
Σε ερωτεύτηκα τρελά.
Χιλιάδες οι νεκροί εραστές βρίσκονται
Στα πεδία των μαχών του έρωτα,
Όμως ο θάνατος δεν ταιριάζει σε Σένα
Μια απόγονο των Σαμουράι.
Ο αέρας έρχεται δροσερός από τη θάλασσα.
Πετάω – πετάω
Μ’ απογειώνει στα σύννεφα.
Σ’ αγαπώ μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ μ’ ακούς
Τίποτα δεν μπορεί να μας χωρίσει.
ΣΕΤΖΟΥΚΟ ΚΟΪΖΟΥΜΙ –ΑΡΙΑ
Ευτυχώς διαλύθηκαν οι αμφιβολίες
Οι φήμες προκάλεσαν πολύ πόνο
Για το τίποτα.
Η ψυχή μου σπαράσσεται
Επειδή πήγα να κάνω ΧΑΡΑΚΙΡΙ
Αναίτια χωρίς λόγο.
Γιακούμο υπήρξες καλός σύζυγος
230
Υπέροχος εραστής, καλός πατέρας
Πως το έκανα – πως το έκανα
Πως μπόρεσα..
Σ’ αγαπώ μ’ ακούς
Σ’ αγαπώ μ’ ακούς
Δίνω τη ζωή μου για Σένα.
Εμφανίστηκε ο Μάκι Κόντο, ο τυφλός τραγουδιστής με τους
κατοίκους του Τόκιο στη μεγάλη πλατεία κι τραγούδησε.
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ
Η ΡΑΨΩΔΙΑ ΤΟΥ ΛΕΥΚΑΔΙΟΥ ΧΕΡΝ
Η ΓΙΑΚΟΥΜΟ ΚΟΙΖΟΥΜΙ
231
ΡΑΨΩΔΙΑ
Ο ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ
ΤΟΥ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
ΟΙ ΜΑΓΙΣΣΕΣ
ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Η Κασσάνδρα προχωρούσε στο παλιό λιμάνι της Θεσσαλονίκης.
Μια φανταστική οπτασία γύριζε πολύπαθη στην παραλία της
Νύφης
του Θερμαϊκού κι άρχισε να λεει. Ως και το Σύμπαν συμφώνησε
με τον Έρωτά μας -πλέκει το Παιχνίδι του Έρωτα.
Η ψυχή μου μια ακατοίκητη θάλασσα υφαίνει τους καημούς της
Αγάπης Μόνο αυτή ξέρει τον πόνο του
πολύπαθου Νόστου.
232
Η Λύτρωση αργεί δεν
έχω άλλο χρόνο. Άκουσε το παράπονο της ψυχής μου πεθαίνω – πεθαίνω μ’ ακούς
Ο Οδυσσέας και ο Αλέξανδρος εμφανίστηκαν ξαφνικά από το
πουθενά στην προκυμαία της Θεσσαλονίκης – ως από μηχανής Θεοί-.
Τον άνδρα τον πολύτροπο
Βοήθησε ω Μούσα να τραγουδήσω
Πολλών ανθρώπων είδε άστεα
Και νόων έγνω είπε ο πολυμήχανος Οδυσσέας.
Πολύτροπε Οδυσσσέα εσύ που είσαι ο ταξιδευτής του μεγάλου
χρόνου,
Κι κάνεις τα περάσματα μεταθανάτου μέσα από το άνοιγμα της
Αιώνιας Επιστροφής , πρέπει να ξέρεις, πώς να μιλήσουμε για
το παρελθόν –τι να κάναμε.. Οι ιστορίες είναι ατέλειωτες, η επανάσταση αργεί
ακόμα.
Η Κασσάνδρα έρχεται από άλλο κόσμο. Όσο κι αν προσπαθώ ποτέ
δεν την πιάνω, γλιστράει σαν αεράκι, φέρνει τη μεγάλη Μνημοσύνη,
Απάντησε ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Υπάρχω μέσα σε όλες τις γυναίκες, μάταια κυνηγάτε ένα
φάντασμα.
Κασσάνδρα είσαι ένα Αιώνιο θηλυκό, τρελαίνεις με την ομορφιά
σου.
Προκαλείς πολέμους και καταστροφές. .Έχω συναντήσει κι έχω
πάθει πολλά μονολόγησε ο Οδυσσέας-.
Οι Μάγισσες , οι Μάγισσες έρχονται οι Ερινύες, στάζει αίμα
Από τα χέρια τους φώναξε η θεϊκή Κασσάνδρα κι εξαφανίστηκε.
Τότε εμφανίστηκάν
απότομα οι Μάγισσες της Θεσσαλονίκης
ΜΑΓΙΣΣΕΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Μάταια ψάχνουμε τον Αιώνιο Έρωτα
Το φως της Αγάπης
233
Ο Οδυσσέας και ο Αλέξανδρος μίλησαν με θάρρος τις Μάγισσες,,
αν και δεν ήθελαν να
προκαλέσουν την οργή τους.
Κανείς δεν σας πιστεύει προκαλέσατε τόσα δεινά στους
ανθρώπους.
Είπε με θάρος ο πολύμορφος Οδυσσέας. Ερχόταν από πολύ
μακριά,
Κι είχε αντιμετωπίσει τέρατα- μάγισσες- θεούς στην πολύπαθη
ζωή του.
Οι Μάγισσες κοίταξαν θυμωμένες δεξιά κι αριστερά,
ήθελαν να δουν ποιος τόλμησε να μιλήσει.
ΜΑΓΙΣΣΕΣ
Κάποιος ανόητος κάνει τον έξυπνο
Νομίζει πως είναι Μεγάλος εραστής
Μυθικέ Οδυσσέα
είπε ο
Αλέξανδρος κι αυτός ερχόταν από τα βάθη
του χρόνου κι της Ιστορίας, είχε πολεμήσει αμέτρητους
στρατούς κι αντιπάλους, κατέκτησε τον κόσμο, την Οικουμένη.
Οι Μάγισσες μεταμορφώνονται από απόκοσμα πλάσματα σε θεϊκές
γυναίκες, πάνε να μας ξεγελάσον . Οι μαύρες οι σκύλες φέρνουν το χάος
Κι τη συντριβή
ΜΑΓΙΣΣΑ Α
Εμείς οι θεές του ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΟΥ
ζούμε με τον πόθο του ανεκπλήρωτου έρωτα
ΜΑΓΙΣΣΑ Β
Με τη φενάκη του πραγματικού άνδρα.
Μάταια περιμένουμε το βασιλιά της καρδιάς μας.
ΜΑΓΙΣΣΑ Γ
Μόνο ανόητοι Μνηστήρες μας κυνηγούν
Δεν ξέρουν τίποτα από έρωτα κι είναι δειλοί.
Κοίτα ποιος μιλάει για αγάπη , οι στρίγγλες ζουν ρουφώντας
το αίμα των ανθρώπων. Πολύτροπε Οδυσσέα τελείωσε ο χρόνος.
Παμε να φύγουμε
στένεψαν τα περιθώρια., είναι αδύνατο να μείνουμε άλλο στην αγαπημένη
Θεσσαλονίκη. Αλέξανδρε πρόσεχε πίσω σου.
Οι Μάγισσες έτρεχαν τρελαμένες στο λιμάνι, έψαχναν
αγριεμένες ενώ
234
άλλαζαν μορφές. Ποιος τόλμησε να τις προκαλέσει. Οι δυο
φίλοι έπεσαν γρήγορα στη θάλασσα και χάθηκαν στο Θερμαϊκό, στο άνοιγμα
Του μεγάλου χρόνου.
Ο Οδυσσέας και ο
Αλέξανδρος πάνω σε ένα πολυτάξιδο καράβι έφυγαν γρήγορα από την πολύφημη πόλη της Μακεδονίας
.
Αντίο
Αντίο Θεσσαλονίκη
Πολυθρύλητη – πολύπαθη Πόλη,
Εσένα έχω πάντα στην καρδιά – όπου κι αν παω- όπου κι αν
τεξιδέψω,
Σε οποιανδήποτε διάσταση του χρόνου. Άλλωστε έχεις το όνομα
της αγαπημένης μου αδερφής της Θεσσαολονίκης.Είμαι πολύ περήφανος
για σένα – για ότι έχεις καταφέρει σους αιώνες είπε ο
μεγάλος βασιλίας
ο Αλέξανδρος.
Πολύνοστοι πάντα
γυρίζουμε σε Σένα. θα βρεθούμε πάλι
Όταν παράλληλοι και Ίδιοι ανακαλύπτουμε τα περάσματα
Του μεγάλου χρόνου συμπλήρωσε ο πολύτλας Οδυσσέας.
Αντίο
Αντίο Θεσσαλονίκη
Μια θλίψη απέραντη πλημμύρισε την ψυχή μου.
Αυτοκρατορική υπέροχη Γη των Μακάρων όπου συμβαίνει ακόμη
το θαύμα, Σε σένα βρήκαμε το λιμάνι της ΑΙΩΝΙΑΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΉΣ.
Φώναξε φανερά συγκινημένος ο θεϊκός Αλέξανδρος.
ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΑΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ
Οι δυο φίλοι ο μυθικός Αλέξανδρος κι ο θεϊκός Οδυσσέας
βρίσκονταν
Στο λιμάνι, την παραλία της Θεσσαλονίκης, κοντινό και
μακρινό , φανταστικό και πραγματικό αποκάλυπτε το άνοιγμα.
<< Τη γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική
το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου
μονάχη έγνοια η γλώσσα μου
στις αμμουδιές του Ομήρου >>
235
Ο Οδυσσέας κι ο Αλέξανδρος πεθαίνουν για μένα.
Είμαι μια Σκιά υπάρχω μέσα σε όλες τις γυναίκες
Κασσάνδρα είσαι μια Μάγισσα, αιώνιο Θηλυκό θέλγεις με την
Ομορφιά σου. Αιθέρια με υπέροχο πρόσωπο κι υγρά μάτια. Φωτιά κι αέρας
Προκαλείς μεγάλα πάθη. Διαρκώς μας πληγώνεις
Οδυσσέα σκοτείνιασε το μυαλό μου.
Οδυσσέα – Αλέξη ακούστε- δεν έχω άλλο χρόνο. Μιλώ για την
Αγάπη
με κυνηγούν οι σκοτεινές Ερινύες -οι Μάγισσες της
Θεσσαλονίκης
Δεν με αφήνει ήσυχη η Πελαγίσια Λήθη. Μόνο η Αγάπη-μόνο η
Αγάπη.
Οι δυο φίλοι ο Αλέξανδρος με
τον Οδυσσέα προχωρησαν
συνεπαρμένοι προς την Πλατεία Αριστοτέλους.Το εκπληκτικό λυκόφως αποκάλυπτε
ΤΟ ΜΕΣΑ ΧΡΟΝΟ-ΤΗ ΜΕΣΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ.
Ένα θέαμα μοναδικό , Δύση κι Ανατολή, Βυζάντιο κι Ρώμη έκαναν
μια φανταστική
σύνθεση- ένα πολύχρωμο μωσαϊκό.
Πλήθος κόσμου ήταν
στη μυθική Πλατεία Αριστοτέλους.
Το κακό ξεκίνησε από τον Εμφύλιο Πόλεμο. Η σύγκρουση των δύο
κόσμων εφερε μεγάλες συμφορές Προκάλεσε πολέμους καταστροφές
Ακόμα κλαινε τα παιδιά κι οι μάνες. Πολλοί έφυγαν εξόριστοι
Στην Ανατολική Ευρώπη χώρισαν την Ελλάδα στα δυο είπε
μελαγχοκιά
Ο πολύτροπος Αλέξανδρος.
Ευτυχώς βγήκαμε αλώβητοι από αυτή τη συμφορά.
Σώθηκε η Κασσάνδρα- η
Κασσάνδρα που ήταν η Κασσάνδρα
Ρώησε ανήσυχος ο πολύμορφος Οδυσσέας.
Το μεγαλύτερο μέρος του πολέμου το πέρασε μαζί μου,
Ζήσαμε ένα μεγάλο Έρωτα
Άδικα διεκδικείς την κοπέλα
Μαλώσαμε τόσες φορές. Περάσαμε μαζί έναν ολόκληρο χρόνο.
Νομίζεις πως είναι δικιά σου. Γιατί διεκδικείς τις γυναίκες
μου,
τρέχεις από πίσω είπε ο θεϊκός Αλέξανδρος.
Αντίθετα εμείς δώσαμε
όρκους Αιώνιας Αγάπης στην Αγορά
του Αγίου Μάρκου,
αγοράσαμε το δαχτυλίδι του Έρωτά μας
240
απάντσησε ο πολυμήχανος Οδυσσέας.
Σας ερωτεύτηκα κι τους δυο είπε η οπτασία της Κασσάνδρας
Που εμφνίστηκε στο μεταξύ μέσα από το άνοιγμα.
Αλέξαδρε είσαι ανθρώπινος πολύ Ανθρώπινος,
Κι εσύ Οδυσσέα είσαι ένας Ωραίος εραστής.
Χάρηκα που δεν πάθατε κάτι στον πόλεμο.
Είσαστε σε διαφορετικά στρατόπεδα.κι αυτό είχε μεγάλο
κίνδυνο.
Μόνος απόμεινα σε αυτό το πολύπαθο λιμάνι νοσταλγώντας
έναν τρελό έρωτα.
Αλέξανδρε η ψυχή σκιάζεται με το πέταγμα μιας πεταλούδας,
Από το φτερούγισμα του κύκνου, από ένα άγγιγμα.
Μόνος απόμεινα ο τελευταίος Άνθρωπος
Τι είναι ο Έρωτας -τι είναι ο Θάνατος
Οδυσσέα ο Έρωτας -ο Θάνατος -ο Μεταθάνατος είναι μέσα
Στο- Παιχνίδι- όποιος δεν το ξέρει κάνει θανάσιμο λάθος.
Έκανες το αντίθετο ότι κι αν έκανα -πόσο λάθος ήσουν,
Πήγες με τους Φασίστες ενώ γνώριζες πως ήμουν με τους
Αντάρτες.
Πολέμησα στο πλευρό των Συμμάχων κι όχι των Κομμουνιστών,
Αυτή είναι η διαφορά μας απάντησε ο πολύμορφος Οδυσσέας.
Οι δυο φίλοι έφθασαν στο κέντρο της Πλατείας χωρίς
Να το καταλάβουν. Μιλούσαν έντονα , χειρονομούσαν
προκαλώντας
την προσοχή των
άλλων. Σιγά – σιγά ο κόσμος έκανε ένα κλειώ γύρω τους . Όσοι υποστήριζαν το
Αλέξη πήγαν ασυναίσθητα από τη μια μεριά ενώ οι υπόλοιποι στάθηκαν στο πλευρό
του Οδυσσέα..
Αδέρφια δώσαμε τη ζωή μας
για να ελευθερωθεί η χώρα
Αδέρφια ο Εμφύλιος τελείωσε κάντε πίσω φώναξαν οι φίλοι
του Οδυσσέα.
Ο Οδυσσέας κι ο Αλέξανδρος κοιτάχτηκαν παραξενεμένοι,
Μια λογομαχία , ένας καυγάς δεν περίμεναν να πάρει τέτοιες
διαστάσεις.
Όλοι μαζί κοιτάμε μπροστά φώναξαν όσοι ήταν στην πλατεία.
Πιστεύψαμε πως θα αλλάξουμε τον κόσμο, έχουμε Δημοκρατία
Ανατρέψαμε την Τυραννία απάντησε ο Αλέξανδρος.
241
Πληρώσαμε με το αίμα των νεκρών αδερφών. Τώρα όμως η
συνέχεια-
Η αναμέτρηση είναι διαφορετική. Έρωτας είναι η αιτία.
Αγαπήσαμε με πάθος την Ίδια γυναίκα Κασσάνδρα μ’ ακούς,
Κασσάνδρα μ’ ακούς φώναξε ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Πόσο σ’ αγάπησα -ίσαμε το τέλος του κόσμου,
Δίνω και τη ζωή μου για Σένα.
Είστε ιδανικοί εραστές κι Ωραίοι άνθρωποι.
Πώς να ξεχάσω τα χάδια , τα φιλιά.
Παραδόθηκα στο Πάθος χωρίς αναστολές κι όρια.
Πώς να ξεχάσω τη Λυγρή Νοσταλγία του Έρωτα.
Οδυσσέα- Αλέξανδρε όλοι οι έρωτες έχουν ένα τέλος,
τίποτα δεν κρατάει Αιώνια.
Οδυσσέας σ’ αγάπησα
Αλέξανδρε δεν ήθελα να σας πληγώσω.
Κασσάνδρα μόνο ο θάνατος μπορεί να μας χωρίσει.
Οι νεκροί χιλιάδες κι όμως είμαστε εδώ Αιώνιοι εραστές.
Κασσάνδρα άκου τα λόγια
ενός ερωτευμένου,
Είμαι ελεύθερος σαν την ανοιχτή θάλασσα.
Τι ωραία φυσάει το αεράκι από το Θερμαϊκό είπε ο Αλέξης.
Πετάμε – πετάμε ελεύθεροι είπαν όλοι μαζί.
Κασσάνδρα θυμάσαι -ζήσαμε το πιο ωραίο Παραμύθι.
Είσαι ελεύθερη , μια ανυπόταχτη.
Νιώθω τόσο ωραία με λύτρωσε ο Έρωτας
Για αυτό αψηφώ το θάνατο.
Η πολύφημη Θεσσαλονίκη έγινε πάλι
Η πόλη των τρελών εραστών.-η πιο ερωτική πόλη,
Φέρνει το άνοιγμα, Το πέρασμα σε ένα άλλο
Κόσμο είπε συγκινημένος ο Οδυσσέας.
Πόσο σ’ αγάπησα μέχρι
θανάτου φώναξαν κι οι δυο.
Ο Οδυσσέας κρατάει μαχαίρι- έρχεται η τελική σύγκρουση
Δεν το πιστεύω πως κρατάς μαχαίρι είπε ο Αλέξανδρος.
342
Ήρθε η ώρα να αναμετρηθούμε. Υπάρχει τόσος πόνος , τόσο
δάκρυ
στον κόσμο με τις μεγάλες Αυταπάτες. Οι διαφορές μας είναι
αγεφύρωτες -Κρίμα -.
Ο Οδυσσέας επιτέθηκε
στον Αλέξανδρο κρατώντας μαχαίρι.
Φώναζε , ούρλιαζε άγρια καθώς έτρεχε εναντίον του.
Οι άνθρωποι γύρω
έμειναν άναυδοι, έβγαλαν επιφωνήματα
Τρόμου . Ο Αλέξανδρος ξέφυγε επιδέξια από το φίλο του.
Οδυσσέα τι σ’ έπιασε -τρελάθηκες -είμαστε αδερφικοί φίλοι
Τόσα χρόνια -περίμενα αυτή τη στιγμή.
Οδυσσέα ηρέμησε -τι
πας να κάνεις.
Ήρθε η ώρα να δούμε-ποιος είναι καλύτερος.
Είναι μάταιο δεν υπάρχει λόγος, να συγκρουστούμε.
Αλέξη τόσα χρόνια υπέμενα την δήθεν ανωτερότητά σου,
Ζούσα στη Σκιά σου
Πάντα σε θεωρούσα φίλο,γιατί δεν μιλούσες
Τι να πω αλαζονικό τέρας, δεν έβλεπες δίπλα σου.
Οδυσσέα δεν έκανα τίποτα επίτηδες- άθελά μου ίσως συνέβει
κάτι.
Έχεις την ευκαιρία να αποδείξεις -ποιος είσαι -τι
περιμένεις.
Είστε φίλοι -κάντε πίσω μη συμβεί κανέναν κακό.
Γιατί δεν μονομαχείς – τι περιμένεις- φοβάσαι- έκανες τον
άνδρα.
Οδυσσέα δεν θέλω να χτυπηθώ μαζί σου- είναι κρίμα- άδικο.
Θα κερδίσεις τα πάντα όπως και την Κασσάνδρα, γιατί
δυστάζεις.
Δεν ξέρω ποιον να διαλέξω,αγαπώ κι τους δυο, δεν θέλω να
πεθάνει κανείς, θα έχω τύψεις – αιώνια θα με ακολουθούν.
Πέταξε το στιλέτο καλύτερα να πλακωθούμε στο ξύλο,
Κι όποιος νικήσει. Τουλάχιστον δεν θα σκοτωθεί κανείς.
Ο Οδυσσέας
όρμησε σαν τρελός εναντίον του,
κανείς δεν μπόρεσε
να τον σταματήσει, ήταν ΄τοσο γρήγορος.
Είναι άδικο- άδικο δεν έπρεπε να γίνει φώναξαν οι φίλοι του
Οδυσσέα.
Οδυσσέα κρατάω μαχαίρι -κάνε πίσω -μην τρέχεις εναντίον μου.
Ο Οδυσσέας έπεσι με φόρα πάνω στον Αλέξανδρο καρφώνοντας
το μαχαίρι στην καρδιά του. Ο Αλέξης σε μια τελευταία
προσπάθεια
να σωθεί σηκώνει το
χέρι κι μπήγει το μαχαίρι στο πλευρό του φίλου του. Κι οι δυο φώναζαν κι ούρλιαζαν συγκλονισμένοι.
Οδυσσέα τι έκανες , είμαστε φίλοι, δεν σεβάστηκες τίποτα.
Γύρισαν τα μυαλά μου- δεν ήξεαρα τι έκανα-.
243
Tι
έφταιξε, έπρεπε να μου πεις γιατί τα κρατουσες μέσα σου.
Κρυώνω.τρέμω ολόκληρος, φέρτε μια κουβέρτα να σκεπαστώ.
Το αίμα τρέχει ασταμάτητα- δεν σταματάει με τίποτα.
Ένας ΑΛΛΟΣ το έκανε
όχι ο Εαυτός μου
Σφίξε με γερά- γερά να σε νιώσω.
Ο τελευταίος ασπασμός, κλαις -Οδυσσέα κλαις,
Ποτέ δεν είπες, τι σε πλήγωσε.
Μάζευα μέσα μου πολύ μίσος, ήμουν σε αδιέξοδο.
Άδικα χτυπηθήκαμε -άδικα πεθαίνουμε γιάτι- γιατί.
Για ένα τίποτα, μόνο οι Ιδέες έχουν αξία, αυτές μας κρατούν
στη ζωη.
Για την Κασσάνδρα- ήσουν τόσο ερωτευμένος μαζί τη.
Αλέξανδρε σ’ αγάπησα , μ’ ακούς
Οδυσσέα πεθαίνω για Σένα.
Οι Μάγισσες της Θεσσαλονίκης θα μ’ ακολουθούν σε όλη μου τη
ζωή.
Είστε υπέροχοι άνθρωποι, ιδανικοί εραστές,
Θα σας θυμάμαι και θα σας νοσταλγώ κάθε μέρα.
Ο θρήνος είναι αβάσταχτος, πεθαίνω – πεθαίνω κι για τους δυο.
Οδυσσέα με χτύπησες
ξυστά στα πλευρά, δεν είναι τίποτα
Αλέξη το αίμα τρέχει ασταμάτητα, δεν ξέρω τι να κάνω.
Κουράγιο δεν θα σ’ αφήσω να πεθάνεις,, στηρίξου πάνω μου.
Πονάω – πονάω δεν αντέχω άλλο., δεν ήθελα να σε σκοτώσω.
Αμύνθηκα από ένστικτο δεν είχα σκοπό να σε πληγώσω.
Ευωδιάζει ο αέρας είμαι ήδη Αλλού
Χτύπησα το φίλο μου, τον αδερφό, τον Οδυσσέα. κανείς δεν θα
το δεχτεί.
Άκου τι υπέροχη μουσική, με φωνάζουν να κάνω γρήγορα.
Οδυσσέα δεν θα αφήσω να σε πάρουν μακριά μου.
Πετάω – πετάω φτερουγίζει η ψυχή μου, έγινα φως.
Ο Οδυσσέας
ξεψύχησε στην αγκαλιά του Αλέξη.
Αυτός έσφιξε γερά
το φίλο του παραμιλώντας
συγκλονισμένος.
Πάγωσε , μελάνιασε, μη με θωρείς ακίνητος. Ξύπνα – ξύπνα
Μην κοιμάσαι, είμαι εδώ άκουσέ με.
Θεέ μου κάνε το θαύμα σου
ΜΑΓΙΣΣΕΣ-Οι τύψεις , οι ενοχές αιώνια θα σ’ ακολουθούν
Δολοφόνησες το φίλο σου
Πως θα ζήσω τώρα- μετα από αυτό που έκανα.
ΜΑΓΙΣΣΕΣ -Θα τιμωρηθείς -θα τιμωρηθείς για το έγκλημα.
Ήταν ατύχημα δεν το ήθελε φώναξε η Οπτασία της Κασσάνδρας.
244
Γύρισαν τα μυαλά μου, τυφλώθηκα από το θυμό.
ΜΑΓΙΣΣΕΣ -Θα σε
κυνηγάμε ώσπου να τρελαθείς
Βουίζουν τα αυτιά -χάνω τα λογικά- ακούω φωνές- φωνές.
Αλέξανδρε κάνε κουράγιο – κουράγιο είπε η πολύτροπη
Κασσάνδρα.
Τρελαίνομαι δεν μπορώ να σκεφτώ- το μυαλό μου παει αλλού.
Ήταν ατύχημα είμαστε αυτόπτες μάρτυρες φώναξαν οι άνθρωποι
Στην Πλατεία.
Δεν υπάρχει ελπίδα, κανείς δεν θα καταλάβει, κανείς δεν θα
ακούσει.
Μην τα παρατάς μην το βάζεις κάτω, είμαστε μαζί σου είπαν
οι Θεσσαλονικείς της Πλατείας.
Οι φίλοι , οι συμπολίτες θα με εχθρεύονται -θα με
περιφρονούν.
Όδυσσέα τι έκανες
πόσο σ’ αγάπησα δεν λέγεται.
Γι αυτό ήμουν μαζί σου –
Δεν πρόλαβε να ζήσει, να χαρεί τη ζωή, έφυγε πολύ νωρίς.
Άσχημο τρόπο διάλεξε να πεθάνει ο καλός μου.
ΜΑΓΙΣΣΕΣ -Δεν γλιτώνεις το Ίδιο τέλος θα σε βρει.
Έμεινα μόνος -χωρίς φίλους δεν έχω τίποτα- τίποτα.
Τίποτα δεν τελείωσε -όλα τώρα αρχίζουν. Αλέξη κουράγιο
θα είμαι πάντα δίπλα σου- ξέρεις πως σ’ αγάπησα πολύ.
Πλάνης , πλάνητας Ξένος θα γυρίζω στα ξένα.
Οδυσσέα καλό ταξίδι
αγαπημένε, σ’ ερωτεύτηκα αληθινά.
Άπατρις κανείς δεν θα με δέχεται, κανείς δεν θα με
συγχωρέσει.
Οι κύκλοι του θανάτου αποκαλύπτουν την ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΆ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΧΡΟΝΟΥ.
245
ΡΑΨΩΔΙΑ ΤΗΣ ΦΛΩΡΕΝΤΙΑΣ
H υπέροχη γη της Τοσκάνης είναι ο επίγειος παράδεισος, η πύλη,
το άνοιγμα στην
αιώνια Ζωή.
ΤΕΡΑ ΤΟΣΚΑΝΑ
Άγγελοι Κυρίου πετούν πάνω από τα ανθισμένα λουλούδια, τους
μεθυσμένος αμπελώνες, τους ασημένιους ελαιώνες, τους ευωδιαστούς λόφους
ψάλλοντας το τραγούδι της Άνοιξης.
ΤΕΡΑ ΤΟΣΚΑΝΑ
Η γη του Παραδείσου.
Η ψυχή ζει το θαύμα αγγίζοντας το όρια του Θεού.
Εκστασιασμένη από τα αρώματα, τη διαύγεια του φωτός πάλλει
από τα εκθαμβωτικά χρώματα που μαγεύουν τις αισθήσεις.
Το υπέροχο πράσινο κυριαρχεί σε όλους τους τόνους, μόνο που
διακόπτεται από φανταστικούς πύργους, αριστουργηματικές εκκλησίες,
Ερμητικά μοναστήρια κι εξοχικές κατοικίες. Είναι πνιγμένα
από αιωνόβια δένδρα, βελανιδιές, θεόρατα πλατάνια, λεβάντες, λυγερόκορμα
κυπαρίσσια και ρείκια.
Πανέμορφα χωριά είναι σκαρφαλωμένα πάνω σε λόφους,.
Ένας μυθικός τόπος που έχει την ευλογία του θεού, με ιστορία
είκοσι οκτώ αιώνων. Οι ήχοι, τα χρώματα, οι ευωδιές και οι γεύσεις γίνονται ένα
με το διάστημα.
ΤΕΡΡΑ ΤΟΣΚΑΝΑ
Χώρα των ονείρων των πολεμιστών του φωτός, χώρα του
πανχρονικού κύκλου.
Η γη της Τοσκάνης είχε πάρει το χρώμα του χρυσού, η σκόνη
του δρόμου καλούσε πάνω στα πρόσωπά τους, τα πλατανόφυλλα , τα
246
κυπαρίσσια κι τους θάμνους. Οι ευωδιές της Τοσκάνης έγιναν
ένα με το σώμα, πράσινες, κόκκινες, μαβιές. Η ζέστη ήταν τόσο δυνατή που πύρωνε
τα μάτια. Ο πολύτροπος Οδυσσέας κι οι
πολύπαθοι σύντροφοι
δρόσισαν τα πρόσωπα, κι ήπιαν πεντακάθαρο νερό από τις κρήνες
με τα τοξωτά μαρμάρινα, που ήταν σκαλισμένα με περίτεχνες φιγούρες, άγρια
λιοντάρια κι ωραίες κρήνες.
Οι πολεμιστές του φωτός άκουγαν τη θεϊκή μουσική της
Τοσκάνης, τα πουλιά, τις μέλισσες, τα τζιτζίκια, και τα τριζόνια, τις ακρίδες,
με το θόρυβο που έκαναν χάραζαν οξύηχα τη Σιωπή. Οι οξιές, οι βελανιδιές,
οι καρυδιές κι οι καταπράσινοι λόφοι ανταποκρίνονταν με
ενθουσιασμό.
ΤΕΡΑ ΤΟΣΚΑΝΑ.
Τριακόσιοι έφιπποι πολεμιστές της Φλωρεντίας μαζί με μεγάλες
συντροφιές ευγενών, ιπποτών κι αρχόντων συνόδευαν μέσα στην πόλη τους
σημαντικούς Ξένους, τον πολυμήχανο Οδυσσέα και τους πολύπαθους συντρόφους, μαζί
τους ήταν ένας δικός τους άνθρωπος, ο Ντάντε Αλιγκιέρι, ο μεγάλος ποιητής κι
πολιτικός , ο μεγάλος εξόριστος της Φλωρεντίας. Η πρωτεύουσα της Τοσκάνης γιόρταζε
τη γιορτή του ΑΪ Γιάννη, οι πιο πολλοί φλωρεντινοί ήταν ντυμένοι στα λευκά, κι
είχαν για αρχηγό τον Άρχοντα Έρωτα. Απλοί άνθρωποι γιόρταζαν κι οι σάλπιγγες τα
όργανα καλούσαν τον κόσμο σε κατάσταση διονυσιακής μέθης να πάρει μέρος στη
γιορτή που κρατούσε δύο μήνες.
Οι άρχοντες οι
ευγενείς μα κι οι απλοί άνθρωποι διοργάνωναν χορούς, συμπόσια, γεύματα.
Ξακουστοί θαυματοποιοί- γελωτοποιοί- έρχονταν από όλη την Ιταλία, τη Λομβαρδία,
τη Βενετία κι γίνονταν δεκτοί με βασιλικές τιμές κι δώρα.
Η αγαπημένη μου Φλωρεντία βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους ευδαιμονίας είπε συγκινημένος ο
Δάντης, γιορτάζει τη γιορτή του Αϊ Γιάννη. Ο Άρχοντας Έρωτας γυρίζει σε όλη την
πόλη κι κεραυνοβολεί όποιον βρει μπροστά του.
Η μεγάλη γιορτή του πανχρόνου απάντησε ο
Πολύμορφος Οδυσσέας είναι ο έρωτας του έρωτα και η αποθέωσή του.
Η Κυρά των λογισμών μου, η αγαπημένη μου Βεατρίκη πέθανε το
μήνα του ΑΪ Γιαννιού συμπλήρωσε
συγκλονισμένος ο Ντάντε.
Έφερε στην ψυχή μου την απόλυτη ανανέωση, μια νέα ζωή όμοια
με το Καινό στοιχείο των Μυστικών.
Ο Έρωτας υπαγόρευε ότι έκανα- η dolce tecnica- είναι το εγκόμιο
Του έρωτα το καινούργιο που έφερε είναι ότι η ποίηση και ο
έρωτας
247
Είναι το Ίδιο πράγμα.
Γνωρίζετε την ιστορία του Ρόδου απάντησε ο Καβαλκάντε.
Ο εραστής είναι σε ένα μαγικό κήπο αναζητώντας το Ρόδο,
Τη γυναίκα της ζωής του.
Μ’ ένα δυνατό αίσθημα ανθρώπινο κι θείο προσπαθεί να την
κατακτήσει,
Χρησιμοποίησε τρόπους
διαφορετικούς από την αυλική ποίηση κι
τον κλήρο. Η Βεατρίκη παντρεύτηκε περίπου την ίδια περίοδο
που
παντρεύτηκα την Τζέμμα Ντονάτι – τότε γεννήθηκε το πρώτος
μας παιδί
απάντησε συνοφρυωμένος ο Δάντης. Έζησα πολλές παράλληλες
ζωές
έχοντας ένα αβάσταχτο πόνο στην καρδιά, πουθενά δεν μπορούσα
να εκμυστηρευτώ.
Η Βεατρίκη είναι η ωραιότερη από όλες τις γήινες υπάρξεις,
Θεϊκή ενσάρκωνε το κάλλος των Ελλήνων, την αγέρωχη
υπερηφάνεια των Ρωμαίων κι την αισθαντικότητα των Φλωρεντινών.
Ο Λυγρός Νόστος της Αιώνιας Επιστροφής έδωσε την δυνατότητα
Να γυρίσω πίσω στην Αγαπημένη Φλωρεντία.
Κι οι δυο πεθάναμε
εξόριστοι στα ξένα, διωγμένοι από την Ίδια μας,
Την πατρίδα. Νιώθω πως μια μέρα θα συναντήσω την Ωραία
Βεατρίκη
Μέσα στο άνοιγμα.
Το Ίδιο- αίσθημα έχω κι εγώ απάντησε ο Γκουίντο,
Μας ενώνει η ίδια πόλη και
μια Βεατρίκη, είμαστε τα μάτια της Φλωρεντίας κι συνδεόμαστε με μια
μεγάλη Φιλία.
Οι Επτά κύκλοι της Κολάσεως συντάσσονται ο Ένας πάνω στον
Άλλον,
Ακολουθώντας την καμπύλη που διαγράφει η γη όταν κινείται
Απάντησε σιβυλλικά ο μέγας Δάντης.
Η Κόλαση – το Καθαρτήριο κι ο Παράδεισος οδηγούν στον
εξαγνισμό της ψυχής, κι όχι η άρνηση της
Αθανασίας όπως πολλοί Αβεροιστές θεωρούν χωρίζοντας το Νου από την Ψυχή.
Η Αριστοτελική παράδοση διακρίνει τον Εν Ενεργεία Νου-
Από τον Εν δυνάμει Νου. Η πτώση στην κόλαση έφθανε ως την
άβυσσο
Του θανάτου, το σώμα ήταν νεκρό, εκεί συνάντησα την
Φραντζέσκα
ντα Ρίμινι.
Όση ώρα συζητούσαν έφιπποι οι πολεμιστές του φωτός
διασχίζοντας
Τους δρόμους της Ωραίας Φλωρεντίας γίνονταν δεκτοί με
ενθουσιασμό,
Αποθεώνονταν από τους κατοίκους της δοξασμένης πόλης.
Τότε ο περίφημος ποιητής πρότεινε να κατεβούν από τα άλογα,
Και να περπατήσουν στα άγια χώματα της Φλωρεντίας κι να
γίνουν Ένα
248
με τους κατοίκους, να νιώσουν την Αγάπη που τόσο τους
έλειψε.
Να αυτή είναι η οδός Ρικανσιόλι γωνία με την Αλφάνι.
Nτάντε Αλιγκέρι καλώς ήρθες στην Ωραία Φλωρεντία φώναζαν δυνατά.
Τέρμα οι Εξορίες και οι πολιτικές περιπέτειες, γίνεσαι
δεκτός με τιμές
Όπως αρμόζει σε ένα μεγάλο ποιητή και πολιτικό.
Η αγαπημένη σου Φλωρεντία ανταποδίδει ότι έκανες για αυτήν,
Για τη δόξα που της χάρισες στους αιώνες με τα βιβλία σου,
Για ότι έκανες προς τους συμπατριώτες σου. Εμείς οι φίλοι
σου ποτέ δεν σε ξεχάσαμε, πάντα είμαστε στο πλευρό σου έλεγαν οι Φλωρεντινοί.
Ευχαριστώ – ευχαριστώ απαντούσε συγκινημένος ο Δάντης.
Δάκρυα χαράς έτρεχαν από τα μάτια του, δεν πίστευε πως
γινόταν δεκτός
Μ’ αυτόν τον τρόπο γιατί στην πραγματικότητα πέθανε μόνος κι
έρημος στα Ξένα. Αυτή η υποδοχή γινόταν μέσα στο άνοιγμα- στο Φαντασιακό
Μουσείο του μεγάλου χρόνου.
Γνώρισα από κοντά το φόβο του θανάτου, πολέμησα για πρώτη
φορά
Εναντίον του Αρέτσο και της Πίζας, η Φλωρεντία ήταν η μεγάλη
νικήτρια. Όταν πέθανε ο Φάλκο Παρτινάρι – ο πατέρας της Βεατρίκης
Αρρώστησα εβδομάδες, φοβήθηκα μην πεθάνει κι η Βεατρίκη,
Μήπως πεθάνω κι εγώ, ευτυχώς με φρόντισε η μικρή μου αδερφή.
Η μεγάλη τραγωδία ολοκληρώθηκε όταν πέθανε τον ίδιο χρόνο
Κι η λατρευτή Βεατρίκη, το άνθος της πόλης.
Τότε ήταν που έγραψα στους άρχοντες της γης Qnomod sedet sola civitas
Ιερεμίας –θρήνοι- Πως εκάθησε η Πόλις-.
Χάθηκε το φως- το κλάμα κι η θλίψη σκέπασαν την ψυχή μου,
Για αυτό έγραψα το τραγούδι.
Βαριά από τους στεναγμούς μου τυραννιέμαι
Όταν σκληρά στο νου μου σιγόκλαιω
Αυτό που την καρδιά μου έχει σκίσει.
Είναι φορές που χάρο
συλλογιέμαι
με τόσο στην καρδιά μου γλυκό πόθο,
που αλλάζει η όψη μου χρώμα κι κλίση
κι έτσι μου εμφανίζεται όλη η ζήση, όταν ο πόνος το μυαλό
στριμώχνει,
ξαφνικά από την οδύνη αναπηδάω τόσο που πονάω.
Η ντροπή από τους ανθρώπους με διώχνει,
Ύστερα μόνος μιλάω στη Βεατρίκη-
Είσαι νεκρή στα αλήθεια!!!
249
Κι αυτή η κραυγή είναι η μόνη μου βοήθεια.
Η Βεατρίκη είναι πλάι μου, σε κάθε μου βήμα, ένας άγγελος
που οδηγεί
Σε τόπο παραδείσιο και μυστηριακό μιλώντας μια άγνωστη
γλώσσα,
Την κοινή γλώσσα του Πανχρόνου. Ένιωσα τέτοια
ευδαιμονία-τόση μακαριότητα ώστε κατάλαβα πως η ζωή μας είναι μια παρωνυχίδα-
μια κουκίδα μέσα στο άνοιγμα.
Θείε Δάντη πως ξεπεράσεις τον άδικο χαμό- τον πρόωρο θάνατο
της Βεατρίκης ρώτησε
ο πολύμορφος Οδυσσέας.
Κανένας και τίποτα δεν μπόρεσε να με παρηγορήσει, μόνο
ύστερα
από καιρό άρχισα να διαβάζω βιβλία παρηγορητικά για τον
έρωτα και
Τη φιλία, όπως αυτό του Κικέρωνα προς το Λαϊλιο για να τον
παρηγορήσει, όταν πέθανε ο φίλος του ο Σκιπίωνας.
Η φιλοσοφία κι η ποίηση γιάτρεψαν την ψυχή μου,
Άρχισα να πηγαίνω εκεί που εμφανίζονται οι ποιητές- οι
φιλόσοφοι-
Κι οι μοναχοί κάνοντας το μεγάλο ταξίδι προς τον Εαυτό μου
Και τους Άλλους.
<Φύσις κρύπτεσθε φιλεί> απάντησε ο
πολύτροπος Οδυσσέας , το άνοιγμα ανοίγει και κλείνει μαζί- είναι μια ατελεύτητη
δημιουργία. Η περίφημη Donna gentile είναι μια αλληγορία της φιλοσοφίας απάντησε ο Δάντης,
δείχνει κι κρύβει την ίδια στιγμή.
Οι δομινικανοί μοναχοί της Σάντα Μαρία Νοβέλα έδειξαν το
δρόμο
Όταν έφηβος ακόμα φοίτησα εκεί. Η αρμονία της Λογικής κι της
Πίστης
Αποκαλύπτεται μέσα από τη Θωμική φιλοσοφία. Η μόνη φορά που
αφέθηκε ο νους μου να σκεφτεί άλλη γυναίκα είναι η φιλοσοφία.
Πόσο άδικα με κατηγόρησε η Βεατρίκη πως την άφησα κι δόθηκα
Σε άλλη όταν τη βρήκα ξανά στον κήπο του Παραδείσου-,
Στο πιο ψηλά σημείο του Καθαρτηρίου λίγο μετά το θάνατό της.
Είναι εκπληκτικό πως γίνονται τα περάσματα του ματαθανάτου
Συμπλήρωσε ο πολύωρων Οδυσσέας- ένα συνεχές είναι εν τω
γίγνεσθαι
Μια απίστευτη ραψωδία παρόντος. Η ποίηση κι η Φιλοσοφία
είναι σαν τον έρωτα- μια ωραία γυναίκα που όταν τη σκέφτεσαι- ζεις μαζί της
Αναπαύεσαι πραγματικά- είσαι ευτυχισμένος.
Donna gentile φώναξε δυνατά ο
Δάντης κι οι Φλωρεντινοί που ήταν γύρω τρόμαξαν- κοίταξαν έκπληκτοι τον ποιητή.
Ζεις διαρκώς μεταξύ ύπνου και ξύπνου βλέποντας όνειρα,
Η άνοδος των Μεδίκων
τον 15ο αιώνα έγινε με την ανάπτυξη
Της βιομηχανίας μαλλιού. Η δημοκρατία της Φλωρεντίας ήταν
γεγονός
Αλλά ο Cosimo de Medici ανέπτυξε πελατειακές σχέσεις με τους
πολίτες,
250
για να ελέγχει από τα παρασκήνια την πόλη. Ο Lorenzo Medici 1469 ήταν αυτός που
προστάτευσε τις τέχνες τον Μιχαήλ Άγγελο- τον Λεονάρντο ντα Βίντσι – τον
Μποτιτσέλι- τον Ραφαήλ.
Ο ίδιος έγραφε υπέροχη μουσική κι ήταν σπουδαίος μουσικός.
Πολλές φορές βρίσκομαι σε μια μυστηριακή κατάσταση
Όπου εμφανίζεται η αγαπημένη μου Βεατρίκη ντυμένη στα
πορφυρά,
Μιλώντας μια γλώσσα ακατάληπτη αλλά την καταλάβαινα
Χωρίς την γνωρίζω- αυτή με οδηγεί πέρα από το γνωστό κόσμο.
Όλα αυτά είναι τόσο αρχέγονα, ενέχουν τον διονυσιασμό- την
έκσταση,
Απομακρύνεσαι από την πίστη και την θρησκεία κάνοντας παρέα
με τους κολασμένους είπε χαμογελώντας ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Η πολιτική ιστορία της Φλωρεντίας είναι τόσο έντονη- επαναστατική,
Γεμάτη συγκρούσεις και πολέμους- πώς να έμενα αμέτοχος.
Φαίνεται το καμπανίλε του Τζιότο φώναξε χαρούμενος ο
Καβαλκάντε,
Φθάσαμε στην Σάντα
Μαρία ντελ Φιόρε- το περίφημο Ντουόμο της Φλωρεντίας. Οι πολύχρωμες
μαρμάρινες πλάκες, πράσινες –ροζ – λευκές
Σε διαφορετικές αποχρώσεις είναι εκπληκτικές. Σε γοτθικό
στυλ είναι έργο του Αρνόλφο ντι Κάμπιο και του Μπρουνελέσκι..
Διέσχισαν έκπληκτοι την οδό Ρ. Οριόλο μπροστά από το Ντουόμο,
Κατ το βλέμμα τους έπεσε στα δεξιά της πρόσοψης , στις
δεξιές κατά σειρά πόρτες, ένας άγγελος έκανε με το δεξί χέρι μια απρεπή
χειρονομία, κοιτάχτηκαν ξαφνιασμένοι- είναι δυνατόν τέτοια υποδοχή.
Μπήκαν μέσα στην
Σάντα Μαρία ντελ Φιόρε κι αμέσως αισθάνθηκαν την ιερότητα του ναού. Το
πέρασμα από το εκτυφλωτικό φως στο σκοτάδι έκανε να μη μπορούν να δουν για λίγο. Περίμεναν μέχρι να
συνέλθουν νιώθοντας στο σώμα τους, τη νοτισμένη υγρασία της πόλης.
Ύψωσαν το βλέμμα πάνω στον ουράνιο θόλο του Βαζάρι με τα
εκπληκτικά οράματα του δημιουργού κι
έμειναν έκπληκτοι από το θέαμα. Κάτω στον σκοτεινά Άδη, οι αμετανόητες ψυχές
δέχονταν κάθε είδους δοκιμασίες, υπομένοντας καρτερικά τον πόνο, τις φοβερές
ωδίνες
Των αμαρτημάτων τους. Ο Θάνατος στη Φλωρεντία δεν φοβίζει
είπε εκστασιασμένος ο θεϊκός Δάντης. Γίνεται πιο εύκολος- πιο γλυκός
Γι αυτό κι αυτή η ανεξήγητη γαλήνη στα πρόσωπα των πεθαμένων
Σαν να είναι κάτι εύκολο, αν και οι πληγές υπάρχουν σε όλο
τον κόσμο.
Πάμε να προσκυνήσουμε κι να ευχαριστήσουμε την παναγία που
μας αξίωσε να γυρίσουμε στην πατρίδα. Το -Ίδιο- θα κάνω
αργότερα
251
ΙΕΡΟ ΞΙΦΟΣ ΤΩΝ
ΠΟΛΕΜΙΣΤΩΝ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ
Φώναξαν δυνατά οι Εταίροι. Αιώνες ψάχνουμε το χαμένο σπαθί,
Όποιος έχει το Ιερό Ξίφος είναι Ανίκητος- αυτός είναι ο
κατακτητής
του ανοίγματος. Είμαστε οι κυρίαρχοι της Δημοκρατίας του
μεγάλου χρόνου φώναξαν ενθουσιασμένοι οι Εταίροι.
Αυτό είναι το Ιερό Σπαθί των πολεμιστών του φωτός φώναξαν
όλοι μαζί
Οι Φλωρεντινοί, και πλησίασαν τον πολυμήχανο Οδυσσέα για να
περιεργαστούν το Ιερό Ξίφος. Δεν είναι μεγάλο είπε Κόσιμο ντι Μέντισι.
Η Κλυταιμνήστρα τρελάθηκε από το κακό της συνέχισε ο μυθικός
Οδυσσέας, έκανε σαν μαινάδα. Αίγισθε να η ευκαιρία που περιμέναμε να σωθούμε
από τα σκοτάδια της κόλασης. Θέλουμε να έρθουμε μαζί σας.
Τύραννε Αίγισθε κι εσύ μάγισσα Κλυταιμνήστρα είναι νωρίς
ακόμα για Σένα και τον εραστή σου. Η Κάθαρση αργεί να έρθει – θέλει χρόνο.
Μάθετε πως είμαι ο πολυμήχανος Οδυσσέας ο βασιλιάς της
Ιθάκης,
Κι αυτοί είναι οι πολυμήχανοι σύντροφοι. Όλοι μαζί κάνουμε
το ταξίδι στο άνοιγμα κάνοντας το ταξίδι της Αιώνιας Επιστροφής.
Θα έρθουμε πάλι μέσα από τα περάσματα μεταθανάτου να σας
πάρουμε,
Αντίο – αντίο φώναξαν
όλοι μαζί -οι κολασμένοι σας χαιρετούν,
να έρθετε πάλι ο θάνατος είναι ανυπόφορος.
Υπέροχοι Φλωρεντινοί με μεγάλη συγκίνηση παραδίδω το Ιερό
Ξίφος των πολεμιστών του φωτός στη Δημοκρατία της Φλωρεντίας.
259
-Αυτό- καθιστά την πόλη άτρωτη- ανίκητη από τους εχθρούς.
Εσείς είστε οι κληρονόμοι του ανοίγματος- οι φύλακες της
Δημοκρατίας του μεγάλου χρόνου.
Οι φύλακες Άγγελοι της Φλωρεντίας ορκίζονται πως θα
υπερασπιστούν
με τη ζωή τους, το Ιερό Ξίφος φώναξαν όλοι μαζί οι
Φλωρενιινοί.
Ο Κόσιμο ντι Μέντισι έβαλε το Ιερό Ξίφος μέσα σε μια χρυσή
θήκη,
Και το άφησε στο κέντρο του μεγάλου τραπεζιού.
Γεμάτος συγκίνησε με τρεμάμενη φωνή είπε.
Κανείς δεν θα ξέρει που είναι κρυμμένο ο Ιερό Ξίφος,
Ένας γέροντας σοφός θα κρύψει το Ιερό Σπαθί- θα κάνει τον
Κώδικα
της Φλωρεντίας και θα τον βάλει σε άγνωστη κρύπτη.
Όποιος κατορθώσει να βρει- κι να ερμηνεύσει τον Κώδικα
Θα είναι ο κάτοχός του συμπλήρωσε ο Λορέντζο ο μεγαλοπρεπής,
Θα γίνει ο κυρίαρχος του κόσμου- του μεγάλου χρόνου.
Μόνο όσοι είναι πιστοί στη Δημοκρατία- στα δημοκρατικά
ιδεώδη
Μπορούν να κρατήσουν το Ιερό Σπαθί απάντησε σοβαρά ο
πολύμητις Οδυσσέας. Μόνο τότε το Ιερό
Ξίφος αλλάζει χρώμα – γίνεται φωτεινό,
Ανακτά τη δύναμή του υπερβαίνοντας το χρόνο, νικάει τους εχθρούς- τους αντιπάλους της Δημοκρατίας
του μεγάλου χρόνου.
Πολυμήχανε βασιλιά της Ιθάκης
Καλύτερο δώρο δεν θα μπορούσε κανείς να κάνει στη Δημοκρατία
της Φλωρεντίας απάντησε ο Κόσιμο ντι Μέντισι. Είμαστε αιώνια ευγνώμονες, όχι
μόνος εμείς αλλά πιστεύω κι όλη η Ανθρωπότητα.
Τώρα όλοι μαζί θα βάλουμε το Ιερό Ξίφος στο θησαυροφυλάκιο
της Φλωρεντίας. Ο Κόσιμο ντι Μέντισι πήρε το χρυσό κουτί με το Ιερό Ξίφος,
προχώρησε λίγο προς την τοιχογραφία του Βασάρι, πίεσε τον τοίχο σχηματίζοντας
πάνω μερικός αριθμούς κι άνοιξε μια μεγάλη καταπακτή.
Όλοι μαζί προχώρησαν συγκλονισμένοι από αυτά που έβλεπαν.
Φίλοι μου μέχρι εδώ ήταν – από εδώ και πέρα θα συνεχίσω με
τον Λορέντζο τον μεγαλοπρεπή, ένας ακόμη Μέντισι πρέπει να ξέρει που είναι
κρυμμένο το Ιερό Ξίφος. Ύστερα οι σοφοί της πόλης θα συντάξουν τον Κώδικα της
Φλωρεντίας κι ένας από αυτούς θα τον κρύψει καλά σε μυστική κρύπτει. Μόνο δυο γέροντες σοφοί
θα ξέρουν που είναι το Ιερό Ξίφος των πολεμιστών του φωτός.
Όταν ο Κόσιμο ντι Μέντισι κι Λορέντζο ο μεγαλοπρεπής βγήκαν
από την
260
Καταπακτή σύσσωμο το Συμβούλιο χειροκρότησε αυθόρμητα.
Ευχαριστώ – ευχαριστώ απάντησε ο Κόσιμο λέγοντας
Αξιότιμοι Σύμβουλοι της Σινιορίας
Οι φίλοι μας έκαναν μεγάλο ταξίδι κι είναι κουρασμένοι,
Καιρός να αποσυρθούν- είναι φιλοξενούμενοί μου στο παλάτσο
Πίττι.
Ο Τζιόρζιο Βασάρι με μερικούς φλωρεντινούς θα τους οδηγήσει
εκεί από τον διάδρομο- το Κόριντορ, ευκαιρία να ανακαλύψουν την Ωραία Φλωρεντία
– να μάθουν τα μυστικά της με έναν άλλο τρόπο.
Αφού χαιρετήθηκαν
εγκάρδια απεχώρησαν από την αίθουσα του Συμβουλίου. Έχοντας οδηγό τον
Τζιόρζιο Βασάρι ακολούθησαν το διάδρομο- το Κοριντόρ της Φλωρεντίας. Πρώτα θα
πάμε στη νότια πλευρά του παλάτσο Βέκιο,
από εκεί ενώνεται με το Ουφίτσι.
Όταν ο Πάπας Βονιφάτιος Η΄ είπε πως η Φλωρεντία είναι το
πέμπτο στοιχείο- το όγδοο θαύμα του κόσμου είχε δίκιο είπε ο θείος Δάντης.
Ήθελε να την προσαρτήσει στη Ρώμη, είναι μια οικουμενική
δύναμη
με δημοκρατικό πολίτευμα. Κάνει εμπόριο με όλο τον κόσμο κι
οι
τραπεζίτες της είναι οι ισχυρότεροι της Ευρώπης.
Μια νέα Αθήνα απάντησε ο πολύτεχνος Οδυσσέας.
Η Αθήνα της Ιταλίας- το λίκνο της Αναγέννησης-.
Γράφτηκα στο σωματείο των γιατρών και των φαρμακοποιών χωρίς
ποτέ να ασκήσω την ιατρική, για να έχω δικαίώμα ώστε να αποδεχτώ δημόσια
αξιώματα είπε ο Δάντης. Οι ποιητές του Ντόλτσε στιλ Νουόβο με αποδοκίμασαν για
αυτό. Η λαϊκή διακυβέρνηση ήταν πολύ ισχυρή κι απέκλειε την τάξη των ευγενών
από την εξουσία.
Ποια καθήκοντα είχες, πόσα χρόνια ασχολήθηκες με την
πολιτική
Ρώτησε ο Τζιόρτζιο Βασάρι. Έξη χρόνια όλα κι όλα, το 1300
εκλέχτηκα
Πρώτη φορά στο αξίωμα των πρώτων για δυο μήνες, τόσο
διαρκούσε η θητεία. Κύριοι διασχίζουμε ήδη το Λουγκάνο ντει Αρχιμπουσιέρ στη
βόρεια πλευρά του ποταμού - στη διασταύρωσε με το Πόντε Βέκιο.
Πολύ ενδιαφέροντα όλα
αυτά παρατήρησε ο πολύμορφος Πολίτης.
Εμείς βλέπουμε-παρατηρούμε ότι γίνεται στην πόλή, αλλά οι
πολίτες έχουν άγνοια, δεν το ξέρουν. Έχει σχέση με τον έλεγχο, οι άρχοντες
θέλουν να ξέρουν τι γίνεται στην πόλη κάθε στιγμή κι ώρα .
Αυτό είναι κατανοητό μέχρι ενός βαθμού απάντησε ο πολύτροπος
Οδυσσέας, δείχνει όμως πως οι άρχοντες είναι ανασφαλείς –
αβέβαιοι
για την εξουσία, αμφισβητείται από εσωτερικούς κι
εξωτερικούς παράγοντες.
261
Όταν ο Δήμος της Φλωρεντίας μ’ έστειλε πρεσβευτή στην Αγία
Έδρα
Να εμποδίσω τον Πάπα αλλά κι την πολιτική που ασκούσε- ήθελε
να προσαρτήσει την Φλωρεντία, γνώριζα πως ήταν πολύ κρίσιμη η αποστολή,
συμπλήρωσε ο πολυμαθής Δάντης.
Κατάφερες κάτι ρώτησε ο Βασάρι με απορία.
Ο Πάπας Βονιφάτιος Η΄ ήταν ένας αδίστακτος άνθρωπος.
Μέχρι να ανατραπεί η κυβέρνηση στη Φλωρεντία ήμουν όμηρός
του.
Κατάφερα βέβαια να διαφύγω αλλά εξορίστηκα κι καταδικάστηκα
σε θάνατο από τους πολιτικούς μου αντιπάλους.
Όταν μια τόσο περίλαμπρη πόλη όπως η Φλωρεντία αναθέτει σε
ένα ποιητή μια τέτοια αποστολή, σημαίνει πως ήσουν σπουδαίος πολιτικός
Παρατήρησε ο συνετός Οδυσσέας.
Ήμουν από αυτούς που μπορούσαν να μιλήσουν με τον Πάπα
ισάξια,
Ίσως και καλύτερα. Το γεγονός επηρέασε τη ζωή μου, την
ποιητική μου σταδιοδρομία. Αργότερα στα χρόνια της εξορίας υπήρξα πολιτικός
σύμβουλος του αυτοκράτορα Ερρίκου Ζ΄ του Λουξεμβούργου, όταν θέλησε να
εκστρατεύσει στην Ιταλία.
Τώρα περνάμε από την εκκλησία Σάντα Φελιτσιτά είπε περήφανος
ο Βασάρι. Βλέπετε οι πιστοί προσέρχονται στην εκκλησία να προσευχηθούν, αρχίζει
σε λίγο η Θεία Λειτουργία.
Βρισκόμαστε στο Πόντε Βέκιο – το θέαμα είναι μοναδικό-
χωρίζει την πόλη στα δυο.
Η φωτεινότητα κι η κιτρινάδα του φωτός αποθεώνονταν πάνω
στους πολλαπλούς τόνους της ώχρας που είχαν οι προσόψεις κι οι πίσω πλευρές των
σπιτιών, ενώ έπαιζαν χαρούμενα στον καθρέφτη του ποταμού Άρνο.
-Αυτή – η απροσδιοριστία του χρώματος ήταν το άνοιγμα της
Φλωρεντίας. Κυριαρχούσε γύρω από το ποτάμι, στις γέφυρες, τις προβλήτες, τα
γύρω σπίτια. Όταν ο Άρνος γινόταν άγριος- βίαιος παρέσυρε ότι έβρισκε μπροστά
του. Πλημμύριζε τα κρεοπωλεία του Πόντε Βέκιο, έφθανε μέχρι το Ντουόμο. Μερικά
πρωινά έφερνε μαζί του
την Τοσκανική άνοιξη, μοσχομύριζε τα αρώματα της εύφορης γης.
Τα ψάρια πετάγονταν έξω από το νερό παίζοντας με το θεϊκό
φως της Τοσκάνης. Άλλοτε το αργυροκίτρινο χρώμα του ποταμού θάμπωνε με το
χρώμα, λασπώδες- κεχριμπαρένιο σαν τα κρασιά της Τοσκάνης έδινε την αίσθηση της
μονιμότητας αν κι άλλαζε διαρκώς. Οι αρουραίοι,
οι νυχτερίδες, τα ποντίκια έστηναν άγριο χορό στα λιμνάζοντα πράσινα έλη,
262
Πετούσαν σαν φαντάσματα πάνω από τον ΚΙΤΡΙΝΟ ΠΟΤΑΜΟ.
Στα –Ίδια- ποτάμια μπαίνουμε μόνο μια φορά είπε ο πολύτροπος
Οδυσσέας, το νερό του ποταμού είναι πάντα διαφορετικό όπως οι αλλαγές του
ΕΙΝΑΙ. Ο Κόσμος αλλάζει μέσα από διαφορετικές κι αταίριαστες μεταξύ τους
καταστάσεις, τα σύμβολα ερμηνεύονται στις σχέσεις που έχουν με την πόλη. Το
–Ίδιο- και το διαφορετικό θέλουν ένα Νου τέλειο συνέχισε ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Η Παλίντροπος Αρμονία των δύο- του Ενός κι του Άλλου
δημιουργούν τα πράγματα από την αρχή.
Αυτή είναι η ουσία της Αναγέννησης συμπλήρωσε ο Λεονάρντο
ντα Βίντσι. Η πολιτική κι η θεωρεία δεν διαχωρίζονται, οι μεγάλες οικογένειες
μάχονται μεταξύ τους ενώ θα έπρεπε να είχαν συμμαχήσει
Γιατί ο Πάπας ήθελε την Πόλη. Η Ειρήνη φέρνει ευτυχία στους
ανθρώπους, τότε κατακτούν τη Γνώση.
Βλέπετε- είμαστε στο πιο στενό σημείο του ποταμού, γι αυτό
έκτισαν το Πόντε Βέκιο εδώ πέρα. Είναι ένα πέτρινο γεφύρι με αψίδα, κλειστό κτισμένο
σε μεσαιωνικό ρυθμό.
Οι ουρανοί ανήκουν στον Πάπα- οι Πάπες πρέπει να ασχοληθούν
με την εκκλησία- τη Σωτηρία των ψυχών, κι οι πολιτικοί με τα γήινα προβλήματα
των πολιτών ανέφερε ο Δάντης. Ο Ερρίκος
ο Ζ΄ του Λουξεμβούργου ασκούσε μια χαρά τα καθήκοντά του χωρίς επιρροές από
τους κληρικούς. Δεν είμαι Γιβελίνος αν και νομίζουν κάτι τέτοιο.
Πολλές φορές σκέφτηκα στην Εξορία που με καταδίκασε η πόλη
μου,
Πως δεν ήταν άξια να ευδαιμονήσει. Φέρεται με τόσο άσχημο
τρόπο στα παιδιά της. Ποτέ δεν συγχώρεσα τους Γουέλφους επειδή δεν μ’ άφησαν
Να επιστρέψω στην πατρίδα, να δω έστω κι μια φορά τον Αϊ
Γιάννη,
Κι ύστερα ας πέθαινα δεν μ’ ένοιαζε.
Το –Ίδιο- είπα πολλές φορές όταν κυνηγημένος από τον
κοσμοσίστη Ποσειδώνα έλεγα πως ας έβλεπα μια φορά από μακριά την Ιθάκη κι
ύστερα ας πέθαινα.
Η καμπάνα στη στα της Σάντα Μαρία κτυπάει συνέχεια χωρίς
σταμάτημα παρατήρησε μελαγχολικά ο Δάντης. Κηρύττει επιστράτευση ή αναγγέλλει
κάποιο μεγάλο γεγονός απάντησε ο Γκουίντο. Ίσως την δική σας παρουσία στην
πόλη, να τρέξουν οι φλωρεντινοί να σας συναντήσουν. Ένα μεγάλο άρμα – το
καρότσιο- γυρίζει σε όλη την πόλη,
Σε περίπτωση πολέμου μαζί με τους άρχοντες της πόλης και τον
λαό
διαλαλώντας το γεγονός.
263
Θείε Δάντη πότε πολέμησες για πρώτη φορά ρώτησε ο πολύτροπος
Μιχαήλ Άγγελος. Πολέμησα εκεί όπου κυριαρχεί ένας Άγγελος κι ένας Δαίμονας. Τα
φαντάσματα στρατιές ολόκληρες μάχονται μεταξύ τους
Κι βρέχει συνέχεια. Η κοιλάδα των θαυμάτων στο Καμπανίλε
υπήρξε το θέατρο αυτής της μάχης. Φοβήθηκα πάρα πολύ όταν οι Γουέλφοι πολέμησαν
τους Γιβελίνους στη μάχη του Αρέτσο. Κανείς δεν μπορεί να ξεπεράσει το φόβο του
θανάτου.
Όσες φορές κι αν πεθάνει- όσες φορές κι αν ξαναγεννηθεί
κανείς απάντησε ο μυθικός Οδυσσέας , βαδίζεις στο Άγνωστο.
Ποιος νίκησε ρώτησε με ενδιαφέρων Αλεσάντρο Βίτι ένας ατρόμητος ιππότης. Οι ιππείς του Αρέτσο
με αρχηγό τον Γουλιέλμο- τον επίσκοπο της πόλης έκαναν άγρια επίθεση στην
εμπροσθοφυλακή των Γιβελίνων.
Βρέθηκαν ανάμεσα στο στρατό της Φλωρεντίας κι τον επίλεκτο
λόγο με τους ιππείς των -Φεντιτότι- όπου ήμουν. Έζησα το πιο οδυνηρό πράγμα
Που ζει ένας πολεμιστής στο πεδίο της μάχης. Φίλοι –
σύντροφοι- γείτονες- συγγενείς βρίσκονταν νεκροί δίπλα μου, είναι
συγκλονιστικό.
Με το μέτρημα των νεκρών αρχίζει το δράμα συμπλήρωσε ο
πολύπαθος Οδυσσέας. Ένας Άγγελος κι ένας Δαίμονας βασιλεύουν των μαχών.
Τα δαιμόνια οργίζονται κάνουν σαν τρελά πάνω από τα νεκρά
κουφάρια.
Ο θάνατος- ο θάνατος- ο μεταθάνατος βασίλευε στην κοιλάδα
των θαυμάτων φώναξε εκστασιασμένος ο Δάντης. Όταν η αγαπημένη μου Βεατρίκη
πέθανε ξαφνικά παρέλυσα. Από τα πολλά δάκρυα κι τη θλίψη έγινα αγνώριστος,
άλλαξα τελείως όψη, άφησα μεγάλα γένια.
Ο διάδρομος γίνεται φιδίσιος, περνάει πάνω από τις στέγες
των σπιτιών
Στο Όλτραν φώναξε έκπληκτος ο Γκουίντο. Από εδώ ακούγονται
οι φωνές , τι λένε οι κάτοικοι μεταξύ τους. Οι άρχοντες της Φλωρεντίας
μαθαίνουν τι σκέφτονται οι πολίτες, εάν είναι ευχαριστημένοι, πως ζουν.
Παραμένοντας αόρατοι, κρυμμένοι πίσω από το διάδρομο-
Κοριντόρ παρακολουθούν τι γίνεται στην Αγορά, τις ζωές των άλλων.
Ταυτόχρονα δεν αναμειγνύονται με το λαό να μην εισπράξουν τη
δυσαρέσκεια, τα παράπονα- την οργή των Φλωρεντινών.
Το κλειστό πέρασμα- το διάδρομο Κοριντόρ- ζήτησε ο Κόσιμο
ντι Μέντισι να κατασκευάσω με την ιδέα να κυκλοφορούν ελεύθερα μεταξύ του
παλάτσο Πίττι κι του Δημαρχείου συμπλήρωσε ο Τζιόρτζιο Βασάρι.
Όταν αδυνατίζει η Δημοκρατία αντικαθίσταται με άλλους
τρόπους διακυβέρνησης παρενέβη ο πολύμορφος Δάντης. Στην εποχή μου,
οι ευγενείς φέρονταν με άσχημο τρόπο στους απλούς ανθρώπους.
264
Έπειτα από πολλούς αγώνες υποτάχτηκαν στο λαϊκό κόμμα.
Οι Τάξεις συγκρούονται αέναα συμπλήρωσε ο πολυμαθής
Οδυσσέας,
Συνεχίζουν μέχρι να έρθει η ολοκλήρωση του Ανθρώπου.
Η γέννηση—η δημιουργία του Καπιταλισμού εμφανίστηκε εδώ στη
Φλωρεντία απάντησε ο περίφημος Γαλιλαίος.
Οι Κεφαλαιούχοι εκμεταλλεύτηκαν την πτώση της Εκκλησίας,
συμφώνησαν με τους εύπορους κι τις αριστοκρατικές οικογένειες
Κι έκαναν ότι κάνουν πάντα οι πλούσιοι. Έτσι προήλθε ο όρος
μεγιστάνας.
Η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση της Φλωρεντίας έγινε όταν
καταργήθηκε
Το δουλεμπόριο από το εκατονταμελές συμβούλιο και τους
πρώτους.
Πήραν τον έλεγχο των δαπανών αποκλείοντας από την σύνθεση τους πιο πλούσιους κι τους
πιο φτωχούς θύμισε ο πολύμορφος Δάντης
Δεν μπόρεσα να γίνω μέλος του Συμβουλίου γιατί δεν ανήκα σε
κανέναν.
Η αδιαλλαξία- η δύναμη των λαϊκών τάξεων τυφλώνει τους
ανθρώπους,
Δεν βλέπουν καν το συμφέρων τους. Ο Τζιάνο ντελα Μπέλι -
ευγενής Γουέλφος ένας πανούργος τραπεζίτης που υπερασπιζόταν το –Δίκαιο-
Ξεσήκωσε το λαό κατά των δυνατών και των Ιππέων επιβάλλοντας
Τους < Δικαιϊκούς Κανονισμούς>. Οι Δυνατοί δεν
συμμετείχαν στην κυβέρνηση, δημιουργήθηκε μια νέα λαϊκή Τυραννία συνέχισε ο
θείος Δάντης. Οι περιουσίες των πλουσίων χάθηκαν μέσα σε μια νύχτα, έγινε η
δήμευση των παλατιών και τους σκότωσαν με συνοπτικές διαδικασίες.
Τότε κυριαρχούν οι αναρχικοί προκαλώντας χάος. Οι αδικημένοι
κάνουν ταραχές ανατρέποντας τους εξουσιαστές. Ο Τζιάνο δέχτηκε να φύγει για να
ηρεμήσουν οι κάτοικοι. Ποτέ δεν γύρισε στην αγαπημένη Φλωρεντία,
Πέθανε στη Γαλλία ως ένας απλός τραπεζίτης.
Η πραγματική ελευθερία θέλει αρετή κι τόλμη απάντησε ο
πολύμορφος Οδυσσέας, ο μεγάλος επαναστάτης θυσιάζεται για την πόλη.
Η φυγή- η απουσία όταν γίνεται σωστά είναι πιο δυνατή από
την –Ίδια-
Την εξουσία. Η διχόνοια
σπάραζε πάντα τα σωθικά της Φλωρεντίας,
Έπρεπε να επιλέξουν μεταξύ των Λευκών κι τον Μαύρων απάντησε
θλιμμένα ο Δάντης.
Φθάνουμε προς το τέρμα του διαδρόμου –Κοριντόρι- φώναξε ο
Βασάρι,
Σε λίγο θα είμαστε στο παλάτσο Πίττι όπου μας περιμένουν,
ετοιμάζουν θερμή υποδοχή, πλούσια
γεύματα και χορό.
Ο Αριστοτέλης είναι ο αγαπημένος μου φιλόσοφος συνέχισε
λέγοντας ο
265
Η πανοραμική θέα από
τις κατακόκκινες στέγες των σπιτιών, χαοτικά σκορπισμένες διακόπτονταν από τους
αστρικούς τρούλους των εκκλησιών με τα ψηλά καμπαναριά. Στην ευδία του ορίζοντα
ακουγόταν το τραγούδι του χαμένου χρόνου που δούλευε σκληρά νύχτα μέρα
ολοκληρώνοντας τους κύκλους της ζωής στη μυθική πολιτείας.
Η Μόνα Λίζα είναι το
άλυτο αίνιγμα της Ιστορίας- το αίνιγμα των αινιγμάτων, το χαμόγελο της Τζοκόντα
κρύβει το μυστικό του έρωτα και του θανάτου, το –Ίδιο- το Α-Ίδιο είπε ο
Λεονάρντο ντα Βίντσι.
Μα πως είναι δυνατόν ρώτησε η Λίζα Γκεμαρτίνι, η γυναίκα με
το θεϊκό πρόσωπο, σύζυγος του Φραντζέσκο ντε Τζοκόντο, πλούσιου εμπόρου από την
Φλωρεντία.- Αυτό- δεν μπορείς να το αποτυπώσεις- ένας άνδρας δεν μπορεί να
τεκνοποιήσει.
Μπορεί να δημιουργήσει απάντησε ο Μαέστρος- μπορεί να
γεννήσει από το Μηδέν κι το Τίποτα- εκ του μη όντος. Πάνω σε ένα κομμάτι ξύλου
από λεύκα με την τεχνική του σφουμάτο- όπως το πορτραίτο σου που
ζωγραφίζω τώρα.
279
Νιώθω τόσο μόνη, αισθάνόμαι τόσο γυμνή- απροστάτευτη. Μετά
τη γέννα ο άνδρας μου με παραμελεί, δεν
με προσέχει καθόλου είπε παιχνιδιάρικα η Μόνα Λίζα.
Μα πως είναι δυνατόν απάντησε ο μυθικός Οδυσσέας, η πιο
ωραία γυναίκα της Φλωρεντίας και ο άνδρας της να μη βλέπει τίποτα.
Σκέφτηκε την πιστή Πηνελόπη όταν είπε γεμάτη θυμό κατά την
Δεύτερη Αποδημία. Αφήστε τον να φύγει δεν ξέρει τι αφήνει - αιώνια θα χάνεται
στα ταξίδια πεθαίνοντας από αθεράπευτη νοσταλγία.
Έχεις την αιωνιότητα με το μέρος σου απάντησε ο Μαέστρος
Λεονάρντο ντα Βίντσι. Μη θυμώνεις κανείς δεν σε αγνοεί. Το αινιγματικό ερώτημα-
Να τι είναι το χαμόγελο της Τζοκόντα. Το πορτραίτο σου που
ζωγραφίζω με τα ανεπανάληπτο μειδίαμα αποτυπώνει το ανεξυχνίστο μυστήριο του
ανθρώπου. Κοίταξε με ένα ματοτσίνορο
έκανα τις πιο πολλές λεπτομέρειες. Ο Κώδικας Λεονάρντο κρύβει τα μυστικά, είναι
γραμμένος από δεξιά προς αριστερά με τα
γράμματα ανάποδα.
Βλέπεις το σωστό- το διαβάζεις μέσα από έναν καθρέφτη.
Πολύ δύσκολα οι άνθρωποι θα αποκρυπτογραφήσουν τον κώδικά
σου είπε ο πολύτροπος Οδυσσέας. Το Εργαστήριο σου είναι ένας τόπος μαγικός-
παραμυθένιος.
Είμαι ένας πολυτεχνίτης- ένας κυρίαρχος του μηδενός και του
τίποτα.
Έκτισα κάστρα, εκκλησίες, γέφυρες, ονειρεύτηκα την ιδανική
πόλη,
Έκανα αγάλματα, πίνακες ζωγραφικής. Προσπάθησα να καταλάβω
το ανθρώπινο σώμα, τα κόκαλα, τους μύες γι αυτό έκανα τα σχέδια ανατομία. Προσπάθησα να κάνω τους ανθρώπους να πετάξουν
με τα φτερά του Λεονάρντο, να κολυμπήσουν μέσα στη θάλασσα. Ανακάλυψα ένα σωρό
πολεμικές μηχανές.
Μαέστρο – Λεονάρντο
πως φαίνομαι- είναι καλή η στάση- φωτίζεται καλύτερα το πρόσωπο ρώτησε
φιλάρεσκα η Μόνα Λίζα. Έκανε μια κίνηση όλο χάρη ανατρέποντας τις σκέψεις του.
Πώς να αντισταθείς σε μια τέτοια ομορφιά είπε ο
πολύφημος Οδυσσέας.
Ξεχνάς ποιος είσαι, περνάς στην ολική λήθη.
Οι παραγιοί έβλεπαν κι άκουγαν τη μελωδική φωνή της Τζοκόντα
κι έμειναν με τα πινέλα κι τις μπογιές στα χέρια. Όπως κι οι μανόλιες,
οι άγριες βιολέτες , οι ανθισμένες λεμονιές με τις
κληματαριές.
Το σιντριβάνι στην αυλή του Λεονάρντο τεντώθηκε να δει και
να
ακούσει καλύτερα τη θεϊκή Τζοκόντα.
280,,,,
Ένα ανείπωτο θαύμα έγινε στην ψυχή του πολύπαθου Οδυσσέα,
Πέθαινε από ευτυχία – από την ομορφιά που έβλεπε μπροστά
του.
Ο αποκρυφισμός κρύβει πολλά μυστικά, συνδέει τον πολιτισμό
των Αρχαίων Ελλήνων με την Αναγέννηση κι την εποχή του ανοίγματος είπε ο σοφός
Λεονάρντο. Τα ματωμένα χρόνια το μεσαίωνα κράτησαν τη γνώση στο σκοτάδι. Ο
Κώδικας του χρυσού κανόνα είναι η δικαίωση
του κόσμου. Ο Πυθαγόρας τον 5ο αιώνα έκανε τη
μεγάλη ανακάλυψη
απάντησε ο πολύτροπος Οδυσσέας, δημιούργησε ο πεντάγραμμο τη
σύμβολο της Σχολής του. Μια αναλογία ευθύγραμμων τμημάτων που τίθενται
διαδοχικά σχηματίζοντας ορθογώνια ή όγκους.
Ο Φειδίας με τον Ικτίνο κι τον Καλλικράτη εφάρμοσαν τον
χρυσό κανόνα στον Παρθενώνα. Ο θείος Πλάτωνας τον υιοθέτησε κι ο Ευκλείδης τον
διατύπωσε μαθηματικά.
Η θεία αναλογία δόθηκε από
το Θεό απάντησε ο Λεονάρντο.
Οι Έλληνες ανακάλυψαν το χρυσό κανόνα μετρώντας τις
αναλογίες
Του ανθρώπινου σώματος, κι σμίλεψαν με σμάλτα τα περίφημα
αγάλματα. Οι εφευρέσεις του Λεονάρντο δεν είναι ευρύτερα γνωστές,
Έχει γράψει 5000 σελίδες χειρόγραφα είπε η Τζοκόντα
εμπιστευτικά στον πολύτροπο Οδυσσέα. Έδειξε τι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος,
Να δημιουργήσει νέα πράγματα.
Το γνωρίζειν κι το πράττειν καθορίζουν με ακρίβεια ότι κάνω
απάντησε ο μεγάλος καλλιτέχνης.
Από τα ανοιχτά παράθυρα ακούγονταν τα κελαδητά των πουλιών,
Ενώ ο δροσερός αέρας θρόιζε τα φύλλα των δένδρων.
Ποια γυναίκα ερωτεύτηκε πραγματικά ο πολυμήχανος Οδυσσέας.
Ποια Ελένη είδε στην Σπάρτη- στην Τροία- στην Αίγυπτο.
Ποια αγάπησε στην Κωνσταντινούπολη – στη Βενετία, κι τώρα
ήταν μπροστά του αυτή η θεϊκή γυναίκα η Μόνα Λίζα τυλιγμένη με τα δίχτυα του
έρωτα. Η Τζοκόντα ήταν πανέμορφη προκαλούσε τα βλέμματα κι τα πειράγματα των
Φλωρεντινών όταν περπατούσε στο δρόμο.
Γνώρισε την περιφρόνηση το συζύγου της του Φραντσέσκο
Τζοκόντο που ζήλευε παράφορα..
Ποια ήταν η Τζοκόντα:- μήπως αυτή που με διάφορα τεχνάσματα
τρέλαινε τους Φλωρεντινούς, δασκαλεμένη
από τη θεά του Έρωτα.
Όλοι ήταν ερωτευμένοι μαζί της, μαγεμένοι από την ομορφιά
έκαναν
Σαν τρελοί. Ο Τζοκόντο κυνηγούσε τη γυναίκα του- έτρεχε από
πίσω,.
281
Έγινε η σκιά της. όταν αυτή αρνιόταν να του δοθεί γινόταν
έξαλλος.
Ακολουθούσαν άγριοι καυγάδες μέχρι να γίνει δική του, κι να
παραδοθεί στον αχαλίνωτο έρωτα. Πολλοί Φλωρεντινοί έλεγαν πως με τη Σκιά της
κοιμόταν ο άνδρας της, ο Τζιοκόνυο αλλά τότε ποια ήταν η πραγματική Μόνα Λίζα-
που κρυβόταν. Ποια ερωτεύτηκε ο θεϊκός Οδυσσέας.
Οι δυο εραστές συναντιόνταν σε μια κρυφή λάτζια με απίθανη
θέα προς τον Άρνο, έχοντας ως βάθος πεδίου το Φιέζολε. Ένα ανοιχτό παράθυρο στη
Φλωρεντία που αποκάλυπτε μια πόλη μέσα στην πόλη. Κομψό κι επιπλωμένο- με πίνακες- ωραία έπιπλα- στρογγυλό τραπέζι
φτιαγμένο από ξύλα ανθισμένης κερασιάς. Οι ελικοειδής σκάλες έκαναν τη Μόνα
Λίζα να πέφτει στην αγκαλιά του αγαπημένου της γελώντας με εκείνο το χαμόγελο
που σκότωνε το θεϊκό Οδυσσέα. Οι
σκοτεινοί διάδρομοι ώσπου να φθάσουν επιτέλους στην πόρτα, ήταν ένα ταξίδι στο
άγνωστο.
Ψηλαφούσαν στα σκοτεινά με τις αισθήσεις-με όλο το σώμα.
Φιλιόνταν
Κι βρίσκονταν ήδη αλλού. Τα μεγαλόσχημα κλειδιά του δωματίου
κρέμονταν πίσω από την πόρτα με τις σκονισμένες κόγχες, ψηλοτάβανο
Έμοιαζε πολύ με την πόλη, με τους εραστές της Φλωρεντίας.
Όταν άνοιγε η πόρτα φως εκτυφλωτικό έπεσε πάνω τους.
Ο Άρνος κυλούσε
σιωπηλός αντανακλώντας το φως του ήλιου ενώ στην αντίπερα όχθη, οι στέγες των
σπιτιών με τις νοτισμένες πλευρές,,
Δημιουργούσαν περίεργες φωτοσκιάσεις εξάπτοντας τη φαντασία.
Ανεπαίσθητα διακρίνονταν τα δαιδαλώδη δρομάκια.
Στο Όλτ Άρνο ζούσαν
οι πραγματικοί φλωρεντινοί, στο Σάντο Σπίριτο
Κτυπούσε ο παλμός της πόλης. Τα χρώματα της Φλωρεντίας με
κυρίαρχο το φωτεινό κίτρινο έδιναν την απροσδιόριστη γοητεία της πόλης.
Οι ψαράδες ψάρευαν πάνω από τις γέφυρες ή μέσα από τις
βάρκες.
Από το ανοιχτό παράθυρο άκουγαν τις λεμβοδρομίες. Ο έρωτας
κι θάνατος στη Φλωρεντία είναι πιο ωραίος, δεν φοβίζει καθόλου, είναι
υποφερτός. Στο Ντουόμο πάνω από τον Άδη υψώνεται ο παράδεισος,
Τα βάσανα κι οι οδύνες είναι πάντα ανυπόφορα.
Ο θάνατος στη Φλωρεντία δεν έχει σχέση με το θάνατο αλλά με
το μεταθάνατο- αυτή είναι η διαφορά. Το θαύμα το αντιλαμβάνονται-
Το ζουν μόνο όσοι είναι έτοιμοι να το βιώσουν είπε ο
πολύτροπος Οδυσσέας φιλώντας τρυφερά τη
Μόνα Λίζα.
Αγαπημένε ικανοποιείς τον πιο ανικανοποίητο πόθο, αυτό που
μόνο
Η Φλωρεντία μπορεί να δώσει είπε η Τζοκόντα. Πέρασα πράγματι
στην ολική λήθη, στη λησμονιά για να το ζήσω όλα από την Αρχή.
282
Οι πόρτες των σπιτιών είναι τεράστιες σε σχέση με τα στενά
δρομάκια,
Αλλά έχει κι άλλες μικρότερες στα μέτρα του Ανθρώπου είπε ο
πολύφημος Οδυσσέας. Μόλις ανοίξουν αποκαλύπτονται οι αυλές με τα πολύχρωμα
λουλούδια, οι ανθισμένες λεμονιές , υπέροχες μανόλιες,
Τριανταφυλλιές οδηγούν με τις ευωδιές σε μονοπάτια απάτητα
στην πραγματική Φλωρεντία. Όπως τώρα εδώ είμαστε αληθινοί εραστές της
Φλωρεντίας απάντησε η Μόνα Λίζα μ’ αυτό
το αδιόρατο- αινιγματικό χαμόγελο που θύμισε στον πολύτροπο Οδυσσέα το
ανεπαίσθητο χαμόγελο των Κούρων, και που το είδε λίγο πριν το ζωγραφίσει ο
Λεονάρντο ντα Βίντσι στην προσωπογραφία της. Ήταν μαγικό- εκπληκτικό- ανείπωτο
λες και ταξίδευε στην πιο άγνωστη χώρα του μυαλού και της ψυχής.
Θεϊκέ Οδυσσέα είπα να ετοιμάσουν για σένα ένα από τα
περίφημα γεύματα της Τοσκάνης με ανάλατο ψωμί.
Πεινάω πάρα πολύ απάντησε ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Είναι μικρό το
τραπέζι, οι καρέκλες, κάθισε βολέψου, πρώτα θα φαμε μια υπέροχη σούπα από
φασόλια. Οι φασουλοφάγοι της Τοσκάνης απάντησε ο Οδυσσέας χαμογελώντας, πάντως
τα εντόσθια μυρίζουν ωραία. Πρέπει να δοκιμάσεις το γεμιστό κοτόπουλο
συμπλήρωσε η γλυκιά Μόνα Λίζα, έρχεται βροχή- βρέχει τακτικά στη Φλωρεντία,
Είναι στους λόφους του Μουζέλο κι το Κιάντι συνέχισε η Μόνα
Λίζα
Βλέποντας έξω από το παράθυρο. Το καλοκαίρι έχει υγρό αέρα
ενώ το χειμώνα έρχεται παγωμένος από το Απέννινα, βαθαίνουν τα χρώματα και τότε
η Φλωρεντία χάνει το κιτρινωπό φως της.
Εάν μείνω λίγο ακόμα μαζί σου θα μάθω τα καλύτερα
ιταλικά είπε ο Οδυσσέας χαμογελώντας.
Μιλάμε την ωραιότερη γλώσσα απάντησε περήφανη η Μόνα Λίζα. Η Τοσκανική
διάλεκτος είναι η καλύτερη, ιδίως όταν κάνεις έρωτα μαθαίνεις καλύτερα συνέχισε
η Τζοκόντα με εκείνο το αδιόρατο χαμόγελο που σκότωνε τον πολύμορφο Οδυσσέα.
Μια μέρα θα πάμε στα λιβάδια με τις βιολέτες , εκεί θα μάθεις τα μυστικά της
αθάνατης ψυχής σου. Όλα κινούνται γύρω από το παλάτσο Βέκιο, θα ξεφύγουμε από
τα αδιάκριτα βλέμματα εάν πάμε ψηλά στο Φιέζολε ή στο Σετινιάνο το χωριό το
Μικελάντζελο, ή ακόμη καλύτερα στο Κιάντι να χαθούμε στις εξοχές του. Θέλω να
μάθω – να ρουφήξω τη γνώση της Φλωρεντίας, να ανακαλύψω τους θησαυρούς της
απάντησε με πάθος
ο πολυμήχανος Οδυσσέας.
283
Η αρχιτεκτονική, η γλυπτική, η ζωγραφική αποκαλύπτουν το
θαύμα. Τα κρυμμένα μυστικά της πόλης βρίσκονται στις εκκλησίες- τα κτίρια- τα
σπίτια, όλα έχουν αναρίθμητες ιστορίες να διηγηθούν- ανείπωτα μυστικά να
αποκαλύψουν. Πάντα κάτι διαφεύγει απάντησε ο θεϊκή Μόνα Λίζα με το αινιγματικό
χαμόγελο που πέθαινε τον Οδυσσέα. Νομίζεις πως μπορείς να εξαντλήσεις τον
Λεονάρντο ντα Βίντσι, τον Μικελάντζελο, τον Τζιότο, τον Ραφαήλ, είναι αμέτρητος
ο κατάλογος των ονομάτων, χάνω το μέτρημα.
Η νέα Αθήνα- η νέα Αθήνα φώναξε ο πολύτροπος Οδυσσέας. Αυτό
μόνο στην Αθήνα του 5ου - του χρυσού αιώνα του Περικλή το συνάντησα,
τόσες μεγαλοφυίες σε μια πόλη – την ίδια χρονική περίοδο.
Μιλάς περίεργα- ακαταλαβίστικα πολύτροπε Οδυσσέα, με
τρελαίνεις, ποιος αλήθεια είσαι- με τρομάζεις
Όχι –όχι μη φοβάσαι- ζούμε ένα θεϊκό έρωτα στην Φλωρεντία
απάντησε καθησυχάσθηκα ο πολυμήχανος Οδυσσέας. Ζήσε – ζήσε το αιώνιο παρόν
Το παρελθόν- το παρόν- το μέλλον αποτελούνται από αιώνια
παρόντα,
Από ένα ατελεύτητο καλοκαίρι που χάνεται στο φως.
Μιλάς αινιγματικά με γρίφους απάντησε η Μόνα Λίζα και
χαϊδεύτηκε τρυφερά στην αγκαλιά του υπέροχου Οδυσσέα.
Η ανυπέρβλητη ομορφιά της πόλης προκαλεί μεγάλες
συγκινήσεις,
Ο χρόνος της Φλωρεντίας είναι αχειροποίητος – φτιαγμένος από
ανθρώπινα χέρια έδωσε μεγάλα έργα τέχνης. Η θέα του Κιάντι πάνω από τις
κεραμιδένιες στέγες των σπιτιών μοιάζει
βγαλμένη από όνειρο συμπλήρωσε ο μεγαλόκαρδος Οδυσσέας. Αυτό κάνει η Φλωρεντία
υποτάσσει ολοκληρωτικά τους εραστές της.
Η ανθισμένη γη της Τοσκάνης είναι ο επίγειος παράδεισος όμως
διαρκεί όσο η άνοιξη απάντησε εκστασιασμένη η Μόνα Λίζα.
Βλέπεις υπέροχε Οδυσσέα – έγινε ένα θαύμα- το Πάθος του
έρωτα πλημμύρισε το δωμάτιο. Όλα έγιναν Ένα- ο ουρανός- η γη- το δωμάτιο- τα
σώματά μας, μια απίθανη ροή αισθημάτων κατακλύζει την ψυχή μου,
Έρχονται και φεύγουν απρόσκλητα.
Πουθενά στον κόσμο δεν συνάντησα πιο Ωραία Γυναίκα,
Ο έρωτάς μας θα μείνει στους αιώνες- νιώθω τόσο
ευτυχισμένος,
Κανείς δεν θα μας χωρίσει- ούτε ο ζηλιάρης άνδρα σου,
μονομάχησα
με πολύ πιο δυνατούς αντιπάλους.
Δεν θέλω να πάθει κανένα κακό- άνδρας μου είναι τον
συμπονάω-
284
υπήρξα καλή σύζυγος, ήρθες εσύ κι ανέτρεψες τη ζωή μου,
αψήφησα
τα πάντα για σένα.
Μόνα Λίζα αιώνια αγαπημένη – ο έρωτας μας θα επιζήσει του
θανάτου
Ποτέ άλλοτε δεν υπήρξα τόσο ερωτευμένος- εδώ θα μείνω-,
Σ’ αγαπάω μ’ ακούς. Η νοσταλγία της ξεχασμένης – της
λησμονημένης Ιθάκης διαπέρασε το μυαλό κι την ψυχή του πολύτλα Οδυσσέα.
Το ανέφικτο – ανείπωτο ήταν περισσότερο πίσω του παρά
μπροστά στο μέλλον για να το κατακτήσει. Κράτησε γερά το χέρι της Μόνα Λίζα,
Είχε μεταμφιεστεί τόσο ωραία ώστε κανείς δεν κατάλαβε ποια
ήταν
Όταν οι δυο τρελοί εραστές περιπλανήθηκαν στην πόλη.
Το Παιχνίδι του χρόνου- το Παιχνίδι του έρωτα στη Φλωρεντία
αποκαλύπτει τον ωραιότερο – τον καλύτερο Εαυτό μας είπε η Τζοκόντα.
Το μεθυστικό άρωμα που έρχεται από τα βουνά με το φύσημα του
αέρα.
Οι απίθανες ευωδιές από τις αυλές των σπιτιών κι το περίφημο
κιτρινωπό
Φως δημιουργούν αυτήν την ανείπωτη φλόγα της Φλωρεντίας, το
εκστατικό πάθος. Ήρθα στην πόλη για να μείων απάντησε ο θεϊκός Οδυσσέας, είμαι
ένας από τους εραστές της, άλλωστε εδώ γνώρισα τη φλωρεντινή θεά που ζωγράφισε
ο Λεονάρντο ντα Βίντσι παραδίδοντάς την στην αιωνιότητα. Το βαθύ γκρι- το βαθύ
μαύρο – το κιάρο σκούρο της Φλωρεντίας αναδεικνύει το φως- έφερε στο προσκήνιο
τη μεγάλη ζωγραφική. Δεν θα δραπετεύσω ποτέ στη Ρώμη όπως πολλοί φλωρεντινοί
εκτός κι αν μ’ εξορίσουν όπως το θείο Δάντη.
Αγαπημένη Μόνα Λίζα είσαι ο έρωτας της ζωής μου, δεν θα σε
προδώσω ποτέ όπως κι την ωραία Φλωρεντία παρά τις σκοτεινές πλευρές της.
Βρήκα τον παράδεισο- φώναξε δυνατά- τον παράδεισο ενός φυγά,
Ενός περιπλανώμενου στο άνοιγμα του μεγάλου χρόνου. Γλίτωσα
πολλές φορές από βέβαιο θάνατο- από φυλακίσεις, εξορίες, εδώ βρήκα πραγματικά
την αληθινή ελευθερία. Τόση ομορφιά πώς να αντέξω τόση ομορφιά
περιτριγυρισμένος από τόσα αριστουργήματα, η υψηλή αισθητική επιβάλλεται από μόνη. Δεν ξέρω αν διάλεξα τη
Φλωρεντία
Ή αν αυτή διάλεξε εμένα.
Και τα δυο απάντησε η θεϊκή Μόνα Λίζα χαμογελώντας με εκείνο
το αινιγματικό χαμόγελο που σκότωνε το μυθικό Οδυσσέα.
Οι Μέδικοι – οι Μέδικοι αυτούς πρέπει να γνωρίσεις για να
καταλάβεις τη Φλωρεντία, τους απλούς κατοίκους, αυτοί δημιούργησαν τη
δημοκρατία της Φλωρεντίας.
285
Οι αγαπημένοι μου σύντροφοι ήταν- είναι κι θα είναι πάντα
μαζί μου.
Δεν ξέρεις πόσο έκλαψα- πόσα σπάραζε η ψυχή μου όταν τους
έβλεπα να χάνονται- να πεθαίνουν απάντησε ο πολύπαθος Οδυσσέας.
Τι απέγιναν ρώτησε με ενδιαφέρων ο μεγάλος ποιητής
Είναι εδώ μαζί μου-
το –Ίδιο- πολύνοστοι με μένα, κάνουν το ταξίδι της Αιώνιας Επιστροφής μέσα από
τα περάσματα μεταθανάτου, μέσα από τις διαφορετικές Αναγεννήσεις. Είμαστε αυτοί
που περνούν από τον έναν στον άλλο χρόνο μες το πολυδιάστατο άνοιγμα.
Εμείς μπήκαμε κρυφά στην Τροία, μες το Δούρειο Ίππο όταν οι αχαιοί πολιορκούσαν την πολύπαθη πόλη
κατά την διάρκεια του τρωικού πολέμου. Το βράδυ βγήκαμε από το ξύλινο άλογο,
ανοίξαμε τις πόρτες για να μπουν οι Έλληνες στην πόλη του Πριάμου.
Το –Ίδιο- έγινε διαφορετικά κατά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης
Από πολιορκητές στην Τροία είμαστε ελεύθεροι πολιορκημένοι
όταν οι Οθωμανοί Τούρκοι πήραν τη βασιλεύουσα. Με σπαραγμό ψυχής κάναμε τα
περάσματα μεταθανάτου για να βοηθήσουμε τους πολύπαθους Έλληνες αλλά κανείς δεν
μπορεί να αλλάξει την Ιστορία- το Πεπρωμένο-
Η Πόλη ήταν γραφτό να Αλωθεί, η πτώση- η κάθοδος- ο θάνατος-
το πάθος του Ελληνισμού προϋποθέτει την Ανάσταση, το θείο φως της Αναγέννησης
μέσα από τις στάχτες, τις πολλαπλές μεταμορφώσεις.
Αυτή είναι η τραγική Μοίρα των Ελλήνων.
Θεϊκέ Οδυσσέα ρώτησε με θαυμασμό ο μέγας Δάντης πως έγινε η
Μνηστηροφονία- πως βγήκες νικητής
Όταν η πολυμήχανη Πηνελόπη με κάλεσε μέσω του Εύμαιου στο
θάλαμό της, θέλοντας να με ρωτήσει για τον άνδρα της, το βασιλιά της Ιθάκης
αρνήθηκα ευγενικά είπε ο πολύμορφος Οδυσσέας. Δεν ήθελα να αποκαλυφθεί ποιος
ήμουν. Προτίμησα να μείνω έξω στον
πρόδρομο,
Κι όταν ακόμη προσφέρθηκε να με φιλοξενήσει στο παλάτι.
Μόλις κατέβηκε κάτω στη μεγάλη αίθουσα, αφού πρώτα έδιωξα
τον Ίρο,
Τον άλλο ζητιάνο παλεύοντας μαζί του για το ποιος θα έχει τη
σταθερή θέση στο φράξινο κατώφλι. Την
κατάλληλη ώρα πήδηξα στο τραπεζάκι
με τα φαγητά, το κρασί με το χρυσό κύπελλο που μ’ έστειλε ο Τηλέμαχος
Μόνο αυτός κι μερικοί έμπιστοι γνώριζαν ποιος είμαι.
Πέταξα από πάνω μου τα κουρέλια που φορούσα κι αποκάλυψα
μπρος σε όλους πως είμαι ο βασιλιάς της Ιθάκης. Τόξευσα εύστοχα περνώντας το
βέλος μέσα από τα σημάδια. Οι Μνηστήρες τα έχασαν, έμειναν έκπληκτοι
κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον, και πριν προλάβουν να
305
αντιδράσουν τους σκότωσα όλους.
Ένας λευκός άγγελος πετούσε πάνω από την Ωραία Φλωρεντία
αθωώνοντας τις ψυχές των ανθρώπων. Περπατούσε πάνω στα νερά του Άρνου κι
έμπαινε καβάλα σε λευκό άλογο μέσα στις εκκλησίες, τα παλάτια κι τα σπίτια.
Ένας άλλος Αρχάγγελος ντυμένος στα μαύρα πάνω σε μαύρο άτι βυθιζόταν στην
απροσμέτρητη άβυσσο,- ως τα πεδία του Άδη με μια απίστευτη ελαφρότητα,
οδηγώντας τις ψυχές από τα περάσματα
μεταθανάτου, κι οι δυο ήταν άγγελοι του –Ίδιου – κόσμου.
Η μυθική Φλωρεντία ήταν το πετράδι του ανοίγματος- όσα
μυστικά κι αν φανερώνονταν το –Αυτό – παρέμενε ένα μυστήριο. Το εκτυφλωτικό φως
του μεσημεριού λαμποκοπούσε πάνω στις
πέτρες κι τις στέγες των σπιτιών αντανακλώντας τη μαγική Ομορφιά της.
Μύρισε – μύρισε τις ευωδιές της, λες κι οι κήποι του
Μπόμπολι πίσω από
το παλάτι Πίττι
ευωδιάζουν το άρωμά τους για να μας ευχαριστήσουν.
Το πάρκο είναι μια όαση μέσα στην πόλη είπε ο Καβαλκάντε. Τα
αιωνόβια δένδρα χαρίζουν τη δροσερή σκιά τους στους ταξιδιώτες.
Υπέροχα σιντριβάνια με δροσερά νερά ρέουν ασταμάτητα, ενώ
πανέμορφα λουλούδια μαγεύουν με την πανδαισία των χρωμάτων.
Ο θείος Δάντης επέστρεφε στην αγαπημένη του Φλωρεντία μέσα
από το άνοιγμα. Οι αδερφοκτόνες συγκρούσεις μεταξύ Γουέλφων κι Γιβελίνων,
Μαύρων κι Λευκών, τον ανάγκασαν να φύγει από την πόλη, όταν οι Γουέλφοι που
υποστήριζε έχασαν την Εξουσία. Οι περιπλανήσεις , η αθεράπευτη νοσταλγία της
επιστροφής έγιναν το έμβλημα της εξορίας του ανθρώπου που από τον Παράδεισο στη
Θεία Κωμωδία, ο ήρωάς του-ο -Ίδιος- ο Δάντης πάσχει στην Κόλαση κι το
Καθαρτήριο.
Ένας αιώνια ερωτευμένος είμαι είπε ο πολύπαθος Ντάντε.
Επιστρέφω στη Φλωρεντία για να προσκυνήσω τον τάφο της αγαπημένης μου
Βεατρίκης. Ποτέ δεν θα ξεχάσω τα μάτια, το βλέμμα της,, την ερωτεύτηκα με την
πρώτη ματιά. Τέτοια ομορφιά δεν συνάντησα στη ζωή μου. Παρέμεινε όμως ένα
άπιαστο όνειρο, παντρεύτηκε έναν πλούσιο ευγενή, τον Φλωρεντινό Simone di Bardi. Ο θάνατός της, μόλις
σε ηλικία είκοσι τεσσάρων ετών συγκλόνισε την ψυχή μου. Υπήρξε το γεγονός που
επηρέασε αργότερα την ποίηση που έγραψα. έψαξα προσωρινά τον έρωτα σε μια άλλη
γυναίκα – τη << donna gentile>>
μια φευγαλέα ερωτική ιστορία αλλά ένιωθα πως πρόδιδα τη Βεατρίκη.
Ο χαμένος έρωτας έγινε η αιτία του ταξιδιού στη Θεια
Κωμωδία,
έγινε η μετουσίωση του σε Θείο έρωτα.
306
Πρέπει να χαθεί κανείς στους δαιδαλώδεις δρόμους, και τα
στριφογυριστά σοκάκια για να δει πως ζουν οι φλωρεντινοί. Να μπει στα πανέμορφα
μαγαζάκια που είναι κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο, να χαζέψει τα εμπορεύμάτα
κι να μιλήσει με τους εμπόρους είπε ζωηρά ο τρελός Ελπήνορας, έχει τόσο ωραίες
γυναίκες η Φλωρεντία.
H πλατεία Αννουντσιάτα είχε στη μια της προσόψι το Νοσοκομείο
των Αθώων, τον οίκο των έκθετων μωρών. Το κτίριο έκτισε ο Brunelleschi,
Ήταν ένα από τα αριστουργήματά του. Η προσόψι πάνω από τους
κίονες είχε μια φοβερή αναπαράσταση. Τα μωρά τυλιγμένα με πάνες- φασκιωμένα ως
τους γοφούς άπλωναν τα χέρια.
Η πλατεία Σάντα Κρότσε είναι πολύ πιο μεγάλη είπε ο
καρτερικός
Δάντης. Για να πάμε εκεί πρέπει να ακολουθήσουμε τον Άρνο
βαδίζοντας ανατολικά από το Πόντε Βέκιο. Βρίσκεται στην
συνοικία των τεχνιτών, εκεί υπάρχουν οι τάφοι των πιο σημαντικών φλωρεντινών,
του Μικελάντζελο – του Γαλιλαίου. Πρώτα πρέπει να περάσουμε από το σπίτι μου,
την Κάζα ντι Ντάντε, είναι κοντά στην Σάντα Μαργαρίτα ντε Τσέρκι. Εκεί είδα για
πρώτη φορά την Βεατρίκη Πορτινάρι, την αιώνια αγαπημένη, αυτήν ύμνησα στην Θεία
Κωμωδία. Στην –Ίδια – εκκλησία παντρεύτηκα την Τζέμμα Ντονάτι, αποκτήσαμε
τέσσερα παιδιά.
Στην Σάντα Κρότσε ήταν θαμμένο το μυστικό των πολεμιστών του
φωτός απάντησε ο πολύτροπος Οδυσσέας, δίπλα στους τάφους των πιο επιφανών
φλωρεντινών είναι ένα περίτεχνο ξίφος φτιαγμένο από πολύτιμά μέταλλα
χρυσό-ασήμι κι ατσάλι. Οι μυθικοί τεχνίτες πρόσθεσαν μερικά άγνωστα υλικά κι
έδωσαν στο φωτεινό ξίφος ανείπωτες δυνάμεις. Το Ιερό Ξίφος χάθηκε κατά την
Άλωση της Τροίας. Μ’ αυτό πολέμησε ο Αχιλλέας , ο Αγαμέμνονας, ο Μενέλαος.
Χάθηκαν μες τα στενά
δρομάκια με τη λαβυρινθώδη διάταξη, ανακάλυψαν μια άλλη Φλωρεντία έχοντας οδηγό
το καμπαναριό της Σάντα Κρότσε. – Αυτή – είναι η Φλωρεντία φώναξε ο Ντάντε,
όταν δεν το περιμένεις αποκαλύπτεται το θαύμα. Τα θεϊκά νήπια του Andrea della
Rosio είναι τόσο εκθαμβωτικά
ωραία μες τα φτωχικά. Οι εποχές στη Φλωρεντία αλλάζουν πιο γρήγορα κι από το
χρόνο. –Αυτό- είναι το μυστικό για την κατανόηση της Φλωρεντίας κι των
Φλωρεντινών.
Φθάσαμε η Piazza Santa Croce είναι η Ωραιότερη πλατεία του κόσμου είπε μεγαλόφωνα ο
θεϊκός Ντάντε. Έχει τεράστιο άνοιγμα που
αποκαλύπτει σε όλο το μεγαλείο την απλότητά της. Οι Φλωρεντινοί για αιώνες
γιόρταζαν εδώ τις μεγάλες στιγμές, γάμους – βαφτίσια- το χρίσμα.
307
Έχει το άγαλμά σου φώναξε ο πολυμήχανος Οδυσσέας- όπως κι ο
μεγάλος ποιητής έβλεπε-ζούσε μέσα από το άνοιγμα όλες τις πτυχώσεις –
Τις διαστάσεις του μεγάλου χρόνου.
DANTE ALIGHIERI
L’ ITALIA
M D C C C X V
Έγραφε η επιγραφή κάτω από τη βάση με τα τέσσερα λιοντάρια.
Όμως με εξόρισαν
απάντησε θλιμμένα ο ποιητής, έζησα μια ζωή μακριά από την αγαπημένη Φλωρεντία.
Οι Φλωρεντινοί ποτέ δεν το κατάλαβαν. Μ’ έδιωξαν κι με ήθελαν το –Ίδιο-. Ίσως μ’ εξόρισαν για να γράψω τη Θεια Κωμωδία
μακριά της για να την νοσταλγήσω. Οι ερινύες δεν σε αφήνουν ήσυχο στη
Φλωρεντία. Ο ήλιος έδειχνε το ακριβές μέτρο των πραγμάτων ενώ ο άνεμος που
ερχόταν από το βορά χτυπούσε τις πόρτες,
Τα παράθυρα, τα γεφύρια του Άρνου λες κι ήθελε να σβήσει την
ώχρα
Από τους τοίχους κι να μπει μέσα στα σπίτια. Σιγά – σιγά
κόπασε κι σαν ένα αόρατα χέρι άρχισε να χαϊδεύει τους ταξιδιώτες του φωτός
μεταδίδοντας τη χαρά της Φλωρεντίας.
Τα αγάλματα είναι στη θέση τους είπε ο πολύμορφος Οδυσσέας.
Πόσο όμορφα αποκαλύπτεται πάνω τους η ιστορία της Ρώμης- της
Αλεξάνδρειας – της Αθήνας – της Ιωνίας. Πουθενά στον κόσμο δεν είναι καλύτερα
από την Τοσκάνη. Αχ!! η αθεράπευτη νοσταλγία της επιστροφής στην Ιθάκη
πλημμύρισε την ψυχή μου. Όλες οι συμφορές που έζησα ξεχάστηκαν με μιας. Οι
μωρίες ,οι ανοησίες, οι σοφιστές που Με εμπόδισαν να δω την αλήθεια του κόσμου.
Έραναν τον τάφο οι μυροφόροι μύρα- έραναν τον τάφο ….. η
μεγάλη Παρασκευή των πολεμιστών του φωτός.. Υπάρχουν Έλληνες παντού.
Οι φίλοι μου είναι
από όλο τον κόσμο ανεξάρτητα από έθνος- φυλή-χρώμα- θρησκεία- πατρίδα- όλοι
είμαστε –Ίδιοι- μολονότι πολυδιάστατα διαφορετικοί.
Ο δρόμος του ανοίγματος – ο δρόμος της επιστροφής στην Ιθάκη
είναι μακρύς κι δύσκολος, γεμάτος πάθη- πολέμους- περιπέτειες. Ο θυμωμένος
Ποσειδώνας – οι άγριοι Κύκλωπες- οι φοβεροί Λαιστρυγόνες φράζουν
308
το δρόμο.
Όλα αυτά είναι μια
πλάνη του Νού απάντησε ο σοφός Ντάντε, όταν τα κουβαλάς μαζί σου κι δεν τα
ξεπερνάς- δεν τα κάνεις πέρα. Τίποτα κι κανένας δεν πρέπει να μας φοβίζει. Να
χαίρεσαι τα πρωινά – τα μεσημέρια- τα βραδινά όπως αυτά της Τοσκάνης που κάνουν
την ψυχή να πλημμυρίζει από ευτυχία. Να χαίρεσαι ολοκληρωτικά σαν να είναι η
πρώτη φορά που ερωτεύεσαι. Να γεννιέσαι και να πεθαίνεις κάθε μέρα χωρία να
λογαριάζεις το θάνατο. Κάθε τέλος είναι μια καινούρια αρχή. Από όσες πόλεις κι
αν πέρασα Αθήνα- Αλεξάνδρεια- Ρώμη-
Κωνσταντινούπολη- Βενετία- Φλωρεντία άφησαν ανεξίτηλα
σημάδια
στην ψυχή μου. Όμως η νοσταλγία της επιστροφής στην Ιθάκη
έμεινε
άσβεστη φλόγα μέσα μου.
Το ταξίδι – η πλάνη- η περιπλάνηση έχουν αξία συμπλήρωσε ο
θείος Ντάντε- Αυτό- που έχει αξία είναι η Γνώση-η Σοφία- κι όχι τα πλούτη
κι η δόξα.
Το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ απάντησε ο πολυμήχανος
Οδυσσέας.
Η ολοκληρωτική πορεία προς την Αυτογνωσία- η Παλίντροπος
Αρμονία αποκαλύπτουν – δείχνουν το δρόμο.
Το -χορικό άνοιγμα- έδινε τη δυνατότητα στους πολεμιστές του
φωτός
να ταξιδεύουν
μεταχρονικά- πέρα από την ταχύτητα του φωτός
με όχημα το πλανητικό Ολογράφημα. Ήταν γνήσιοι εκπρόσωποι
της Δημοκρατίας του μεγάλου χρόνου.
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΙΣΤΡΟΡΙΑ
309
ΝΙΚΟΣ ΚΟΛEΣΗΣ