Πέμπτη 9 Απριλίου 2015

ΑΝΟΙΧΤΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ Αιώνια Επιστροφή Οδυσσέα ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

ΑΝΟΙΧΤΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ Αιώνια Επιστροφή Οδυσσέα ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

  ΝΙΚΟΣ ΚΟΛΕΣΗΣ








                                        
   ΑΝΟΙΧΤΗ
ΟΔΥΣΣΕΙΑ



                            
   Η ΑΙΩΝΙΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
   ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
           


  ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
1                                                                                   

ΑΘΗΝΑΙΚΗ ΡΑΨΩΔΙΑ

ΜΙΑ ΤΡΙΤΗ ΗΠΕΙΡΟΣ.
Προχωρώντας δυτικά του Ωρίωνα, κι ανατολικά της Παρθένου
 δεν υπάρχει τίποτα –μόνο το μεγάλο πέλαγος-το αχανές Σύμπαν.
Ανοιχτά  προς το Σταυρό του Νότου βρίσκονται πολλά νησιά.
Μακραίνοντας ο ήλιος –λίγο πριν το ξημέρωμα αποκαλύπτει τη Σάμη-
 το Δουλίχι- τη μυθική Ιθάκη. Τα ανάκτορα του Οδυσσέα φαίνονται από μακριά. Η πόλη αμφιθεατρικά κτισμένη- γύρω από το λιμάνι
Υποδέχεται χαρούμενη τους πολύπαθους ταξιδιώτες.
Ο Πηγεμός- το Ταξίδι προς την Ιθάκη αποκαλύπτει τη Ζωή- το -άνοιγμα-
Η Ιθάκη της Αιώνιας Επιστροφής είναι μια ΤΡΙΤΗ ΗΠΕΙΡΟΣ



Ο πολύπλακτος Οδυσσέας – ο πολύτροπος Ευρύλοχος, o πολύμορφος Περιήδης- ο συνετός Πολίτης, o πολύτεχνος Θεόμορφος- ο γαργαλητής Ελπήνορας κι οι Άλλοι σύντροφοι, μόλις πάτησαν το πόδι τους την Αττική Γη, μέθυσαν από τις ευωδιές κι τα αρώματα…………………

Μόλις έφθασαν στο ναύσταθμο του Πειραιά, ;eβαλαν σε υπόστεγο
την Τριήρη να την προφυλάξουν aπό τη θάλασσα και τους αέρηδες και προχώρησαν sτο εσωτερικό ανεβαίνοντας προς την Αθήνα.
Οδηγημένοι απ’ τη μυρωδιά της αλμύρας και τη γλυκύτητα των αμπελιών.Μύριζαν ένα άρωμα που ήταν φτιαγμένο από άνθη λεμονιάς και δαμασκηνιάς. Περνώντας απ’ τους αιώνες των ελαιώνων,
Αισθάνθηκαν γιατί έγινε το Αθηναϊκό θαύμα
Οι ευωδιές οδηγούσαν στην πόλη, που δεν έχει Αρχή και Τέλος
Εκεί όπου αποκαλύπτεται το άνοιγμα. Τα σπίτια ανοιχτά διάφανα στο φως, είχαν έντονα χρώματα στους τοίχους, μπλε, κόκκινα και της ώχρας, με ωχρά χρωματισμένα μάρμαρα, και αετώματα πάνω απ’ το προστώο της εισόδου, πλημμύριζαν από τις μυρωδιές που έφερνε ο αέρας…


Τα χρώματα των λουλουδιών είναι φανταστικά. Οι υπέροχοι αμπελώνες κι οι αιωνόβιοι ελαιώνες αποκαλύπτουν το Χρόνο της Αθήνας.
Ποια είναι η Ωραία Αθηναία να την ρωτήσουμε -μας χαμογελάει-
Είπε ο πολύτροπος Οδυσσέας.

Γεια σας – πως θα πάμε στην Αγορά


Είστε στο σωστό δρόμο, βλέπετε ευθεία – κοντά στην Ακρόπολη,
Απάντησε η θεά Αθηνά μεταμορφωμένη σε Αθηναία.
Ο Ιερός Βράχος φαίνεται εκτυφλωτικός, αντανακλάει το Αττικό Φως
Λες κι πετάει στον αέρα καταργώντας το βάρος.
Η τέλεια αρμονία- το Μέτρο φανερώνουν το Θαύμα, την ακατάλυτη μουσική των αιώνων αναφώνησε ο πολύμορφος Ευρύλοχος.
Ο Παρθενώνας ακτινοβολεί το μεγαλείο της Αθήνας.
Η αρμονία των κιόνων παίζει με το μαγικό κυματισμό του μεγάλου


χρόνου. Μέσα το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς
Ολοκληρώνει τη θεϊκή Ομορφιά απάντησε η Αθηναία- η θεά Αθηνά.
Ο πανχρονικός Οδυσσέας και οι α-κοσμικοί εταίροι…………………….
 προχώρησαν λίγο-ακολουθώντας το δρόμο που οδηγούσε
στην Ακρόπολη και ανέβηκαν πάνω.
Ήταν στο σημείο Μηδέν, στο κέντρο του Ωμέγα,
κάτω από τον υπέροχο Αττικό ουρανό με άνοιγμα
τη θάλασσα του Αρχιπελάγους και με κορυφές του πεδίου
την Πεντέλη και την Πάρνηθα. Ήταν μέσα στο Αθηναϊκό   α ν ο ι γ μ α ,
Φαίνονταν καθαρά ο Υμηττός , η Πεντέλη, η Πάρνηθα, το Αιγάλεω και ο Λυκαβηττός. Η χερσόνησος νότια είχε πολύπλοκες ακτές που βρέχονταν απ’ το Σαρωνικό. Ο ουρανός και η θάλασσα τι Ίδιο βαθυγάλανοι
Έδειχναν τα πεδία του Ορίζοντα μες τη διαφάνεια και τη στιλπνότητα.
Η γη χρυσαφένια, πράσινη και κόκκινη ευωδίαζε τον αέρα του κόσμου
Καθώς ερχόταν μυρωμένος από εκεί που γεννιούνται τα άστρα.
Ο Κηφισός κι ο Ιλισός χώριζαν την Αττική στα δύο, Τα νερά τους έφερναν τις εναλλαγές του χρόνου. Τους πήγαν πίσω, στις απαρχές ,
Στη μυθική Ιστορία, Αυτή που άρχιζε με τον Κέρκοπα
Και κατέληγε στον Κόδρο, τον τελευταίο βασιλιά των Αθηνών
Αφού βασίλευσαν ο Αμφικτύωνας , ο Ερεχθέας, ο Ίωνας , ο Αιγέας
και ο Θησέας.
Ο Θείος Οδυσσέας και οι πολύπλαγκτοι σύντροφοι εξόριστοι του Παντός έψαχναν την τελειότητα επιστρέφοντας στο μέλλον του παρελθόντος.
Έκαναν το ταξίδι της Οδύσσειας του χρόνου, για να συναντήσουν τη Μοίρα τους που  ήταν να αλλάξουν τον κόσμο. Φτιαγμένοι από τη μεγάλη Μνημοσύνη επέστρεφαν στην Αθήνα. Εδώ  μπορούσαν να απελευθερωθούν απ’ τις συμπληγάδες του χρόνου ακολουθώντας το μίτο της Αριάδνης, μέσα στο Λαβύρινθο, κι ας ήξεραν πως στο τέλος θα συναντούσαν το  Μινώταυρο. Ο προορισμός τους ήταν να αμφισβητούν,
Κουβαλούσαν την μοίρα του ερωτήματος. Συνυπήρχαν μέσα τους, το Χάος και ο Κόσμος. Έφεραν τη δύναμη της τεχνογνωσίας Αυτή που θα άλλαζε τον κόσμο και που ήταν η νέμεση μαζί.
Έψαχναν τη σταθερότητα της τάξης ενώ ακροβατούσαν στην Αταξία.
Επέστρεφαν στο παρελθόν, αφού ήθελαν να ταξιδέψουν στο μέλλον,
Ήθελαν να είναι και στα δυο ταυτόχρονα. Ήθελαν να ζήσουν όλες τις διαστάσεις του χρόνου. Εξόριστοι μες το πυρφόρο φως



Ανέπνεαν το χρυσό αέρα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, τους πήγαινε
 εν ειρήνη πίσω στους λειμώνες του έσχατου θανάτου, για να μπορέσουν
Να αποκαλύψουν το Λόγο της Αθήνας. Έγιναν τρομερά ευάλωτοι
Μπορούσαν να διακρίνουν από μακριά το παραμικρό.
Έβλεπαν ή άκουγαν την κίνηση του φωτός και του αέρα, τον ανασασμό της ψυχής μες στην απεραντοσύνη του διαστήματος και την τρομακτική δουλειά των μυρμηγκιών, των τερμιτών και των σκόρων,
Μετέτρεπαν τα πάντα σε σκουπίδια. Η επιφάνεια του βράχου της Ακρόπολης ήταν ωοειδής με απόκρημνα τείχη και επέτρεπαν την άνοδο μόνο απ’ τη δυτική πλευρά. Ανέβηκαν απ’ τη μεγάλη σκάλα των Ρωμαϊκών χρόνων, στο δρόμο προς τα προπύλαια συνάντησαν
Το βάθρο του Αγρίππα με το τέθριππο άρμα..
Ακολουθούσαν τα ίχνη του δρόμου του πέμπτου αιώνα και του Πελασγικού τείχους και είδαν τα αφιερώματα  που ήταν μπροστά στο προπερίκλειο πρόπυλο. Ο δρόμος οδηγούσε στον Παρθενώνα,
Κι Αυτό δημιούργησε μεγάλη έξαρση στους πλανητικούς ταξιδιώτες.
Έφθασαν  ήδη στα Προπύλαια, είχαν κλίμακες που οδηγούσαν σ’ ένα πεντάθυρο τοίχο που ήταν η κύρια είσοδος της Ακρόπολης
Και το μεσαίο απ’ τα τρία μέρη. Η ανατολική πρόσταση ήταν δωρικού ρυθμού ενώ η δυτική είχε έξη ιωνικούς κίονες, απ’ εκεί περνούσε η πομπή των Παναθηναίων. Στη βόρεια πλευρά ήταν η γνωστή πινακοθήκη
Και φιλοξενούνταν έργα μεγάλων ζωγράφων. Περνώντας τα Προπύλαια, κατευθύνθηκαν στο εξωτερικό της Ακρόπολης ,
Βόρεια ήταν το χάλκινο άγαλμα της Αθηνάς
Και πιο πίσω το Εκατόμπεδο και το Ερεχθείο.
Διάβασαν την επιγραφή που ήταν χαραγμένη στο βράχο,
<< της Γης καρποφόρου >>  ενώ έβλεπαν
στο βάθος τα ίχνη των Μυκηναϊκών ανακτόρων.

Στη νότια πλευρά ήταν  ναός της απτέρου Νίκης,

Λίγο πιο πέρα ήταν η βάση του Δούρειου Ίππου
Και τα θεμέλια του Βραυρώνειου, η Χαλκοθήκη
με τη στοά της και τη κλιμακωτή θέση των αφιερωμάτων μπροστά στον

Παρθενώνα. Θαύμασαν τα έργα των ανθρώπων,τα έργα των

αρχιτεκτόνων Ικτίνου και Καλλικράτη,του Μνησικλή και του γλύπτη Φειδία, και τόσων άλλων ανώνυμων τεχνιτών και σκλάβων.

 Ο Όλβιος Οδυσσέας και οι α-κοσμικοί σύντροφοι έκαναν ένα

χωροχρονικό άλμα κι μεταφέρθηκαν στην πολιορκία της Ακρόπολης από

τους Τούρκους, όταν ο Οδυσσέας Ανδρούτσος και τα παλικάρια του

Υπεράσπιζαν τον Ιερό βράχο. Λίγοι Αυτοί πολέμησαν ενάντια σε πολυάριθμους εχθρούς  αλλά είχαν τη λαχτάρα της λευτεριάς στα στήθη.
Περνώντας αύλοι, απ’ τα περάσματα του Πανχρόνου
Σε ένα άλλο χρόνο, άκουσαν τον ύμνο των Γερμανών κατακτητών
Και την έπαρση της Σβάστικας, που βύθισε τις ψυχές των Ελλήνων
Στα μαύρα σκοτάδια της κατοχής, ενώ από την σκλαβωμένοι Αθήνα ακουγόταν μετά το κροτάλισμα των πυροβόλων όπλων καθώς εκτελούσαν τα παλικάρια της Αντίστασης. Μπετόβεν, Μότσαρτ, Βέρντι, Βιβάλντι.αικούγοταν σ’ ένα άλλο χρόνο – Μεταχρονικά, Αυτοί οι ταξιδιώτες του ανοίγματος άκουσαν  τις αποτρόπαιες φωνές που έβγαλε ο Ελγίνος, όταν έκλεβε τα μάρμαρα της Ακρόπολης. Σαν πύρινος ποταμός πέρασε το φως γύρω από τον πλανητικό Οδυσσέα και τους Χαοσμικούς
εταίρους  καθως  τους περιέβαλε εκθαμβωτικό.  Διαπερνούσε τα πάντα δημιουργώντας ένα Χωροχρονικό πέρασμα,  διέτρεχε χιλιάδες
έτη φωτός μέσα στους Γαλαξίες. Όλοι μαζί πέρασαν σ’ ένα ευρύ άνοιγμα
Που ήταν η Ραψωδία Παρόντος. Το άγγιγμα του φωτός , τους  έκανε όλους διάφανους, πεπερασμένους και άπειρους.
Επανήλθαν εκεί όπου ήταν χρησμοδοτώντας πάνω στην Ακρόπολη.
Θαύμαζαν ήδη το μεγαλοπρεπές άγαλμα της << Προμάχου Αθήνας >> στημένο στο ύπαιθρο, ανάμεσα στα προπύλαια και στο Ερεχθείο.
 Ήταν η προσωποποίηση της δύναμης με το κεφάλι να βλέπει βόρεια, φαινόταν απ’ τα πλοία που περνούσαν απ’ το Σούνιο.
Προχωρώντας λίγο, έφθασαν στον Παρθενώνα, το κέντρο της Ακρόπολης , είδαν το Θείο να αποκαλύπτεται μπροστά τους, ο Παρθενώνας ολομάρμαρος , φωταυγής, με εκθαμβωτική ομορφιά
Αντανακλούσε τη Σοφία του Κόσμου. Ήταν κτισμένος απαράμιλλα με τέλειες αναλογίες και καλλιτεχνική ευφυία, μεγαλοπρεπής και δυνατός.
Έδινε την αίσθηση της ελαφρότητας που κυμάτιζε στον αέρα.
Το φως έπαιζε με την αρμονία των κιόνων, των ορατών και αοράτων μερών. Μια μουσική που πατούσε στη σταθερότητα και στη διάρκεια των κιονοστοιχιών, που νίκησαν το χρόνο δείχνοντας τον Πανχρόνο.
Περίπτερος ναός, δωρικού ρυθμού είχε θριγκό αρκετά ψηλό ενώ ο σηκός του είχε δυο μέρη, τον κυρίως ναό και τον οπισθόδομο.


 Το ανατολικό αέτωμα είχε την παράσταση της γέννησης της Αθηνάς απ’ το κεφάλι του Δία, ενώ το δυτικό είχε τη φιλονικία του Ποσειδώνα
Και της Αθηνάς για το ποιος θα είναι
Ο νικητής στο << δαιμόνιον πτολίεθρον >>.
Οι μετώπες ήταν ανάγλυφες με διάφορες παραστάσεις που έδειχναν Γιγαντομαχίες, Κενταυρομαχίες και Αμαζονομαχίες.
Προχώρησαν εκστασιασμένοι προς το εσωτερικό, ήταν διαιρεμένο σε τρία μέρη και χωριζόταν  από κάθετες εσωτερικές κιονοστοιχίες.
Κύματα ανυπέρβλητης εφορίας άρχισαν να κατακλύζουν τις  ψυχές.
 Η αγαλλίαση των αιώνων διαπερνούσε το σώματα αποκαλύπτοντας τη χαρά του ανοίγματος.  Δέχονταν την ψυχρότητα της Σκιάς
Που ήταν η υπέρτατη ζεστασιά της Σιωπής του Κόσμου.
Το βλέμμα τους χάιδεψε σ’ όλο του το μεγαλείο το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς που ήταν στημένο στο μεσαίο βάθρο.
Σαν να έβγαινε μέσα από το ναό γεννημένο απ’ το Χάος φτιαγμένο από χρυσάφι και ελεφαντόδοντο. Είχε ένα λιτό χιτώνα μέχρι τα πόδια
Γεμάτο με κοσμήματα, με περικεφαλαία στο κεφάλι.
Η ασπίδα στο αριστερό χέρι ήταν γεμάτη ανάγλυφες παραστάσεις ,
είχε το δόρυ ακουμπισμένο στον ώμο, ενώ κρατούσε τη Νίκη στο δεξί, έτοιμη να πετάξει.
Ο πολύμητις Οδυσσέας και οι πολύτοροποι σύντροφοι βγήκαν μαγεμένοι απ’ τον Παρθενώνα, Ο Αττικός ουρανός είχε τη δόξα της λευκής διαφάνειας.
Προχώρησαν φθάνοντας στο Ερεχθείο. Ναός Ιωνικού ρυθμού, αρμονικά ασύμμετρος στηριζόταν σε μια πρόσταση με έξη κίονες στη βόρεια πλευρά , είχε θαυμαστή είσοδο με εξαιρετικές διακοσμήσεις.
Νότια ήταν η περίφημη πρόσταση των Καρυάτιδων, θαύμασαν τη μεγάλη  τέχνη, Μια μελανωπή ζωοφόρος με λευκές ανάγλυφες παραστάσεις απεικόνιζε Αττικούς Μύθους κι έφθανε μέχρι πάνω απ’ τις κόρες. Στεφανοφορεμένες κρατούσαν τον ουράνιο θόλο.
Θεϊκές παρθένες γεμάτες ζωή, έδειχναν την παντοτινή ομορφιά,
Ωραίες ανάμεσα στις ωραίες της Ιστορίας με διάφανες φορεσιές.
Ο διογενής Λαερτιάδης και οι πτολύπορθοι εταίροι, ο Θεόμορφος,
ο Περίδης, ο Πολίτης και οι Άλλοι περπάτησαν λίγο ακόμα στον Ιερό βράχο. Περιεργάζονταν τα μνημεία όταν αισθάνθηκαν στα πόδια την μαρμάρινη ψυχρότητα που σαν κοσμικό τύμπανο αντηχούσε τους αιώνες.
Το περίφημο Αττικός φως έλουζε τα πάντα κάνοντας να φαίνονται όπως


 είναι. Γύρω τα βουνά ήσαν πνιγμένα στην αχλύ του μπλε βαθύ
Που έδειχνε το βάθος του Ορίζοντα. Επέστρεφαν από εκεί που ήρθαν
Πηγαίνοντας νότια, διέσχισαν τον περίβολο της Χαλκοθήκης.
Πέρασαν το Βραυρώνειο, τη βάση του Δούρειου Ίππου κι έφθασαν στη νότια πλευρά. κάνοντας ένα χρονικό άμα τεσσάρων αιώνων,
Είδαν πάνω απ’ την Ακρόπολη, το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού
με την εκπληκτική ακουστική.
Ολόφωτο αντανακλούσε στα μάρμαρα του κοίλου, το αβάσταχτο λευκό των κύκλων του χρόνου, μέσα στην άκρα Σιωπή του αιώνιου μεσημεριού, αφήνοντας τη μνήμη μετέωρη στον αιμάτινο χρόνο
Του Πανχρόνου.
Επανήλθαν πάλι εκεί που ήταν και βρέθηκαν κάτω απ’ το Κιμώνειο τείχος, μπρος απ’ το θέατρο του Διονύσου που ήταν γεμάτο Κόσμο.
Η συγκίνηση πλημμύρισε την ψυχή τους όταν άκουσαν φωνές και χειροκροτήματα……………………………………………..
Ακούγονται φωνές στο βάθος  -τι συμβαίνει ρώτησε ο Περιήδης
Έχουμε τραγικούς αγώνες στο θέατρο του Διονύσου.
Διαγωνίζονται ο Αισχύλος- ο Σοφοκλής – ο Ευριπίδης
Κι άλλοι τραγικοί κι κωμικοί ποιητές. Παίζουν τον Οιδίποδα Τύραννο
Ακολουθούν η Ηλέκτρα-η Αντιγόνη- οι Τρωάδες απάντησε η Αθηναία..
Γιορτάζει η πόλη, βλέπω  προετοιμασίες συνέχισε ο τρελός Ελπήνορας.
Για τα Παναθήναια Α!! να μην το ξεχάσω, να  περάσετε από  το Ωδείο
Γίνεται η καταγραφή του Ομήρου.
Υπέροχοι  ραψωδοί τραγουδούν για τον Τρωικό Πόλεμο,
Τις περιπλανήσεις του Οδυσσέα μετά την Άλωση του Ιλίου,
Και αντιγραφείς τα αντιγράφουν συνέχισε η θεά Αθηνά- ως Αθηναία.
Αρχίζω να μεταμορφώνομαι γίνομαι Αθηναίος πολίτης.
Ωραία!!! θα έχω μεγάλες κατακτήσεις είπε ο γαργαλητής Ελπήνορας. 
Η Αθηναία εξαφανίστηκε!!!
Το –Ίδιο- συμβαίνει κι σε Μένα
Άλλαξα -δείχνω νεότερος -φορώντας ρούχα ευγενούς.
Η θεά Αθηνά  μας άγγιξε με το μαγικό ραβδί
Μας έκανε Αθηναίους αριστοκράτες είπε ο Ευρύλοχος..
Η παλλάδα  Αθηνά  μας υποδέχτηκε στην πόλη της
Όλοι μαζί θα ανακαλύψουμε τη χρυσή Αθηναϊκή Δημοκρατία.
Συμπλήρωσε ο πολύτεχνος Οδυσσέας.



Τα αηδόνια τραγουδούν μελωδικά  στους ανθισμένους κήπους .
Τι ευτυχία!! Λες κι είμαι στο κέντρο του κόσμου..
Γύρω ο Υμηττός- το Αιγάλεω-η Πάρνηθα σχηματίζουν ένα ασημογάλαζο στεφάνι.Τα σπίτια λευκά πολύχρωμα – το –Ίδιο- ωραία με τον Παρθενώνα, αντανακλούν το φως του Ήλιου σαν να κτίστηκαν από το Μηδέν -το Τίποτα
Η ιερή γη χρυσαφένια –πράσινη-κόκκινη ευωδιάζει τα αρώματα του κόσμου. Το Αθηναϊκό άνοιγμα φώναξε ο Θεόμορφος.
Πάμε να παρακολουθήσουμε τον Οιδίποδα Τύραννο
Ότι προλάβουμε είπε ο συνετός Πολίτης.
Πάμε – πάμε να καθίσουμε όπου βρούμε απάντησαν οι σύντροφοι………
………………………………………

ΟΙΔΙΠΟΔΑΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Η Ιοκάστη περίλυπη ξεστόμισε βαριές κατάρες
Για το κακό που τη βρήκε.
Προχώρησε σαν τρελή στο άδειο παλάτι
Ψάχνοντας το γιο της,
Που ήταν άνδρας της
Κι πατέρας των παιδιών της.
Στάθηκε στη μέση της αίθουσας
Σήκωσε συγκλονισμένη το σπαθί
Ανάσανε βαθιά
Κι το έμπηξε μ’ όση δύναμη είχε
Στα σπλάχνα της.

ΧΟΡΟΣ
Ένας Μοιραίος Θάνατος

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Έκπληκτος ο Οιδίποδας αντίκρισε την Ιοκάστη,
Γύρισαν τα μυαλά του.
Τρελάθηκε- έκλαιγε πικρά


Κι χτυπιόταν ξεσχίζοντας τα ρούχα.
Καταριόταν τη Μοίρα του
Κι έλεγε λόγια του Θανάτου.

ΧΟΡΟΣ
Η τρέλα άλλαξε τα μυαλά του

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Ο μεγάλος Οιδίποδας
Πάνω στην ανείπωτη απελπισία,
Έμπηξε τα δάκτυλα στα μάτια του
Και τα ξερίζωσε με τα ίδια του – τα χέρια.

ΧΟΡΟΣ
Η δύναμη της Εξιλέωσης – της Κάθαρσης

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Συγκλονισμένος πέταξε τους βολβούς
Στο πάτωμα.
Το αίμα άρχισε να τρέχει ποτάμι
Λούζοντας όλο το σώμα
Είπε εκστασιασμένος

΄΄ ΟΙΔΙΠΟΔΑΣ΄΄

Τώρα φεύγω
Για την Έρημη Χώρα του Σκότους
Τη ζοφερή γη του Θανάτου.
Είμαι ένας ανέγγιχτος
Με κατακλύζει το Φως – το Άκτιστο.
Δεν ξέρω που βρήκα τη δύναμη
Να βγάλω τα μάτια μου.
ΧΟΡΟΣ
Ο βασιλιάς που σκότωσε τον πατέρα του
Παντρεύτηκε τη μητέρα του,
Κι έκανε τέσσερα παιδιά μαζί της
Χωρίς να το ξέρει.



 Όταν τελείωσε το έργο- προς την έξοδο ο Ελπήνορας ρώτησε κάποιους θεατές καθώς έβγαιναν από το θέατρο.
Ε!! εσείς  φίλοι Αθηναίοι πως σας φάνηκε η τραγωδία του Οιδίποδα.
Ο Φόβος και ο Έλεος της τραγωδίας  κάνουν να λάμψη η αλήθεια του Είναι- το Είναι εν τω Γίγνεσθαι.
Μιλάς πολύ σοφά αλήθεια ποιος είσαι ρώτησε ο Ελπήνορας. 
Ο Σωκράτης , να σας συστηθούμε είμαι ο Πλάτωνας , ο Αριστοτέλης –
ο Σοφοκλής- ο Ευριπίδης-ο Αισχύλος- ο Ισοκράτης
Με λένε Ελπήνορα – Ιθακήσιος - από εδώ ο πολυμήχανος Οδυσσέας
–ο  Ευρύλοχος , ο Πολίτης- ο Θεόμορφος – ο Περιήδης
Ο δαίμων μου με ειδοποιεί πως πρέπει να ρωτήσω – εάν η αλήθεια
Δίνεται έτοιμη ή πρέπει να την ανακαλύψει κανείς είπε ο Σωκράτης.
Η ποίηση της τραγωδίας πάλλεται με το ρυθμό του αίματος,
Ο Οιδίποδας γεμάτος πάθος ακολουθεί τη Μοίρα του.
Όσο κι αν προσπαθεί να την αλλάξει, ενεργεί μέσα στην άγνοια.
Σκότωσε τον πατέρα του, παντρεύτηκε το μητέρα του
Κι έκαναν τέσσερα παιδιά μαζί. Είναι ένα Παιχνίδι του χρόνου
Απάντησε ο Σοφοκλής- ο συγγραφέας του Οιδίποδα Τυράννου.
Καταραμένος από τους θεούς αναταράζει τις θάλασσες του Είναι
Συμπλήρωσε ο Ευριπίδης ο τραγικός ποιητής.
Αέρας που φουντώνει τις ψυχές  αποκαλύπτει τα ατέρμονα βάθη
Των πιο άγριων ενστίκτων συνέχισε λέγοντας ο τραγικός ποιητής Αισχύλος.
Η Τραγωδία είναι μίμηση μιας πράξεως φοβερής κι ολοκληρωμένης με ανάλογο μέγεθος, Μίμηση που γίνεται με εξωραϊσμένο λόγο παρενέβη λέγοντας ο φιλόσοφος Αριστοτέλης.
Μόνο ο Νους ορά τις άυλες Ουσίες.- Ιδέες ή  Είδη που δεν είναι ορατά στις αισθήσεις. Υπάρχουν μόνα  κι απεικονίζουν –Αυτό- που ο Θεός στην αρχή δημιούργησε την ψυχή του κόσμου, Αρχή κι Τέλος της κίνησης του Παντός απάντησε διδακτικά ο Πλάτωνας ο φιλόσοφος.
Η χαρά της Διαλεκτικής φέρνει το -άνοιγμα-την ύψιστη Αρμονία
- το Είναι του Χρόνου υο –ξέφωτο – συμπλήρωσε ο θεϊκός Οδυσσέας.
Φίλοι μου θα διακόψω τη συζήτηση,  ψάχνουμε το Ωδείο είπε κάπως απότομα ο Ελπήνορας.
Ακολουθείστε τις επιγραφές, είναι μετά τον Κεραμικό απάντησε ο Ισοκράτης.


 Είστε πολύ ευγενικοί- φιλόξενοι είπε ο Ελπήνορας -χαιρετήθηκαν θερμά- κι προχώρησαν ακολουθώντας τις οδηγίες..
Στο δρόμο θαύμαζαν την ομορφιά της Αθήνας,………………………….
Τα μέγαρα και οι ναοί ορθώνονταν περίτεχνα και μαρμαρένια.
Η πόλη ήταν ένα όχημα που ταξίδευε στο χρόνο Είχε τη μυρωδιά της γης και του μυρωμένου αέρα.Θαμπωμένοι ένιωσαν τη δημιουργία. Γύρω
Άνθρωποι όλο ζωή έδιναν ζωή στην Πόλη, ντυμένοι στα πορφυρά, στα κόκκινα, τα πράσινα και τα γαλάζια, φορτωμένοι με χαρές και λύπες
Θρήνους και τραγούδια. Ακολουθούσαν τη βασιλική οδό
Αυτή που οδηγούσε κατευθείαν στον Πανχρόνο.
Πάνω στους δρόμους διάβαζαν διάφορες επιγραφές που ήταν χαραγμένες στις σόλες των παπουτσιών και αποτυπώνονταν στο χώμα,
<<ΑΚΟΛΟΎΘΕΙ ΜΟΙ >>.
Τα  σπίτια πρόβαλαν σαν ζωγραφιές λευκά- ολόλευκα κι αχάραχτα απ’ το χρόνο, στα χρώματα της προσεγμένης ώχρας, με κόκκινα και μπλε περιγράμματα έδειχναν αδιαπέραστα και διάφανα. Γύρω τα μαγικά βουνά, ο γητεμένος Υμηττός και η Πεντέλη ήταν πνιγμένα μέσα στο μπλε στο βάθος του ορίζοντα.
Ο ήλιος έδειχνε μεσημέρι, τα αγάλματα στους δρόμους ήταν στεφανωμένα. Όλοι μαζί προχωρούσαν μέσα στο Αττικό γαλάζιο,
Αυτό που το κατοικοικούσαν οι Θεοί.
 Οι Αθηναίοι χόρευαν και τραγουδούσαν στις πλατείες,
Χαίρονταν ο Ένας την παρουσία του Άλλου. Έφθασαν στον κεραμικό,
Από το δρόμο περνούσε η πομπή των μεγάλων Παναθηναίων.
Πρώτα έρχονταν τα ζώα ανθοστολισμένα, μουσικοί, αυλητές και κιθαριστές  έψαλλαν τραγούδια στη Θεά. Ο πέπλος ήταν κίτρινος με χρυσά κεντήματα, πάνω σε καράβι, στη << Σαλαμίνα Ναυ >>,
Μάλλινος τον ύφαιναν Αθηναίες παρθένες.
Περνώντας απ’ τα Προπύλαια, ανέβαινε στην Ακρόπολη,
Και τον τοποθετούσαν μπροστά στο χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς, όπου ιέρειες τα έντυναν με αυτό.
Έπειτα γίνονταν αγώνες γυμναστικοί και λαμπαδηδρομίες.
Σε αυτή την πόλη την Αθήνα ο Ηρόδοτος παρουσίασε την πρώτη ιστορία
Οι << Ηροδότου Μούσαι >>, ήταν εννιά βιβλία,
Όσες και οι Μούσες, μιλούσαν για τους Μηδικούς πολέμους



Και για τους βαρβάρους λαούς που  κατοικούσαν γύρω απ’ την Ελλάδα.
Ο Ηρόδοτος εμφανίστηκε μεγαλοπρεπής κι άρχισε να ιστορεί
Την ΙΣΤΟΡΙΑ
<< Ηροδότου Αλικαρνασέως Ιστορίας απόδειξης ήδε
ως μήτε τα γενόμενα εξ ανθρώπων τω χρόνω
εξίτηλα γένηται, μήτε έργα μεγάλα Τε και θαυμαστά,
τα μεν Έλλησι, τα Δε βάρβαροι σι αποδειχθέντα
ακλεά γένηται τα Τε άλλα και δι ην
αιτίην επολέμησαν αλλήλοισιι>>.

Αυτός και ο Θουκυδίδης έγιναν οι ερευνητές της Σκαπτής Ύλης.
Αυτόπτες και Αυτήκοοι του Κόσμου- παράλληλοι και Ίδιοι με το χρόνο
Πρωθύστεροι και ύστεροι της Ιστορίας,
Μιλούν για την ολότητα-Αυτού που είναι και γίνεται,
Τη δημιουργία της Πανχρονικής επιστροφής
                 του Αυτού.

Η Ιστορία είπε ο Ηρόδοτος κοιτώντας με νόημα στο Θουκυδίδη που ήταν εκεί μπροστά, είναι Αυτό που ξεκινώντας από ένα τοπικό εμπειρικό γεγονός, π.χ. η Μεταρρύθμιση του Κλεισθένη το 508-506
Επηρεάζει ολόκληρη την Ανθρωπότητα.
Η  Μετα- Ιστορία είναι γεμάτη απ’ τις συνεχείς α-συνέχειες όλων των επαναστάσεων που έγιναν και απέτυχαν τελειώνοντας μέσα στο Ατελεύτητο. Είναι όταν κάποιος ξεχωριστός σκέφτεται  κάτι εντελώς καινούργιο και τότε

ΤΟ –ΙΔΙΟ – ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΌ

Παίρνουν σάρκα και οστά.
Οι άνθρωποι κάνουν την Ιστορία με τις πράξεις και τις παραλείψεις τους,
Σε συνεχή σχέση με τον κόσμο δημιουργούν τη γεω- ιστορία,  η Αρχή του ανοίγματος να βγουν στους κύκλους του Πανχρόνου.
Το πέρασμα των Γεω-περιόδων  είναι η γενεαλογία της Γης και του Σύμπαντος. περνώντας χωρίς Επιστροφή, στη ΧΟΡΙΚΉ ΠΕΡΊΟΔΟ,
Εκεί όπου όλα είναι άνοιγμα- αλήθεια κι ελευθερία………………………



Ακούστε οι ραψωδοί τραγουδούν τον Όμηρο  με τη συνοδεία λύρας 
Κάνουν αγώνες αυλού κι κιθάρας, το Ωδείο είναι γεμάτο κόσμο.
Έχει μερικές θέσεις στα θεωρεία πάμε να καθίσουμε είπε ο Ελπήνορας.
………………………………………………………
ΡΑΨΩΔΟΣ- ΟΔΥΣΣΕΑΣ –  -ΑΘΗΝΑΙΟΣ
Όταν αφήσαμε πίσω μας τον Κάτω Κόσμο- τον Ωκεάνιο ποταμό,
Φθάσαμε στο νησί Αιαία. Κόψαμε δένδρα για να θάψουμε τον Ελπήνορα
Που αφήσαμε άταφο, ενώ μερικοί σύντροφοι πήγαν να φέρουν το πτώμα
Από τα ανάκτορα της Κίρκης.  Κλάψαμε πολύ για το χαμό του.
Κάψαμε το νεκρό κι στήσαμε το μνήμα του τοποθετώντας πάνω κατακόρυφα ένα κουπί, όπως υποσχεθήκαμε στον ίδιο.
Η θεϊκή Κίρκη κατάλαβε ότι γυρίσαμε και μας περίμενε.
Είστε πολύ άτυχοι  σας έμελλε ένας διπλός θάνατος,
Επειδή κατεβήκατε ζωντανοί στον Άδη. Μια νέα γέννηση έρχεται μετά την Κάθαρση. Ελάτε ετοίμασα πλούσιο γεύμα, θα σας δώσω οδηγίες για το ταξίδι, να αποφύγετε το κακό- τις συμφορές, σε θάλασσα και σε στεριά.
Το ρίξαμε στο φαγοπότι όλη μέρα. Όταν οι σύντροφοι έπεσαν για ύπνο,
Η θεά ήρθε δίπλα μου κι είπε εμπιστευτικά.
Πολύπαθε Οδυσσέα το πρώτο εμπόδιο σας είναι οι Σειρήνες,
Μην πάτε κοντά να ακούσετε το τραγούδι τους.
Όποιος κάνει αυτό το λάθος δεν επιστρέφει πίσω στην πατρίδα.
Οι Σειρήνες τραγουδώντας ωραία μαγεύουν τους ταξιδιώτες.
Αμέτρητοι σκελετοί ανθρώπων υπάρχουν γύρω. Άλειψε τα αυτιά των συντρόφων με κερί να μην άκουνε – εσύ μην βάλεις τίποτα-,
Μόνο πες τους να σε δέσουν στο κατάρτι, να ακούσεις τη θεϊκή φωνή τους. Διέταξε πως όταν παρακαλάς να σε λύσουν
Αυτοί να σε δένουν πιο σφιχτά, Μ’ αυτό τον τρόπο θα περάσετε
από το νησί των Σειρήνων.
Θα ακολουθήσω πιστά όσα είπες. Η αμφίθυμη επιθυμία – το πάθος της ηδονής προκαλούν μόνο πόνο κι θλίψη απάντησε ο συνετός Οδυσσέας.
Μετά σειρά έχουν οι Συμπληγάδες, από εκεί δεν πέρασε κανένα καράβι- μόνο η Αργώ –. Βοήθησε η Ήρα επειδή αγαπούσε τον Ιάσονα.
Υπάρχουν δυο σκόπελοι. Ο ένας φθάνει ως τον ουρανό κι είναι σκεπασμένος με μαύρα σύννεφα. Στο κέντρο βρίσκεται μια σπηλιά
Φθάνει ως τα ερέβη του Άδη. Αυτή είναι η κατοικία της Σκύλλας



Ουρλιάζει εφιαλτικά κι έχει φωνή βυζανιάρικου σκύλου,
Από εκεί θα περάσεις. Η μισή είναι μες την σπηλιά κι η άλλη μισή ψαρεύει με τα έξη τρομερά κεφάλια. Έχει και δώδεκα ψηλά πόδια.
Πολύφερνη Θεά τρομάζω κι που το άκουω. Σκέφτομαι τους συντρόφους
Πως θα αντιδράσουν. Μόνο όταν αντιμετωπίζεις κατάματα την αλήθεια
Διαλύονται οι φόβοι- ο μεγάλος φόβος του Θανάτου.
Καρτερικέ Οδυσσέα  ο Άλλος σκόπελος είναι πιο χαμηλός
κι οι δυο είναι πολύ κοντά. Σ’ αυτόν η αποκρουστική Χάρυβδη
Είναι καθισμένη κάτω από μια πολύφυλλη αγριοσυκιά.
Καταπίνει τρεις φορές τα νερά  και τρεις φορές τα βγάζει.
Όταν τα ρουφάει  δεν γλιτώνει κανείς.
Για αυτό να περάσεις το καράβι από τη Σκύλλα κι ας έχεις απώλειες
έξη συντρόφους.
Με ποιο τρόπο θα πολεμήσω τη φοβερή Σκύλλα και την τρομερή Χάρυβδη.
Πολύτροπε Οδυσσέα  δεν έχεις το περιθώριο να δώσεις μάχη.
Κοίταξε να περάσεις γρήγορα από τη Σκύλλα, πιο γρήγορα κι από βέλος.
Φώναξε δυνατά την Κραταιίδα- τη μητέρα της Σκύλλας κι δεν θα επιτεθεί ξανά. 
Τι άκουω είμαι συγκλονισμένος!!! φώναξε ο Ονόκριτος ο υπεύθυνος της καταγραφής του Ομήρου. Οι αντιγραφείς προλαβαίνουν την αντιγραφή.
Τρέμει το χέρι μας από τη συγκίνηση, είναι γρήγορος ο ρυθμός των ραψωδών να κάνουν λίγο πιο αργά απάντησαν οι αντιγραφείς
………………………………………….


Ο πολύπαθος Οδυσσέας χωρίς να το καταλάβει κατέβηκε από την κερκίδα –πήγε μπροστά  και άρχισε να τραγουδάει συγκινημένος.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ – ΩΣ ΑΘΗΝΑΙΟΣ ΡΑΨΩΔΟΣ-ΑΟΙΔΟΣ
Η Κίρκη συνέχισε λέγοντας. Έπειτα θα συναντήσεις ένα Άλλο νησί- τη Θρινακία, όπου είναι  οι αγελάδες κι τα πρόβατα του Υπερίωνα Ήλιου.
Η Φαέθουσα κι η Λαμπέτια βόσκουν τα ζώα.
Μην αγγίξεις τα βόδια για να γυρίσεις στην Ιθάκη. Εάν όμως αρπάξεις ή σφάξεις τις ιερές αγελάδες θα χάσεις όλους τους συντρόφους,
Ενώ εσύ θα υποστείς ταλαιπωρίες – μεγάλα βάσανα.
Όταν τελείωσε η Θεά -αποσύρθηκε στο παλάτι της.
///////////////////////

 ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ
 ΡΑΨΩΔΙΑ


Ο πλανητικός Οδυσσέας και οι χαοσμικοί σύντροφοι
Ήταν πάλι στη θάλασσα μέσα στην Τριήρη της Ιθάκης.
Ακολουθούσαν τους δρόμους του Αιγαίου,
Και της Μεσογείου όπου ταξίδευαν πλοία από την Κρήτη,
Και τη Ρόδο, τις Συρακούσες και την Τροιζίνα,
Τη Σάμο και την Έφεσο, την Κόρινθο και την Καρχηδόνα.
Ατρόμητοι θαλασσοπόροι είχαν οδηγό τον καιρό
Και τα άστρα, χωρίς χάρτες και πυξίδες, αστρολάβους
Και αζιμούθεια, θεοδόλιχους και πετροκαλαμήθρες,
Έβρισκαν πάντα τους δρόμους του κόσμου.
Ακολουθούσαν την Αρχαίο- Ελληνική εξάπλωση σε Δύση
Και Ανατολή, αφού έμειναν γοητευμένοι απ’ τη Σοφία
της Αθήνας που μόλις άφησαν πίσω.
Ταξίδευαν στους ορίζοντες του Κόσμου, πέρασαν αστραπιαία
σαν σε εικονική απεικόνιση την Μινωική Κρήτη, και περπάτησαν
στα περίφημα παλάτια της Κνωσού και της Φαιστού.
Περιδιάβηκαν τον Αυτοκρατορικό πολιτισμό των Μυκηναίων
Θαυμάζοντας την ακμή του.
Έζησαν για λίγο τον ονομαστό Ελληνικό Μεσαίωνα
με τη γεωμετρική τέχνη κι είδαν τη φωτιά και τη στάχτη
Που σκόρπισαν οι Δωριείς καταστρέφοντας τις Μυκήνες.
Ερεύνησαν τις σχέσεις των Ελλήνων με τους Πέρσες και τους Αιγυπτίους, Φοίνικες και Ασσύριους.


Ανίχνευσαν από την αρχή, την εποχή του χαλκού και του σιδήρου,
Τότε που οι άνθρωποι ζούσαν σε σπήλαια, η μετάβαση απ’ τη μια περίοδο στην Άλλη, απαιτούσε το άλμα μιας μεγάλης ανακάλυψης.
Ταξιδεύοντας ανοιχτά της Φοινίκης έβλεπαν από μακριά το όρος Τρόοδος και τον πενταδάκτυλο, τα γλαυκά βουνά της πολύπαθης Κύπρου
Που λικνιζόταν  αέρινη στο φύσημα του αέρα, διάφανη μέσα στη κυανή θάλασσα  Ήταν βαθιά ριζωμένη στις απαρχές του χρόνου.
Ο Θεός της Κύπρου φυλούσε το νησί και υποδέχθηκε τον πανχρονικό  Οδυσσέα και τους  ανόστιμους  συντρόφους στη μακαρία γη.
<< Νήσος τις έστι>>
Πρώτα πήγαν στη Σαλαμίνα, εκεί όπου κατά μια εκδοχή γεννήθηκε
 ο Όμηρος, ο ποιητικός τους γεννήτορας. Θαύμασαν τα μνημεία
Που ορθώνονταν με απίστευτη ωραιότητα δίπλα στη θάλασσα, ναοί με αγάλματα και κολόνες, πιθάρια κι αμφορείς έδειχναν τη Βασιλική μνήμη της Κύπρου. Ξαφνικά, μαγεμένοι άκουσαν ένα τραγούδι 
που ερχόταν από μακριά.

Ποια ήταν η αναδυόμενη
Λουσμένη μέσα στο φως
Που θαλασσοφίλητη γεννήθηκε
Απ’ τα βάθη της θάλασσας.
Γαλήνια και Θεία
Έφερε τη γλαυκή απεραντοσύνη
του κόσμου.

Γεμάτοι θαυμασμό πέρασαν από τη Λευκωσία  και την  Αρχαία Λήδρα, διέσχισαν ενθουσιασμένοι  την Αμμόχωστο και πήγαν στην 
Ηλιόλουστη Κυρήνεια και τη δασωμένη Πάφο.
Τέλος, μετέωροι χάραξαν τις συντεταγμένες του ταξιδιού πάνω στο χάρτη της Ιστορίας του κόσμου,  Η γραμμή της πορείας έδειχνε Αλεξάνδρεια. Έπλεαν στις ακτές της Αιγύπτου κοντά στο δέλτα του Νείλου, όταν φανερώθηκαν απότομα μπροστά τους, συντάγματα όλες
 οι μεγάλες ψυχές που άφησαν τον κόσμο αυτόν.
Οι σκιές των ειδώλων μαζεύτηκαν κατά σμήνη γύρω από τον πανχρονικό Οδυσσέα και τους  συντρόφους και ζητούσαν να πάν μαζί τους.
Πρώτα φανερώθηκε μεγαλοπρεπής ο μεγάλος βασιλιάς, ο Μέγας Αλέξανδρος με τη Μακεδονική Αριστοκρατία  και ρώτησε το θεϊκό Οδυσσέα. Ποιοι άνεμοι έφεραν Αυτόν και τους πολύπαθους


 συντρόφους έξω από τη μυθική Αλεξάνδρεια.
Ευθύς με ανείπωτη χαρά στα στήθη απάντησε ο πολυμήχανος Οδυσσέας, οι άνεμοι της πλάνης και της περιπλάνησης μεγάλε βασιλιά, αιώνες τώρα
περιπλανιόμαστε στους χρόνους του Πανχρόνου ψάχνοντας το δρόμο της Επιστροφής στην Ιθάκη.
Η ανακάλυψη του παρελθόντος είναι το Είναι του μέλλοντος,
Δημιουργεί το ά ν ο ι γ μ α..  –Αυτό- που είναι η μνήμη
Του πανχρόνου φανερώνει το παρελθόν του μέλλοντος,
Μέσα στη Ραψωδία Παρόντος.
Ρίγησε ο μεγαλόψυχος Βασιλιάς και είπε τον πολυμήχανο Οδυσσέα
και τους πολύφρονες συντρόφους  να ακολουθήσουν όλοι μαζί στην Αλεξάνδρεια. Πίσω του ερχόταν το είδωλο της Ωραίας Ελένης ,
Αέρινη κι ωραία τα μαλλιά ανέμιζαν την Αιωνιότητα.

Ξεγέλασε τον Πάρη
Που κοιμόταν με τη Σκιά της
Ενώ Αυτή διέφυγε στην Αίγυπτο.
Τον καιρό του πολέμου
Κέρδισε το τίποτα
με μια θάλασσα στα χείλη
έζησε Ακοίμητη ζωή.

Κουστωδίες ειδώλων ακολουθούσαν ο Πρίαμος κι ο Έκτορας, ο Αίαντας κι ο Αχιλλέας, ο Φίλιππος και η Ολυμπιάδα, ο Δημόκριτος , ο Ζήνωνας
και οι Άλλοι, όλοι ήθελαν να επανέλθουν στη ζωή και να  κάνουν το ταξίδι του γυρισμού. Τότε ο Αλέξανδρος είπε στον Φιλέταιρο Οδυσσέα και τους πολύπλακτους συντρόφους.
Αναζητήστε με πάθος την αλήθεια
Έστω κι αν δεν τη συναντήσετε ποτέ.
Μέσα στη Σιωπή και το Σκοτάδι,
Στα βάθη της γης και τους ανοιχτούς ορίζοντες,
Αναζητήστε το Λόγο που δεν ακούστηκε ποτέ
Μέσα στη γαλήνη του Κόσμου,
Τους πολέμους και τις μεγάλες κατακτήσεις.
<< Σας εύχομαι τώρα που τελειώνουν οι πόλεμοι
να ευτυχήσετε με την ειρήνη.
Όλοι οι θνητοί από εδώ και πέρα να ζήσουν σαν ένας λαός,


Μονιασμένοι. Θεωρήστε την οικουμενική πατρίδα σας
με κοινούς νόμους >>. Όρκος Αλεξάνδρου, στην Όπις
της Ασσυρίας, το 324 π.χ.

Τα λόγια του μεγάλου βασιλιά ηχούσαν μέσα απ’ την ψυχή του
Γαλήνια, πρόφεραν τους πρώτους και ύστερους φθόγγους του κόσμου,
Σαν άστρα που έδειχναν το δρόμο. Ήταν ωραίος , ακτινοβολούσε
με μια αναβλύζουσα ενέργεια  που τον έκανε διάφανο δείχνοντας
Τη μεγαλοσύνη του.Έζησε τριάντα δυο χρόνια και βασίλεψε δώδεκα,
Γενναίος και φιλότιμος, ευσεβής και εγκρατής στις ηδονές,
Φοβερός και τρομερός στα πεδία των μαχών κυρίευσε τον Κόσμο.
Μαγεμένοι ταξίδευαν όλοι μαζί μέσα στο Ίδιο καράβι, την Ιθάκη,
Όταν άρχισε να φαίνεται από μακριά ο περίφημος φάρος της Αλεξάνδρειας που έκτισε ο Κνίδιος Σώστρατης.
Πολυώροφος ήταν κτισμένος πάνω σε μεγάλο βράχο,
Θαλασσόβρεκτος φωτοβολούσε δείχνοντας το δρόμο
Σ’ αυτούς που ταξίδευαν κι έψαχναν λιμάνι.
Ο πρώτος όροφος ήταν τετράγωνος, ο δεύτερος οκτάγωνος κι ο τρίτος κυκλικός, Φτιαγμένοι από λαξεμένες πέτρες που ήταν συνδεμένες με λιωμένο μολύβι. Ένα άγαλμα στην κορυφή του φάρου έδειχνε με το χέρι τη φορά του ήλιου. Χάλκινοι Τρίτωνες προειδοποιούσαν τους πλοιζομένους ότι έμπαιναν σε λιμάνι όταν ταξίδευαν στα σκοτεινά.
Οι ανταύγειες του ηλιοβασιλέματος φανέρωναν την αρμονία του ανοίγματος που είχε ο ουρανός της Αλεξάνδρειας.
Μπήκαν σε λιμάνι αμφίστομο,
Εδώ ο Μέγας Αλέξανδρος χάραξε με κριθάλευρο τα όρια της πόλης που ονειρεύτηκε, αλλά κτίστηκε μετά το θάνατό του, τα σχέδια έκανε ο Ρόδιος Δεινοκράτης.
Ο Μέγας Λιμήν ο ανατολικός οχυρωμένος έκλεινε προς τη μεριά του φάρου ενώ ο άλλος, ο δυτικός του Ευνόστου  έμεινε ανοιχτός και στένευε με ένα κυματοθραύστη. Υπήρχε όμως ένα άλλο λιμάνι μέσα στο λιμάνι, η Κιβωτός , οχυρωμένη με δυο διόδους ενωνόταν με το μεγάλο λιμάνι.  Τα ανάκτορα βρίσκονταν ανατολικά και δυτικά του μεγάλου λιμανιού, μεγαλοπρεπή, πλούσια και ωραία με εκπληκτικούς Αρχιτεκτονικούς ρυθμούς και σχέδια που έπιαναν το ένα πέμπτο της πόλης, μια Πόλη μέσα στην πόλη.

 Η Αλεξάνδρεια, πολυδιάστατο, πολύ- πολιτισμικό κέντρο του κόσμου
Ήταν κτισμένη πάνω σε πέντε λόφους, που τη χώριζαν σε πέντε διαφορετικά μέρη και αναφέρονταν με τα πρώτα πέντε
Γράμματα του Ελληνικού αλφαβήτου. Με διώρυγες συνδεόταν με το Νείλο  δια μέσου  της Μαραιώτιδος λίμνης απ’ όπου έπαιρνε νερό.
Τα ανάκτορα της Αλεξάνδρειας ήταν οχυρωμένα με τείχη.
Μπήκαν μέσα από τη βόρεια πύλη- πύργο και κατευθύνθηκαν προς την αίθουσα ακροάσεων όπου τους περίμεναν ο Πτολεμαίος ο Α΄,
 ο επονομαζόμενος  και Σωτήρ, γιος του Λάγου, η Αρσινόη και οι Άλλοι.
Πρώτα πέρασαν από μια μεγάλη εσωτερική αυλή, το αρχείο με τα βιβλία, την αίθουσα διδασκαλίας, κάτι αποθήκες , τα λουτρά. Πριν φθάσουν στην αίθουσα του θρόνου, ζήτησαν από τον Πτολεμαίο τον Β΄ και τη συνοδεία που τους υποδέχθηκε να τους οδηγήσουν στο ναό των ανακτόρων, για να προσφέρουν σπονδές στους θεούς για την καλή τους τύχη. Όταν έφθασαν στη μεγάλη αίθουσα έμειναν έκπληκτοι,
Είδαν όλους τους Πτολεμαίους μαζί, ήταν μέσα στο μεταχρόνου του μεγάλου χρόνου, Περίμεναν τον πανχρονικό Οδυσσέα και τους
πτολύπορθους συντρόφους να τους φιλοξενήσουν και να ανακαλύψουν μαζί τη μυθική Αλεξάνδρεια.
Πρώτος  μίλησε ο μεγάλος Πτολεμαίος ο Α΄ και είπε.
Θεϊκέ Οδυσσέα και σεις πολύπαθοι σύντροφοι
Καλώς ήρθατε στη μαγική Αλεξάνδρεια.
Αστροπότες του Σύμπαντος έρχεστε απ’ το Αστρονευρωνικό μέλλον
Κουβαλώντας εμπειρίες και γνώσεις που ενέχουν το άνοιγμα του κόσμου.
Συγκινήθηκε ο πολυμήχανος Οδυσσέας επειδή τον αναγνώρισε
Ο ξακουστός βασιλιάς και απάντησε με σταθερή και βαθιά φωνή.
Ευγενικέ και φιλόξενε Πτολεμαίε
Χαιρετώ εσένα και όλους τους Άλλους υπέροχους Έλληνες ,
Είμαστε ταξιδιώτες του ουρανού και της γης,
Ερχόμαστε από πολύ μακριά, απ’ τη διπλή σπείρα του Χρόνου,
Μέσα από τα βάθη του Χάοσμου  ερευνώντας τους Χρόνους
του Πανχρόνου.
Τότε με μεγάλη περιέργεια  ο Ερατοσθένης ρώτησε τον α-κοσμικό Οδυσσέα να τους πει για τη θεωρεία του Χάους και της Τάξης,
 τα περάσματα των διόδων που κινούνται διατρέχοντας τον τρισδιάστατο χώρο.


 Ο χρόνος είναι ΑΥΤΌ που κινείται στη διπλή σπείρα του Πανχρόνου,
Χρώματος μπλε και πορφυρού κόκκινου, Φως που δείχνει την πορεία
του Σύμπαντος.
Ο Πτολεμαίος ο Α΄ διέκοψε διακριτικά την συνομιλία, λέγοντας πως έπρεπε να την αφήσουν για αργότερα, Μια που οι επισκέπτες έρχονταν από μεγάλο ταξίδι, ήταν κουρασμένοι κι έπρεπε να ξεκουραστούν.
Ο πολύτροπος Οδυσσέας και οι όλβιοι σύντροφοι χαιρέτησαν ευγενικά το Μέγα Αλέξανδρο -τους Πτολεμαίους και τους Άλλους ,
Κι αποσύρθηκαν συνοδευόμενοι από πολλούς δούλους.
Χλιδή και πολυτέλεια κυριαρχούσαν  παντού, ένας διάχυτος ερωτισμός υπήρχε στην ατμόσφαιρα. Τοιχογραφίες κοσμούσαν τους τοίχους με τα κατορθώματα του Αλέξανδρου, όπως και υπέροχες αναπαραστάσεις
με τους άθλους του Ηρακλή, το κυνήγι της Άρτεμης ,το πέταγμα του Δαιδάλου και του Ικάρου. Όλα ήταν σαν σκηνικό θεάτρου,
Τυχαία ανακάλυψαν ένα κρυφό πέρασμα που οδηγούσε κάτω απ’ το ανάκτορο,  βαθιά μέσα στη γη όπου υπήρχαν κρύπτες
Που φυλάγονταν οι αμύθητοι θησαυροί της Αλεξάνδρειας.
Λίγο πιο κάτω στάθηκαν σε μια αίθουσα και θαύμασαν τα αγάλματα των Αιγυπτιακών θεοτήτων, όπως του Άμμωνος Διός, της Ίσιδος, του Αρπακράτου. Περισσότερο όμως στάθηκαν στην απομίμηση του μεγάλου αγάλματος του Σεράπιδος που ήταν  μέσα στο προστατευτικό του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως.Το έκανε ο γλύπτης Βρύαξης ο νεώτερος κατ΄εντολή του Πτολεμαίου του Α΄.Φτιαγμένο με μικτή τεχνική ήταν δουλεμένο με χαλκό, άργυρο και σίδηρο, μόλυβδο και κασσίτερο. Ο Θεός καθόταν πάνω σε θρόνο σχήματος ημικυκλικής εξέδρας, είχε κεφάλι από χρυσό και μάτια από πολύτιμα πετράδια,
Ήταν διακοσμημένο με ζαφείρια , τοπάζια και αιματίτες.
Στους διαδρόμους και σε διάφορες αίθουσες, μεγαλοπρεπή γλυπτά ήταν σε περίοπτες θέσεις. Είχαν μαρμάρινες κολόνες και πατώματα με ωραία ψηφιδωτά, ήταν ζωγραφισμένα με ζωηρά χρώματα
Το κέντρο του σχεδίου έκλεινε προς το χρυσό αναπαριστώντας  παλαιούς μύθους και παραδόσεις.
Τα παράθυρα των δωματίων που κατέλυσαν οι πλανητικοί ταξιδιώτες έβλεπαν προς τη θάλασσα. Μεθυστικά αρώματα έρχονταν απ’ τους ονομαστούς κήπους της Αλεξάνδρειας πλημμυρίζοντας τον αέρα.

 Μια μαγική ατμόσφαιρα που ξύπνησε βαθιά μέσα στην ψυχή του πολύπαθου Οδυσσέα, τη Νοσταλγία της Επιστροφής στην Ιθάκη, Ξύπνησαν οι κύκλοι του Νόστου, η Πανχρονική επιστροφή του Αυτού.
Βούρκωσαν τα μάτια του πολυμήχανου Οδυσσέα και δάκρυα πικρά κύλησαν απ’ τα μάτια. Αιώνες τώρα, Αυτός και οι πολύπλαγκτοι σύντροφοι περιπλανούνταν στους χρόνους του Πανχρόνου.
Ζώντας φοβερά πάθη, χωρίς να γνωρίσουν τηΝ Επιστροφή.
Ζούσαν  το εκστατικό Παιχνίδι του κόσμου, το ατελεύτητο άνοιγμα του χρόνου που έρχεται και φεύγει απροειδοποίητα.
Έτσι  ξαφνικά ο πολυμήχανος Οδυσσέας άρχισε να τραγουδάει
το τραγούδι της Νοσταλγίας


Επέστρεφε και παίρνε με
Μαζί σου            

Χαρά του Έρωτα και της ζωής
Επέστρεφε και παίρνε με

Γαλήνιο φως
Που μεταμορφώνει
Γυναίκες της Αλεξάνδρειας
Μοσχοβολούν υάκινθο και ρόδο

Νύχτες του Έρωτα
Νύχτες των ερωτευμένων
Σκορπούν ανθισμένη ομορφιά
Που σε ταξιδεύει

Ανοίγουν οι πόρτες του ουρανού
Να δεχτούν Αυτούς που αγαπήσανε
Νύχτες στην Αλεξάνδρεια
Νύχτες γεμάτες μάγια

Επέστρεφε και παίρνε
με μαζί σου



 μνήμη του Έρωτα και του Θανάτου
Πάθος  της  Επιστροφής στην Ιθάκη.

Καινούργιους ήλιος φώτιζε την Αλεξάνδρεια συμπλέκοντας το Ίδιο με το διαφορετικό, τη μνήμη και την Ιστορία.
Ο πολύτροπος Οδυσσέας και οι πολύπαθοι σύντροφοι,
Γύρεψαν με πάθος τη μεταμόρφωση μέσα στις πόλεις του κόσμου,
Τις θάλασσες και τα ποτάμια του χρόνου.
Πέρασαν μερικές μέρες ώσπου να συνηθίσουν την ατμόσφαιρα της Αλεξάνδρειας. Βρίσκονταν ακριβώς εκεί που τέμνονταν
Η μεγάλη Κανωπική οδός που είχε μήκος εκατό πόδια με τη την οδό της Στήλης.  Νότια προς τη θάλασσα φαινόταν η Νεώρα ενώ προς το βορρά, στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση διακρινόταν το Σεράπειο.
Πάνω απ’ την εξέδρα, ο Μέγας Αλεξανδρες  οι Πτολεμαίοι, ο Οδυσσέας, ο Πρόκλος, ο Ερατοσθένης, οι σύντροφοι, οι Άλλοι και οι Αυλή   
έβλεπαν την περίφημη βιβλιοθήκη, το κτίριο του Μουσείου
που για πρώτη φορά κτίστηκε εδώ στην Αλεξάνδρεια, τους εκπληκτικούς Ελληνικούς Ναούς, το Ναύσταθμο με όλων των ειδών τα πλοία.
Πέντε συνοικίες χώριζαν την πόλη, οι Αιγύπτιοι κατείχαν το δυτικό μέρος, οι Εβραίοι με δικούς τους ναούς το βόρειο.
Οι Μακεδόνες και οι Έλληνες που κυριαρχούσαν έμειναν στο Νότο,
και στα άλλα τμήματα ζούσαν διάφορες εθνότητες όπως Πέρσες, Νέγροι, Ανατολίτες, Σύριοι και Άλλοι.
Διέσχισαν ενθουσιασμένοι τη μεγάλη Οδό, εκεί υπήρχαν το λαμπρό κτίριο της Δικαιοσύνης, το περίφημο Γυμνάσιο της Αλεξάνδρειας, ο παράδεισος του Πανείου πάνω σε λόφο και η ονομαστή Ακαδημία
των Επιστημών.
Όλοι οι κάτοικοι , γυναίκες και άνδρες  απολάμβαναν μια φοβερή ελευθερία, πολυάσχολοι. μιλούσαν ζωηρά με τους εμπόρους που ήταν
Προκλητικοί και διεφθαρμένοι. Ο δρόμος είχε πολλά καταστήματα
Όπου ωραίες Αλεξανδρινές έκαναν τα ψώνια τους , γεμάτες χάρη κι ομορφιά ζούσαν ελεύθερα  κι έκαναν ότι ήθελαν.
Εδώ συνάντησαν την Υπατία με τις φίλες της, Θεϊκά ωραία με φιλντισένιο πρόσωπο ήταν λουσμένη με τα ερωτικά φίλτρα της Αφροδίτης. Πανέμορφη προκάλεσε ανείπωτο πόθο στο θεϊκό Οδυσσέα
Και τους Άλλους  που έμειναν άφωνοι από την ομορφιά.



Αφού χαιρέτησε ευγενικά τους Βασιλιάδες και τους αυλικούς
Είπε με τρεμάμενη φωνή πως ήταν τυχερή που συναντούσε
Τον πολύτροπο Οδυσσέα, και τους ανόστιμους συντρόφους,
Και τους κάλεσε όλους μαζί, στο μεγάλο Συμπόσιο  που ετοίμαζε στο σπίτι της.
Η Αλεξάνδρεια ενσάρκωνε την απόλυτη ομορφιά. Ποιητές απήγγειλαν ποιήματα και φιλόσοφοι συζητούσαν με το λαό τα μεγάλα προβλήματα του κόσμου. Πλούτος και πολυτέλεια υπήρχαν παντού.
Εκπληκτικά  κοσμήματα με πολύτιμα μέταλλα και λίθους, περίφημα κρασιά και διαβόητες εταίρες που διατηρούσαν σπίτια με ωραίες ιερόδουλες που ξετρέλαιναν τους άνδρες.
Όλοι μαζί προχώρησαν προς το θέατρο του Διονύσου όπου παιζόταν οι Βάκχες, πολύβουο πλήθος περίμενε ανυπόμονα τον Αθηναϊκό θίασο να αρχίσει η παράσταση.
Ο Μέγας Αλέξανδρος, οι Πτολεμαίοι, ο διογενής Λαερτιάδης, οι πολύπλαγκτοι εταίροι και οι Άλλοι κάθισαν στις θέσεις των επισήμων.
Οι Άλλες Εθνότητες ήταν ανάμιχτες, Έλληνες και Μακεδόνες, Αιγύπτιοι κι Εβραίοι, Πέρσες και Ανατολίτες, όλοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά , ελεύθεροι, μαύροι και σκλάβοι έδειχναν Ωραίοι μες τη Διαφορά τους.
Ένας πολυδιάστατος κοσμοπολιτισμός που ήρθε να παρακολουθήσει Αθηναϊκή Τραγωδία.
Μόλις εμφανίστηκε ο χορός έγινε Σιωπή μεγάλη δεν ακουγόταν τίποτα,
Μόνο το θαλασσινό αεράκι έσχιζε το διάστημα χαϊδεύοντας τα πρόσωπα.
//////////////////
                      ΡΑΨΩΔΙΑ
                   ΤΗΣ
            ΦΛΩΡΕΝΤΙΑΣ

                       ΓΗ ΤΗΣ ΤΟΣΚΑΝΗΣ



        
H υπέροχη γη της Τοσκάνης είναι ο επίγειος παράδεισος, η πύλη, το άνοιγμα στην αιώνια Ζωή.
ΤΕΡΑ ΤΟΣΚΑΝΑ
Άγγελοι Κυρίου πετούν πάνω από τα ανθισμένα λουλούδια, τους μεθυσμένος αμπελώνες, τους ασημένιους ελαιώνες, τους ευωδιαστούς λόφους ψάλλοντας
το τραγούδι της Άνοιξης.
ΤΕΡΑ ΤΟΣΚΑΝΑ
Η γη του Παραδείσου.
Η ψυχή ζει το θαύμα αγγίζοντας το όρια του Θεού.
Εκστασιασμένη από τα αρώματα, τη διαύγεια του φωτός πάλλει από τα εκθαμβωτικά χρώματα που μαγεύουν τις αισθήσεις.
Το υπέροχο πράσινο κυριαρχεί σε όλους τους τόνους, μόνο που διακόπτεται από φανταστικούς πύργους, αριστουργηματικές εκκλησίες,
Ερμητικά μοναστήρια κι εξοχικές κατοικίες. Είναι πνιγμένα από αιωνόβια δένδρα, βελανιδιές, θεόρατα πλατάνια, λεβάντες, λυγερόκορμα κυπαρίσσια και ρείκια.
Πανέμορφα χωριά είναι σκαρφαλωμένα πάνω σε λόφους.
Ένας μυθικός τόπος που έχει την ευλογία του θεού,
με ιστορία είκοσι οκτώ αιώνων. Οι ήχοι, τα χρώματα,
οι ευωδιές και οι γεύσεις γίνονται ένα με το διάστημα.     
ΤΕΡΡΑ ΤΟΣΚΑΝΑ
Χώρα των ονείρων των πολεμιστών του φωτός,
χώρα του πανχρονικού κύκλου.
Η γη της Τοσκάνης είχε πάρει το χρώμα του χρυσού, η σκόνη του δρόμου καλούσε πάνω στα πρόσωπά τους, τα πλατανόφυλλα , τα  κυπαρίσσια κι τους θάμνους.
Οι ευωδιές της Τοσκάνης έγιναν ένα με το σώμα, πράσινες, κόκκινες, μαβιές. Η ζέστη ήταν τόσο δυνατή που πύρωνε τα μάτια.
Ο πολύτροπος  Οδυσσέας κι οι πολύπαθοι σύντροφοι


δρόσισαν τα πρόσωπα, κι ήπιαν πεντακάθαρο νερό από τις κρήνες με τα τοξωτά μαρμάρινα, που ήταν σκαλισμένα με περίτεχνες φιγούρες, άγρια λιοντάρια κι ωραίες κρήνες.
Οι πολεμιστές του φωτός άκουγαν τη θεϊκή μουσική της Τοσκάνης, τα πουλιά, τις μέλισσες, τα τζιτζίκια, και τα τριζόνια, τις ακρίδες, με το θόρυβο που έκαναν χάραζαν οξύηχα τη Σιωπή. Οι οξιές, οι βελανιδιές, οι καρυδιές κι
οι καταπράσινοι λόφοι ανταποκρίνονταν με ενθουσιασμό.
ΤΕΡΑ ΤΟΣΚΑΝΑ.
Τριακόσιοι έφιπποι πολεμιστές της Φλωρεντίας μαζί με μεγάλες συντροφιές ευγενών, ιπποτών κι αρχόντων συνόδευαν μέσα στην πόλη τους σημαντικούς Ξένους,
τον πολυμήχανο Οδυσσέα και τους πολύπαθους συντρόφους, μαζί τους ήταν ένας δικός τους άνθρωπος,
 ο Ντάντε Αλιγκιέρι, ο μεγάλος ποιητής κι πολιτικός,
 ο μεγάλος εξόριστος της Φλωρεντίας.
Η πρωτεύουσα της Τοσκάνης γιόρταζε τη γιορτή
του ΑΪ Γιάννη, οι πιο πολλοί φλωρεντινοί ήταν ντυμένοι
στα λευκά, κι είχαν για αρχηγό τον Άρχοντα Έρωτα.
Απλοί άνθρωποι γιόρταζαν κι οι σάλπιγγες τα όργανα καλούσαν τον κόσμο σε κατάσταση διονυσιακής μέθης
να πάρει μέρος στη γιορτή που κρατούσε δύο μήνες.
Οι άρχοντες οι ευγενείς μα κι οι απλοί άνθρωποι διοργάνωναν χορούς, συμπόσια, γεύματα.
Ξακουστοί θαυματοποιοί- γελωτοποιοί- έρχονταν από όλη την Ιταλία, τη Λομβαρδία, τη Βενετία κι γίνονταν δεκτοί
με βασιλικές τιμές κι δώρα.
Η αγαπημένη μου Φλωρεντία βρίσκεται σε κατάσταση  πλήρους ευδαιμονίας είπε συγκινημένος ο Δάντης, γιορτάζει τη γιορτή του Αϊ Γιάννη.
 Ο Άρχοντας Έρωτας γυρίζει σε όλη την πόλη κι κεραυνοβολεί όποιον βρει μπροστά του.
 Η  μεγάλη γιορτή του πανχρόνου απάντησε
ο Πολύμορφος Οδυσσέας είναι ο έρωτας του έρωτα
και η αποθέωσή του.

Η Κυρά των λογισμών μου, η αγαπημένη μου Βεατρίκη πέθανε το μήνα του  ΑΪ Γιαννιού συμπλήρωσε ο Ντάντε συγκλονισμένος από τη νοσταλγία.
Έφερε στην ψυχή μου την απόλυτη ανανέωση,
μια νέα ζωή όμοια με το Καινό στοιχείο των Μυστικών. 
Ο Έρωτας υπαγόρευε ότι έκανα- η dolce tecnica-
είναι το εγκόμιο του έρωτα το καινούργιο που έφερε
είναι ότι η ποίηση και ο έρωτας,
Είναι το Ίδιο πράγμα.
Γνωρίζετε την ιστορία του Ρόδου απάντησε ο Καβαλκάντε,
Ο εραστής είναι σε ένα μαγικό κήπο αναζητώντας
το Ρόδο, τη γυναίκα της ζωής του.
Μ’ ένα δυνατό αίσθημα ανθρώπινο κι θείο προσπαθεί
ί να την κατακτήσει, χρησιμοποίησε  τρόπους διαφορετικούς από την αυλική ποίηση κι τον κλήρο.
 Η Βεατρίκη παντρεύτηκε περίπου την ίδια περίοδο που
παντρεύτηκα την Τζέμμα Ντονάτι – τότε γεννήθηκε το πρώτος μας παιδί απάντησε συνοφρυωμένος ο Δάντης. Έζησα πολλές παράλληλες ζωές έχοντας ένα αβάσταχτο πόνο στην καρδιά, πουθενά δεν μπορούσα σε κανέναν
να εκμυστηρευτώ. 
Η Βεατρίκη είναι η ωραιότερη από όλες τις γήινες υπάρξεις, η ωραιότερη γυναίκα του κόσμου.
Θεϊκή ενσάρκωνε το κάλλος των Ελλήνων, την αγέρωχη υπερηφάνεια των Ρωμαίων κι την αισθαντικότητα
των Φλωρεντινών.
Ο Λυγρός Νόστος της Αιώνιας Επιστροφής έδωσε την δυνατότητα να γυρίσω πίσω στην Αγαπημένη Φλωρεντία.
Δυστυχώς πέθανα εξόριστος στα ξένα,
διωγμένος από την Ίδια μου, την πατρίδα.
Νιώθω πως μια μέρα θα συναντήσω την Ωραία Βεατρίκη
Μέσα στο άνοιγμα, μέσα στους κύκλους του Πανχρόνου.
Το Ίδιο- αίσθημα έχω κι εγώ απάντησε ο Γκουίντο,
Μας ενώνει η ίδια πόλη και  μια Βεατρίκη, είμαστε τα μάτια της Φλωρεντίας κι συνδεόμαστε με μια μεγάλη Φιλία.
Οι Επτά κύκλοι της Κολάσεως συντάσσονται ο Ένας

 πάνω στον Άλλον, ακολουθώντας την καμπύλη που διαγράφει η γη όταν κινείται απάντησε σιβυλλικά ο Δάντης.
Η Κόλαση – το Καθαρτήριο κι ο Παράδεισος οδηγούν στον εξαγνισμό της  ψυχής, κι όχι η άρνηση της Αθανασίας όπως πολλοί Αβεροιστές θεωρούν χωρίζοντας το Νου
από τη αθάνατη Ψυχή.
Η Αριστοτελική παράδοση διακρίνει τον Εν Ενεργεία Νου-
Από τον Εν δυνάμει Νου.
 Η πτώση στην κόλαση έφθανε ως την άβυσσο
Του θανάτου, το σώμα ήταν νεκρό, εκεί συνάντησα την Φραντζέσκα  ντα Ρίμινι.
Όση ώρα συζητούσαν έφιπποι οι πολεμιστές του φωτός διασχίζοντας τους δρόμους της Ωραίας Φλωρεντίας γίνονταν δεκτοί με ενθουσιασμό, αποθεώνονταν
από τους κατοίκους της δοξασμένης πόλης.
Τότε ο περίφημος ποιητής πρότεινε να κατεβούν
από τα άλογα, και να περπατήσουν στα άγια χώματα
της Φλωρεντίας κι να γίνουν Ένα με τους κατοίκους,
να νιώσουν την Αγάπη που τόσο τους έλειψε.
Να αυτή είναι η οδός Ρικανσιόλι γωνία με την Αλφάνι,
Nτάντε Αλιγκέρι καλώς ήρθες στην Ωραία Φλωρεντία  φώναζαν δυνατά.
Τέρμα οι Εξορίες και οι πολιτικές περιπέτειες, γίνεσαι δεκτός με τιμές όπως αρμόζει σε ένα μεγάλο ποιητή
και πολιτικό, όπως αρμόζει σε έναν Φλωρεντινό.
Η αγαπημένη σου Φλωρεντία ανταποδίδει ότι έκανες
για αυτήν, για τη δόξα που της χάρισες στους αιώνες
με τα βιβλία σου, για ότι έκανες προς τους συμπατριώτες σου. Εμείς οι φίλοι σου ποτέ δεν σε ξεχάσαμε,
πάντα είμαστε στο πλευρό σου έλεγαν οι Φλωρεντινοί.
Ευχαριστώ – ευχαριστώ
απαντούσε συγκινημένος ο Δάντης.
Δάκρυα χαράς έτρεχαν από τα μάτια του,
δεν πίστευε πως γινόταν δεκτός
Με αυτόν τον τρόπο γιατί στην πραγματικότητα
πέθανε μόνος κι έρημος στα Ξένα.

Αυτή η υποδοχή γινόταν μέσα στο άνοιγμα-
στο Φαντασιακό Μουσείο του μεγάλου χρόνου.
Γνώρισα από κοντά το φόβο του θανάτου,
πολέμησα για πρώτη φορά
Εναντίον του Αρέτσο και της Πίζας, η Φλωρεντία ήταν
η μεγάλη νικήτρια.
Όταν πέθανε ο Φάλκο Παρτινάρι – ο πατέρας της
Βεατρίκης αρρώστησα εβδομάδες, φοβήθηκα μην πεθάνει κι η Βεατρίκη, μήπως πεθάνω κι εγώ, ευτυχώς με φρόντισε η μικρή μου αδερφή.
Η μεγάλη τραγωδία ολοκληρώθηκε όταν πέθανε τον ίδιο χρόνο κι η λατρευτή Βεατρίκη, το άνθος της πόλης.
Τότε ήταν που έγραψα στους άρχοντες της γης
Qnomod sedet sola civitas
Ιερεμίας –θρήνοι- Πως εκάθησε η Πόλις-.
Χάθηκε το φως- το κλάμα κι η θλίψη σκέπασαν την ψυχή μου, για αυτό έγραψα το τραγούδι.
Βαριά από τους στεναγμούς μου τυραννιέμαι
Όταν σκληρά στο νου μου σιγόκλαιω
Αυτό που την καρδιά μου έχει σκίσει.
Είναι  φορές που χάρο συλλογιέμαι
με τόσο στην καρδιά μου γλυκό πόθο,
που αλλάζει η όψη μου χρώμα κι κλίση
κι έτσι μου εμφανίζεται όλη η ζήση,
όταν ο πόνος  το μυαλό στριμώχνει,
ξαφνικά από την οδύνη αναπηδάω τόσο που πονάω.
Η ντροπή από τους ανθρώπους με διώχνει,
Ύστερα μόνος μιλάω στη Βεατρίκη-
Είσαι νεκρή στα αλήθεια!!!
Κι αυτή η κραυγή είναι η μόνη μου βοήθεια.
Η Βεατρίκη είναι πλάι μου, σε κάθε μου βήμα, ένας άγγελος που οδηγεί σε τόπο παραδείσιο
και μυστηριακό μιλώντας μια άγνωστη γλώσσα,
Την κοινή γλώσσα του Πανχρόνου.
Ένιωσα τέτοια ευδαιμονία-τόση μακαριότητα ώστε κατάλαβα πως η ζωή μας είναι μια παρωνυχίδα-

μια κουκίδα μέσα στο άνοιγμα. 
Θείε Δάντη πως ξεπεράσεις τον άδικο χαμό- τον πρόωρο θάνατο της Βεατρίκης ρώτησε ο πολύμορφος Οδυσσέας.
Κανένας και τίποτα δεν μπόρεσε να με παρηγορήσει,
μόνο ύστερα από καιρό άρχισα να διαβάζω βιβλία παρηγορητικά για τον έρωτα και τη φιλία,
όπως αυτό του Κικέρωνα προς το Λαϊλιο για να
τον παρηγορήσει, όταν πέθανε ο φίλος του ο Σκιπίωνας.
Η φιλοσοφία κι η ποίηση γιάτρεψαν την ψυχή μου,
Άρχισα να πηγαίνω εκεί που εμφανίζονται οι ποιητές
οι φιλόσοφοι- κι οι μοναχοί κάνοντας το μεγάλο ταξίδι προς τον Εαυτό μου και τους  Άλλους.
<Φύσις  κρύπτεσθε φιλεί>
απάντησε ο πολύτροπος Οδυσσέας , το άνοιγμα ανοίγει και κλείνει μαζί- είναι μια ατελεύτητη δημιουργία.
 Η περίφημη Donna gentile είναι μια αλληγορία της φιλοσοφίας απάντησε ο Δάντης, δείχνει κι κρύβει την ίδια στιγμή. Οι δομινικανοί μοναχοί της Σάντα Μαρία Νοβέλα έδειξαν το δρόμο όταν έφηβος ακόμα φοίτησα εκεί.
Η αρμονία της Λογικής κι της Πίστης
Αποκαλύπτεται μέσα από τη Θωμική φιλοσοφία.
Η μόνη φορά που αφέθηκε ο νους μου να σκεφτεί άλλη γυναίκα είναι η φιλοσοφία. Πόσο άδικα με κατηγόρησε
η Βεατρίκη πως την άφησα κι δόθηκα σε άλλη όταν
τη βρήκα ξανά στον κήπο του Παραδείσου-,
Στο πιο ψηλά σημείο του Καθαρτηρίου λίγο μετά το θάνατό της. Είναι εκπληκτικό πως γίνονται τα περάσματα
του ματαθανάτου συμπλήρωσε ο πολύωρων Οδυσσέας,
ένα συνεχές είναι εν τω γίγνεσθαι
Μια απίστευτη ραψωδία παρόντος.
 Η ποίηση κι η Φιλοσοφία είναι σαν τον έρωτα-
μια ωραία γυναίκα που όταν τη σκέφτεσαι- ζεις μαζί της
Αναπαύεσαι πραγματικά- είσαι ευτυχισμένος.
Donna gentile φώναξε δυνατά ο Δάντης κι οι Φλωρεντινοί που ήταν γύρω τρόμαξαν, κοίταξαν έκπληκτοι τον ποιητή.


Ζεις διαρκώς μεταξύ ύπνου και ξύπνου βλέποντας όνειρα,
 Η άνοδος των Μεδίκων τον 15ο αιώνα έγινε με την
Ανάπτυξη της βιομηχανίας μαλλιού.
Η δημοκρατία της Φλωρεντίας ήταν γεγονός
Αλλά ο Cosimo de Medici ανέπτυξε πελατειακές σχέσεις με τους πολίτες, για να ελέγχει από τα παρασκήνια την πόλη. Ο Lorenzo Medici 1469 ήταν αυτός που προστάτευσε τις τέχνες τον Μιχαήλ Άγγελο-
τον Λεονάρντο ντα Βίντσι – τον Μποτιτσέλι- τον Ραφαήλ.
Ο ίδιος έγραφε υπέροχη μουσική κι ήταν σπουδαίος μουσικός, δίνοντας κλειστές παραστάσεις.
Πολλές φορές βρίσκομαι σε μια μυστηριακή κατάσταση
Όπου εμφανίζεται η αγαπημένη μου Βεατρίκη ντυμένη
στα πορφυρά, μιλώντας μια γλώσσα ακατάληπτη
αλλά την καταλαβαίνω χωρίς την γνωρίζω,
αυτή με οδηγεί πέρα από το γνωστό κόσμο.
Όλα αυτά είναι τόσο αρχέγονα, ενέχουν τον διονυσιασμό, την έκσταση,  απομακρύνεσαι από την πίστη και
την θρησκεία κάνοντας παρέα με τους κολασμένους είπε χαμογελώντας ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Η πολιτική ιστορία της Φλωρεντίας  είναι τόσο έντονα επαναστατική, γεμάτη συγκρούσεις και πολέμους
 πώς να έμενα αμέτοχος είπε ο μέγας Δάντης.
Φαίνεται το καμπανίλε του Τζιότο φώναξε χαρούμενος
ο Καβαλκάντε, φθάσαμε στην Σάντα  Μαρία ντελ Φιόρε
το περίφημο Ντουόμο της Φλωρεντίας.
Οι πολύχρωμες μαρμάρινες πλάκες, πράσινες –ροζ – λευκές σε διαφορετικές αποχρώσεις είναι εκπληκτικές.
Σε γοτθικό στυλ είναι έργο του Αρνόλφο ντι Κάμπιο
και του Μπρουνελέσκι
Διέσχισαν έκπληκτοι την οδό Ρ. Οριόλο μπροστά από
το Ντουόμο, και το βλέμμα τους έπεσε στα δεξιά
της πρόσοψης, στις δεξιές κατά σειρά πόρτες,
ένας άγγελος έκανε με το δεξί χέρι μια απρεπή χειρονομία, κοιτάχτηκαν ξαφνιασμένοι- είναι δυνατόν τέτοια υποδοχή. 


Μπήκαν μέσα στην  Σάντα Μαρία ντελ Φιόρε κι αμέσως
αισθάνθηκαν την ιερότητα του ναού. Το πέρασμα από το εκτυφλωτικό φως στο σκοτάδι έκανε να μη μπορούν  να δουν για λίγο. Περίμεναν μέχρι να συνέλθουν νιώθοντας στο σώμα τους, τη νοτισμένη υγρασία της πόλης.  
Ύψωσαν το βλέμμα πάνω στον ουράνιο θόλο του Βαζάρι με τα εκπληκτικά οράματα του δημιουργού  κι έμειναν άφωνοι από το θέαμα. Κάτω στον σκοτεινό  Άδη,
οι αμετανόητες ψυχές δέχονταν κάθε είδους δοκιμασίες, υπομένοντας καρτερικά τον πόνο, τις φοβερές ωδίνες
Των αμαρτημάτων τους.
Ο Θάνατος στη Φλωρεντία δεν φοβίζει είπε χαμογελώντας
ο θεϊκός Δάντης. Γίνεται πιο εύκολος, πιο γλυκός
Γι αυτό κι αυτή η ανεξήγητη γαλήνη στα πρόσωπα
των πεθαμένων σαν να είναι κάτι εύκολο,
αν και οι πληγές υπάρχουν σε όλο τον κόσμο.
Πάμε να προσκυνήσουμε κι να ευχαριστήσουμε
την παναγία που μας αξίωσε να γυρίσουμε στην πατρίδα. Το -Ίδιο- θα κάνω αργότερα κι στον Αϊ Γιάννη,
έκανα τάμα πως εάν γυρίσω πίσω στην Φλωρεντία
θα πάω να προσκυνήσω κι να τον ευχαριστήσω
που με αξίωσε να  τον ξαναδώ από κοντά,
Τέτοια τύχη δεν την περίμενα, ήταν ανέλπιστη.  
Όλοι μαζί βγήκαν εντυπωσιασμένοι από τον καθεδρικό ναό, κάθισαν λίγο στις σκάλες να συνέλθουν από
τη συγκίνηση, τη μυσταγωγία, που ένιωσαν μέσα
στην φανταστική εκκλησία με τον ωραίο διάκοσμο.
Θα πάμε από το ποτάμι στην Πιάτσα ντελα Σινιορία
είπε ο Δάντης για να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα.
 Θα ακολουθήσουμε σιγά-σιγά τον παρόχθιο δρόμο
Λουγκάρνο Αρκιμπουζιέρι-βγάζει στις πολύμορφες στοές,
στους διαδρόμους του περίφημου Ουφίτσι.
Οι Άλλοι συμφώνησαν να ακολουθήσουν τον ποιητή
της Θείας Κωμωδίας, τον ποιητή του μεγάλου χρόνου.
Να κοιτάξτε – κοιτάξτε


ένα από τα θαύματα του κόσμου φώναξε συγκλονισμένος.
Πόσο μου έλειψε – πόσο μου έλειψε
-Αυτό – το αίσθημα της ολοκληρωτικής πληρότητας μόνο στη Φλωρεντία υπάρχει, πουθενά αλλού.
 Η πιάτσα φαίνεται υπερυψωμένη παρατήρησε έκπληκτος
ο Γκουίντο ο πιο μεγάλος εραστής της Σινιορίας. 
Το Παλάτσο Βέκιο, ο Ποσειδώνας με το σιντριβάνι,
Ο θεϊκός Ηρακλής πιάνει τον Κάνο.
Το μαύρο φύλλο συκής στη μισή γυναίκα άνθρωπο,
 στη μισή δένδρο δέσποζε προκλητικά.
Να κι η Ιουδίθ που κόβει το κεφάλι του Ολοφέρνη.
Βλέπετε  εδώ κάηκε ο Δομινικανός μοναχός, ο περίφημος
Τζιρολάμο Σαβοναρόλα το 1498 συνέχισε ο Γκουίντο. Ήταν ηγούμενος στη μονή  του Αγίου Μάρκου όταν κατηγόρησε τον πάπα Αλέξανδρο VI για διαφθορά και κατακεραύνωνε με τα κηρύγματά του το παρακμασμένο  καθεστώς των πανίσχυρων Μεδίκων.
Για αυτό τον απαγόρευσαν να μιλάει δημόσια,
Όταν παρενέβη  την απαγόρευση αφορίστηκε
κι τον συνέλαβαν χωρίς δεύτερη κουβέντα.
Τα κηρύγματά του στράφηκαν εναντίον του,
καταδικάστηκε σε θάνατο κι οι Φλωρεντινοί έκαψαν
στην πυρά τον μοναχό Σαβοναρόλα το 1498.
Μέχρι τότε η Φλωρεντία ήταν μια δημοκρατική Πόλη, κυβερνιόταν από εμπόρους κι μεγάλες τραπεζικές οικογένειες, επαγγελματίες και συντεχνίες.
Ο Δαυίδ του Μικελάντζελο πιο λευκός κι από το λευκό, γυαλίζει αστραφτερός από την υγρασία της Φλωρεντίας.
Οι Φλωρεντινοί πρόσθεσαν ένα επίχρυσο στεφάνι
στο κεφάλι, επιχρυσωμένο κορμό  και μια χάλκινη ζώνη για να κρύψει τη γύμνια του, παρατήρησε ο πολύτροπος Ευρύλοχος και κοίταξε με νόημα τους άλλους Εταίρους.
Το σύμβολο της Φλωρεντινής Δημοκρατίας φώναξε δυνατά ο μεγαλοπρεπής Γκουίντο για να ακούσουν όλοι.
Προοριζόταν για τον καθεδρικό ναό αλλά τελικά τοποθετήθηκε μπροστά στο Παλάτσο Βέκιο.

Τα λατομεία της Καράρρα είχαν στοιχειώσει από τον Μιχαήλ Άγγελο, έμενε εκεί συνέχεια μέχρι να βρει
το σωστό μάρμαρο για να δημιουργήσει τον Δαυίδ.
Μόλις είδε το ακατέργαστο κομμάτι αμέσως φαντάστηκε
το περίφημο έργο και το σχεδίασε με το μυαλό του.
Πίστευε πως υπήρχε μέσα του όπως η ψυχή στο σώμα του ανθρώπου, ότι αυτά ήταν ενιαία δεν ξεχώριζαν.
Αποθανάτισε το γεγονός όταν ο βιβλικός βασιλιάς Δαυίδ ετοιμάζεται να αναμετρηθεί με τον ανίκητο Γολιάθ,
σύμβολο δύναμης κι απίθανης ομορφιάς.
Επίτηδες άφησε στην κορυφή του κεφαλιού ένα αδούλευτο κομμάτι, για να φανερώνει την καταγωγή του.
Σαράντα άνδρες χρειάστηκαν τέσσερις μέρες να μεταφέρουν σε όρθια στάση  αιωρούμενο το άγαλμα
από το εργαστήριο, για να το στήσουν στην Πιάτσα ντελά Σινιορία, μπροστά στα Παλάτσο Βέκιο- το 1504.
Ο Δαυίδ λίγο πριν τη μάχη φαίνεται η αβεβαιότητα,
το γυρισμένο κεφάλι έδειχνε το δισταγμό μπρος
το Άγνωστο, ηρωικός με μια σφεντόνα στο χέρι.
Η δύναμή του βίαιη- εσωτερική- χάρη στα μεγάλα χέρια
Και τα πόδια, τις εύρωστες πλάτες κι το μεγάλο στέρνο έδειχναν  το μεγαλείο του πολεμιστή.
Η Πιάτσα ντελα Σινιορία ήταν το πολιτικό κέντρο
της Δημοκρατίας της Φλωρεντίας από όπου κυβερνιόταν
η ιστορική πόλη, το κέντρο της Τοσκάνης.
Το παλάτσο Βέκιο ήταν το Δημαρχείο με τον οδοντωτό πύργο που υψωνόταν σαν απόρθητο φρούριο.
Η τετράγωνη πλατεία είναι από κοινού με Ουφίτσι,
τη Λότζια ντελα Σινιορία –το παλάτσο Τριμπουνέλ
ντελα Μερσερία  η καρδιά της πόλης είπε περήφανος
 ο Γκουίντο κοιτάζοντας διερευνητικά τους Άλλους.
Η νέα Αθήνα φώναξαν δυνατά οι Εταίροι.
Δύο επίχρυσα λιοντάρια δέσποζαν στην είσοδο του κτιρίου. Αργότερα τοποθετήθηκε το μονόγραμμα
του Χριστού πάνω από το κείμενο.


Ο Ιησούς Χριστός ο βασιλιάς των βασιλέων
 και Κύριος των Κυρίων.
Μπαίνοντας μέσα διέσχισαν με συγκίνηση την πρώτη αυλή, μια κρήνη από πορφυρίτη δέσποζε στο κέντρο,
με υπέροχα ζωγραφισμένα λιοντάρια στην κορυφή
της λεκάνης. Με βήμα ταχύ ανέβηκαν την μεγαλειώδη σκάλα  του Βασάρι κι αντίκρισαν τις τεράστιες κολόνες
στη δεύτερη αυλή που στήριζαν το μεγάλο σαλόνι,
το Τσίνκουετσέντο.
Οι Μέντισι είναι η μεγαλύτερη οικογένεια της Ευρώπης είπε ο Καβακάλντε γεμάτος περηφάνια.
Σπουδαίοι Τραπεζίτες άρχισαν να κατακτούν την εξουσία με τον Κόσιμο Μέντισι, έναν πολύ έξυπνο άνθρωπο.
Ο μεγαλύτερος Δούκας της Φλωρεντίας αν κι οι απλοί πολίτες δεν έγιναν ποτέ μονάρχες για κάποιο λόγο,
κινούν τα νήματα από το παρασκήνιο.
Μαζί με άλλες φλωρεντινές οικογένειες, τραπεζίτες, εμπόρους συνέβαλαν στη δημιουργία της Ιταλικής Αναγέννησης, αυτού του εκπληκτικού θαύματος.
Μην ξεχνάμε τους Έλληνες, είναι παράλειψη.
Είπε παρεμβαίνοντας ο πολύτροπος Ευρύλοχος.
Ο μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος,
ο Γεώργιος Πλήθων Γεμιστός υπήρξε
ο ιδρυτής της Πλατωνικής Ακαδημίας της Φλωρεντίας. Νεοπλατωνικός επηρέασε όλη την Ιταλία.
Ο λόγιος Μανουήλ Χρυσολωράς δίδαξε τα Ελληνικά γράμματα σε πολλές πόλεις συμπλήρωσε ο πολύωρων Περίδης, ενώ ο Δημήτριος Χαλκοκονδύλης εξέδωσε μεταφρασμένο τον Όμηρο, την Οδύσσεια κι την Ιλιάδα.
Οι Εταίροι συγκλονίστηκαν  όταν άκουσαν την αναφορά στον Όμηρο, τον ποιητικό  τους γεννήτορα.
Μην ξεχνάτε τους Έλληνες της Βενετίας
 την Αδελφότητα του Αγίου Νικολάου συμπλήρωσε
ο πολύτροπος Οδυσσέας σχεδόν ενοχλημένος.
 Οι δυο πόλεις είναι σε διαρκή σχέση, επηρεάζουν η μια την Άλλη, με έναν περίεργο, αδιόρατο τρόπο.


Έπειτα είναι κι η Σύνοδος της Φλωρεντίας μονολόγησε θλιμμένα χωρίς να δώσει συνέχεια.
Ένας αριστοκράτης φλωρεντινός ο Τζιάκομο Πέτρι ανήγγειλε την έλευση των πολεμιστών του φωτός
στους επίσημους της Σινιορίας, που ήταν στην αίθουσα του Τσινκουετσέντο και περίμεναν από ώρα.
Ο θείος Δάντης ο μεγάλος εξόριστος της Φλωρεντίας
μαζί με τον πολυμήχανο Οδυσσέα κι τους πολύφημους συντρόφους μόλις έφθασαν, και ζητούν την άδεια
να σας συναντήσουν, ζητούν ακρόαση.
Όλοι μαζί οι ταξιδιώτες του μεγάλου χρόνου
πέρασαν μέσα κι έμειναν έκπληκτοι από το θέαμα,
τις απίστευτες τοιχογραφίες της αίθουσας.
Είχε ανατεθεί στον Λεονάρντο ντα Βίντσι να ζωγραφίσει στον ένα τοίχο την διάσημη μάχη του Αγκιάρι το 1505
και στον Μιχαήλ Άγγελο να κάνει στον απέναντι τοίχο
τη μάχη Κασκίνα στις 28 Ιουλίου το 1364 που έγινε
μεταξύ της Φλωρεντίας και της γειτονικής Πίζας.
Σε αυτήν νίκησαν οι γενναίοι Φλωρεντινοί,
συνέλαβαν 2000 Πιζάνους και σκότωσαν 1600.
Το έργο έμεινε στα σχέδια  ποτέ δεν ολοκληρώθηκε
γιατί ο Πάπας Τζούλιους ΙΙ ζήτησε από τον Μιχαήλ Άγγελο να ζωγραφίσει την Καπέλα Σιξτίνα στη Ρώμη.  
Τα σχέδια καρτούν απεικονίζουν πως οι φλωρεντινοί αιφνιδιάστηκαν από τους Πιζάνους στην αρχή της μάχης. Μια τρομπέτα προειδοποιεί τους στρατιώτες που βγαίνουν γυμνοί από τον  Άρνο ενώ απειλούνται από πυροβολισμούς, ένας στρατιώτης πέφτει κάτω νεκρός,
η γυμνή ανδρική μορφή κυριαρχεί στην σκηνή.
Αντίθετα ο Λεονάρντο στην άλλη τοιχογραφία ζωγράφισε τη μάχη της Σημαίας, τη μάχη πάνω σε μία γέφυρα όπου αντίπαλοι στρατιώτες με απίστευτη οργή, έντονα συναισθήματα κι δύναμη πολεμούν να πάρουν μια Εραλδική Σημαία- το Πρόττυτον – την ώρα που τέσσερις ιππείς πάνω σε μαινόμενα άλογα προσπαθούν το ίδιο.