ΝΙΚΟΣ ΚΟΛΕΣΗΣ
ΣΥΝΟΨΗ
Α΄ ΜΕΡΟΣ
…………………………….
ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΡΑΨΩΔΙΑ
ΑΛΩΣΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ
Β΄ ΜΕΡΟΣ
ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
ΡΩΜΑΪΚΗ ΡΑΨΩΔΙΑ
Ο ισόθεος Οδυσσέας και ο θεϊκός Αινείας αναγνώρισαν ο Ένας
στον Άλλον τα σημάδια των θνητών – Αθανάτων.
Φιλήθηκαν σταυρωτά κι έκλαψαν σαν μικρά παιδιά.
Από ότι βλέπω ακόμα περιπλανιέσαι μες τους αιώνες,
Δύστυχε τα πάθη σου τελειωμό δεν έχουν είπε ο Αινείας.
Ποιος λόγος σε έφερε στη Ρώμη
1
Δεν ξέρω εδώ θα μάθω απάντησε ο Οδυσσέας.
Όμως Φιλέταιρε βασιλιά μια παράδοση λεει πως όποιος θελήσει
Να μπει στη Ρώμη πρέπει πρώτα τα πει το λόγο, αλλιώς πρέπει
Να αναμετρηθεί μαζί μου, να πολεμήσει ή να παλέψει.
Προτιμώ την πάλη απάντησε ο πολυμήχανος Οδυσσέας
Μην κι από λάθος σκοτωθεί κανείς.
Όλη μέρα πάλευαν και κανείς δεν νικούσε- τότε όλοι
συμφώνησαν
Πως είναι ισοδύναμοι κι πως η ισοπαλία ήταν το πιο δίκαιο
αποτέλεσμα.
Έτσι άνοιξαν οι πόρτες της Ρώμης για τον πτολύπορθο Οδυσσέα
Και τους πολύμορφους συντρόφους..
Στην αγορά της Ρώμης αγόρευε ο Κικέρωνας ο αετός της Ρώμης.
Υποστήριζε την Ολιγαρχία λέγοντας πως ο Καίσαρας έχει τον
πρώτο
Και τον τελευταίο λόγο.
Το ερώτημα είναι τι κόσμο δημιουργούμε- -σε τι περιβάλλον
φτιάχνετε
ο νέος άνθρωπος απάντησε ένας Ρωμαίος πολίτης,
το Προλεταριάτο- η Πλέμπα – πρέπει να έχει λόγο για όσα συμβαίνουν στη Ρώμη. Οι οπαδοί του Γάλου
Γάκχου σφαγιάστηκαν,
έτσι η Σύγκλητος ανέλαβε την Εξουσία. Μην ξεχνάτε την
Δωδεκάδελτο.
Μόνο ο λαός κι οι Δήμαρχοι εξασφαλίζουν τη λαϊκή κυριαρχία.
Ο Αύγουστος ο Ηγεμών της RAX ROMANA υπερηφανευόταν
για τη μεγάλη του μνήμη κι ότι μπορούσε να συνθέτει
διαφορετικά προβλήματα. Όλοι μαζί οι Συγκλητικοί- οι Πατρίκιοι- κι οι άλλοι
Ρωμαίοι υποδέχτηκαν τους περιπλανώμενους Έλληνες,
τους ταξιδιώτες του
μεγάλου χρόνου.
Ισόθεε Οδυσσέα κι εσείς γενναίοι σύντροφοι
καλώς ήρθατε στην Αιώνια Πόλη.
Περνώντας την Prima Porta άλλαξε ριζικά η Μοίρα σας
Από εδώ και πέρα είστε υπό την προστασία του αυτοκράτορα της
Ρώμης.
Μεγάλε κι θείε Αύγουστε
Τα λόγια σου ηχούν σαν εξαίσια μουσική.
Όλοι οι δρόμου δείχνουν το δρόμο της Επιστροφής στην Ιθάκη,
Και όλοι τον αποτρέπουν απάντησε ο πολύμορφος Οδυσσέας.
Οι ρωμαίοι στρατηγοί κι ναύαρχοι μπορούν με ασφάλεια
Να σας οδηγήσουν εκεί.
Το μυθικό βασίλειο της Ιθάκης είναι μια ΤΡΙΤΗ ΗΠΕΙΡΟΣ
2
Βραχώδης άγονη κι με
κοιλάδες έχει πολλά ακρωτήρια κι
λιμάνια,
Οδηγείσαι εκεί μέσα από τα περάσματα του μεγάλου χρόνου.
Ήγγικεν ο έσχατος καιρός καθώς της Κίρκης το ορίζει η
προφητεία,
Ξαναγεννιέται από την αρχή ο Μέγας των Αιώνων κύκλος
Απάντησε ο θεϊκός Βιργίλιος –ο ποιητής του Έπους την
Αινειάδας.
Πρέπει να συμβουλευτούμε την Κυμαία Σίβυλλα.
Τότε ο Αύγουστος ζήτησε από τον Βιργίλιο να διηγηθεί την
ιστορία,
Όταν ο συνετός Αινείας έφθασε στην Καρχηδόνα.
ΔΙΔΩ- ΑΝΝΑ-ΑΙΝΕΙΑΣ –ΚΑΡΧΗΔΟΝΑ
Η Διδώ εξομολογήθηκε στην αδερφή της Άννα
πως ερωτεύτηκε τον
Αινεία, ο έρωτας πήρε τα λογικά της
ενώ ακόμα σκεφτόταν το νεκρό άνδρα της.
Φαίνεται πως είναι θέλημα θεών ότι ερωτεύτηκες το
αρχοντόπουλο
της Τροίας απάντησε η Άννα.
Μετά την ερωτική συνάντηση του Αινεία με τη Διδώ στη σπηλιά
–
Κατέφυγαν εκεί έπειτα από τρομερή καταιγίδα.
Ο Ερμής με εντολή του Δία πληροφόρησε τον Αινεία,
Πως το πεπρωμένο του ήταν να ιδρύσει ένα νέο κράτος,
Που θα κυριαρχούσε στην Οικουμένη.
Μόλις η Διδώ έμαθε τα νέα παρακάλεσε- ικέτεψε τον Αινεία να
μείνει,
Αλλά αυτός απάντησε ότι τον καλούσε το καθήκον κι ξεκίνησε
για την Ιταλία
Η Διδώ άρχισε να καταριέται τον Αινεία, μίλησε για τον
αιώνιο πόλεμο
Μεταξύ Ρωμαίων κι Καρχηδονίων, κι έστειλε τα πλοία της
Να καταδιώξουν τα πλοία των Τρώων.
Μετά από αυτό η δύσμοιρη η αδερφή μου είπε η Άννα
Ανέβηκε στην κορυφή της πυράς κι με το ξίφος
Που της είχε δώσει ο Αινείας έβαλε τέλος στη ζωή της.
Το έμπηξε με δύναμη βαθιά
στα σπλάχνα κι ξεψύχησε όρθια.
Ο πολύτροπος Οδυσσέας ερωτεύτηκε στην αίθουσα του Συμποσίου
Την καλλονή ρωμαία Ιουλία Πλαύτα.
Έγινε η ΚΑΘΑΡΣΗ του Οδυσσέα στα λουτρά του Καρακάλα.
Στο θέατρο του Πομπήιου παρακολούθησαν την ΗΛΕΚΤΡΑ
Από έναν Αθηναϊκό θίασο, ενώ στο Αμφιθέατρο των Φλάβιων
3
είδαν έκπληκτοι τη
σφαγή των Χριστιανών.
Θυσιάζονταν για τη νέα Πίστη που απλωνόταν στην
αυτοκρατορία.
Ο ίδιος ο αυτοκράτορας ο Νέρωνας επέβλεπε το πρόγραμμα
Κι φρόντιζε να περνάει καλά ο λαός της Ρώμης,
Προσέφερε στο λαό << άρτον και θεάματα>>
κι όλοι ήταν ευχαριστημένοι που είχαν έναν τέτοιο
αυτοκράτορα.
Παρακολούθησαν τις θηριομαχίες
Πως οι μονομάχοι
χαιρέτησαν τον αυτοκράτορα λέγοντας
ΧΑΙΡΕ ΚΑΙΣΑΡ
ΟΙ ΜΕΛΛΟΘΑΝΑΤΟΙ ΣΕ ΧΑΙΡΕΤΟΥΝ
κι τη μονομαχία μεταξύ του Ατρόμητου κι του Ιούλιου.
Στη σφαγή των Χριστιανών δεν άντεξε ο θεϊκός Οδυσσέας
Και προστάτευσε τους
δύστυχους ανθρώπους .
Βγήκε μπροστά- μπήκε
στην αρένα κι άρχισε οργισμένος
Να σκοτώνει τους Δήμιους μαζί με τους συντρόφους.
Όλος ο κόσμος σηκώθηκε όρθιος κι άρχισε να χειροκροτεί.
Ποιος είσαι εσύ ωραίε Ξένε
Που ελευθερώνεις χωρίς τη δική μου διαταγή
Τους άθλιους χριστιανούς ρώτησε ο Νέρωνας
Ο ΚΑΝΕΝΑΣ απάντησε ο πολύτροπος Οδυσσέας
Μιλάς σαν Έλληνας
Την ίδια απάντησε έδωσε ο πολυμήχανος Οδυσσέας
Στον κύκλωπα Πολύφημο όταν τον ρώτησε ποιος είναι.
Μάθε πολύφημε Νέρωνα
Πως είμαι ένας πολεμιστής του Πανχρόνου,
Μ’ έπιασε ιερή οργή όταν είδα πόσο άδικα σκοτώνονται οι
Χριστιανοί.
Σας δίνω λίγο χρόνο να σωθείτε επειδή είστε Έλληνες
Προς δόξα του Ρωμαϊκού λαού κι του κόσμου που είναι δικός
μου.
Χαίρε Καίσαρ
Οι τελευταίοι ελεύθεροι σε χαιρετούν.
Η ΦΩΤΙΑ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ
Ρωμαίοι κι Έλληνες ρωτούσαν έντρομοι ο ένας τον άλλον
4
Πως πήρε φωτιά η Ρώμη- ποιος ή ποιοι πυρπόλησαν την Αιώνια
Πόλη,
Και πως μπορούσαν να σβήσουν την πυρκαγιά.
Ο αέρας γέμισε καπνό κι οι πυροσβέστες έτρεχαν να σβήσουν τη
φωτιά.
Οι κάτοικοι άκουγαν ανήσυχοι τις φλόγες να επεκτείνονται
Κι έτρεχαν αλλόφρονες να σωθούν.
Το πύρινο ποτάμι αφάνιζε ότι έβρισκε μπροστά του.
Όλοι αναρωτιόνταν τι κάνει ο Νέρωνας
Κοίταζαν με αγωνία προς το παλάτι αλλά αυτός έλειπε στο
Άντιο.
Αυτόπτες μάρτυρες ανέφεραν πως είδαν στρατιώτες με
αναμμένους πυρσούς να βάζουν φωτιά στις φτωχογειτονιές της Ρώμης.
Στο μεταξύ ο Νέρωνας είχε επιστρέψει
Προχωρούσε μέσα στη φλεγόμενη πόλη φορώντας λευκή χλαμύδα,
Μαζί με τον Τιγκελίνο κατέστρωσαν λαμπρό σχέδια να σωθεί η
πόλη.
Μετά ο Νέρωνας πήγε
στους κήπους του Μαικήνα όπου περίμεναν
οι φίλοι του,
αυτοκρατορικά ντυμένος με την κιθάρα στα χέρια.
Τεράστιες φλόγες έζωναν την ανοχύρωτοι πόλη,
Μαύροι καπνοί σκέπασαν τον ουρανό στέλνοντας αγγελτήριο
θανάτου.
Ο Νέρωνας στο πιο ψηλά σκαλοπάτι του πύργου
Παρακολουθούσε εκστασιασμένος το θέαμα της φλεγόμενης Ρώμης.
Συγκλονισμένος άρχισε να απαγγέλλει τους στίχους
που θα έμεναν στους αιώνες.
Ο Απόλλωνας αυτός με καθοδηγεί είπε – δίνει θεία έμπνευση
Μέσα σε έκσταση θα σας τραγουδήσω την πυρπόληση της Τροίας.
Ξαφνικά άρχισε να φυσάει δυνατός αέρας κι άλλαξε την πορεία
της φωτιάς, αυτό έσωσε τη Ρώμη- έγινε θαύμα φώναζαν οι
Ρωμαίοι.
Ποιοι έβαλαν τη φωτιά, κατηγόρησαν τους Εβραίους
κι αυτοί με τη σειρά
τους –τους Χριστιανούς.
Ο Νέρωνας διέταξε πως όποιοι δήλωναν χριστιανοί
Να φυλακίζονται αμέσως – γέμισαν οι φυλακές ανθρώπους.
Ο Θεός είναι μεγάλος- αδελφοί έχετε πίστη
Μόνο αυτή θα μας σώσει- κάντε κουράγιο – υπομονή
Έλεγε ο Πέτρος στους πιστούς χριστιανούς.
Οι Πραιτοριανοί έκαναν ένα κύκλο γύρω του κι άρχισαν
να τον κτυπούν αλύπητα. Αυτός με περισσή αγάπη έλεγε
Φιλεύσπλαχνε πατέρα- συγχώρεσε τους αμαρτωλούς
Δεν ξέρουν τι κάνουν- το μαστίγιο ξεσχίζει τις σάρκες μου
5
Κι εγώ δεν νιώθω κανέναν πόνο.
Το αίμα τρέχει ποτάμι κι όμως είμαι ευτυχισμένος.
Βλέποντας οι άλλοι χριστιανοί το μεγαλείο του Πέτρου
Έπαιρναν θάρρος και δεν το έβαζαν κάτω.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΝΕΡΩΝΑ
Ο Γάλβας έκανε τη μεγάλη κίνηση- προσχώρησε στους
Επαναστάτες
Και βάδιζε εναντίον της Ρώμης.
Αργά έρχεται το Μοιραίο τέλος είπε ο Νέρωνας
Αγαπημένε μου Σπόρε φέρε το χρυσό κουτί -είναι στη
βιβλιοθήκη.
Ο αυτοκράτορας κι η ακολουθία του σε θριαμβική πομπή
Προχώρησαν στο χρυσό παλάτι.
Τιγκελίνο έφθασε η ώρα των μεγάλων αποφάσεων- τι λες να
κάνουμε.
Οι Πραιτοριανοί είναι έτοιμοι να εκτελέσουν τους αντιπάλους σου.
Ο αδερφός δεν πρέπει να πεθαίνει από αδερφό
Πρέπει να βρούμε μια άλλη λύση απάντησε ο Νέρωνας.
Βασιλιά μου δεν υπάρχει άλλος τρόπος
Οι αντίπαλοί σου θέλουν να σε πιάσουν ζωντανό
Κι να σε διαπομπεύουν μπροστά σε όλη τη Ρώμη.
<< είναι τόσο δύσκολο να πεθάνει κανείς;>>
Βιργίλιος
Ο Νέρωνας κηρύχτηκε εχθρός της Ρώμης
Γι αυτό καταδικάστηκε σε θάνατο
Τελευταία ελπίδα έμεινε ένα καράβι στην Όστια
Να τον φυγαδεύσουν στην Αίγυπτο.
Όλοι μ’ εγκατέλειψαν μόλις είδαν τα δύσκολα
Κανείς δεν έμεινε κοντά μου.
Αγαπημένε μου αυτοκράτορα είμαι εδώ
Και θέλω να πεθάνω μαζί σου.
Ο Νέρωνας- ο Σπόρος-κι
ο Επαφρόδιτος έφυγαν έφιπποι
με συνοδεία δούλων για τη βίλα του απελεύθερου.
Μόλις μπήκαν μέσα ο Νέρωνας ζήτησε τη βοήθεια του
Επαφρόδιτου
Καλέ μου φίλε
Θέλω να με βοηθήσεις να μπήξουμε αυτό το μαχαίρι στο λαιμό
μου.
Θεϊκέ Νέρωνα
Πόσο άδοξα ήρθε το τέλος
6
Να θέλεις να πεθάνεις μ’ αυτό τον τρόπο,
Εσύ ένας σπουδαίος αυτοκράτορας
Να το αίμα πετάγεται ποτάμι από το λαιμό σου.
Τι κρίμα πόσα άδικα χάνεται ένας τόσο μεγάλος καλλιτέχνης
Απάντησε ο Νέρωνας.
Περίμενε άσε να κλείσω την πληγή σου μ’ αυτό το μαντήλι.
Άκουω βήματα στρατιωτών – πλησιάζουν απειλητικοί
Λες κι είναι τύμπανα θανάτου φώναξε ο Σπόρος
ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΣ
Μη φοβάσαι Νέρωνα – δεν υπάρχει λόγος
Η διαταγή είναι σαφής – να μείνεις ζωντανός
Πολύ αργά εκατόνταρχε
Πολύ αργά απάντησε ο Νέρωνας
Τα μάτια του γύρισαν ανάποδα χάνοντας τις αισθήσεις
Ύστερα πέθανε κι οι
στρατιώτες έριξαν πάνω του
Έναν κόκκινο μανδύα.
Πέθανε σαν αυτοκράτορας
όπως ο Ιούλιος Καίσαρας
Πέθανε σαν ήρωας τραγωδίας
Ο απόλυτος μονάρχης μόλις τριάντα δύο χρονών.
Είχε πάθος με τις τέχνες και τα γράμματα
Αρρωστημένο μυαλό κι εγκληματίας.
Μερικοί είπαν πως ο Νέρωνας διέφυγε στην Παρθία.
Έκτοτε πληθαίνουν οι Κιθαρωδοί στην Ανατολή
Που έχουν μια μεγάλη ουλή στο λαιμό,
Ολόιδια με αυτή του Νέρωνα που ψεύτικα αυτοκτόνησε.
Αυτή είναι η μεγάλη δημοκρατία του Πανχρόνου
Αυτή είναι η Ιστορία.
7
ΠΕΡΑΣΜΑ
ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΟΥ
ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΡΑΨΩΔΙΑ
AΛΩΣΗ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ
Β΄ ΜΕΡΟΣ
Άρχισε η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης
Φώναζαν οι Τούρκοι φανατισμένα κάνοντας γιουρούσι.
Συνοδεύονταν από νακαράδες και νταούλια βρίζοντας χυδαία.
Οι πιο πολλοί έπεφταν νεκροί πριν φθάσουν στα τείχη.
Η πόλη θα αλωθεί από εμένα- το Χαντίθ- έλεγε πως
θα πέσει η Κωνσταντινούπολη.
-Το χρονικό της Άλωσης-
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος διέταξε να ετοιμάσουν το παλάτι
Να υποδεχτούν τους πολεμιστές του φωτός.
Ο τελευταίος αυτοκράτορας περίμενε μεγαλοπρεπής στην αίθουσα
του -Τρικόγχου-. Χαίρομαι κι λυπάμαι μαζί που σας συναντάω κάτω από αυτές τις
συνθήκες είπε στον πολύμορφο Οδυσσέα.
Θεϊκέ βασιλιά εσύ που μεταμορφώνεσαι κι γίνεσαι ένας Άλλος
Μίλησέ μας για το Τέλος του τέλους.
Δεν υπάρχει τέλος- χάνεται στο Ατελεύτητο,
Είμαστε παίκτες κι παίγνια ενός παιχνιδιού που μας παίζει
Απάντησε ο πολύτροπος Οδυσσέας.
Πες μας τότε για την τύχη της Κωνσταντινούπολης,
Το τέλος του τέλους άρχισε πολύ πριν βασιλιά μου
Είναι αργά – πολύ αργά.
Μετά τη συζήτηση όλοι μαζί πήγαν προς την Αγία Σοφία
Θεϊκές ψαλμωδίες ακούγονταν από το ναό,
Οι κάτοικοι προσεύχονταν για τη σωτηρία της
βασιλεύουσας.
Η εκκλησία ήταν πάμφωτη- πρώτος ο Πατριάρχης Γεννάδιος
8
Άρχισε να ψέλνει τον Ακάθιστο Ύμνο.
Τη υπερμάχω στρατηγό τα νικητήρια …………………..
Η πόλη είναι έτοιμη να πέσει σαν ώριμο φρούτο είπε ο Μωάμεθ,
Πρέπει να προλάβουμε τον Πάπα κι τους σταυροφόρους.
Ένα πράγμα σκέφτομαι- πως θα κατακτήσω την πόλη.
Ο νεαρός Παντισάχ έκανε βόλτες στη σκηνή κατακόκκινος από το
θυμό,
Ήρθαν οι Τούρκοι από τα βάθη της Ανατολής να κυριεύσουν την
πόλη.
Οι στρατιώτες του Ισλάμ ορκίστηκαν πως θα πεθάνουν για αυτό.
Οι γενίτσαροι-οι αζάπηδες – οι σπαχήδες ήταν έτοιμοι
να δώσουν τη ζωή τους
για να πάνε στον παράδεισο.
Ο τουρκικός στόλος αρμένιζε στο Βόσπορο σφίγγοντας την
πολιορκία.
Ο αυτοκράτορας περπατούσε πάνω στα τείχη.
Είχε ωραίο παράστημα κι μαλλιά λίγο ασπρισμένα,
Δίπλα του ο Φρατζής ο μεγάλος Λογοθέτης, ο γενοβέζος
Ιουστινιάνης,
Ο μεγάλος δούκας Λουκάς Νοταράς, ο βενετός βάιλος Μιννότο
Κι η ανακτορική ακολουθία.
Η διακήρυξη της -Ένωσης- σήμαινε τη σωτηρία της πόλης είπαν
κάποιοι.
Διαφωνώ ανοικτά στην -Ένωση- απάντησε ο Λουκάς Νοταράς
Καλύτερα να δω τουρκικό σαρίκι στην Κωνσταντινούπολη
Παρά παπική Τιάρα.
Αδέρφια λογικευτείτε είπε ο Κωνσταντίνος – υπάρχει χρόνος
ακόμη.
Τα τείχη είναι απόρθητα- η πόλη μια φορά υποτάχτηκε στους
Λατίνους,
Επειδή ήρθαν από τη θάλασσα λέγοντας πως είναι φίλοι.
Όταν ο Μεχμέτ ζήτησε συνθηκολόγηση αλλά ο βασιλιάς αρνήθηκε.
Ο αυτοκρατορικός αετός κυμάτιζε πάνω στα τείχη,
Οι Οθωμανοί κατά μυριάδες στρατοπέδευσαν κοντά στα τείχη.
Ο Σουλτάνος πάνω στη χιονάτη φοράδα του ακολουθούσε το δρόμο
Του πεπρωμένου. Τα τείχη αυτά δεν είναι απάτητα
κι ας άντεξαν χίλια χρόνια είπε στο Συμβούλιο.
Όρθιοι περίμεναν ο μεγάλος βεζίρης Τζανταρλί Χαλίλ
Ο αρχηγός αυτών που ήθελαν την Ειρήνη.
Ο λυγερόκορμος αγάς των γενιτσάρων Μουσταφά Μπέης ,
Ο Μπαλτάογλου, ο Σαρατζάς πασάς , ο δάσκαλός του Άκ
Σεμσεντίν
Κι πολλοί άλλοι αξιωματούχοι.
9
Η Κωνσταντινούπολη ανθίσταται γενναία- οι κάτοικοί αγαπούν
την πόλη
Παίρνουν κουράγιο από το θεό τους είπε ο Μεχμέτ μόλις μπήκε
στη σκηνή κάνοντας νόημα να καθίσουν.
Το φρούρια αυτό πρέπει να κατακτηθεί- πολύχρονο αγκάθι
στέκεται ελεύθερο μπρος το κράτος των Οθωμανών.
Η Κωνσταντινούπολη είναι το λουλούδι της ανατολής με ωραία
παλάτια,
Κι πλούτη αμύθητα, έχει όμως και τείχη απάτητα,
Οι απώλειες είναι μεγάλες κι δεν ξέρουμε πόσο ακόμη
Θα κρατήσει η Πολιόρκία απάντησε ο Χαλίλ Πασάς.
Η Κωνσταντινούπολη θα αλωθεί- Αυτό- λεει το –Χαντίθ-
του προφήτη
Συμπλήρωσε ο Άκ Σεμσεντίν.
Ο Πάπας με τους βενετούς μετά την Ένωση των δύο εκκλήσιών
Ετοιμάζουν σταυροφορία για να σώσουν την πόλη,.
Σουλτάνε είναι η κατάλληλη στιγμή να γίνει η- Συμφωνία-
με τους πολιορκημένους απάντησε ο Χαλίλ Πασάς.
Ειρήνη- Ειρήνη
Συμπλήρωσαν μερικοί Σύμβουλοι
Πόλεμος – Πόλεμος
Απάντησαν οι υπόλοιποι.
Ο πολύχρονος πόλεμος αδυνατίζει την αυτοκρατορία συνέχισε
ο Χαλίλ Πασάς, ότι δημιουργήσαμε κινδυνεύει να καταστραφεί.
ΜΩΑΜΕΘ
Η πολιορκία συνεχίζεται έως ότου αλωθεί η πόλη,
Οι γιοι του Οσμάν δεν θα σταματήσουν μπροστά στα τείχη της
πόλης.
Οι πολεμιστές του Ευαγγελίου κι οι πολεμιστές του Κορανίου
Σφάζονταν ανελέητα- τέτοιο μακελειό δεν ξανάγινε,
Η αποθέωση του πολέμου σε όλο το μεγαλείο.
Ο πολυμήχανος Οδυσσέας είπε συγκλονισμένος
Οι Έλληνες σκοτώνονται μπροστά στα μάτια μας,
Εμπρός γενναίοι μου δείξτε ποια είναι η Αθάνατη Ελληνική
ψυχή.
Μοίραζε τους άνδρες του στις διάφορες πύλες,
Κι αυτός έμεινε στην πύλη του Αγίου Ρωμανού με τον
Κωνσταντίνο,
Τον Ιουστινιάνη κι τους άλλους.
10
Ο Σουλτάνος διέταξε να κινήσει ο στόλος κατά του Κεράτιου
κόλπου,
Τα χριστιανικά πλοία ήταν μέσα στον κόλπο.
Η θάλασσα του Μαρμαρά γέμισε τουρκικά πλοία
Πολεμιστές του Ισλάμ κατατροπώστε τους Απίστους.
Ταράχτηκε ολόκληρος
μόλις είδε την Ωραία Ελένη
Έχεις την ομορφιά της Ανατολής κι της Δύσης μαζί.
Πολύτλα Οδυσσέα είναι παράλογο αυτό που κάνω.
Η ψυχή μου ανέβηκε στα χείλη, ζούμε το απόλυτο του έρωτα
Και του θανάτου, περιμένουμε να πεθάνουμε ζώντας το μεγάλο
έρωτα.
Είσαι η ενσάρκωση του απόλυτου θηλυκού
Μια από της μεταμορφώσεις της Ωραίας Ελένης.
Μετά την Άλωση της Τροίας επανέρχεσαι ως -Άλλη-.
Το αεράκι του Βοσπόρου χαϊδεύει απαλά τα πρόσωπα.
Αυτή η Νύχτα είναι η τελευταία.
Οι Δερβίσηδες έστησαν το χορό του θανάτου μπροστά
Στα τείχη βασιλεύουσας,
Ενώ οι Χριστιανοί προσεύχονταν σιωπηλά πάνω στο κάστρο.
Η προφητεία έλεγε πως έπειτα από χίλια χρόνια
Ένας μοναχός θα τηγάνιζε κόκκινα ψάρια
Που από μόνα τους θα έβγαιναν από τη λίμνη,
Κι θα έπεφταν στο τηγάνι.
Οι γενίτσαροι πρώτοι – πρώτοι έκαναν το άλμα του θανάτου
Πάνω στα τείχη της Κωνσταντινούπολης φωνάζοντας
Αλαχού Άκμπαρ- Αλαχού Ακμπαρ.
Γύρω από την πύλη του Αγίου Ρωμανού παίχτηκε ένα
από τα μεγαλύτερα δράματα της Ιστορίας
Χέρια – πόδια – κεφάλια θερίζονταν σαν στάχυα.
Οι κοιλιές ξεκοιλιάζονταν και τα έντερα πετάγονταν έξω
Ενώ το αίμα πηδούσε σαν πίδακας.
Οι πολεμιστές του Ισλάμ κρέμονταν σαν σταφύλια πάνω στα
τείχη.
Πόσο ακόμα θα αντέξουμε φώναξε ο Ιουστινιάνης
Κουραστήκαμε να σκοτώνουμε τούρκους.
11
Οι εραστές της Κωνσταντινούπολης πήγαν στο παλατάκι
Δίπλα στο Μαρμαρά, το φως φώτιζε το πρόσωπο της Ωραίας
Ελένης
με τα χρώματα της Πόλης.
Σ’ ερωτεύτηκα με την πρώτη ματιά είπε η θεϊκή Ελένη,
Ζω κι αναπνέω μόνο για σένα.
Ένα ανείπωτο πάθος κυριεύει την ψυχή μου όταν είμαι κοντά
σου
Είπε ο πολύτροπος Οδυσσέας, είσαι υπέροχη με τα ξανθιά
μαλλιά
Και τα φλογερά μάτια.
Μ’ αγαπάς ρώτησε η Ελένη- ο θάνατος παραμονεύει γύρω μας
Η πολιορκία είναι δίχως τέλος
Υπέροχη Ελένη η στιγμή αυτή θέλω να κρατήσει μια αιωνιότητα
Απάντησε ο μυθικός Οδυσσέας.
Αργά το πρωί ο πολεμιστής της φωτιάς ξεκίνησε για την πύλη
Του Αγίου Ρωμανού όπου πολεμούσαν οι άλλοι Έλληνες.
Οι Ενωτικοί με τον Παλαιολόγο θέλουν να παραδώσουν την πόλη
στον Πάπα. Εμείς θέλουμε συνεργασία με τον νεαρό Παντισάχ
για να σώσουμε την Ορθοδοξία και την αυτοκρατορία
είπε ο δούκας Λουκάς Νοταράς.
Ποτέ δεν υπήρξε άνθρωπος πιο μόνος από τον Παλαιολόγο
Ήταν ελεύθερος έχοντας προοπτική το θάνατο.
Ο Μωάμεθ ήταν πιο μόνος κι από τους μόνους
Οι αντίπαλοί του θα τον κατασπάραζαν εάν δεν έπαιρνε την
πόλη.
Ο Κωνσταντίνος
Παλαιολόγος πολεμούσε σαν λιοντάρι
Στο πρόσωπό του ζούσαν όλοι οι αυτοκράτορες μαζί.
Όταν τραυματίστηκε ο Ιουστινιάνης εγκατέλειψε τη μάχη,
Το ίδιο συμβούλεψε
στον Κωνσταντίνο αλλά αυτός αρνήθηκε.
Ξαφνικά ένας ψίθυρος άρχισε να ακούγεται από στόμα σε στόμα
Όσοι τον άκουγαν τους κόβονταν η αναπνοή – τα πόδια.
Ύστερα οι Έλληνες άρχισαν να το λένε πιο δυνατά.
Το άκουσαν οι Τούρκοι και το έκαναν μυριόστομη κραυγή
Εάλω η Πόλις
Εάλω η Πόλις
Οι ψυχές των Ελλήνων πετάχτηκαν έξω από το στόμα
12
Μεγαλοδύναμε Κύριε δέξου την προσευχή μας- συγχώρεσέ μας.
Η μεγάλη φυγή είχε αρχίσει, ούτε ο Κωνσταντίνος μπορούσε
να σταματήσει τον κόσμο. Μάταια φώναζε- σταματήστε
μείνετε στις θέσεις σας, δεν έπεσε η Πόλη.
Εάλω η Πόλις- Εάλω η Πόλις απαντούσαν αυτοί.
Ο τελευταίος Έλληνας αυτοκράτορας πολεμούσε μόνος
<<ουκ εστί τις των χριστιανών του λαβειν την κεφαλήν
εμού>>.
Κατέβηκε από το άλογο, θεϊκά ωραίος με την ασπίδα στο ένα
χέρι
κι το γυμνό σπαθί στο άλλο πολεμούσε στην πύλη το Αγίου
Ρωμανού
κοιτώντας κατάματα το θάνατο.
Σκότωσε αμέτρητους Τούρκους αλλά ήταν ολομόναχος,
Από πίσω τον βρήκε μια γερή σπαθιά- ύστερα μια άλλη- μια
άλλη κι
έπεσε νεκρός ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο μαρμαρωμένος
βασιλιάς
Αιώνιος ο θρήνος- πέθανε ο τελευταίος αυτοκράτορας
Εάλω η Πόλη
Εάλω
Οι Τούρκοι πάτησαν τη βασιλεύουσα,
χιλιάδες τα πτώματα κείτονταν πεταμένα- το αίμα έτρεχε
ποτάμι.
Φρίξον ήλιε- Φρίξον ήλιε
Συνοικίες ολόκληρες καίγονταν τρεις μέρες,
Τα καράβια έφευγαν φορτωμένα με αμέτρητο κόσμο κι χρυσάφι,
Έκλαιγαν οι μάνες κι τα παιδιά, οι Έλληνες πλήρωσαν με τη
ζωή τους.
Σπαρακτικά ακούγονταν τα ουρλιαχτά των γυναικών που
βιάζονταν
Μέσα στα σπίτια από τους Τούρκους, παντού υπήρχαν σώματα
πεταμένα
Κάθε Τούρκος στρατιώτης έπιανε όποιο σπίτι ήθελε κι το έκανε
δικό του.
Όσοι σώθηκαν από τις σφαγές πουλήθηκαν ως δούλοι
Στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής.
Ο Μωάμεθ ο Πορθητής μπήκε
από την πύλη του Αγίου Ρωμανού,
Καβάλα σε χιονόλευκο άλογο, τόσο ευτυχής λες κι περνούσε την
πύλη του παραδείσου. Προχωρούσε ανάμεσα
από χιλιάδες πτώματα,
ερειπωμένα σπίτια ακολουθώντας το δρόμο προς την Αγία Σοφία.
Μπροστά πήγαιναν οι γενίτσαροι, ακολουθούσαν οι βεζίρηδες
Οι πασάδες οι σατράπηδες , γύρω του η προσωπική φρουρά
άνοιγε το δρόμο να περάσει, ήταν η αποθέωση ενός αυτοκράτορα.
Όταν μπήκε μέσα στην
Αγία Σοφία έμεινε άφωνος
13
Είπε πως δεν ξαναχτίστηκε τέτοιος ναός από ανθρώπινο χέρι,
Κι αφιέρωσε την εκκλησία στον ένα κι μοναδικό θεό του Ισλάμ.
Έπειτα όλοι μαζί στράφηκαν προς την Ανατολή κι προσευχήθηκαν
Στον Αλλάχ με τα γόνατα καταγής ακουμπώντας το μέτωπο
Στο πάτωμα της εκκλησίας του Θεού.
Μετά φώναξε ο Μεχμέτ- κάντε γρήγορα πρέπει να διοικήσουμε
την πόλη
Τι απέγινε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος- οι άρχοντες της
πόλης,
Λίγο πιο πέρα περίμενε ο μεγάλος δούκας Λουκάς Νοταράς
με μερικούς άρχοντες,
Σουλτάνε μου
Υποβάλλουμε τα σέβη μας κι προσκυνούμε
Πάντα δούλος σου είπε ο Λουκάς Νοταράς
Γιατί δεν παραδώσατε την πόλη κι αφήσατε να χυθεί άδικα τόσο
αίμα.
Ο αυτοκράτορας υπέγραψε την Ένωση- πρόδωσε την Ορθοδοξία
Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα απάντησε ο Νοταράς.
Που είναι ο βασιλιάς γιατί δεν είστε μαζί του.
Το κόμμα της Ειρήνης με τον Τζανταρλή Χαλίλ Πασά
βοήθησε τους
Ενωτικούς κι τον αυτοκράτορα,
Αυτοί ήθελαν Συμβιβασμό.
Οι Τσαούσηδες να βρουν αμέσως το μεγάλο Βαζίρη
Κι να παρουσιαστεί μπροστά μου.
Το κεφάλι του Κωνσταντίνου για μέρες ήταν πάνω στη στήλη
του Κωνσταντίνου. Τον αναγνώρισαν από τα άλλα πτώματα
από τα χρυσά –Τζαγία- που φορούσε.
Όταν μαζεύτηκαν οι Έλληνες αριστοκράτες στη μεγάλη Πλατεία,
Οι Δήμιου τους πήραν τα κεφάλια με διαταγή του Σουλτάνου.
Το ίδιο αποκεφάλισε τον Νοταρά κι τους γιους του
τους άφησε να διαλέξουν με ποιο τρόπο ήθελαν να πεθάνουν.
Ο πολυμήχανος Οδυσσέας δεν άντεξε άλλο τέτοια φρίκη
Κι πετάχτηκε σαν αίλουρος μπρος στον Σουλτάνο,
παίρνοντας τη μορφή του θανάτου, ενώ για τους γύρω φαινόταν
πως ήταν ένας θεϊκός Έλληνας ιππότης,
Για τον Μωάμεθ είχε τη μορφή αγγέλου του θανάτου.
Ο μεγάλος κατακτητής γονάτισε κι άρχισε να παρακαλάει
Να τον αφήσει να ζήσει λίγο ακόμη.
14
Πως θα αφήσω όλο αυτό το μεγαλείο είπε.
Μεγάλε Πορθητή
Ο κάθε άνθρωπος είναι μια ιερή οντότητα
Κι όχι κάτι άψυχο χωρίς αξία.
Δεν μπορείς να εξαλείψεις αιώνες ιστορίας κι πολιτισμού,
Δεν μπορείς να ξεγράψεις την Ορθοδοξία.
Μια αόρατη δύναμη κρατούσε ακίνητους τους Οθωμανούς
Δεν μπορούσαν να κουνήσουν τα χέρια – τα πόδια,
Αντιλαμβάνονταν όμως τι γίνεται.
Μόνο με μια κίνηση του χεριού σου μπορείς να πάρεις χιλιάδες
κεφάλια
Κανείς στην ιστορία δεν είχε τέτοια εξουσία πάνω στην
Ανθρώπινη Ζωή.
Ο χρόνος έχει γυρίσματα- μπορεί να χάσεις κι το δικό σου
κεφάλι.
Κανένας δεν μπορεί να μου πει- τι να κάνω- απάντησε ο
Σουλτάνος.
Άνθρωπος είμαι μια μέρα θα πεθάνω- εσύ ποιος είσαι.
Είμαι ο πολυμήχανος Οδυσσέας ο βασιλιάς της Ιθάκης
Μαζί με τους συντρόφους μου ζούμε μέσα στο άνοιγμα,
Ατρόμητοι πολεμιστές του φωτός παραμένουμε- Ίδιοι-
κάνοντας το ταξίδι της Αιώνιας Επιστροφής
Μέσα στη σκουληκότρυπα του μεγάλου χρόνου.
Τότε μπορείς να με καταλάβεις μεγάλε βασιλιά,
Έχω διαβάσει κι έχω ακούσει για Σένα.
Έζησες την Άλωση της Βασιλεύουσας κι ξέρεις τι τράβηξα
Κινδύνεψε η ζωή μου.
Όσο υπάρχουν άνθρωποι πρέπει να τους σέβεσαι
Απάντησε ο συνετός Οδυσσέας κι απεχώρησε με τους συντρόφους
Χωρίς κανείς να κάνει κάτι. Ο Σουλτάνος θα έκανε το δικό
του.
Οι πολεμιστές του φωτός νύχτα έφυγαν από την
Κωνσταντινούπολη
Κλαίγοντας με μαύρο δάκρυ. Άφησαν πίσω την πόλη των πόλεων
στα σκοτάδια της Τυραννίας.
Η Ιθάκη έφυγε χωρίς να τη δει κανείς, ένα πυκνό σύννεφο
σκέπασε
το μυθικό καράβι.
Ο πολύμορφος Οδυσσέας ήταν συγκλονισμένος
Που δεν μπόρεσε να δει για τελευταία φορά την Ωραία Ελένη.
Η Ιθάκη αρμένιζε περήφανη για το -Άλλο- Βυζάντιο
Τη γαληνότατη δημοκρατία της Βενετίας.
15
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥ ΤΟΥ ΟΣΜΑΝ
Ο Σουλτάνος Μωάμεθ χαν γαζή
Γιος του Σουλτάνου Μουράτ χαν γαζί
Είκοσι χρονών κυρίευσε την Κωνσταντινούπολη
Και πέθανε σαράντα εννέα.
Λαλά εδώ χρειάζεται ένα φρούριο είπε ο Μεχμέτ
Σουλτάνε μου σύντομα θα κτιστεί όπως προστάξεις
Απάντησε ο Χαλίλ Πασάς –
Πάσκεσεν- θα ονομαστεί
κι θα το κάνω με δικά μου έξοδα.
Σκότωσαν τον Χαλίλ Πασά
Σκότωσαν τον Χαλίλ Πασά
Όλοι οι αντίπαλοι της Ειρήνης ζήτησαν από το νεαρό Παντισάχ
Το κεφάλι του μεγάλου Βεζίρη τώρα που έπεσε η πόλη.
Αλώθηκε η χιλιόχρονη πόλη- η αγαπημένη Κωνσταντινούπολη
Το μόνο που περιμένω είναι ο Δήμιος, μόνο οι γλάροι
ακούγονται
κι οι νυχτερίδες που κράζουν το επερχόμενο Μοιραίο.
Ο Μεχμέτ τρελαινόταν για την Κωνσταντινούπολη
Ζαλιζόταν από έρωτα γι αυτήν.
Σαράντα μέρες στο κελί του πύργου που έκτισα ο ίδιος
Έκαναν να βλέπω διαφορετικά τον πόλεμο.
Το – Πάσκεσεν- απλώνεται βουβό κατά μήκος του Βοσπόρου
Εάλω η Πόλη
Εάλω
Το μόνο που θέλω είναι να δω από μακριά την αγαπημένη μου
Πόλη.
Για αυτήν έχασα τα πάντα, την περιουσία, το σπίτι, το
παρελθόν
Το λόγο της ύπαρξής μου.
Είμαι έτοιμος να δεχτώ το τσεκούρι του Δήμιου.
Πέθανε ο Τζανταρλή Χαλίλ Πασάς χωρίς να πει κουβέντα
Πέθανε όπως αρμόζει σε ένα γενναίο.
16
Ο Σουλτάνος απεβίωσε σαράντα εννιά χρονών
Από το δηλητήριο που του έδινε ο γιατρός του ο Γιακούμπ.
Τον πλήρωσαν οι βενετοί με πολλά χρυσά δουκάτα
Πέθανε μια μέρα του Μάη σαν αυτή που κυρίευσε την Πόλη.
Οι Δερβίσηδες χόρευαν κυκλικά με τη μουσική του ντεφιού
κι των κρουστών. Πρώτα σήκωναν το κεφάλι αριστερά
κι το κατέβαζαν βίαια στο μέρος της καρδιάς, Το κενό-
το άπειρο του κόσμου, όντας μέρος της Αιωνιότητας
απόσπασμα κι όλο. -
ΤΟ ΠΑΝ-
Αυτή είναι η δημοκρατία του Πανχρόνου
Αυτή είναι η ιστορία.
17
ΝΙΚΟΣ ΚΟΛΕΣΗΣ