ΝΙΚΟΣ ΚΟΛΕΣΗΣ
ΣΥΝΟΨΗ
ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΑΘΗΝΑΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΛΥΤΡΩΤΗΣ
ΟΙΔΙΠΟΔΑ ΚΥΚΛΟΙ
ΘΗΒΑΙΑ ΑΝΤΙΓΟΝΗ
ΒΑΚΧΕΣ ΚΙΘΑΙΡΩΝΑ
Α
ΘΕΑΤΡΟ
1
ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΛΥΤΡΩΤΗΣ
Τα πάθη του Προμηθέα είναι χωρίς τέλος,
Καρφωμένος στο βράχο με ατσάλινα δεσμά
Υπομένει τα πάνδεινα.
Ο Ήφαιστος ο θεός της φωτιάς και ο τρομερός
Κράτος
Ανέλαβαν τη δουλειά έπειτα από διαταγή του
Δία.
Προκάλεσε την οργή των θεών γιατί έδωσε
στους ανθρώπους τα μυστικά των αθανάτων.
Καρφωμένος σε αυτό το βράχο λέγω και προλέγω
Το μέλλον του κόσμου, το μέλλον θεών και
ανθρώπων.
Προμηθέα δεσμώτη, λυόμενε, πυρφόρε, λυτρωτή
Η δύναμη της Ανάγκης είναι πανίσχυρη.
Προμηθέα πως τα έβαλες με τον φοβερό Δία
Οι θεοί εξουσιάζουν τον κόσμο, κυριαρχούν
στις ζωές
Των ανθρώπων, κοιτάζουν μόνο να επιβάλλουν
Το δίκιο του ισχυρότερου.
Ο Ολύμπιος Δίας με κατηγόρησε γιατί τόλμησα
Να μιλήσω για το μέλλον το δικό του,
Πως θα χάσει την εξουσία και το θρόνο.
Κανείς δεν μπορεί να μου αλλάξει γνώμη.
Ο Δίας όταν κατέλαβε την εξουσία και πήρε το
θρόνο
από τον πατέρα του, τον Κρόνο, μοίρασε
εξουσίες
στους θεούς χωρίς να λογαριάσει τους θνητούς.
Ζήτησα να έχουν δικαίωμα στη γνώση, τη
μάθηση,
Έδωσα τη φωτιά, το μέλλον φαινόταν λαμπρό
Για τους θνητούς, για όλη την ανθρωπότητα.
Είμαι ένας δεσμώτης, λυόμενος, πυρφόρος,
λυτρωτής
Ένας απελευθερωτής των δύστυχων ανθρώπων
μέσα στο άνοιγμα του φωτός.
2
Είναι καιρός να μάθετε τα πάθη των Ανθρώπων,
Να ακούσετε την Ιστορία τους.
Μάθετε πως έδειξα στου θνητούς τις κινήσεις
των άστρων,
Των αριθμών την πιο μεγάλη Σοφία, να μετρούν
το χώρο
Και το χρόνο, βρήκα τη σύνθεση των γραμμάτων
για να
Δημιουργήσουν μια απίστευτη γλώσσα.
Έδωσα σε αυτούς τη Μνήμη, την πιο σπουδαία
Μούσα,
Πρόσφερα τόσες σοφές τέχνες για να γίνει
καλύτερα
η ζωή τους, ο τρόπος που σκέφτονται.
Όμως κοιτάξτε πως υποφέρω, δεν μπορώ να σωθώ
Από τα δεινά μου, τα βάσανα που υποφέρω.
Ποια πόλη, ποια χώρα
Θα δεχτεί Αυτόν που είναι δεσμώτης, λυόμενος
Και πυρφόρος.
Ποια
πόλη, ποια χώρα
Θα δεχτεί Αυτόν τον λυτρωτή, τον ελευθερωτή
Προμηθέα
Που τα έβαλε με τους Ολύμπιους Θεούς.
ΟΙΔΙΠΟΥΔΑ ΚΥΚΛΟΙ
Αγαπημένη Αντιγόνη
Σε ποια χώρα φθάσαμε τώρα.
Ποια χώρα θα δεχτεί τον τυφλό σου πατέρα.
Αχ!! Κόρη –κόρη μου
Παιδί ανόσιου πατέρα
Άδικα περιπλανιέσαι στα Ξένα.
ΧΟΡΟΣ
Τραγούδησε μικρή Αντιγόνη
Τραγούδησε
3
Ο τυφλός Οιδίπους κι η κόρη του Αντιγόνη
έφθασαν στην Αθήνα όπου ο δύστυχος βασιλιάς κατέφυγε ικέτης στο ιερό του
Κολωνού, ζητώντας προστασία από τις θεαινές.
Ο Θησέας ο άρχοντας της Αθήνας προστάτευσε
τον άνθρωπο
Που σκότωσε τον πατέρα του,
Παντρεύτηκε τη μητέρα του
Και έκαναν παιδιά μαζί.
Άρχισαν οι Θηβαϊκοί κύκλοι
Άρχισαν οι Κύκλοι του Οιδίποδα,
Οιδίπους Τύραννος, Οιδίπους επί Κολωνό,
Αντιγόνη, Ιοκάστη.
Άρχισαν οι κύκλοι του Οιδίποδα Β και της
Αντιγόνης Β
Ολοκληρώνοντας τους κύκλους του Μεταθανάτου,
Αποκαλύπτουν το παρελθόν- το παρόν κι το
μέλλον
Αυτά που ξέρουμε και δεν ξέρουμε.
ΙΕΡΕΑΣ
Πάνσοφε Οιδίποδα ήρθαμε να σε ρωτήσουμε
Πως θα σωθεί η πόλη.
Κάνε το θαύμα σου όπως άλλοτε έκανες
Με τη σκύλα τη Σφίγγα.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ
Θηβαίοι συγκλονίζεται η ψυχή μου
Από το κακό που μας βρήκε.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ-Β
Τι δεν θα έδινα να μην ακούσω
Αυτά που άκουσα
4
Να μην συμβούν αυτά τα τρομερά γεγονότα.
Ο Φοίβος ζήτησε να φύγει το μίασμα που μόλυνε
την πόλη,
Αυτός που σκότωσε τον Λάιο όταν πήγαινε
προσκυνητής
Στο μαντείο των Δελφών.
Ο μέγας Οιδίπους είπε μπροστά σε όλους πως θα ανακαλύψει
Τον ένοχο.
Οι φήμες έλεγαν πως ένας οδοιπόρος σκότωσε τον Λάιο.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ
Να φωνάξουμε τον μάντη Τειρεσία
Να αποκαλύψει τον ένοχο,
Για να σωθεί η πόλη.
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Γνωρίζω την αλήθεια
Αλλά δεν μπορώ να την πω
Ζω μεγάλο δράμα.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ
Μίλα δύστροπε γέρο
Κάποιον κρύβεις
Μη φωνάξω τους φρουρούς.
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
5
Μεγάλε Οιδίποδα
Εσύ είσαι ο ένοχος
Εσύ σκότωσες τον Λάιο.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ
Τειρεσία πρόσεχε τι λες
Δεν θα λυπηθώ που είσαι τυφλός.
ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ
Δύστυχε Οιδίποδα
Είσαι πατέρας κι αδερφός των παιδιών σου
Είσαι άνδρας της μητέρας σου
Που έκανε παιδιά μαζί σου.
Είσαι αυτός που σκότωσε τον πατέρα του τον Λάιο
Στο δρόμο προς τους Δελφούς.
Τότε ο Οιδίπους κατηγόρησε τον Κρέοντα πως αυτός
Έβαλε τον Τειρεσία να πει αυτές τις ανοησίες.
ΙΟΚΑΣΤΗ
Καλά γιατί φωνάζετε σαν μικρά παιδιά
Ο άνδρας μου κι ο αδερφός μου μαλώνουν
Σαν τα κοκόρια.
ΧΟΡΟΣ
Αυτά που είπε ο σοφός μάντης
Είναι φοβερά και τρομερά.
ΙΟΚΑΣΤΗ
Ένας χρησμός έλεγε πως ο άνδρας μου
Θα σκοτωθεί από το γιο
Που θα έκανε μαζί μου.
6
Όμως ο Λάιος σκοτώθηκε από ληστές
Στον τρίστρατο δρόμο για τη Φωκίδα.
Μόλις γεννήθηκε το παιδί -το δώσαμε σε ένα βοσκό
Να το πετάξει στον Κιθαιρώνα,
Αφού πρώτα δέσαμε τα πόδια του από τους αστραγάλους.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ
Μόλις άκουσα αυτό που δεν έπρεπε να ακούσω.
Έκανα αυτό που δεν έπρεπε να κάνω
Οι κατάρες βγαίνουν αληθινές.
ΙΟΚΑΣΤΗ
Άνδρα μου μ’ έβαλες σε μεγάλη ανησυχία
Ρώτησε τι θέλεις να μάθεις.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ
Σκοτώθηκε κανείς από την συμπλοκή.
ΙΟΚΑΣΤΗ
Ένας υπηρέτης που τον έστειλα μακριά μετά τον
φονικό.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ
Είναι μεγάλη ανάγκη να τον δω.
Όταν ήρθε ο βοσκός αποκάλυψε στον Οιδίποδα
Πως αυτός έδωσε το μωρό σε έναν άλλο βοσκό,
Που το πήρε μαζί του κι έφυγε στην Κόρινθο.
Μεγαλώνοντας
ο Οιδίποδας έμαθε πως ένας παλιός
7
χρησμός έλεγε ότι θα σκοτώσει τον πατέρα του,
Και θα παντρευτεί τη μητέρα του.
Για αυτό έφυγε από την Κόρινθο και πήγε στο
μαντείο
των Δελφών, να ρωτήσει τι να κάνει.
Στον τρίστρατο δρόμο για τη Φωκίδα σκότωσε
τον πατέρα του,
Τον Λάιο χωρίς να το ξέρει.
ΙΟΚΑΣΤΗ
Μαζί θα αποκαλύψουμε την αλήθεια
Μαζί στη ζωή και στο θάνατο.
Το παιδί που γέννησα με τον Λάιο
Το αφήσαμε στον Κιθαιρώνα
Γιατί γνωρίζαμε την Μαντεία.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ
Θέλω να δω τον βοσκό.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Οι δυο αγαπημένοι μου αδελφοί, ο Ετεοκλής
Και ο Πολυνείκης σκοτώθηκαν έξω από τα τείχη
Της επτάπυλης Θήβας. Ο ένας ο Πολυνείκης
έμεινε άταφος και άκλαυτος έξω από τα τείχη της Θήβας,
Ενώ ο άλλος ο Ετεοκλής με διαταγή του Κρέοντα
Θάφτηκε
με όλες τις τιμές όπως αρμόζει σε ένα βασιλιά.
Είναι αδύνατον ο Πολυνείκης να μείνει άταφος,
8
Θα τον φάνε τα όρνεα, τα τσακάλια, τα
σκουλήκια.
Αγαπημένη μου αδελφή, υπέροχη Αντιγόνη
Αυτά είναι σε αντίθεση με τη διαταγή του
Κρέοντα,
Τους Νόμους την πόλης και της επιθυμίας των
Θηβαίων.
Ισμήνη σκέψου λίγο, αν και αδελφές έχουμε
εντελώς
αντίθετη γνώμη, διαφορετικούς χαρακτήρες.
Μην ξεχνάς τι βρήκε τον πατέρα μας το μυθικό
Οιδίποδα
Και τη μητέρα μας τη θεϊκή Ιοκάστη.
Εάν φοβάσαι μόνη μου θα συνεχίσω το έργο,
Μόνη μου θα θάψω το νεκρό αδελφό.
Αυτόπτες και Αυτήκοοι
Παράλληλοι και Ίδιοι με την Ιστορία
Αποκαλύπτουμε τη διαφορά,
Το πέρασμα από το Ένα στο Άλλο.
ΦΥΛΑΚΑΣ
Κρέοντα κάποιος έθαψε τον Πολυνείκη
Και έκανε χοές πάνω στον τάφο,
Παρά τη διαταγή που έδωσες.
Αγνόησε τους νόμους της πόλης και τη θέληση
των θεών,
Όμως βρήκαμε ποιος είναι ο ένοχος.
ΚΡΕΟΝ
Θέλουν να με ανατρέψουν
Και να πάρουν την εξουσία.
ΦΥΛΑΚΑΣ
9
Γενναίε Κρέοντα
Αυτή είναι η κόρη που έθαψε το νεκρό.
Μόλις είδε τον τάφο άρχισε να θρηνεί
Χωρίς χρονοτριβή ορμήσαμε πάνω της
Και την πιάσαμε.
ΚΡΕΟΝΤΑΣ
Έτσι είναι όπως τα λέει
Μίλησε έχεις τη δυνατότητα
να υπερασπιστείς τον εαυτό σου.
Γνωρίζεις πως η διαταγή είναι θάνατος
Για όποιον παρακούσει και θάψει το νεκρό.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Από πότε οι Νόμοι των Θεών
Είναι κατώτεροι από τους νόμους των ανθρώπων.
Δεν μπορείς να διατάζεις σαν θεός
Αφού άνθρωπος εσύ είσαι ένας θνητός.
ΚΡΕΟΝΤΑΣ
Ο θάνατος σε περιμένει για όσα λες και
κάνεις.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Μόνο η Θεία Δίκη ορίζει τη ζωή και το θάνατο,
Είμαστε όντα με ελεύθερη βούληση
Να κάνουμε αυτό που νομίζουμε πρέπον, σωστό.
ΚΡΕΟΝΤΑΣ
10
Τώρα θα γνωρίσεις το αληθινό πρόσωπο της
εξουσίας.
Είσαι μια ανυπότακτη
Βάλε μυαλό μην τα βάζεις με την εξουσία,
Δεν μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Ο Πολυνείκης ο αδελφός μου
Δεν μπορούσε να μείνει άταφος και άκλαυτος.
Το κουφάρι του ήταν πεταμένο στη γη,
Για να το φάνε τα όρνεα και τα θηρία.
ΚΡΕΟΝΤΑΣ
Η διαταγή είναι διαταγή
Αν και παιδί της αδελφής μου
Δεν υπάκουσες το Νόμο,
Δεν μπορώ να κάνω καμιά εξαίρεση.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Οι Νόμοι είναι για να αλλάζουν
Οι πολίτες, οι κοινωνίες διαμορφώνουν
το περιεχόμενό τους ανάλογα με τις συνθήκες.
ΚΡΕΟΝΤΑΣ
Ο θάνατος σε περιμένει ότι και πεις
όποια σοφιστεία και αν σκεφτείς, ότι και αν
κάνεις.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
11
Δεν έχω τίποτα να χάσω
Ούτε πλούτη ούτε βασιλεία.
Είμαι ελεύθερη να λέω τη γνώμη μου αβίαστα
Χωρίς κανένα συμφέρων.
ΚΡΕΟΝΤΑΣ
Μικρή Αντιγόνη
Μα δεν καταλαβαίνεις πως οδηγείσαι στο
θάνατο.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Υπάρχει μεγάλη δόξα
Όταν πεθαίνεις για τις Ιδέες και τα πιστεύω
σου.
ΒΑΚΧΕΣ ΚΙΘΑΙΡΩΝΑ
Είμαι ο Διόνυσος ο γιος του Δία
Και μάννα μου, η Σεμέλη η κόρη του Κάδμου.
Ήρθα στη Θήβα για να ιδρύσω τη νέα θρησκεία,
Ξεσήκωσα τις γυναίκες, κρατούν θύρσο στο
χέρι.
Οι Θηβαίες κυριεύτηκαν από τη βακχική μανία,
Και πήγαν στο βουνό για να πάρουν μέρος στις
τελετές.
Ο Πενθέας, ο γιός της Αγαύης είναι αντίθετος
στη θεότητα.
Έρχεται η νέα θρησκεία, ο νέος θεός
Ήρθε ο Διόνυσος στην Ελλάδα από τη Φρυγία.
Ο Βάκχος είναι ο γιος της κόρης μου είπε ο
Κάδμος
Για αυτό χρειάζεται υποστήριξη.
Πενθέα μπορώ να σε βοηθήσω είπε ο Διόνυσος
12
Να δεις τι κάνουν οι γυναίκες στον Κιθαιρώνα.
Πολύ θα το ήθελα απάντησε ο Πενθέας.
Θα σε καταλάβουν αμέσως συμπλήρωσε ο Διόνυσος
Για αυτό φόρεσε γυναικεία ρούχα, πάμε μέσα
στο παλάτι
Να σε ντύσω, θα γίνεις αγνώριστος.
Ο Πενθέας οικτρό θάνατο θα βρει, η μάνα του η
Αγαύη
Θα σκοτώσει το γιος της, με τα ίδια της τα
χέρια.
Ο Πενθέας βγήκε από το παλάτι φορώντας
βακχικά ρούχα
Ο Διόνυσος πήγαινε από πίσω μαζί με έναν
ακόλουθο.
Πρώτα η Αγαύη είδε το γιο της να παραμονεύει
και φώναξε τις άλλες Βάκχες,
Βάκχες ποιος είναι αυτός που ήρθε στον
Κιθαιρώνα
Να δει τι κάνουμε.
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Χάθηκε ο γιος του Εχίονα, ο Πενθέας.
Όταν φθάσαμε στον Κιθαιρώνα, στο πανηγύρι
Είπε ο Πενθέας, πάνω σε ένα δένδρο θα ανεβώ
Για να δω καλύτερα, εκεί πάνω στην κορυφή του
δένδρου
Έγινε αντιληπτός από τις μαινάδες.
Ακούστηκε βαθιά η φωνή του Διόνυσου να λέει,
Γυναίκες είναι αυτός που είναι αντίθετος στη
νέα θρησκεία,
Που σας τυραννάει.
Οι Βάκχες μόλις άκουσαν τα λόγια του Θεού
ξεχύθηκαν
Τρελαμένες στις πλαγιές και τα λαγκάδια
Για να βρουν τον Πενθέα, τον βασιλιά.
Όταν είδαν το βασιλιά πάνω στο δένδρο,
άρχισαν
να πετούν πέτρες, δόρατα, θύρσους,
μα δεν μπορούσαν να τον φθάσουν.
Τότε ξερίζωσαν το δένδρο και ο Πενθέας έπεσε
κάτω
με θόρυβο φωνάζοντας από τον πόνο.
13
Η μάνα του η Αγαύη έκανε την αρχή και όρμησε
πάνω του
Ο βασιλιάς πέταξε την πλεξούδα να τον
αναγνωρίσει.
Μάνα, μανούλα, ο γιος σου ο Πενθέας είμαι,
Έκανα λάθος, μη με σφάξεις, μη με σκοτώσεις.
Η Αγαύη έβγαζε αφρούς από το στόμα και τα
μάτια της πετούσαν φλόγες, κυριεύτηκε από τη βακχική μανία.
Έπιασε τον Πενθέα από αριστερό χέρι και
αμέσως
Ξεκόλλησε τον ώμο του. Η Ινώ η αδελφή της
τραβούσε
Τις σάρκες του και γύρω η Αυτονόη και οι
άλλες Βάκχες
Φώναζαν τρελαμένες ζητώντας και άλλο αίμα.
Σκόρπισαν τα κομμάτια του στους βράχους,
Η μάνα του η Αγαύη πήρε το κεφάλι, το κάρφωσε
στη άκρη του θύρσου σαν να ήταν κεφάλι
λιονταριού,
και το γύριζε στον Κιθαιρώνα.
14
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ
ΝΙΚΟΣ ΚΟΛΕΣΗΣ